Αγάπη, θλίψη, σεξουαλικότητα και...περίπλοκες οικογενειακές καταστάσεις

Πώς να είσαι δύο, Άλι Σμιθ / Ο χορταριασμένος δρόμος, Άνν Ένραϊτ

| 15/01/2016

Γεννημένες την ίδια χρονιά, το 1962, αλλά σε διαφορετικές, πλην όμορες, θα λέγαμε χώρες- η Άλι  Σμίθ στο ‘Ινβερνες της Σκοτίας και η Ανν Ένραϊτ στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας- δουλεύουν μαεστρικά την γραφή τους, καθώς ασχολούνται με τα ίδια ως επί το πλείστον θέματα όπως οι οικογενειακές καταστάσεις, η αγάπη και η ανθρώπινη σεξουαλικότητα, η θλίψη, με την πρώτη να δίνει βάρος στις ομοφυλοφιλικές  σχέσεις ούσα ανοιχτά γκέι και τη δεύτερη στο  ταραγμένο παρελθόν και στο σήμερα της Ιρλανδίας. Πολυβραβευμένες, η Σμιθ με Orange, η Ένραϊτ με Booker, κυκλοφόρησαν πέρυσι τις τελευταίες τους  δουλειές, το «Πώς να είσαι δύο» και τον «Χορταριασμένο δρόμο».

ali-smith_Πώς να είσαι δύο, Άλι Σμιθ, Μετ: Νίκος Α. Μάντης, Εκδ. Καστανιώτη

Στο μυθιστόρημα της Άλι Σμιθ υπάρχουν δυο ιστορίες που χωρίζονται χρονικά περίπου έξι αιώνες – αυτή του, σχεδόν άγνωστου, αναγεννησιακού καλλιτέχνη Φραντσέσκο ντελ Κόσα στα 1460 που φιλοτέχνησε την εικόνα ενός λαϊκού ανθρώπου στο Παλάτσο ντι Σκιφανόια της Φεράρας και την σύγχρονη ιστορία μιας δεκαπεντάχρονης βρετανίδας κοπέλας με το ανδρικό όνομα Τζόρτζ που αγωνίζεται να συμβιβαστεί με τον απρόσμενο θάνατο της μητέρας της Κάρολ Μαρτινό, μιας ριζοσπάστριας του διαδικτύου. Δυο ιστορίες που ανάλογα με ποιο αντίτυπο αγοράζει ο αναγνώστης θα διαβάσει πρώτη είτε τη μία είτε την άλλη, καθώς στο μισό τιράζ  των βιβλίων η υπόθεση της κοπέλας έρχεται πρώτη -όπως σε εμάς εδώ- ενώ στο υπόλοιπο προηγείται αυτή του ο ντελ Κόσα!

Με αυτά τα δεδομένα η σκοτσέζα συγγραφέας επιχειρεί να πλέξει δυο χρονικές καταστάσεις που, ενώ απέχουν αιώνες μοιάζουν να κουμπώνουν δημιουργικά, καθώς η Τζορτζ ταξιδεύει στην Ιταλία και παρατηρεί από κοντά τους πίνακες και τα περίφημα frescos του ζωγράφου. Η Σμιθ ακολουθεί στο γράψιμο της τις τεχνικές του fresco, αυτής της τοιχογραφίας πάνω στον ασβέστη, όπου αν ξύσεις την επιφάνεια των χρωμάτων θα βρεις από κάτω διάφορα προσχέδια των εικόνων. Παράλληλες τυπικά στην αρχή, οι ιστορίες της Τζορτζ και του Φραντσέσκο περιπλέκονται έτσι ώστε στη συνέχεια να μην δύνανται να ξεχωρίσουν. Η κοπέλα συνομιλεί με τον εδώ και αιώνες πεθαμένο καλλιτέχνη μέσω του έργου του τελευταίου. Όπως λέει και η ίδια η συγγραφέας σε συνέντευξή της στο Βήμα, «γράφοντας το βιβλίο ήθελα να αναδείξω τις έννοιες της επιφάνειας και του βάθους στην τέχνη, όπως και τη διάσταση του χρόνου. Και επειδή ανέκαθεν με απασχολούσαν τα γόνιμα πεδία όπου διασταυρώνονται οι διαφορετικές καλλιτεχνικές φόρμες, θέλησα ακριβώς να μεταφέρω, να εφαρμόσω αν θέλετε, την τεχνική της νωπογραφίας στο μυθιστόρημα. Έχω την εντύπωση ότι εντόπισα σ’ αυτή την παλιά τεχνική ένα εγγενές χαρακτηριστικό της ίδιας της αφηγηματικής τέχνης: αυτό σχετίζεται με κάτι που δεν αρθρώνεται ποτέ στην ιστορία, κάτι καλυμμένο που βρίσκεται πάντοτε κάτω από την επιφάνεια (των όσων αρθρώνονται), ένα πριν και ένα μετά σε μια κατάσταση συγχρονισμού, το ένα ορατό, το άλλο όχι, ανάλογα με το πού βρίσκεται κανείς σε σχέση με την ιστορία». Το «Πώς να είσαι δυο» αναφέρεται παραστατικά στην πολλαπλή φύση της τέχνης, ετερόκλητης συνήθως, και πως αυτή επηρεάζει τον κόσμο και τους ανθρώπους, εφόσον τους δίνει διέξοδο στην επιθυμία τους να καθρεφτίζουν σε αυτήν διάφορες υπαρκτές εκδοχές τους εαυτού τους. Κάθε διήγηση μπορεί να  συμβαδίζει με άλλες διαφορετικές και αντίθετες, όπως μόνο η τέχνη της γραφής μπορεί και περικλείει. Αλλά και φόρμα της Σμιθ μοιάζει να λειτουργεί ανάλογα με το περιεχόμενο, έντονα ποιητική, ελλειπτική, με κρυμμένα νοήματα και πληροφορίες σαν να καλείται αναγνώστης να σκάψει ο ίδιος για να συνδέσει τις εικόνες, οι οποίες όσο προχωρά η πλοκή αποκαλύπτονται μέσα στην γοητεία τους. Μια ελεγεία για την απελευθερωτική δύναμη της τέχνης σχετικά με τις βαθύτερες ανάγκες των ανθρώπων. Στην ευδαιμονία του διαβάσματος μεγάλη συμβολή έχει και η μετάφραση του  Νίκου Α. Μάντη.

Α ΕΟ χορταριασμένος δρόμος, Άνν Ένραϊτ,  Μετ: Αντώνης Καλοκύρης, Εκδ. Καστανιώτη

Στην απέναντι πλευρά, το μυθιστόρημα της Άνν Ένραϊτ λαμβάνει χώρα σε κωμόπολη της Ιρλανδίας δίπλα στις ακτές που βρέχει ο Ατλαντικός. Μιλάει για την ιστορία της οικογένειας Μάντιγκαν και για την μητέρα Ρόζαλιν που ηγείται, καθώς ο πατέρας έχει πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια. Η στρυφνή  αρχηγός της οικογένειας  περνά το κατώφλι της τρίτης ηλικίας και αποφασίζει να πουλήσει το οικογενειακό  σπίτι μοιράζοντας τα μερίδια στα τέσσερα παιδιά της που από καιρό έχουν εγκαταλείψει, ταξιδεύοντας στην πρωτεύουσα, το Δουβλίνο, στην Νέα Υόρκη και στην Αφρική.

Με το γνωστό παιγνιώδες ύφος της, που εμφορείται από οξύ χιούμορ, ανθρωπιά, βαθιά ανάλυση χαρακτήρων και αστραφτερούς διαλόγους, η Ένράϊτ εκθέτει με ενάργεια τις μύχιες σκέψεις, τα συναισθήματα των πέντε βασικών ηρώων, ώστε ο αναγνώστης να καταλαβαίνει και να νιώθει σε μεγάλο βαθμό τα πάθη και τις προσδοκίες τους. Θυμίζει, αν θέλετε, τις οικογενειακές συνθέσεις στις ταινίες του Μάικ Λι, τις κοφτές, γεμάτες ένταση φράσεις που μπορούν ανά πάσα στιγμή να πληγώσουν τον άλλον ή να τον συμπονέσουν. Ζει κανείς μαζί τους όλα τα σκαμπανεβάσματα των διαθέσεων τους. Βεβαίως, η συγγραφέας αντιμετωπίζει με αγάπη και γενναιοδωρία τα μέλη της οικογένειας Μάντιγκαν. Δεν υπάρχουν αποσυνάγωγοι ανάμεσά τους παρόλο που τα παιδιά της Ρόζαλιν δεν τα έχουν πάει καλά στην ζωή τους. Σχεδόν όλοι μεσήλικες επιστρέφουν για το μοίρασμα, χωρίς να έχουν πραγματοποιήσει τις όποιες προσδοκίες τους -χρήματα, αγάπη, δόξα ακόμη και χαρά. Είναι ο Ντάν επίδοξος στην αρχή ιερέας που τα παρατάει  όλα και χάνεται στις γκαλερί της Νέας Υόρκης, καθώς συγχρωτίζεται με ανερχόμενους καλλιτέχνες, ενώ ανακαλύπτει και παραδέχεται την ομοφυλοφιλία του. Με τους γνωστούς του να πεθαίνουν από το AIDS,  οι σχέσεις τον τρομάζουν. Επιλέγει με τον σύντροφό του να παντρευτούν στο Τορόντο. Είναι η Χάνα που δεν στάθηκε δυνατόν να γίνει ηθοποιός, άρχισε να πίνει πολύ, παντρεύτηκε για να ξεφύγει, αλλά το μικρό παιδί και οι ανάγκες της οικογένειας την διαλύουν σωματικά και ψυχικά. Είναι, επίσης, η Κονστάνς  που νυμφεύεται έναν πλούσιο αστό, έχει ανέσεις, αλλά δεν έχει αγάπη μιας και ο άνδρας της πνίγεται στις μπίζνες, ενώ τα παιδιά της ζούνε την δική τους τρυφηλή ζωή. Γεμάτη φοβίες για την υγεία της, επιπροσθέτως, δε, για το σώμα της που ακολουθεί τον νόμο της ηλικιακής εντροπίας. Είναι, τέλος, ο Έμετ που αποδρά με τις ανθρωπιστικές ΜΚΟ στον Τρίτο Κόσμο και πιο συγκεκριμένα στο Μάλι της Αφρικής, μήπως τα συναισθηματικά κενά του τα θεραπεύσουν η θεραπεία και το σώσιμο των τραυματισμένων και λιμοκτονούντων κατοίκων του.

Αλλά και η Ρόζαλιν χρόνια τώρα απομυθοποιεί τον απόντα πλέον άνδρα της, καθώς δεν αξιώθηκε ποτέ να νιώσει αληθινή αγάπη και τρυφεράδα γι’ αυτόν. Η απόφαση της να πουλήσει το σπίτι επιβάλλει στα παιδιά να γυρίσουν κοντά της για λίγο. Τώρα που επανέρχονται για τα τελευταία Χριστούγεννά τους, νιώθουν να επιστρέφουν στις μικρές τους ηλικίες οι οποίες κινδυνεύουν να βγουν στο σφυρί και να χαθούν μαζί με το σπίτι για πάντα. Με τον, οικείο στους αναγνώστες, ιρλανδέζικο προφορικό της λόγο, η Ένράϊτ προσφέρει ένα πάλλον ανάγνωσμα ικανό να συνεπάρει κάθε απαιτητικό αναγνώστη στην εξιστόρηση της δραματικής οικογενειακής συνάντησης και στην ανάγκη της, έστω πρόσκαιρης, συναισθηματικής επανασύνδεσης. Μπορούν, άραγε, οι αναμνήσεις και μόνο αυτές να φέρουν ξανά κοντά τους ανθρώπους; Βραχύβια, ναι, τη στιγμή που η Ρόζαλιν εξαφανίζεται με το αυτοκίνητό της μέσα από χορταριασμένους δρόμους έως εκεί που αντάλλαξε το πρώτο φιλί μα τον άνδρα της. Γεμάτα άγχος τα παιδιά της, την αναγυρεύουν,  δεν μπορούν να φανταστούν τον χαμό της μητέρας, τον αξεπέραστο  κρίκο που τους ενώνει. Την ανακαλύπτουν εντέλει και αυτό τα κάνει ευτυχισμένα, αλλά πρόσκαιρα, γιατί οι βίοι που έχουν επιλέξει τους καλούν πίσω… Στα θετικά του βιβλίου και η καλή μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη.

irish cottage

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.