Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ: Ο «Αναβρασμός»...

... των παλαιών του χρόνων

| 29/11/2016

Δεν χρειάζονται, βεβαίως, καθόλου συστάσεις για τον Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, enfant terrible του γερμανικού αριστερισμού που έδρασε πολιτικά, κυρίως, την δεκαετία του ’60 και έγραψε πολλά σημαντικά δοκίμια και λογοτεχνικά έργα, εξαιρετικά ποιήματα, ενώ εργάστηκε σαν δημοσιογράφος στο ραδιόφωνο, επιμελητής εκδόσεων και επισκέπτης καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης και του Κονέκτικατ.

Επίσης, ίδρυσε και διηύθυνε το περίφημο περιοδικό “Kursbuch” το 1965 και το “TransAtlantik”, το 1980. Σημαντικές, πέραν των άλλων είναι και οι πολιτισμικές μελέτες του. Ζει εδώ πολλές δεκαετίες στο Μόναχο και επιμελείται μια σημαντική εκδοτική σειρά. Βραβευμένος πολλάκις, στα 87 του πλέον, κυκλοφόρησε πριν δυο χρόνια τον «Αναβρασμό» (Εκδ. Εστία), εν είδη αυτοβιογραφίας για την δράση του στα έτη 1963- 1970. Περισσότερο σπαράγματα μνήμης παρά οργανωμένη ιστορική διαδρομή λειτουργεί ως διάλογος μεταξύ του τωρινού ηλικιωμένου εαυτού και εκείνου των χρόνων της μεγάλης κινητικότητας των 60’s: «Φαντάσου πως κάθεσαι επί ώρες στον σκοτεινό σου θάλαμο του μοντάζ και επεξεργάζεσαι το υλικό που σου προσφέρει η μνήμη: εδώ μια σκηνή, εκεί ένα πλάνο, ή μια ολόκληρη σεκάνς, και ανάμεσά τους κάθε τόσο άδεια ταινία… Δεν έχεις την ελπίδα να βάλεις σε τάξη αυτά τα αποσπάσματα.».

Είναι ο νεαρός που ορίζει, κάπως, τις προθέσεις, ή, αν θέλετε, τις διαθέσεις του συγγραφέα. Είχαμε παρουσιάσει το 2014 το βιβλίο του για την γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ενωσης («Γλυκό τέρας Βρυξέλλες» Εκδ. Νεφέλη) αλλά είχαμε την χαρά να διαβάσουμε ξανά το συγκλονιστικό «Σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας» (Εκδ. Οδυσσέας), ίσως ό,τι καλύτερο γράφτηκε για το καταλυτικό ρόλο των Αναρχικών στον Ισπανικό Εμφύλιο με τους προβολείς του εστιασμένους στην δράση του θρυλικού Μπουαναβεντούρα Ντουρούτι. Με αυτά, κυρίως, υπ ‘όψη αναγνώσαμε την ιδιόμορφη- έστω και μερική – αφήγηση των εποχών όπου ο Εντσενσμπέργκερ ήταν δρων κοινωνικά άτομο: «Αυτό όμως που μου άρεσε ήταν η διατάραξη της γερμανικής τάξης. Ήταν επιτακτική από καιρό, και δύσκολο πια να ανακοπεί. Αυτή ήταν για μένα η βασική ατραξιόν. Κάτω οι αυθεντίες – αυτό ήταν το σύνθημα. Δεν με πείραζε που διέτρεχα ο ίδιος τον κίνδυνο να γίνω ένα είδος αυθεντίας, να και παρά τη θέλησή μου, και δη σε σχήμα τσέπης.».

Οι βασικοί άξονες της «συζήτησης» περιλαμβάνουν δύο πόλους, εκείνου της χρουτσοφικής Σοβιετικής Ένωσης και της Κούβας του Κάστρο. Συνδετικός κρίκος αποτελεί ο σφοδρός έρωτας για μια Ρωσίδα και μετέπειτα γυναίκα του, την Μάσα. Φυσικά υπάρχει και το εξωκοινοβουλευτικό κίνημα της Γερμανίας, οι διάφορες πολιτικές ομάδες του, τα πολλά ταξίδια ανά τον κόσμο – Ταϊτή, Πνομ Πένχ, Μογκαντίσου, Λάγος, Δαμασκός, Κίεβο, Νοβοσιμπίρσκ, Φλωρεντία κ.α.

Δεν θα μιλήσουμε για το πώς ο συγγραφέας ξεμπερδεύει μια και καλή με τα θέματα του γερμανικού φοιτητικού κινήματος των 60’s ούτε πώς χαρακτηρίζει τα στελέχη της RAF και ειδικά τον Αντρέας Μπάαντερ αλλά και την Μάϊνχοφ, ακόμη δε περισσότερο την Κούβα της πρώτης δεκαετίας όπου έμεινε εκεί για αρκετό χρόνο διάστημα προσπαθώντας να ενσωματωθεί και να καταλάβει την μενταλιτέ των ανθρώπων και των κυβερνώντων. Και εδώ οι χαρακτηρισμοί για τον Κάστρο και τον Τσε είναι εντελώς απαξιωτικοί χωρίς, μάλλον, αιτιάσεις πλην ίσως των δυσλειτουργιών του κρατικού μηχανισμού και της εγγενούς γραφειοκρατίας. Από την άλλη, θεωρεί τον Χρουστσόφ μειωμένης ευφυίας άνθρωπο.

%cf%87%ce%b1%ce%bd%cf%82-%ce%bc%ce%ac%ce%b3%ce%ba%ce%bd%ce%bf%cf%85%cf%82-%ce%b5%ce%bd%cf%84%cf%83%ce%b5%ce%bd%cf%83%ce%bc%cf%80%ce%ad%cf%81%ce%b3%ce%ba%ce%b5%cf%811

Με έναν, ομολογουμένως, χειμαρρώδη λόγο που αναδεικνύεται και από την μετάφραση του Σπύρου Μοσκόβου, απορρίπτει, παράγραφο προς παράγραφο, τις δράσεις που ανέλαβε στη νεαρή του φάση, προφανώς απογοητευμένος πλήρως από την έκβαση των πραγμάτων αλλά και τη στάση των συντρόφων του. Ένας τυχοδιώκτης, μπον βιβέρ, αποφασισμένος να ανοίξει μέτωπα σε όλον τον κόσμο σε μια εποχή που ο κοινωνικός αναβρασμός ήταν πανταχού παρών και η ελπίδα της αλλαγής, έστω και ουτοπικής, ήταν ολοζώντανη. Το νεότερο «εγώ» μιλά με την εμπειρία των 87 χρόνων του και δεν βρίσκει να εκφράσει κάτι το θετικό από όλη αυτή την κινηματικότητα που ευεργέτησε πολλαπλώς τις επόμενες δεκαετίες. Εμβληματικές μορφές της αριστεράς στον καλλιτεχνικό χώρο συνδέονται με «κοσμητικά» επίθετα και είναι ελάχιστες οι στιγμές που η γραφίδα του επαινεί κάποιον όπως την επιβλητική Λίλια Μπρικ, ερωμένη του Μαγιακόσφκι και σύζυγο του Όσιπ Μπρικ.

Φοβόμαστε, πως τόσο ο νεαρός όσο και γηραιός Εντσενσμπέργκερ έχουν επιστρέψει(;) σε αυτό που θα χαρακτηρίζαμε «γερμανικότητα», ήτοι σε εκείνη την αίσθηση της προγραμματισμένης εργατικότητας και του απρόσκοπτου ωρολογίου προγράμματος όπου όλα δουλεύουν ρολόι σε αντίθεση με τους τριτοκοσμικούς ακόμη και τους Ευρωπαίους του νότου που λειτουργούν σε κοινωνίες συνειδητά ανοργάνωτες. Βεβαίως, ο ίδιος, ανέκαθεν, θεωρούσε τη στάση του διφορούμενη – πνεύμα αντίρρησης στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά και στο φοιτητικό κίνημα – ανελέητα κριτικός απέναντι στον «αρπακτικό καπιταλισμό», αλλά και στα γραφειοκρατικά μορφώματα του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Τούτες οι σκόρπιες σημειώσεις αυτοαναφοράς ενέχουν μεγάλο ενδιαφέρον όχι όσο τόσο για τις όποιες εμπειρίες και αποκαλύψεις που μεταφέρουν όσο για τον τρόπο αποδόμησης των «πολιτικών φαντασιώσεων» της ένδοξης εποχής, τις οποίες ενστερνίσθηκε κάποτε και ο Εντσενσμπέργκερ.

Info: “Αναβρασμός”, Μετ: Σπύρος Μοσκόβου, Εκδ. Εστία

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.