Παλαιστίνη: 67 χρόνια από τη "Νάκμπα", 1 χρόνος από τις θηριωδίες στη Γάζα...

...και οι "κοινές δημοκρατικές αξίες" της Ελλάδας και του Ισραήλ

| 03/06/2015

«Αλ Νάκμπα». Καταστροφή. Έτσι έχει αποτυπωθεί στην παλαιστινιακή συλλογική μνήμη η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ.  Γιατί έτσι βιώθηκε. Βιώθηκε μέσα από το θάνατο χιλιάδων Παλαιστινίων (15.000 σύμφωνα με παλαιστινιακές πηγές), τον τραυματισμό πολλαπλάσιων, τον ξεριζωμό επίσης χιλιάδων που έγιναν πρόσφυγες και την ολοσχερή ισοπέδωση περίπου 415 χωριών.  Με αυτόν τον …συνήθη τρόπο που χαράσσονται τα σύνορα, χαράχτηκαν και τα σύνορα του κράτους του Ισραήλ το 1948 στο 78% των εδαφών της ιστορικής Παλαιστίνης.

Στις 15 Μαΐου το Ισραήλ γιόρτασε την ίδρυσή του και οι Παλαιστίνιοι τίμησαν τη «Νάκμπα». Σήμερα, 67 χρόνια μετά, η κατάσταση αντί να έχει εξομαλυνθεί, γίνεται ολοένα χειρότερη. Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Παλαιστίνιος πρέσβης στην Αθήνα Μαρουάν Τουμπάσι στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, με αφορμή την επέτειο της «Νάκμπα», η στρατιωτική κατοχή έχει μετατραπεί πλέον σε κατοχή εποικισμού εκτιμώντας ότι ίσως και αυτή να είναι η πλέον επικίνδυνη εξέλιξη.

Σήμερα, 67 χρόνια μετά, η Λωρίδα της Γάζας, ισοπεδωμένη από τους βομβαρδισμούς του περασμένου καλοκαιριού, παραμένει ουσιαστικά αποκλεισμένη, χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας με τη Δυτική Όχθη. Η Δ. Όχθη μετατρέπεται σε ένα παζλ από καντόνια διάτρητα από εκατοντάδες εποικισμούς, άλλα τόσα στρατιωτικά σημεία ελέγχου, και περικυκλωμένη από ένα τερατώδες τείχος. Αποκλεισμένη ουσιαστικά είναι και η ανατολική Ιερουσαλήμ,  αφού εκτός από τους κατοίκους της, οι υπόλοιποι Παλαιστίνιοι είναι πολύ δύσκολο να την προσεγγίσουν. Και οι 750.000 πρόσφυγες του 1948 έχουν πλέον γίνει περίπου 5.000.000 και βρίσκονται διάσπαρτοι σε διάφορες γειτονικές χώρες.

palestine_category

Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραήλ – Παλαιστινίων, που με διακοπές μικρότερες ή μεγαλύτερες, διεξάγονταν επί 22 χρόνια έχουν διακοπεί μετά την κατάρρευση και του τελευταίου «γύρου» υπό την αιγίδα των ΗΠΑ.  Όπως σημείωσε ο Μαρουάν Τουμπάσι, η παλαιστινιακή πλευρά δεν έχει πρόβλημα να επιστρέψει στις διαπραγματεύσεις, αρκεί αυτές να μην αφορούν στα θεμελιώδη που ορίζονται από ήδη ειλημμένες αποφάσεις του ΟΗΕ και από το διεθνές δίκαιο: δηλαδή την ανάγκη τερματισμού της ισραηλινής κατοχής, υπό οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανομένου του εποικισμού που έχει χαρακτηριστεί πολλάκις παράνομος και παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Αλλά ακόμη 20 χρόνια διαπραγματεύσεων άνευ σαφούς πλαισίου και χρονοδιαγράμματος, σημαίνει απλώς ότι θα έχουν το χρόνο οι εποικισμοί που διαρκώς αυξάνονται και πληθύνονται να καταλάβουν όλο το έδαφος της Δ. Όχθης, να περικυκλώσουν ασφυκτικά την ανατολική Ιερουσαλήμ και να καταστήσουν αδύνατη την ίδρυση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους με πρωτεύουσα την αν. Ιερουσαλήμ. Αυτό άλλωστε επιδιώκει η ισραηλινή ηγεσία εδώ και δεκαετίες εντείνοντας την εποικιστική πολιτική: να δημιουργήσει τέτοια δεδομένα επί του εδάφους που θα επιβάλλουν νέα χάραξη της ιστορικής πραγματικότητας.

Γι αυτό το λόγο η παλαιστινιακή διπλωματία επιμένει στην καμπάνια που έχει ξεκινήσει εδώ και μήνες για αναγνώριση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους. Το 2012 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ μέσα σε έντονα φορτισμένη συγκινησιακά ατμόσφαιρα, προχώρησε σε αναγνώριση της Παλαιστινιακής Αντιπροσωπείας ως Κράτος μη-μέλος. Η Παλαιστίνη ως κρατική οντότητα συμμετέχει στην Unesco και έγινε πρόσφατα μέλος και στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, στο οποίο δεν μπορούσε να προσφύγει μέχρι πρόσφατα ακριβώς επειδή δεν ήταν μέλος. Μάλιστα, μετά από παλαιστινιακό αίτημα, όπως είπε ο Μαρουάν Τουμπάσι απαντώντας σε ερώτηση του Περιοδικού, ο εισαγγελέας του ΔΠΔ έχει ξεκινήσει έρευνα για το αν διαπράχθηκαν εγκλήματα πολέμου πέρυσι το καλοκαίρι κατά τη διάρκεια των ισραηλινών βομβαρδισμών στην Λωρίδα της Γάζας. Βέβαια ΗΠΑ και Ισραήλ δεν είναι μέλη του ΔΠΔ.

Ήδη 139  χώρες ανά τον κόσμο έχουν προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση. Στην Ευρώπη είναι τρεις: οι Σουηδία, Κύπρος και Μάλτα ενώ σειρά κοινοβουλίων (το ισπανικό, το πορτογαλικό, το γαλλικό, το βρετανικό) έχουν λάβει ανάλογη απόφαση. Και αυτό ακριβώς ζητά σήμερα η Παλαιστίνη δια του πρέσβη της Μαρουάν Τουμπάσι από την ελληνική κυβέρνηση, στη βάση όλων των ιστορικών δεσμών των δύο λαών και του συναπαντήματός τους στην πορεία του χρόνου σε πολλές κρίσιμες στιγμές: να προχωρήσει η Αθήνα σε αναγνώριση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους. Ίσως είναι, όπως τόνισε, ο καλύτερος τρόπος να τιμηθεί η «Νάκμπα» αλλά και η 70η επέτειος από την αντιφασιστική νίκη, δύο επέτειοι που ο Μαρουάν Τουμπάσι συνέδεσε σημειώνοντας ότι ο ελληνικός λαός, λόγω ιστορικών βιωμάτων, δεν μπορεί παρά να καταλαβαίνει καλύτερα από κάθε άλλον τι σημαίνει κατοχή. Και θύμισε ότι σήμερα υπάρχουν δύο «επίσημες» κατοχές ανά τον κόσμο: στην βόρεια Κύπρο και στην Παλαιστίνη.

Σε ερώτηση του Περιοδικού για το αν το αίτημα αυτό έχει διατυπωθεί επισήμως στην ελληνική κυβέρνηση ο κ. Τουμπάσι είπε ότι έχει συναντήσει τον Αλέξη Τσίπρα τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές και θεωρεί τιμή το ότι ο Πρωθυπουργός τον δέχτηκε μεταξύ των πρώτων τεσσάρων πρέσβεων που είδε. Είπε επίσης ότι έχει συναντηθεί και με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και με άλλους υπουργούς της κυβέρνησης ενώ θύμισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα, έχει λάβει σχετική απόφαση, για αναγνώριση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους από το 2012. Εκτίμησε ότι μια τέτοια ενέργεια δεν είναι αντίθετη με τους βασικούς άξονες της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής που θέλει ν’ ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση και παρέπεμψε για οριστική απάντηση σε αυτήν.

 Μόλις δύο μέρες μετά την συνέντευξη Τύπου του Παλαιστινίου πρέσβη το υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση με αφορμή την συμπλήρωση 25 χρόνων από την σύναψη αναβαθμισμένων διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ (χωρίς προηγουμένως να έχει εκδώσει ανακοίνωση για την 67η επέτειο της «Νάκμπα»).  Μεταξύ άλλων, στην ανακοίνωση υπογραμμίζεται ότι οι «κοινές δημοκρατικές αξίες και συμφέροντα οδήγησαν στη σφυρηλάτηση μιας σημαντικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ελλάδας και του Ισραήλ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου». Γίνεται επίσης αναφορά στις διευρυμένες διμερείς σχέσεις σε όλους τους τομείς, στα κοινά υπουργικά συμβούλια συνεργασίας.

Σημειώνεται επίσης ότι «η Ελλάδα και το Ισραήλ είναι δύο σύγχρονα δημοκρατικά κράτη, τα οποία αντιπροσωπεύουν την υπερήφανη ανεξαρτησία δύο παλαιών εθνών. Η μακρά τους ιστορία είναι αλληλένδετη και έχει πολυάριθμα κοινά χαρακτηριστικά. Πρόκειται για δύο λαούς με ιδιαίτερη έφεση στα γράμματα και με μεγάλη συμβολή στον δυτικό πολιτισμό, οι οποίοι συνυπάρχουν σε αυτή την περιοχή του κόσμου για πολλές γενεές. Τα δύο έθνη διατήρησαν με σθένος τις μοναδικές τους ταυτότητες επί χιλιετίες, έχοντας βιώσει με έντονο τρόπο στην ιστορία τους τις έννοιες της μητέρας πατρίδας και της διασποράς».

Χωρίς να μπορεί κανείς να πει ότι η ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών αποτελεί την επίσημη απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης στο παλαιστινιακό αίτημα, δεν μπορεί όμως και να μην την εκλάβει ως «προμήνυμα». Και μάλιστα ένα εξαιρετικά ανησυχητικό προμήνυμα αν η ελληνική και η ισραηλινή κυβέρνηση (ιδιαίτερα δε η πλέον πρόσφατα σχηματισθείσα που αποτελείται από ακραιφνώς ακροδεξιές και εποικιστικές δυνάμεις) μοιράζονται «τις ίδιες δημοκρατικές αξίες».

Αλήθεια μοιράζεται η Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση τις ίδιες αξίες με μια κατοχική δύναμη που αιματοκυλίζει καθημερινά έναν άλλο λαό; Πόσο πραγματικά «δημοκρατική» μπορεί να είναι μια κατοχική δύναμη; Είναι δείγμα «σύγχρονου δημοκρατικού κράτους» η κατοχή επί ενός άλλου λαού και η «προοδευτική» προφανώς απαίτηση της ισραηλινής ηγεσίας να αναγνωριστεί το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος, δηλαδή όλοι όσοι δεν είναι εβραίοι  ή δεν θεωρούν τη θρησκεία ανώτερο αυτοπροσδιορισμό τους, (πχ τόσο οι Παλαιστίνιοι με ισραηλινή υπηκοότητα όσο και οι Ισραηλινοί άθεοι) να γίνονται πρακτικώς πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ανεπιθύμητοι μέσα στη χώρα τους;

Μοιράζεται η νέα ελληνική κυβέρνηση τις «αξίες» του εποικισμού, του αποκλεισμού, της εκμετάλλευσης όλων των φυσικών και κυρίως υδάτινων πόρων της Δ. Όχθης και την απαγόρευση αξιοποίησής τους από τους ίδιους τους Παλαιστινίους; Είναι ένδειξη «σύγχρονου δημοκρατικού κράτους» η φυλάκιση και η περιθωριοποίηση όσων αρνούνται να γίνουν εκτελεστικά όργανα της κατοχικής δύναμης ή καταγγέλλουν τις ωμότητές της (οι αρνητές στράτευσης);

Μπορεί στο πλαίσιο της διπλωματικής τακτικής, ο Παλαιστίνιος πρέσβης να χαιρέτισε την ανακοίνωση του τμήματος Εξωτερικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ που καλεί την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε άμεση αναγνώριση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους, σε μια εμφανή προσπάθεια να «αμβλύνει» τις εντυπώσεις από την ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών (στην οποία γίνεται και αναφορά από το τμήμα Εξωτερικής Πολιτικής), όμως τα ερωτήματα πλέον που τίθενται είναι πολλά και αμείλικτα.

gaza_shmaia_10

Θα προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση σε εφαρμογή των δεσμεύσεων που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα για αναγνώριση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους; Αυτό θα γίνει ταυτόχρονα με την αναγνώριση του Ισραήλ ως «σύγχρονου δημοκρατικού κράτους» με το οποίο μοιραζόμαστε «κοινές δημοκρατικές αξίες;» Γιατί δεν μπορεί να είσαι και με τον κατακτητή και τον κατεχόμενο, και με τον θύτη και με το θύμα. Και εννοείται ότι δεν μιλάμε από τη σκοπιά κάποιας αντισημιτικής προκατάληψης. Είναι άλλο πράγμα ο σεβασμός του κράτους του Ισραήλ και του δικαιώματος ύπαρξής του και γιατί όχι της συνεργασίας μαζί του και άλλο πράγμα η σιωπή απέναντι στα εγκλήματα της ισραηλινής κατοχής απέναντι στον παλαιστινιακό λαό και η ανυπαρξία ως κριτήριο σε σειρά επιλογών.

Θα καταδικάσει η ελληνική κυβέρνηση τον φονικό αποκλεισμό στην ισοπεδωμένη Γάζα από το «κράτος που μοιράζεται τις ίδιες δημοκρατικές αξίες;» Ή θα κλείσει και άλλες συμφωνίες στρατιωτικές ο υπουργός Άμυνας που ετοιμάζεται για επίσκεψη στο Τελ Αβίβ; Θα εγκαταλείψει ή όχι η Αθήνα την πάγια θέση περί σεβασμού των αποφάσεων του ΟΗΕ και του διεθνούς δικαίου που σαφώς καταδικάζουν την κατοχή και ζητούν τον τερματισμό της, μια θέση που ενιαία η ελληνική διπλωματία χρησιμοποιούσε και για την κατεχόμενη Κύπρο; Γιατί οι ανακοινώσεις του κόμματος που «ισορροπούν» αυτές της κυβέρνησης (γιατί το ΥΠΕΞ κυβέρνηση νοείται, εκτός και αν μας διαφεύγει κάτι) είναι πεπερασμένης χρησιμότητας και μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Και τα ερωτήματα παραμένουν και πλέον δεν είναι ρητορικά: είναι πολιτικές επιλογές.

Ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες, την ψυχολογία και τη δημοσιογραφία, την μία την σπούδασε και την άλλη την έκανε επάγγελμα. Καμβάς το διεθνές ρεπορτάζ. Eκεί που δυστυχώς οι ζωές γίνονται ακόμη αριθμοί. Αγαπημένη ερώτηση: γιατί. Αγαπημένο μέσο: οι λέξεις, γραπτές ή ραδιοφωνικές. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να ολοκληρώσει διδακτορική διατριβή, όπου αποπειράθηκε να συνδυάσει πολιτική φιλοσοφία και σύγχρονες εξελίξεις.