"Έσπασε", Κώστας Καναβούρης

Η νέα, εύθραυστη ποιητική συλλογή τού ποιητή/δημοσιογράφου, από τις εκδ. Μελάνι

| 07/06/2015

εσπασεΤα ποιήματα στη νέα ποιητική συλλογή του Κώστα Καναβούρη Έσπασε είναι εύθραυστα, «σαν το γυαλί». Σπάζουν «εκεί που δεν το περιμένεις». Μικρές οντότητες από «άδηλο υλικό», προκαλούν παράξενες συγκινήσεις (σαν προαναγγελία ή ανάμνηση συμβάντων). Τα πλαισιώνουν μεγάλες σιωπές − είναι ποιήματα που λατρεύουν τη σιωπή: «Να λες τη σιωπή / Με όλο και λιγότερες λέξεις.»

   Λόγος θρυμματισμένος σε έναν, δύο ή τρεις στίχους, αποφθεγματικός αλλά και παιγνιώδης («Τέτοιο σεπτό κειμήλιο / Μπορεί και να ’ναι άνθρωπος.»), λαχταρά και αυτοϋπονομεύεται («Για να μη θυμάμαι πάει να πει πως έφταιξα.»). Με τόνο αφοριστικό και υποδόριο λυρισμό: «Σκόνταψε ο ήχος / Τα μάτια σου ήταν

            Σε ποιον απευθύνεται αυτός ο ανεπίδοτος λυρισμός; «Όπου ακουμπούσα έφευγες / Όπου φώναξα, αντηλιά.» Το αγαπημένο σώμα επανέρχεται συχνά, πάντα επιθυμητό, ποτέ αρκετό. «Το σώμα αρχίζει από τα χέρια. / Και ύστερα δεν τελειώνει πουθενά.» «Φαντάσου πάλι το μηδέν / Γιατί ποτέ το σώμα της δεν ήταν αρκετό.»

            Παράδοξα αξιώματα που διαθέτουν αφοπλιστική πειθώ: «Ακριβές είναι το απέραντο. / Όπως ένας κίονας με λίγο χαμομήλι / Στον ήλιο της ανοίξεως.» «Αν βρέξει, θα έχεις υπάρξει. Στα μαθηματικά.» Σ’ αυτό το κατακερματισμένο σύμπαν χρόνος δεν υπάρχει, η ώρα «είναι αύριο» και το μέλλον «ήσσονος σημασίας». Η μνήμη, η απουσία, η φύση, ο έρωτας, η δημιουργία, καταυγάζονται από ένα μελαγχολικό και συνάμα παρηγορητικό φως − εδώ ακόμα και ο θάνατος μοιάζει αγαθός. «Δεν είναι που πεθάνανε / Είναι που πια δεν θα μπορούμε / Να τους αγαπούμε.» Και τι θα γινόταν «Αν ήμασταν φτιαγμένοι από νοσταλγία», αναρωτιέται ο ποιητής, αφήνοντας την υπόθεση να αιωρείται.

            Εύθραυστη σαν το γυαλί, η ποίηση μπορεί να είναι και επικίνδυνη: «Κουβαλάω απάνω μου ποιήματα / Κι έχω ρυθμίσει το μηχανισμό.» Η ποίηση δε γράφεται, δε διαβάζεται, είναι γιορτή και πένθος, είναι έρεβος, δουλειά χειρωνακτική, επίμοχθη. «Εμείς δεν ήμασταν στην αρπαγή, / Δουλεύαμε έξω· στα ποιήματα.»

            Συνοδοιπόροι του ποιητή ο Σάντρο Πέννα, ο Τρακλ, ο Νίτσε, ο Όμηρος, ο Γκόγια, οι Άγγελοι «από λιωμένο χιόνι». Ο Καραβάτζιο. Απολογισμός ζωής που μετριέται σε πουλιά, σε λιοντάρια ή σε στάχυα! «Τα ποιήματα δεν έχουν αναγνώστες», λέει ο Καναβούρης. «Έχουν αυτόπτες μάρτυρες.»

*O Kώστας Kαναβούρης γεννήθηκε στην Kαβάλα το 1955. Σπούδασε Πολιτικές Eπιστήμες. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες, περιοδικά και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Έχει εκδώσει οκτώ ποιητικές συλλογές, ένα βιβλίο με δημοσιογραφικά κείμενα, μια συλλογή αφηγημάτων, μια νουβέλα. Αρθρογραφεί στην Kυριακάτικη Aυγή.