Ο καπιταλισμός σκοτώνει

Τέσσερις νεκροί εργαζόμενοι (δυστυχήματα - αυτοκτονία) μέσα σε δύο εβδομάδες

| 12/07/2017

Δεν άντεξε. Η 42χρονη εργαζόμενη στις επιχειρήσεις Καρυπίδη, πρώην Αρβανιτίδη, στα Γιαννιτσά δεν άντεξε. Δεν άντεξε την πίεση, δεν άντεξε να μην έχει να καλύψει τα βασικά για να επιβιώσει, δεν άντεξε να σκύβει το κεφάλι, να μην μπορεί. Δεν άντεξε 15 ΜΗΝΕΣ ΑΠΛΗΡΩΤΗ! 15 Μήνες.

Γιατί η ελεύθερη αγορά, αυτή που τα κανονίζει όλα, κανόνισε την εξαγορά της επιχείρησης αλλά όχι και την επιβίωση των εργαζομένων.  Με αυτούς δεν ασχολήθηκε. Δεν ασχολείται ποτέ. Όπως προφανώς δεν ασχολήθηκε και κανείς άλλος. Σαν να μην υπάρχουν. Σαν μην έχουν ζωές, σαν μην πρέπει να ζήσουν (και τελικά δεν ζουν).  Σαν να είναι αυτοί, με την απλήρωτη εργασία τους, που θα χρηματοδοτήσουν την επιχείρηση του αφεντικού τους.

Ψιλά γράμματα. Τουλάχιστον για τον Άρειο Πάγο.  Που μόλις την περασμένη εβδομάδα αποφάσισε ότι από μόνη της η, επί μακρόν, μη καταβολή μισθού δεν αλλάζει προς το δυσμενέστερο τους όρους εργασίας σου. Γιατί ως γνωστόν οι εργαζόμενοι δουλεύουν για χόμπι. Για να περνά η ώρα. Και ξαφνικά τους τη βαράει και αυτοκτονούν. Για ποιο λόγο; Μα για μια απλή μη καταβολή μισθού. Για 15 μήνες. Πού είναι ο Άρειος Πάγος 15 μήνες; Που είναι η …δικαιοσύνη τους; Που είναι ο κρατικός μηχανισμός; Που είναι οι έλεγχοι; Που είναι ολόκληρη η κοινωνία;

Η 42χρονη, σε μια κίνηση ύστατης απελπισίας, έδωσε τέλος στη ζωή της.  Και τώρα είναι είδηση. Για πόσο; Για ένα 24ωρο. Πόσο κράτησαν οι καταγγελίες και ο θρήνος για την 60χρονη Ντανιέλα;  Προ δύο εβδομάδων.  Την εργαζόμενη στον τομέα Καθαριότητας στο Δήμο Ζωγράφου.  Με τα 4 παιδιά.

Με την Ντανιέλα πια βρίσκεται και άλλος ένας συνάδελφός της, 45χρονος με δύο παιδιά, από τη Θεσσαλονίκη. Υπέκυψε μετά από ολιγοήμερη νοσηλεία στα σοβαρά τραύματα που υπέστη κατά τη διάρκεια εργατικού δυστυχήματος στο ΧΥΤΑ Μαυροράχης.  Και τώρα τους κάνει παρέα και ο 23χρονος ντελιβεράς που σκοτώθηκε, εν ώρα εργασίας, στο Γαλάτσι προ δύο ημερών.

Κάντε λογαριασμό. Κάντε. Είναι ανθρώπινες ζωές. Είναι τέσσερις άνθρωποι, που είχαν οικογένειες, φίλους. Είχαν περάσει όμορφες και άσχημες στιγμές. Είχαν πολλές ακόμη να ζήσουν. Δούλευαν. Δούλευαν για να βγάλουν τα προς το ζην. Δούλευαν για ένα μεροκάματο αξιοπρέπειας.

Όχι, δεν χρειάζονται δάκρυα πια. Όχι άλλα δάκρυα. Μόνο οργή χρειάζεται. Οργή για τα αφεντικά που δείχνουν πόσο αδίστακτο είναι το κέρδος και πόσο φτηνή η ανθρώπινη ζωή. Οργή για τους δήθεν συγκλονισμένους που «κάνουν πλάτες» στα αφεντικά.  Οργή για όσους …«συγκλονίζονται» μέχρι ν’ αλλάξουν κανάλι. Οργή και για όλον αυτόν τον καιρό που έχουμε χάσει «θρηνώντας».  Οργή και διεκδίκηση του δίκιου μας. Γιατί αυτές οι ζωές είναι οι δικές μας ζωές…

Ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες, την ψυχολογία και τη δημοσιογραφία, την μία την σπούδασε και την άλλη την έκανε επάγγελμα. Καμβάς το διεθνές ρεπορτάζ. Eκεί που δυστυχώς οι ζωές γίνονται ακόμη αριθμοί. Αγαπημένη ερώτηση: γιατί. Αγαπημένο μέσο: οι λέξεις, γραπτές ή ραδιοφωνικές. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να ολοκληρώσει διδακτορική διατριβή, όπου αποπειράθηκε να συνδυάσει πολιτική φιλοσοφία και σύγχρονες εξελίξεις.