Πριν τη λευκή σελίδα

«Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα», Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ

| 07/06/2015

Τί υπάρχει στο «πριν» κάθε συγγραφέα, κάθε ποιητή; Ως αναγνώστες βρισκόμαστε πάντα στο «μετά», στη στιγμή που «περπατάει» το έργο του κάθε λογοτέχνη. Τη στιγμή που κατεβάζουμε το βιβλίο από το ράφι και το ξεσκονίζουμε, ο δημιουργός «ξεσκονίζει» τις σκέψεις του, τις προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα που θα οδηγήσουν το χέρι του στο χαρτί για να γράψει κάτι καινούριο. Η διαδικασία ίσως, είναι επίπονη και κοπιαστική πνευματικά για τον ίδιο, όμως, θέλουμε να συμμετάσχουμε. Το διάβασμα είναι απόλαυση, αλλά τί ήταν αυτό που άναψε τη σπίθα για να πάρει φωτιά η πένα και να «ζωντανέψει» η λευκή σελίδα; Ποιά ήταν η αφορμή για να «γεννηθούν» τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Ψάχνουμε, βρίσκουμε και απαντούμε.

 Δεύτερη γέννησή μας

 Το βιβλίο που αναλύουμε ανήκει στην κατηγορία «βιβλία της ζωής μας». Ή «όλη μας η ζωή».  «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα» είναι κάτι που δεν ξεχνιέται. Δεν προστίθεται στο διανοητικό σου πεδίο. Δεν κερδίζει θέση στο μυαλό και στην ψυχή σου. Γίνεται κομμάτι της ζωής σου. Ακόμη και σήμερα η ανάγνωσή του καθηλώνει. Πρόκειται για τη δικαίωση της φαντασίας. Του μυθιστορήματος. Δεν χρειάζεται να βγάζει νόημα. Δεν χρειάζεται να προσπαθεί να βγάλει νόημα. Ίσως αυτό είναι το πιο πολύτιμο δώρο του Μπουλγκάκοφ στην ανθρωπότητα. Πρώτα ζήσε και η ζωή θα σε συναντήσει. Όπως της φερθείς θα σου φερθεί και αν είσαι τολμηρός και η φαντασία σου δεν έχει όρια, τότε οδηγείσαι στην Αποκάλυψη. Αποκάλυψη των μύχιων, των ανομολόγητων, των απροκάλυπτων, των θαμμένων αξιών που περιμένουν να φανερωθούν. Το βιβλίο γίνεται φυλακτό με τη μεταφορική, αλλά μόνο έτσι αληθινή, έννοια. Δεν είναι πια μόνο βιβλίο. Είναι δεύτερη γέννησή μας. Θεϊκό. Δημιουργία.

 Πώς «γεννήθηκε»  «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα» του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ

Αυτό που ώθησε τον Μπουλγκάκοφ στο να γράψει το μυθιστόρημα ήταν η οργή του για τις απεικονίσεις του Χριστού στη σοβιετική αντιθρησκευτική προπαγάνδα. Υπήρχε το μηνιαίο περιοδικό «Godless» που υπεράσπιζε την αθεΐα και εκδιδόταν την περίοδο 1922-1940. Η απάντησή του βασίστηκε σε μια απλή αντιστροφή: μια ζωντανή, λεπτομερής αφήγηση του «μύθου» που πιστεύεται ότι δημιουργήθηκε από την άρχουσα τάξη και κατάρριψη της αυτονόητης μοσχοβίτικης ζωής από την εισβολή του «ξένου». Αυτό το επινόημα θα ήταν πλήρως διαμορφωμένο στην τελική του μορφή. Η λογοτεχνική σάτιρα παρούσα από το ξεκίνημα. Το πέμπτο κεφάλαιο της οριστικής εκδοχής με τίτλο «There were Doings at Griboedov’s», υπήρχε ήδη σε προσχέδιο του Μπουλγκάκοφ με τίτλο «Mania Furibunda». Τον Μάιο του 1929 έστειλε το κεφάλαιο σε εκδότη, αλλά απορρίφθηκε. Ήταν η μοναδική προσπάθειά του να εκδώσει οτιδήποτε σχετικό με το μυθιστόρημα.

master

Η έκδοση και η γνωριμία με το κοινό

Ο Μπουλγκάκοφ έγραψε το βιβλίο σε μια πολύ δύσκολη ιστορική περίοδο. Οι τελευταίες αναθεωρήσεις υπαγορεύτηκαν στη γυναίκα του λίγο πριν τον θάνατό του. Απεβίωσε το 1940 σε ηλικία 49 ετών. Ξεκίνησε να το γράφει το 1929  ή στο τέλος του 1928. Το άφησε, το έπιασε ξανά, το έκαψε, το ανέστησε, το αναθεώρησε. Ο ίδιος γνώριζε τους κινδύνους της δημοσίευσής του. Είχε αποκλειστεί και δεν μπορούσε να εκδώσει.  Όπως γνώριζε, όμως, και τη σημασία τού έργου. Γι’ αυτό η πεποίθησή του ήταν ακλόνητη. Έπρεπε να περάσουν 26 χρόνια για να πάει στο τυπογραφείο και να κυκλοφορήσει. Το αποτέλεσμα ήταν συνταρακτικό.

Το μηνιαίο περιοδικό «Moskva», προσεκτικό σε κάθε του δημοσίευση, παρουσίασε το πρώτο μέρος  του «Μαιτρ και η Μαργαρίτα» στο τεύχος Νοεμβρίου το 1966. Τα 150 χιλιάδες αντίτυπα πουλήθηκαν σε λίγες ώρες! Τις εβδομάδες που ακολούθησαν προκλήθηκαν συζητήσεις, γύρω από το βιβλίο. Φράσεις του έγιναν παροιμιώδεις. Η γλώσσα του ήταν η αντίθεση στον «ξύλινο» επίσημο λόγο.

Όταν κυκλοφόρησε το δεύτερο μέρος, τον Ιανουάριο του 1967, έλαβε την ίδια ενθουσιώδη υποδοχή. Η συμπεριφορά τού κοινού δεν εκπορευόταν από τη συνάντησή του με ένα νέο συγγραφέα. Ο Μπουλγκάκοφ δεν ήταν άγνωστος ούτε ξεχασμένος. Τα θεατρικά του παίζονταν στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και εκδόθηκαν το 1962.

Το όνομα του συγγραφέα ήταν γνωστό. Το έργο όμως, ελάχιστοι το γνώριζαν. Έτσι εξηγείται η έκπληξη και ο θαυμασμός για το «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα». Ο κόσμος πίστευε ότι είχε δει και διαβάσει όλον τον Μπουλγκάκοφ. Το σοκ, ευχάριστο φυσικά, ήταν μεγάλο όταν ανακάλυψαν την κορωνίδα των έργων του συγγραφέα. Δεν ήταν τα υπολείμματα μιας δουλειάς που άφησε στη μέση. Ήταν το επιστέγασμα αυτής.

Mikhail Bulgakov

 Αέρας ελευθερίας

Φυσικά τα λογοτεχνικά υλικά που συνθέτουν το έργο είναι αξεπέραστα. Η μοναδικότητα της φόρμας. Η καταιγιστική σάτιρα της σοβιετικής ζωής και της λογοτεχνικής ζωής ειδικότερα. Η θεατρική απόδοση του Μεγάλου Τρόμου της δεκαετίας του 1930. Η αυθάδεια στην απεικόνιση του Ιησού Χριστού και του Πόντιου Πιλάτου. Για να μην αναφέρουμε αυτή του Σατανά. Πάνω από όλα όμως, το μυθιστόρημα απέπνεε αέρα ελευθερίας. Καλλιτεχνικό και πνευματικό. Γεγονός σπάνιο για την εποχή, και όχι μόνο στη Σοβιετική Ένωση. Το αισθανόμαστε στον τόνο του γραψίματος του Μπουλγκάκοφ.  Συνδυασμός γέλιου (σάτιρα, βωμολοχία) και έκθεσης.

Δύο αφορισμοί, αποσπώμενοι από το μυθιστόρημα, παρουσιάζουν την πολύπλοκη φύσης αυτής της ελευθερίας που εξέθεσε ο Μπουλγκάκοφ και εξηγούν τον έντονο αντίκτυπο στους αναγνώστες. Ο ένας είναι η φράση «τα χειρόγραφα δεν καίγονται». Έκφραση απόλυτης εμπιστοσύνης στον θρίαμβο της ποίησης, της φαντασίας και του ελεύθερου κόσμου απέναντι στον τρόμο και την καταπίεση. Φράση-σύνθημα της διανόησης. Η έκδοση του έργου αποτελεί την καλύτερη απόδειξη αυτού του αφορισμού. Μάλιστα, όταν ετοίμαζε το έργο, υπό τον φόβο της λογοκρισίας, έκαψε ό,τι είχε γράψει. Ωστόσο, αρνήθηκε να τα αφήσει καμένα. Ήταν στο μυαλό του. Έτσι, φτάνουμε στον δεύτερο αφορισμό: «Η δειλία είναι το πιο τρομερό ελάττωμα». Επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο βιβλίο, ελαφρώς παραλλαγμένο. Πιο διεισδυτικός από τον πρώτο, άγγιξε την εσωτερική εμπειρία αρκετών γενεών στη Ρωσία.

Πηγές

http://web.archive.org/web/20110606093139/http://lib.ru/BULGAKOW/master97_engl.txt

http://www.independent.co.uk/arts-entertainment/books/reviews/book-of-a-lifetime-the-master-and-margarita-by-mikhail-bulgakov-8679009.html

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις