Αμερικανικές εκλογές

Κλίντον vs Τραμπ: Όταν ακόμη και η λογική του «μη χείρον βέλτιστον» μοιάζει να παραπαίει

| 08/11/2016

Η αυλαία μίας από τις πιο, κατά κοινή ομολογία, χαμηλού επιπέδου, από όλες τις απόψεις, λαϊκίστικες προεκλογικές προεδρικές εκστρατείες στις ΗΠΑ έπεσε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κύλησαν και όλοι οι τελευταίοι μήνες: με προσωπικές σκληρές επιθέσεις, με υπονοούμενα για εξωθεσμικές παρεμβάσεις, με προειδοποιήσεις για μη αναγνώριση του αποτελέσματος (μια μάλλον πρωτόγνωρη παράμετρος), με μια τρελή κούρσα μέχρι την τελευταία στιγμή στις κρίσιμες, για το αποτέλεσμα, πολιτείες. Θα μπορούσε να είναι άλλη μία προεδρική προεκλογική εκστρατεία. Δεν φαίνεται όμως να είναι τόσο απλό.

Η πρώτη σαφής ένδειξη της διαφοράς ήταν η εμφάνιση και η άνοδος του υποψηφίου για το χρίσμα των Δημοκρατικών Μπέρνι Σάντερς. Όχι τόσο για τον ίδιο τον Σάντερς, όσο για τα όσα είπε και κυρίως ως προς τον, πράγματι, εντυπωσιακό σε αριθμό, παλμό και όγκο, κόσμο που τον ακολούθησε μέχρι τέλους, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι τον ακολουθεί και στην στήριξη της Κλίντον έναντι του Τραμπ.

Η δεύτερη ένδειξη ότι αυτή η εκστρατεία δεν ήταν όπως οι προηγούμενες καταγράφεται με γλαφυρό τρόπο σε δημοσκόπηση που δημοσίευσαν η εφημερίδα New York Times και το δίκτυο CBS, μόλις λίγες μέρες πριν τις κάλπες. Σε αυτήν, το εντυπωσιακό 81% των ερωτώμενων, δήλωσαν ότι η προεκλογική εκστρατεία και των δύο βασικών υποψηφίων τους δημιούργησε «απέχθεια»! Αν μη τι άλλο, πρόκειται για την πρώτη φορά που η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που ασχολούνται με την πολιτική στις ΗΠΑ δηλώνει τόσο ανοιχτά και κατηγορηματικά την απόστασή της από το παραδοσιακό δικομματικό πολιτικό σύστημα, το οποίο, κατά κοινή ομολογία, βίωσε μέσα σε αυτήν την εκστρατεία χείριστες στιγμές παρακμής.

«Όταν 8 στους 10 ψηφοφόρους δηλώνουν ότι νιώθουν απέχθεια για τις προεκλογικές εκστρατείες και των δύο διεκδικητών του Λευκού Οίκου, τότε η τοξικότητα του πολιτικού συστήματος είναι τέτοια που υποσκάπτει τον νικητή όποιος και αν είναι, αλλά και την επόμενη μέρα. Και οι δύο, για την συντριπτική πλειονότητα του κόσμου, είναι ανέντιμοι και ανεπιθύμητοι» σημειώνουν οι New York Times, που σίγουρα δεν μπορεί κανείς να τους προσάψει «αντισυστημικότητα».

Όποιος και αν είναι νικητής, λοιπόν, θα προεδρεύσει ενός συστήματος ολοένα περισσότερο απαξιωμένου και αποξενωμένου από τους πολίτες, εκ των οποίων ολοένα περισσότεροι, κυρίως νεολαία, έχουν πάψει να πιστεύουν στο «αμερικανικό όνειρο» και στο «περιούσιο καθήκον των ΗΠΑ να παρεμβαίνουν όπου γης».  Η επόμενη μέρα, κυρίως εντός συνόρων, κάθε άλλο παρά αναμενόμενη και σταθερή προοιωνίζεται με δεδομένα τα ανοιχτά μέτωπα. Και μπορεί να είναι εξαιρετικά ανησυχητικό αυτό για όλο τον πλανήτη, δεδομένης της αμερικανικής ισχύος, δεν παύει όμως να είναι ταυτόχρονα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ως εξέλιξη και γιατί όχι, ίσως και με κάποια ελπίδα θετικής χροιάς.

Οι εκλογές δεν είναι μόνο Κλίντον και Τραμπ

Πόσοι είναι οι υποψήφιοι για την προεδρία στις ΗΠΑ; Όχι δεν είναι δύο. Ο Τραμπ και η Κλίντον έχουν τραβήξει πάνω τους όλη την προσοχή, όμως για πρώτη φορά, η εξέταση των υπόλοιπων υποψηφίων των αμερικάνικων εκλογών έχει σημασία. Στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου θα υπάρχουν 3 υποψήφιοι με παρουσία σε όλες τις πολιτείες, οι Κλίντον, Τραμπ, Τζόνσον που εκπροσωπούν τους Δημοκρατικούς, τους Ρεπουμπλικάνους και το Φιλελεύθερο Κόμμα (Libertarian Party) αντίστοιχα. Η Τζιλ Στάιν, η οποία εκπροσωπεί το Πράσινο Κόμμα θα έχει παρουσία σε 48 πολιτείες, οπότε θεωρητικά έχει τη δυνατότητα να συγκεντρώσει την πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Πέραν αυτών, υπάρχουν 24 ακόμα υποψήφιοι είτε με άλλα μικρότερα κόμματα είτε ανεξάρτητοι που κατεβαίνουν σε επιμέρους πολιτείες.

american-elections

Η Κλίντον πήρε το χρίσμα των Δημοκρατικών, επικρατώντας του γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς στις προκριματικές εκλογές. Οι φιλοδοξίες της γνωστές, η πορεία της επίσης. Γερουσιαστής της Ν. Υόρκης, υποψήφια εσωκομματικώς ηττήθηκε από τον Ομπάμα το 2008. Υπoυργός Εξωτερικών στην μετέπειτα κυβέρνησή του, ένθερμη υπέρμαχος της  ωμά επιθετικής εξωτερικής πολιτικής, συγκεντρώνει το μίσος του αντιπολεμικού κινήματος και παρουσιάζεται ως «καταρτισμένη, έμπειρη».

Ο Τραμπ, επιχειρηματίας με αλυσίδες εταιρειών σε καζίνο και ξενοδοχεία,  δεν είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για την πολιτική μέχρι την άνοιξη του 2015, όταν προστέθηκε στους υποψήφιους για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, οι οποίοι έφταναν τους δεκαεπτά, μεγαλύτερος αριθμός στην ιστορία των ΗΠΑ. Με κεντρικό σύνθημα το “Make America Great Again” και σειρά προκλητικών, ρατσιστικών, σεξιστικών δηλώσεων, στάθηκε απέναντι σε πολιτικούς με ισχυρούς δεσμούς στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, όπως ο Τεντ Κρουζ, γερουσιαστής του Τέξας, και επικράτησε αυτών εύκολα, κάτι που αναδεικνύει την κρίση των Ρεπουμπλικάνων αλλά και τη γενική φθορά του πολιτικού προσωπικού στα μάτια των πολιτών.

Η άνοδος Τραμπ, όμως, και οι φανατικοί του οπαδοί, αναδεικνύουν και κάτι ακόμη: την ολοένα μεγαλύτερη συντηρητικοποίηση μεγάλου τμήματος της αμερικάνικης κοινωνίας, ιδίως των λευκών εργατών και στρωμάτων της μεσαίας τάξης, που συνθλίβονται από την οικονομική κρίση (όπως άλλωστε γίνεται και σε άλλες χώρες). Ο Τραμπ έφερε νέους υποστηρικτές στους Ρεπουμπλικάνους, ενώ αξιοποίησε το ρεύμα του ακροδεξιού Κόμματος του Τσαγιού (Tea Party), το οποίο αυξανόταν διαρκώς τα προηγούμενα χρόνια εντός και εκτός κόμματος, με αποκορύφωμα της πολιτικής του έκφρασης το 2008, οπότε είχε κατορθώσει να εκπροσωπείται από την υποψήφια αντιπρόεδρο του Μακέιν, Σάρα Πέιλιν.

Ο τρίτος υποψήφιος, ο Γκάρυ Τζόνσον, προέρχεται από το Φιλελεύθερο Κόμμα (Libertarian Party), του οποίου ήταν υποψήφιος και το 2012. Πρόκειται για ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο κόμμα, παρόμοιο του οποίου δύσκολα μπορεί να βρεθεί στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Υποστηρίζει την απελευθέρωση της αγοράς σε κάθε δυνατό τομέα, την κατάργηση της κρατικής παρέμβασης και κάθε μορφής κοινωνικής πρόνοιας. Θεωρεί ότι μεγάλο πρόβλημα των ΗΠΑ είναι η στροφή προς τον κρατισμό(!), ενώ προωθεί και την κατάργηση κρατικών τομέων, την αναγκαιότητα των οποίων αποδέχεται ακόμα και η μεγάλη πλειοψηφία των νεοφιλελεύθερων.

fs9ufo7

Παρόλο που το κόμμα δεν υιοθετεί το συντηρητισμό των Ρεπουμπλικάνων σε ζητήματα όπως η θρησκεία, η οπλοκατοχή, η θανατική ποινή κ.α., κατορθώνει να αποσπάσει σημαντικό μέρος από τη βάση τους. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις τους δείχνουν να κυμαίνονται από 4-7% και με πολύ μεγάλες πιθανότητες να ξεπεράσουν το όριο του 5%, καθιστώντας τους ικανούς να ζητήσουν ομοσπονδιακή χρηματοδότηση. Φαίνεται να είναι από τους κερδισμένους αυτών των εκλογών, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι είχαν συγκεντρώσει μόλις 1% στις προηγούμενες εκλογές.

Τέλος αξίζει μια αναφορά στη Τζιλ Στάιν και το Πράσινο Κόμμα (Green Party), του οποίου ήταν υποψήφια και το 2012. Με θέσεις οικολογικές και προοδευτικές, ενάντια στον πόλεμο και υπέρ της κοινωνικής πρόνοιας, το κόμμα αυτό επιδιώκει να συγκεντρώσει κομμάτι των υποστηρικτών του Μπέρνι Σάντερς που δεν θα τον ακολουθήσουν στο κάλεσμα του να στηριχθεί η Χίλαρυ Κλίντον. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια δυναμική που κυμαίνεται γύρω από το 2%, ξεπερνώντας σε μεγάλο βαθμό το 0.3% που είχε συγκεντρώσει το 2012.  Τελευταία ανήλθε στη δημοσιότητα μετά τις δηλώσεις της ηθοποιού, Σούζαν Σάραντον, η οποία, κόντρα στο ρεύμα των περισσότερων ηθοποιών του Χόλυγουντ, δήλωσε ότι δεν εμπιστεύεται την Κλίντον και δεν θεωρεί τους Δημοκρατικούς προοδευτικό κόμμα και ότι θα στηρίξει τη Στάιν.

0c306aad8b9fbc4127ddf47abf787602

[br]

Κλίντον – Τραμπ: Θέσεις, αντιθέσεις και ..συγκλίσεις

Οικονομική πολιτική – εμπορικές συμφωνίες

Ο Τραμπ έχει εστιάσει στη φυγή επιχειρήσεων στο εξωτερικό και στην αυξημένη φορολογία των επιχειρήσεων, ιδίως στο κατασκευαστικό κεφάλαιο, και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Υποστηρίζει την περικοπή φόρων και την παροχή κινήτρων για την παραμονή επενδυτών στις ΗΠΑ. Οι θέσεις του αυτές τον έχουν βοηθήσει να κερδίσει την υποστήριξη τμημάτων παραδοσιακής εργατικής τάξης που έχουν συμπιεστεί οικονομικά την τελευταία δεκαετία. Σε αυτό το πλαίσιο, ασκεί κριτική στις εμπορικές συμφωνίες που έχουν υπογράψει οι ΗΠΑ, ιδίως στην TPP, και σε όσες διαπραγματεύονται (ΤΤΙΡ) και απειλεί με κατάργησή τους αν δεν διασφαλιστούν ευνοϊκότεροι όροι για τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Όλα αυτά στο όνομα, φυσικά, της βελτίωσης της θέσης των Αμερικανών εργαζομένων.

Η Κλίντον στηρίζει μια σχετική αύξηση της φορολογίας των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, αξιοποιώντας ακόμη και επιχειρήματα περί «οικονομικής ανισότητας» σε μια προσπάθεια να προσελκύσει τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα και τους υποστηρικτές του Μπέρνι Σάντερς. Δηλώνει ότι συμμερίζεται την εκτίμηση ότι οι διεθνείς συμφωνίες έχουν βλάψει τους αμερικάνους εργαζόμενους και, παρά την αρχική στήριξη της στην TPP και την Nafta, ασκεί πλέον κριτική στην τελική μορφή και εφαρμογή τους και απειλεί, επίσης, με πλήρη διακοπή των συνομιλιών για την ΤΤΙΡ επικαλούμενη, και αυτή, τους Αμερικανούς εργαζομένους, εκφράζοντας, όμως, ουσιαστικά τις αμερικανικές επιχειρήσεις που θέλουν ακόμη ευνοϊκότερους όρους.

Μεταναστευτική πολιτική

Πρόκειται για έναν από τους τομείς που έχουν αναδείξει τον Τραμπ. Προκάλεσε σοκ με την πρόταση του για ανέγερση γιγάντιου τείχους κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ-Μεξικού, καλύπτοντας μια έκταση που υπερβαίνει τα 3000 χιλιόμετρα. Υποστηρίζει την άσκηση πιο αυστηρής πολιτικής για τη χορήγηση υπηκοότητας ενώ έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να απελάσει 11 εκατομμύρια παράνομους μετανάστες, θέση για την οποία έχει συγκεντρώσει πυρά από παντού και έχει οδηγήσει σε σχεδόν μηδενική επιρροή του Τραμπ στον ισπανόφωνο πληθυσμό.

Η Κλίντον εμφανίζεται ως συνεχιστής της πολιτικής του Ομπάμα, υποστηρίζει τη χορήγηση υπηκοότητας υπό ορισμένες προϋποθέσεις και τη δημιουργία ενός νέου συστήματος κρίσης των μεταναστών.

images

Διεθνής πολιτική

Πρόκειται για ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα πεδία που αναδείχθηκε κυρίως το τελευταίο διάστημα μέσα από τα ντιμπέιτ. Κανένας από τους δύο υποψηφίους δεν αμφισβητεί τον πυρήνα της  ιμπεριαλιστικής πολιτικής που ακολουθείται αλλά έχουν και κάποιες διαφορές, που όταν πχ πρόκειται για πυρηνικά όπλα δεν είναι και απειροελάχιστες.

Η Κλίντον είναι υποστηρικτής της εξωτερικής πολιτικής που έχει ακολουθηθεί μέχρι στιγμής (στην οποία έχει συμβάλλει και η ίδια ενεργά), ενώ έχει δηλώσει ότι δεν σκοπεύει να αναγνωρίσει τον Άσαντ. Υποστηρίζει την επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από ολόκληρη τη Συρία, με πρόσχημα την αντιμετώπιση του ISIS, την ενίσχυση των αντικαθεστωτικών και την αποστολή ειδικών δυνάμεων, αλλά όχι εκτεταμένα. Τάσσεται υπέρ της παραμονής αμερικανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν και ενίσχυσης του ΝΑΤΟ πέριξ της Ρωσίας στο πλαίσιο της κλιμακούμενης αντιπαράθεσης με την Μόσχα.

Ο Τραμπ αν και ασκεί κριτική στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ εστιάζοντας στο οικονομικό κόστος, τάσσεται ακόμη και υπέρ της αποστολής στρατευμάτων κατά του ISIS, ενώ δεν έχει αποκλείσει ούτε τη χρήση πυρηνικών! Υιοθετεί, ταυτόχρονα, «ηπιότερη» στάση προς τη Ρωσία ενώ έφτασε στο σημείο να διαφωνήσει δημόσια με τον υποψήφιο Αντιπρόεδρό του, Μάικ Πενς, σχετικά με δηλώσεις του που κρατούσαν σκληρή αντί-ρωσική στάση. Ειδικότερα στο θέμα της Συρίας, ο Τραμπ έχει υποστηρίξει τη δράση της Ρωσίας με το επιχείρημα ότι και αυτοί πολεμούν τον ISIS. Αν και δεν έχει διατυπώσει σαφή θέση ως προς τον ΝΑΤΟϊκό «κλοιό» που σταδιακά δομείται πέριξ της Ρωσίας, επαναλαμβάνει ακούραστα ότι προτεραιότητα πρέπει να είναι τα αμερικανικά συμφέροντα παντού.

Εσωτερικά θέματα: αμβλώσεις, νόμος και τάξη, οπλοφορία

Είναι συνήθως τα θέματα στα οποία οι εκτός συνόρων δεν δίνουμε σημασία αλλά οι εντός δίνουν μεγάλη σημασία.

Η Κλίντον υποστηρίζει την νομιμότητα των αμβλώσεων, την στήριξη των σχετικών οργανώσεων και το δικαίωμα των γυναικών να επιλέγουν. Αντίθετα, ο Τραμπ τάσσεται υπέρ της απαγόρευσής τους και μάλιστα υπέρ της άσκησης δίωξης κατά των γυναικών που προχωρούν σε άμβλωση.

Υπέρ της μείωσης του ρυθμού φυλακίσεων και των προγραμμάτων επανένταξης για τους φυλακισμένους δηλώνει η Κλίντον. Αντίθετα ο Τραμπ υποστηρίζει ότι «υπάρχει χάος επειδή ακολουθείται η πολιτική ορθότητα» και τάσσεται υπέρ της περισσότερης καταστολής.

Για την οπλοχρησία, η Κλίντον παραμένει στη γνωστή «γραμμή» των Δημοκρατικών υπέρ των περισσότερων ελέγχων και της μείωσης της οπλοφορίας, ενώ αντίθετα ο Τραμπ υποστηρίζει ότι τα αιματηρά περιστατικά που έχουν σημαδέψει τις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια οφείλονται στο ότι «όσοι ξέρουν να χρησιμοποιούν όπλα διστάζουν» να παρέμβουν.

Παράταση της εμπλοκής Λευκού Οίκου – Κογκρέσου;

Στις επικείμενες εκλογές, όμως, δεν εκλέγεται μόνο ο Πρόεδρος των ΗΠΑ (ή POTUS, στα αρτικόλεξα που τόσο λατρεύουν οι αμερικάνοι), ο οποίος αποτελεί  την κεφαλή της εκτελεστικής εξουσίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, του κράτους και της κυβέρνησης καθώς και αρχηγός του στρατού και της διπλωματίας.  Οι αμερικανοί πολίτες καλούνται να εκλέξουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία, δηλαδή το Κογκρέσο, τη νομοθετική εξουσία των ΗΠΑ, με σαφή κυριαρχία της Γερουσίας, που συνιστά την «Άνω Βουλή». Παρόλο που οι Δημοκρατικοί εκλέγουν Πρόεδρο από το 2008, έχουν χάσει τον έλεγχο τον έλεγχο του Κογκρέσου από το 2014. Αυτό δημιουργεί μια τεταμένη συνθήκη με συχνές συγκρούσεις νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, με το Κογκρέσο να βάζει βέτο σε μια σειρά πρωτοβουλιών του Ομπάμα, με πιο γνωστό παράδειγμα την αντιπαράθεση γύρω από το Obamacare, την πρόταση του απερχόμενου Προέδρου για αναμόρφωση του πρωτοβάθμιου συστήματος υγείας. Κοινώς δημιουργείται στασιμότητα και αδιέξοδο, που σε ορισμένα θέματα απλώς εντείνει την αίσθηση αναποτελεσματικότητας του συστήματος στα μάτια των πολιτών.

capitol-diagram

Με βάση τις προβλέψεις, οι Ρεπουμπλικάνοι θα διατηρήσουν, έστω και μειωμένη, την πλειοψηφία τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων ενώ τυχόν νίκη των Δημοκρατικών για τη Γερουσία θα είναι οριακή. Κοινώς το φαινόμενο της αντιπαράθεσης νομοθετική-εκτελεστικής εξουσίας  που έχει οξυνθεί την τελευταία εξαετία, μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του 2010, θα παραμείνει αν εκλεγεί η Κλίντον. Ιδιαίτερη πλευρά αυτής της συνθήκης είναι το γεγονός ότι στις ενδιάμεσες εκλογές, δηλαδή αυτές που πραγματοποιούνται μεταξύ των προεδρικών, η συμμετοχή κυμαίνεται περίπου στο 1/3  του συνολικού εκλογικού σώματος με ενισχυμένο το ρόλο των τμημάτων εκείνων που παραδοσιακά στηρίζουν Ρεπουμπλικάνους (λευκοί, μέλη των μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων).

Η παρακαταθήκη πίσω από το ..φαινόμενο Σάντερς

Ειδική πλευρά αυτών των εκλογών αποτέλεσε ο Μπέρνι Σάντερς, ο ηλικιωμένος γερουσιαστής από το Βερμόντ που συντάραξε το πολιτικό σκηνικό με τη διεκδίκηση της υποψηφιότητας των Δημοκρατικών, κάνοντας έκκληση για μία «πολιτική επανάσταση». Συμμετείχε με μια πολιτική πλατφόρμα που εστίαζε στην αναγέννηση της αμερικανικής δημοκρατίας, τον απεγκλωβισμό της από την επιρροή των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, την ενίσχυση της κοινωνικής πρόνοιας, την αύξηση της χρηματοδότησης για δημόσια παιδεία και υγεία και τον αναπροσανατολισμό της διεθνούς πολιτικής. Ο Σάντερς, προφανώς «πάγωσε» τους πάντες, μιλώντας κατά του καπιταλισμού αλλά ακόμη και για «δημοκρατικό σοσιαλισμό». Πολύ περισσότερο δε, που η απήχησή του στην νεολαία ήταν εντυπωσιακή.

Μια ακόμα καινοτομία υπήρξε η διαδικασία συγκέντρωση πόρων, καθώς αρνήθηκε κάθε υποστήριξη από επιχειρήσεις και βασίστηκε κυρίως σε δωρεές πολιτών που κυμαίνονταν από 5 μέχρι 25 δολάρια και σε οικονομική υποστήριξη από τα συνδικάτα, η οποία δεν ξεπέρασε, σε μεμονωμένη δωρεά, τις 15 χιλιάδες δολάρια. Με την είσοδό του στις διαδικασία των προκριματικών εκλογών συγκέντρωσε μια απρόσμενη δυναμική η οποία ώθησε εκτός κούρσας τους υπόλοιπους υποψηφίους, αφήνοντας αντιμέτωπους αυτόν με την Κλίντον. Παρά την ήττα του, η μάχη για το χρίσμα ήταν πολύ πιο αμφίρροπη από ότι αναμενόταν, καθώς ο Σάντερς συγκέντρωσε 13 εκατομμύρια ψήφους ενώ επικράτησε σε 23 επικράτειες των προκριματικών.

Ο Σάντερς προφανώς δεν είχε στήριξη από αυτό που είθισται να ονομάζουμε κατεστημένο και είχε ελάχιστη στήριξη από τους λεγόμενους «super-delegates» (μόλις 44 στους 712), δηλαδή τους διορισμένους αντιπροσώπους στο συνέδριο των Δημοκρατικών, οι οποίοι προκύπτουν από το στελεχικό δυναμικό του κόμματος. Επιπλέον, βάσει αποκαλύψεων των Wikileaks του περασμένου Ιουλίου, στελέχη της εθνικής επιτροπής των Δημοκρατικών (DNC) βρίσκονταν σε μυστικές συνεννοήσεις με την Κλίντον για να περιορίσουν την επιρροή της καμπάνιας του Σάντερς, παρόλο που δεσμεύονται, από το καταστατικό του κόμματος, να παραμείνουν ουδέτεροι στους γύρους των προκριματικών.

Τον Ιούνιο του 2016 δήλωσε στήριξη στην Κλίντον, ισχυριζόμενος ότι προέχει η ήττα του Τραμπ και αφήνοντας, ουσιαστικά, στον αέρα όλη την επιχειρηματολογία του που αποδομούσε επί της ουσίας την πολιτική Κλίντον. Το γιατί ο Σάντερς προέβη στην κίνηση αυτή είναι το ένα θέμα προς συζήτηση  που, όμως, αναδεικνύει και τα όρια της όποιας πιθανότητας αλλαγής εντός του πλαισίου του παραδοσιακού δικομματισμού που τρέφει και θρέφεται από το αμερικανικό σύστημα.

Το μείζον όμως ερώτημα είναι πώς θα ψηφίσουν οι υποστηρικτές του, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους είναι λευκοί, εργαζόμενοι, γυναίκες, άτομα με μεσαία ή υψηλή μόρφωση, που δεν είχαν υπάρξει κατά το παρελθόν μέλη κάποιου κόμματος. Είναι άτομα που προσομοιάζουν στην «ταυτότητα» του Occupy Wall Street και δεν μοιάζουν διατεθειμένα να επιλέξουν «το λιγότερο κακό».

103782884-gettyimages-539186940-530x298

Ωστόσο, στις κάλπες δεν μετράνε ψηφοδέλτια της Κλίντον ή του Τραμπ. Γιατί απλούστατα, οι πολίτες δεν ψηφίζουν άμεσα για Πρόεδρο. Και, βέβαια, δεν έχουν δικαίωμα ψήφου όλοι!

Έχεις περισσότερους ψήφους; Δεν σημαίνει ότι είσαι και πρόεδρος

Το εκλογικό σύστημα στις ΗΠΑ κάθε άλλο παρά απλό και άμεσο είναι. Οι ψηφοφόροι επιλέγουν εκλέκτορες και όχι Πρόεδρο. Κάθε μία από τις 50 Πολιτείες εκπροσωπείται στο λεγόμενο Κολέγιο των Εκλεκτόρων με αριθμό ίσο με αυτόν των Γερουσιαστών και των μελών που έχει στη Βουλή των Αντιπροσώπων (αριθμός που καθορίζεται με βάση τον πληθυσμό κάθε πολιτείας, ο οποίος καταμετράται ανά 10ετία, οπότε σήμερα ισχύει ό,τι και στις εκλογές του 2012 με βάση την απογραφή του 2010).

Με βάση το Σύνταγμα, τουλάχιστον 3 εκλέκτορες έχουν και οι πιο αραιοκατοικημένες Πολιτείες ακόμη και αν, λόγω του πληθυσμού τους, έχουν λιγότερους εκπροσώπους στο Κογκρέσο. Έτσι, πχ η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πολιτεία της Καλιφόρνια διαθέτει 55 εκλεκτορικές ψήφους, ενώ ορισμένες μικρές πολιτείες και το εκλογικό διαμέρισμα της Κολούμπια (όπου βρίσκεται και η πρωτεύουσα Ουάσινγκτον) έχουν από τρεις εκλέκτορες.

Το Κολέγιο των Εκλεκτόρων, σήμερα, απαρτίζεται από 538 μέλη και για να εκλεγεί κάποιος Πρόεδρος θα πρέπει να διασφαλίσει την ψήφο της απόλυτης πλειοψηφίας, δηλαδή των 270. Το Κολέγιο συνεδριάζει πάντα την Δευτέρα μετά από την 2η Τετάρτη του Δεκεμβρίου και εκλέγει Πρόεδρο. Τα αποτελέσματα διαβιβάζονται επισήμως στη Γερουσία στις 6 Ιανουαρίου και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος ορκίζεται στις 20 Ιανουαρίου.

Οι εκλέκτορες επιλέγονται σε κάθε πολιτεία από τα κόμματα, πριν τις εκλογές – συνήθως με ψηφοφορία στο κομματικό συνέδριο. Σε ορισμένες πολιτείες δεσμεύονται νομικά να ψηφίσουν τον υποψήφιο του κόμματος που τους πρότεινε. Σε άλλες όχι. Παρόλα αυτά, σπάνια κάποιος εκλέκτορας ψήφισε τον αντίπαλο υποψήφιο τελικά.

Με εξαίρεση τις πολιτείες του Μέιν και της Νεμπράσκα, εφαρμόζεται το πλειοψηφικό σύστημα για την εκλογή των εκλεκτόρων, δηλαδή ο νικητής υποψήφιος πρόεδρος που έχει διαφορά έστω και μιας ψήφου από τον αντίπαλό του αποσπά το σύνολο των εκλεκτόρων της πολιτείας. Με βάση αυτό το σύστημα, είναι πιθανό ένας υποψήφιος να εκλεγεί Πρόεδρος έχοντας εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εκλεκτόρων αλλά όχι την πλειοψηφία των ψήφων σε εθνικό επίπεδο.

Συνεπώς τα περί λαϊκής βούλησης είναι …ελεγχόμενα. Και αυτό λόγω του ότι αν πχ σε μια πολιτεία που διαθέτει μεγάλο αριθμό εκλεκτόρων ένας υποψήφιος έχει χάσει για ελάχιστες ψήφους, ο αντίπαλός του παίρνει όλους τους εκλέκτορες ενώ ο ίδιος μπορεί να έχει διασφαλίσει τις περισσότερες ψήφους σε μια σειρά από πολιτείες, οι οποίες όμως έχουν μικρότερο αριθμό εκλεκτόρων. Αυτό ακριβώς έγινε το 2000, όταν ο Δημοκρατικός Άλ Γκορ έχασε από τον Ρεπουμπλικάνο Τζωρτζ Ου. Μπους, αν και είχε συγκεντρώσει 500.000 περισσότερες ψήφους. Τυπικώς ο Γκορ είχε δικαίωμα να προσφύγει δικαστικά κατά της εξέλιξης, αλλά δεν το έπραξε.

Σε περίπτωση ισοψηφίας, η νέα Βουλή των Αντιπροσώπων, που θα εκλεγεί την ίδια ημέρα με τις προεδρικές, θα επιλέξει τον μελλοντικό πρόεδρο–κάτι που συνέβη το 1800 και το 1824. Η Γερουσία σε αυτήν την περίπτωση εκλέγει τον αντιπρόεδρο.

Η ίδια η πολυπλοκότητα του συστήματος αποκλείει, κατά πολλούς, το ενδεχόμενο ευρείας νοθείας. Και αυτό γιατί θα πρέπει να έχει οργανωθεί με τρόπο τέτοιο που να μπορεί να «ξεγελάσει» 50 διαφορετικά συστήματα ελέγχου και τους, επί τόπου, παρατηρητές κομμάτων, οργανώσεων, της δικαιοσύνης κλπ.  Όπως μάλιστα εκλέγονται οι εκλέκτορες, ακόμη και να γίνει νοθεία σε κάποιο αριθμό ψήφων (ακόμη και σχετικά μεγάλο) σε μια ή και περισσότερες πολιτείες, είναι μάλλον αδύνατο να επηρεάσει το τελικό αποτέλεσμα σε επίπεδο «Κολεγίου Εκλεκτόρων».

Ποιος έχει δικαίωμα να ψηφίσει …

Τυπικά δικαίωμα ψήφου έχουν όλοι  οι Αμερικανοί πολίτες άνω των 18 ετών οι οποίοι «πληρούν τα κριτήρια της πολιτείας όπου κατοικούν ως προς την εγγραφή τους στους εκλογικούς καταλόγους». Γιατί οι εκλογικοί κατάλογοι δεν καταρτίζονται αυτόματα από τις πολιτείες αλλά πρέπει ο πολίτης να φροντίσει να εγγραφεί.  Και εδώ αρχίζει το χάος…

Αν και υπάρχει ομοσπονδιακή νομοθεσία ως προς την εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους, η κάθε πολιτεία έχει και τους δικούς της κανόνες. Καταρχήν, υπάρχουν σε αρκετές πολιτείες χρονικά περιθώρια που λήγουν 30 ημέρες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών και όποιος προλάβει πρόλαβε. Επίσης, πρέπει να έχει ο πολίτης συγκεκριμένα χαρτιά ταυτοποίησης: -δίπλωμα οδήγησης ή ταυτότητα της πολιτείας, – διαβατήριο , -ταυτότητα εργαζομένου , -ταυτότητα φοιτητική, -στρατιωτική ταυτότητα, -λογαριασμό εταιρείας παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου ή νερού, -στοιχεία λογαριασμού τραπέζης, -επιταγή πληρωμής.  Η κάθε πολιτεία δέχεται όλα αυτά τα έγγραφα, ή κάποια από αυτά, ή έναν συνδυασμό αυτών.

…και ποιος τελικά ψηφίζει ή αναγκαστικά απέχει

Αν και ακούγεται εξαιρετικά απλό, δεν είναι.  Καταρχήν, πολίτες χαμηλού οικονομικού επιπέδου συχνά δεν έχουν κανένα από τα παραπάνω έγγραφα. Σε αρκετές περιπτώσεις, για να εγγραφεί κανείς στον εκλογικό κατάλογο θα πρέπει να διανύσει εκατοντάδες χιλιόμετρα, κάτι κοστοβόρο και χρονοβόρο, στο οποίο και πάλι η ίδια κατηγορία πολιτών δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Σε αρκετές πολιτείες είναι υποχρεωτικό να δηλώσει κανείς διεύθυνση κατοικίας που να χρησιμοποιείται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα: και πάλι η ίδια ομάδα πολιτών δεν μπορεί να ανταποκριθεί.

I Voted Sign

Παρά τις δικαστικές προσφυγές και τις καμπάνιες που έχουν διοργανώσει και διοργανώνουν οργανώσεις δικαιωμάτων, λίγες είναι οι πολιτείες που έχουν λάβει μέτρα για να διευκολύνουν την ψήφο και αυτών των πολιτών μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται (ω, τι έκπληξη) κατά πλειοψηφία αφροαμερικανοί, ισπανόφωνοι, άλλες εθνικές μειονότητες και οι Ινδιάνοι ιθαγενείς, που ζουν σε ανοιχτούς χώρους και λαμβάνουν αλληλογραφίες σε ταχυδρομικές θυρίδες.  Και βέβαιοι οι φτωχοί Αμερικανοί καθώς, όπως αναφέρει ρεπορτάζ της Washington Post, η διαδικασία πχ εξεύρεσης πιστοποιητικών γέννησης που είναι απαραίτητα για την εγγραφή για όσους ψηφίζουν προ του 2002, κοστίζει σε δικηγορικά έξοδα, ενώ σε ορισμένες άλλες πολιτείες κοστίζει η έκδοση ταυτότητας. Επίσης, αν κάποιος αλλάξει διεύθυνση ή πολιτεία, πρέπει να κάνει όλη τη διαδικασία εγγραφής εξαρχής συνήθως.

Σύμφωνα με έκθεση του Pew Research Center, στις εκλογές του 2012, σχεδόν  το ¼ των Αμερικανών με δικαίωμα ψήφου δεν είχε εγγραφεί στους καταλόγους, (περίπου 51 εκατομμύρια ψηφοφόροι) εξαιτίας ακριβώς όλων αυτών των ..γραφειοκρατικών ή ειλικρινέστερα  ταξικών εμποδίων. Και τα εμπόδια αυτά δεν υπερσκελίζονται, προφανώς, από το ότι 11 πολιτείες έχουν πλέον υιοθετήσει και την αυτόματη εγγραφή στους καταλόγους την ημέρα των εκλογών. Στις φετινές εκλογές, εκτιμάται ότι ο αριθμός όσων δεν θα πάνε στις κάλπες θα αγγίξει τα 80 εκατομμύρια.

Ψήφος… μόνο με λευκό ποινικό μητρώο

Εκτός εκλογικών καταλόγων, στις περισσότερες αμερικανικές πολιτείες, βρίσκονται επίσης οι πολίτες που εκτίουν ποινή για κάποιο κακούργημα. Μάλιστα, σε Φλόριντα, Κεντάκι, Βιρτζίνια, ένας πολίτης χάνει το δικαίωμα ψήφου για πάντα αν διέπραξε κακούργημα, ακόμη και αν εξέτισε την ποινή του και έχει αποφυλακιστεί. Σε άλλες πολιτείες όποιος είναι με αναστολή ψηφίζει ενώ σε άλλες όποιος έχει αποφυλακιστεί.

Τι σημαίνει αυτό;  Με βάση στοιχεία του 2010, και με δεδομένο ότι μεταξύ της δεκαετίας του ΄70 και αυτής του ’90 ο αριθμός των κρατουμένων στις αμερικανικές φυλακές αυξήθηκε κατά 500%, περίπου 5,9% εκατομμύρια Αμερικανοί δεν είχαν δικαίωμα ψήφου λόγω διάπραξης κακουργήματος κάποια στιγμή στη ζωή τους.  Να πάμε λίγο παραπέρα; Περίπου 13% (στοιχεία απογραφής 2010) του συνολικού πληθυσμού είναι αφροαμερικανοί, όμως το 38% των φυλακισμένων είναι αφροαμερικανοί. Περίπου 15% του συνολικού πληθυσμού είναι ισπανόφωνοι, αλλά το 20% των φυλακισμένων είναι Ισπανόφωνοι.

Η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, κοινώς, αφορά κυρίως μέλη συγκεκριμένων κοινοτήτων και συγκεκριμένης τάξης, καθώς  ακριβώς λόγω των κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών στις οποίες ζουν έχουν μεγαλύτερη ροπή στο έγκλημα, συλλαμβάνονται και καταδικάζονται δυσανάλογα περισσότερο από ό,τι οι άλλες πληθυσμιακές ομάδες, και συνεπώς ..ψηφίζουν δυσανάλογα λιγότερο.

Η πιο πρόσφατη εικόνα

Ακριβής εικόνα για τον αριθμό των εγγραγραμμένων ψηφοφόρων είναι δύσκολο να υπάρξει για φέτος καθώς η κάθε πολιτεία έχει τους δικούς τους καταλόγους. Με βάση έρευνα που διεξήγαγε η, προσκείμενη στους Δημοκρατικούς, εταιρεία Target Smart, οι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι «έσπασαν» το ρεκόρ των 200 εκατομμυρίων.

Και σύμφωνα με το Pew Research Center πρόκειται για το πλέον «ποικιλόμορφο» εκλογικό σώμα στην αμερικανική εκλογική ιστορία από άποψη εθνοτική καθώς εκτιμάται ότι το 31% περίπου των ψήφων θα προέλθει από διάφορες εθνικές μειονότητες.

Follow the money  ή αλλιώς η …ανεξάρτητη χρηματοδότηση

Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, η δημόσια χρηματοδότηση περιορίζεται στις επιδοτήσεις για τις προεδρικές καμπάνιες και προϋποθέτει λεπτομερή απολογισμό των δαπανών, τόσο σε επίπεδο προκριματικών όσο και σε επίπεδο γενικών εκλογών.  Μπορεί ένας υποψήφιος να επιλέξει κάποιο είδος κρατικής χρηματοδότησης και να απορρίψει άλλα. Επίσης, οι υποψήφιοι για να πληρούν τις προϋποθέσεις και  να λάβουν δημόσια χρηματοδότηση θα πρέπει να συγκεντρώσουν, κατά τις προκριματικές, περίπου 5.000 δολάρια σε τουλάχιστον 20 πολιτείες.  Εμμέσως, αν δεν συγκεντρώσεις αυτά τα χρήματα (και όχι υπογραφές), στερείσαι του δικαιώματος του εκλέγεσθαι.

Η ολοένα μεγαλύτερη περιθωριοποίηση των χαμηλών οικονομικά στρωμάτων της κοινωνίας από τις πολιτικές διεργασίες και διαδικασίες, ως ένα βαθμό, αντανακλάται και στη σύνθεση του Κογκρέσου μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του 2014, όταν 268 από τα 534 μέλη του ήταν δισεκατομμυριούχοι με καθαρό εισόδημα της τάξης του 1 εκατομμυρίου δολαρίων ή ανώτερο το 2012, το χρόνο αναφοράς για τις φορολογικές δηλώσεις εισοδημάτων τους, σύμφωνα με το Centre for Responsive Politics. Η οργάνωση επισήμαινε ότι το εκλογικό σύστημα προϋποθέτει χρήματα για να είσαι υποψήφιος και συμπλήρωνε ότι αυτοί οι άνθρωποι θα αποφάσιζαν για την κρίση, την ανεργία, την απώλεια θέσεων εργασίας κλπ.

Ομοσπονδιακή χρηματοδότηση χορηγείται για τα συνέδρια στα οποία εκλέγεται τελικά ο υποψήφιος Πρόεδρος του κάθε κόμματος (ισχύει και για  τα μικρότερα κόμματα εφόσον έχουν πιθανότητες εκλογής, κάτι που υπολογίζεται με βάση και τα ποσοστά που συγκέντρωσαν στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις) και  για τις προεκλογικές τους εκστρατείες. Τα ποσά προσαρμόζονται  σε κάθε εκλογική περίοδο ανάλογα με το κόστος ζωής. Πχ, το 2012, κάθε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα μπορούσε να λάβει 18,2 εκατομμύρια δολάρια για το συνέδριό του και  91,2 εκατομμύρια δολάρια ο κάθε υποψήφιος.

Αν ο υποψήφιος δεχτεί την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση, τότε δεν θα πρέπει να συγκεντρώσει ή να δαπανήσει ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις, ούτε θα πρέπει να δαπανήσει περισσότερα από 50.000 δολάρια από προσωπικές πηγές. Από το 1976 και μετά, οπότε θεσπίστηκε υπό την υπάρχουσα μορφή η ομοσπονδιακή χρηματοδότηση, ο πρώτος υποψήφιος Πρόεδρος που την απέρριψε (προκειμένου να αξιοποιήσει πλήρως μόνο την ιδιωτική χρηματοδότηση) ήταν ο Μπαράκ Ομπάμα το 2008 αλλά και το 2012 οπότε τον μιμήθηκε και ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων Μιτ Ρόμνεϊ.  Είναι προφανές ότι και οι δύο προσέβλεπαν σε πολύ περισσότερα χρήματα από ιδιωτική χρηματοδότηση από όσα έπαιρναν από κρατική.

Οι πολιτείες έχουν επίσης ξεχωριστές νομοθεσίες για την πολιτειακή χρηματοδότηση σε εκλογικές αναμετρήσεις μη ομοσπονδιακού επιπέδου.

Τα θαυματουργά ..PACs

Η βασική ροή χρημάτων προς τους υποψηφίους Προέδρους  (και προφανώς σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό προς τους υποψηφίους των δύο μεγάλων κομμάτων) προέρχεται από ιδιωτικές πηγές. Ο τρόπος κάθε άλλο παρά απλός στην κατανόηση. Τέσσερις είναι επισήμως  οι τρόποι χρηματοδότησης ιδιωτικά (εκτός των χρημάτων φυσικά που μπορούν να δώσουν τα ίδια τα κόμματα και τα μέλη τους): μικρά ποσά από ιδιώτες μέχρι 200 δολάρια, μεγάλα ποσά από ιδιώτες (ξεχωριστά πρόσωπα) πάνω από 200 δολάρια, χρήματα που συγκεντρώνουν οι Πολιτικές Επιτροπές Δράσης (PACs και super PACs) και η αυτοχρηματοδότηση.

Τυπικά η ομοσπονδιακή νομοθεσία θέτει όρια στο πόσα άτομα και οργανώσεις μπορούν να συμβάλλουν χρηματικά σε πολιτικές εκστρατείες, σε πολιτικά κόμματα κλπ. Επίσης, απαγορεύει σε επιχειρήσεις και συνδικάτα την άμεση χρηματοδότηση ενός υποψηφίου ή μιας εθνικής κομματικής επιτροπής. Αυτά όμως υπερσκελίζονται εξαιρετικά εύκολα.  Το «κλειδί» είναι οι διαφόρων ειδών Πολιτικές Επιτροπές Δράσης, κοινώς τα PACς διαφόρων ειδών: τα συνδεδεμένα με επιχειρήσεις και συνδικάτα, τα ανεξάρτητα, αυτά που συνδέονται με κόμματα και ήδη εκλεγμένους αξιωματούχους που δεν είναι υποψήφιοι και τα super PACs που εμφανίστηκαν το 2010.

color-super-pacs-300x232

Γνωστές και άγνωστες «μαύρες τρύπες» του χρήματος

Με απλά λόγια: οι απλές Πολιτικές Επιτροπές Δράσης –PAC’s στο εξής-  αντιπροσωπεύουν επιχειρηματικά, κλαδικά ή και ιδεολογικά συγκεκριμένα συμφέροντα. Δικαιούνται να χρηματοδοτούν την επιτροπή κάθε υποψηφίου για κάθε εκλογική αναμέτρηση με 5.000 δολάρια, με 15.000 δολάρια ετησίως όποια εθνική κομματική επιτροπή θέλουν και με 5.000 δολάρια ετησίως το οποιοδήποτε άλλο PAC.  Μπορούν να δεχτούν 5.000 δολάρια ετησίως από κάθε ένα ξεχωριστό άτομο, από άλλο PAC ή από κομματική επιτροπή. Βρίσκονται σε διαρκή σύνδεση με την Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή που ελέγχει τα έσοδα και τα έξοδα.  Συστάθηκαν για πρώτη φορά το 1944 με πρωτοβουλία της Ένωσης Βιομηχανικών Οργανώσεων που δημιούργησε το πρώτο για να στηρίξει την επανεκλογή του Φραγκλίνου Ρούζβελτ.

Τα super PACs έκαναν την εμφάνισή τους το 2010 μετά από δικαστικές αποφάσεις που καταργούσαν το όριο ιδιωτικής χρηματοδότησης προς Πολιτικές Επιτροπές Δράσης υπό όρους και ήδη αριθμούν εκατοντάδες.  Δεν χρηματοδοτούν άμεσα υποψηφίους ούτε κόμματα. Μπορούν όμως να οργανώσουν μόνα τους ευρείες επικοινωνιακές καμπάνιες στήριξης ή υπόσκαψης υποψηφίων, χωρίς να υπόκεινται σε κανένα όριο ως προς τα έξοδά τους. Τυπικά υποχρεούνται να ενημερώνουν την Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή ως προς το που βρήκαν τα χρήματα και πως τα δαπάνησαν.

Ακόμη και έτσι, όμως, πάντα υπάρχουν «παραθυράκια»: τα super PACs μπορούν να αρνηθούν να αποκαλύψουν τους χρηματοδότες τους σε περίπτωση που πρόκειται για πολιτικές «μη κερδοσκοπικές» οργανώσεις,  καθώς ούτε οι ίδιες αυτές  οργανώσεις δεν υποχρεούνται να δημοσιοποιήσουν τις πηγές εσόδων τους.  Οι οργανώσεις αυτές, οι οποίες έχουν και ειδική φορολογική μεταχείριση αφού είναι «μη κερδοσκοπικές», αρκεί να αιτιολογήσουν με κάποιο τρόπο ότι είναι για το «καλό του κοινωνικού συνόλου» η δράση που χρηματοδοτούν. Και προφανώς το πετυχαίνουν δικαιολογώντας  ως  «εκπαιδευτικό πρόγραμμα» ή «νομική δράση» τα περίπου 71 εκατομμύρια δολάρια που δαπάνησαν το 2012 σε προεκλογικά μηνύματα, ποικίλων μορφών από διαφημίσεις μέχρι μικρά ντοκιμαντέρ που μπορεί να μην αναφέρονταν άμεσα πάντα σε έναν υποψήφιο αλλά πρόβαλαν πτυχή της πολιτικής του πρότασης, όπως αποκάλυψε έρευνα του ProPublica.

Free Speech

Σε όλα αυτά, πρέπει να προστεθεί και η απόφαση, το 2014, του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ η οποία κατήργησε με ψήφους 5 έναντι 4, την επιβολή χρηματοδοτικών ορίων για τη στήριξη υποψηφίων ή κομμάτων με το σκεπτικό ότι συνιστά παραβίαση της ελευθερίας του λόγου. Η απόφαση διατηρεί μεν το όριο των 2.600 δολαρίων ανά εκλογικό κύκλο για δωρεές προς υποψήφιους για ομοσπονδιακά αξιώματα (προεδρία, Κογκρέσο), αλλά καταργεί το συνολικό όριο των 48.600 δολαρίων για συνολικές δωρεές προς υποψηφίους ανά διετία. Καταργεί και το όριο των 74.600 δολαρίων για δωρεές προς κόμματα ανά διετή εκλογικό κύκλο ανοίγοντας έτσι και τυπικώς το δρόμο της ανεξέλεγκτης ιδιωτικής χρηματοδότησης προς υποψηφίους και κόμματα.

Και αυτά είναι απλώς η κορυφή. Τώρα πώς πιστεύει κανείς ότι όταν λαμβάνεις εκατομμύρια δολάρια, έστω και δια μέσου αυτού του λαβυρίνθου, από μια σειρά από εταιρείες, στο τέλος δεν ελέγχεσαι από αυτές είναι πράγματι άξιο απορίας. Πχ ο όμιλος Koch Industries, των αδελφών Koch, που δραστηριοποιείται από τα χημικά μέχρι την ενέργεια, ο οποίος συγκέντρωσε περί τα 400 εκατομμύρια δολάρια στις εκλογές του 2012 και τα διοχέτευσε, στη συντριπτική πλειοψηφία, με διάφορους τρόπους προς τους Ρεπουμπλικάνους και σε οργανώσεις τους υπέρ του ελεύθερου εμπορίου. Προφανώς, κατά την λογική ορισμένων που πολύ θα ήθελαν να υπάρχει και στην Ελλάδα αυτό το σύστημα, το έκανε χωρίς να ζητά κανένα αντάλλαγμα από τον Μιτ Ρόμνεϊ. Απολύτως λογικό.

Καλή ψήφο, λοιπόν, αδέλφια Αμερικανοί!

Πηγές:

http://www.npr.org/2016/10/18/498297287/5-reasons-and-then-some-not-to-worry-about-a-rigged-election

http://www.politico.com/story/2016/10/how-many-registered-voters-are-in-america-2016-229993

https://en.wikipedia.org/wiki/Voter_registration_in_the_United_States

http://resources.lawinfo.com/civil-rights/right-to-vote/what-are-the-requirements-to-be-eligible-to-v.html

http://www.vox.com/policy-and-politics/2016/11/7/13536198/election-day-americans-vote

https://www.theguardian.com/world/2012/jul/13/felon-voting-laws-disenfranchisement

https://www.washingtonpost.com/politics/courts_law/getting-a-photo-id-so-you-can-vote-is-easy-unless-youre-poor-black-latino-or-elderly/2016/05/23/8d5474ec-20f0-11e6-8690-f14ca9de2972_story.html

http://www.insidecounsel.com/2012/03/14/regulatory-4-ways-corporations-can-participate-in?page=2

http://www.opensecrets.org/dark-money/basics

https://www.propublica.org/article/how-nonprofits-spend-millions-on-elections-and-call-it-public-welfare

https://www.opensecrets.org/outsidespending/index.php

http://opensecrets.org/pacs/pacfaq.php

https://www.globalcitizen.org/en/content/100-miles-vote-native-american-voting-rights/

http://www.cheatsheet.com/business/10-companies-likely-to-bankroll-2016-presidential-campaigns.html/?a=viewall