Στήλη: Ανομήματα

Ανομήματα: ο χειραφετητικός λόγος των ποιητριών

Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, οι ερωτικοί στίχοι της γυναίκας που έγραψε τον ύμνο του ΕΛΑΣ

| 14/11/2016

Το Περιοδικό και η ποιήτρια Σοφία Κολοτούρου δημιουργούν τη στήλη Ανομήματα, ως έναν χώρο όπου θα αναδεικνύεται ο γυναικείος λόγος με την μορφή της ποίησης. Αυτό που οδήγησε τη σκέψη μας στη δημιουργία του χώρου αυτού μέσα στις σελίδες του Περιοδικού για τη Διατάραξη της Κοινής Ησυχίας είναι η διαπίστωση ότι ενώ οι γυναίκες γράφουν, παραμένουν περισσότερο αόρατες από τους άντρες ποιητές, ενώ συχνά χρειάζεται να μετέλθουν ένα ιδίωμα το οποίο να «αποδεικνύει» ότι είναι «ισότιμες» με τους άντρες. Θέλουμε να αναζητήσουμε τις γυναικείες φωνές που περιγράφουν σε στίχους το πώς έχουν βιώσει τη γυναικεία τους υπόσταση. Ή το πώς βιώνουν τον κόσμο γύρω τους. Θέλουμε να κάνουμε μια απόπειρα να συγκεντρώσουμε τον Λόγο που μπορεί να ταράξει την κοινή ησυχία της επανάπαυσης στα κυρίαρχα πρότυπα των φύλων. Να δούμε πόσο χειραφετητικός μπορεί να είναι ο ποιητικός λόγος. Θέλουμε να πάμε κόντρα στο συνηθισμένο σχόλιο που ακούγεται όταν κάποιος (ή κάποια) ακούει τις λέξεις «γυναικεία ποίηση». Θέλουμε να ξέρουμε τι λένε οι γυναίκες όταν μιλάνε…

Κάθε εβδομάδα, λοιπόν, θα παρουσιάζουμε ένα ή δύο ποιήματα μιας ποιήτριας, συνοδευόμενα από λίγες πληροφορίες. Ο χώρος αυτός θα οδηγήσει προς την δημιουργία μιας ανθολογίας, πολύτιμης νομίζω για να καταλάβουμε τη συνολική εικόνα του γυναικείου ποιητικού –χειραφετητικού- λόγου. Ο τίτλος της στήλης αυτής έρχεται από το ομότιτλο ποίημα της Σοφίας Κολοτούρου:

 

ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ

Είμαι η Γυναίκα και μου φόρτωσαν νωρίς την Ηθική
-δήθεν με νίβουν μ’ ανομήματα αιώνων-
Κι εγώ, ιέρεια στης Λαγνείας τη σπονδή
Εκάτη, Αστάρτη, ηδονών μα και δαιμόνων
σε μιαν αντίληψη του κόσμου αρσενική.

Είμαι η Γυναίκα και μου φόρτωσαν καιρό την Ενοχή
-δεν έχουν οι αμαρτίες μιαν όψη μόνον.
Κι εγώ, στου Ανήθικου δοσμένη τη σπουδή,
με μίση και κατάρες τόσων χρόνων,
στα φαύλα και στα κρείττω η πηγή,

είμαι η Γυναίκα, που παλεύει την πληγή…

          (2000, βιβλίο Αν-επίκαιρα Ποιήματα)

http://www.sofiakolotourou.gr/poems/5/56

  [hr]

Αυτήν την εβδομάδα παρουσιάζουμε την Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη (1898-1977), η οποία έγινε γνωστή μέσα από πολλές δραστηριότητες. Εκπαιδευτικός, ποιήτρια, κριτικός λογοτεχνίας είναι μερικές από αυτές. Ωστόσο στη μνήμη του λαού μας τιμάται κυρίως επειδή είναι εκείνη που έγραψε τον ύμνο του ΕΛΑΣ τον Μάρτιο του 1944. Έγραψε και άλλα ποιήματα με κοινωνικό περιεχόμενο, τα περισσότερα από τα οποία περιλήφθηκαν στη συλλογή «της Νιότης και της Λευτεριάς». Σήμερα δημοσιεύουμε δύο από τα ερωτικά της ποιήματα, ακριβώς επειδή δείχνουν τις σκέψεις μιας χειραφετημένης νέας γυναίκας που μιλάει για τις ερωτικές σχέσεις με τρόπο που ήταν αρκετά τολμηρός για την εποχή που δημοσιεύτηκαν.

ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Η νύχτα απόψε, βακχική, τυλίγει το καράβι
έτσι, καθώς λικνίζεται στα πέλαγα και πάει
αγκάλη γίνεται ο γιαλός, χέρια απλωμένα οι κάβοι
κι ένα τραγούδι απόκοσμο ξεχύνεται απ’ τα χάη.

Από τη Λέσβο εχύμηξαν κοπάδι ερωτοπούλια
φωλιάσαν στα κατάρτια του και κελαϊδούν κρυμμένα.
στ’ άλμπουρο επάνω, εξάδιπλο φιλί, κατέβη η Πούλια
και τ’ άστρα, μέσα στα νερά, χορεύουν , μεθυσμένα.

Τα στήθη απόψε δε χωρούν τον πλήθιο ανασασμό τους.
Από λαχτάρες μυστικές γεμάτο είναι τ’ αγέρι.
Οι ναύτες σιγοτραγουδούν στην πλώρη τον καημό τους
και φλόγες γίναν οι ματιές του μαύρου τιμονιέρη.

Σειρήνες μας ξεπροβοδούν στου πόντου τη γαλήνη,
κι είναι όλα γύρω υπέρκοσμα κι εξωτικά κι ωραία.
Πόσες παγίδες μυστικές η νύχτα απόψε στήνει,
για να ξεγελαστεί η καρδιά πως είναι ακόμα νέα!

Από τη συλλογή «Λουλούδι της τέφρας», 1966

 2-papadaki_face_01

ΣΤΟ ΦΑΛΗΡΟ

Η πλήξη ψες μάς είχε ξαναφέρει
στο Φάληρο, σε κάποιαν αμμουδιά,
ερωτικό μας άλλοτε λημέρι.
Πιο πέρα, μες στην έρημη βραδιά,

πιασμένα τρυφερά, χέρι με χέρι,
δυο ερωτευμένα εκάθονταν παιδιά.
Μα εμάς του κάκου ζήταγε η καρδιά
παλιές χαρές στη θύμηση να φέρει.

Κι ως άρχιζε η ψυχρούλα να πληθαίνει.
«τι θέμε» μου ‘πες «δω, τέτοιον καιρό;»
Κι εφύγαμε κι οι δυο μετανιωμένοι.

Έκανε, αλήθεια, κρύο τσουχτερό
στ’ ακροθαλάσσι την βραδιάν εκείνη.
Μα το ζευγάρι τ’ άλλο είχε απομείνει…

Από τη συλλογή «Ώρες αγάπης», 1934