Αντόνιο Ούνγκαρ: «Τρία Λευκά Φέρετρα»

Το να βγάζεις τη γλώσσα στην άρχουσα και κυβερνώσα τάξη δεν είναι αυτονόητο. Ποτέ δεν ήταν.

| 05/04/2016

Η ιστορία που γράφεται με αίμα είναι ανεξίτηλη και πάντα μένουν ίχνη. Σημάδια καλυμμένα με τη χρυσόσκονη της κατ’ επίφαση δημοκρατίας που ξεγελά, αποσπά, καθησυχάζει. Την περίοδο της υλικής, επίπλαστης ευδαιμονίας, αυτό το εύθραυστο υλικό έμενε απείραχτο και η κούφια ζωή πορευόταν ανέμελη στην κενότητα της. Η κρίση του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο απομάκρυνε με ευκολία το πέπλο της χαύνωσης, αποκαλύπτοντας τη σκληρή και αφιλόξενη επικράτεια ενός συστήματος που μόνο να συνθλίβει και να καταναλώνει γνωρίζει. Στη Λατινική Αμερική τα αυταρχικά, τυραννικά καθεστώτα ήταν η έκφρασή του. Το βιβλίο του Αντόνιο Ούνγκαρ χαλάει, όσο μπορεί, το ψιμυθιωμένο πρόσωπο της «ανθρώπινης» καπιταλιστικής δημοκρατίας. Πώς; Κάνοντας πολιτική σάτιρα. Έτσι απλά.

Το να βγάζεις τη γλώσσα στην άρχουσα και κυβερνώσα τάξη δεν είναι αυτονόητο. Ποτέ δεν ήταν. Η τόλμη να μιλήσεις για ειδεχθή, αποκρουστικά γεγονότα και καταστάσεις του παρελθόντος, έστω και αλληγορικά, είναι πάντα εντυπωσιακή. Ο Κολομβιανός συγγραφέας φτιάχνει ομόκεντρους κύκλους εκκινώντας από την αποδόμηση του σάπιου καθεστώτος και των υπολειμμάτων του. Το σατιρικό στοιχείο χρησιμοποιείται διακριτικά αλλά είναι αυτό που τραβά το τσιρότο της δημοκρατικής ίασης και αποκαλύπτει τη χαίνουσα πληγή. Ο Ούνγκαρ γράφει για το σήμερα και την επιβολή που ασκείται σήμερα διαφορετικά.

Τόπος δράσης η Μιράντα. Χώρα κάπου στη Λατινική Αμερική. Ο Ούνγκαρ ξεκινά την αφήγηση αναφέροντας το σπάσιμο της χορδής στο κοντραμπάσο του. Το ντόμινο ξεκινά και δεν θα σταματήσει ποτέ, μια και το τέλος του βιβλίου είναι αμφίσημο. Η διαδρομή διανθίζεται από την αιχμηρή ειρωνεία του ήρωα-αφηγητή, τον πολιτικό, καταγγελτικό λόγο, τον έρωτα και το θρίλερ. Το τοπίο δυστοπικό, αν και η πρώτη εντύπωση που αφήνει σκόπιμα ο Ούνγκαρ δεν είναι αυτή. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας καλείται να αντικαταστήσει τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης για την Προεδρία της Δημοκρατίας, Πέδρο Ακίρα. Δολοφονημένος με μαφιόζικο τρόπο ο τελευταίος και η μοναδική ελπίδα για απαλλαγή της μάστιγας που ακούει στο όνομα Τομάς δελ Πίτο. Ο απόλυτος άρχων και το απόλυτο κακό. Ο αναγνώστης αρχίζει να πιστεύει ότι το καλό και ο λαός θα θριαμβεύσουν, όμως η «ρεαλιστική πολιτική» επικρατεί και η ελπίδα χάνεται. Τα υψηλά ιστάμενα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποδεικνύεται ότι είναι διεφθαρμένα και μόνο το πάθος για εξουσία τους οδηγεί. Ο αντικαταστάτης του Ακίρα θα πιαστεί από τους λίγους ανθρώπους που είναι τίμιοι. Τον σωματοφύλακα του και την Άδα Νέιρα, νοσοκόμα και στην πορεία αγαπημένη του.

Ο Ούνγκαρ αν και θα μπορούσε να παρασυρθεί από το συναισθηματικό βάρος και την διαχρονική αδικία, καταφέρνει να ισορροπήσει και να παραδώσει ένα ρεαλιστικό έργο. Οι έχοντες την εξουσία σε όλα τα επίπεδα δεν μπορούν να νικηθούν μόνο με αποκαλύψεις για το σκαιό πρόσωπό τους. Η αλληλεγγύη, η πίστη στο επαναστατικό όραμα, η αλήθεια, η αξιοπρέπεια και ο διαρκής αγώνας είναι η απαραίτητη βάση. Η απαλλαγή από τον τύραννο απαιτεί διαρκή ζύμωση, επαναστατική μόρφωση και αποφασιστικότητα για την τελική έφοδο. Ο Κολομβιανός με αυτή την ιστορία που αιωρείται μεταξύ μεγάλης ήττας – μικρής νίκης αφήνει να εννοηθεί το μεγαλείο.

Το πιο σημαντικό (λογοτεχνικό) επίτευγμα του συγγραφέα είναι ότι απεικονίζει κρυστάλλινα τα απολυταρχικά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής. Πινοσέτ (Χιλή), Βιντέλα (Αργεντινή) και φυσικά τη διαπλοκή εμπόρων ναρκωτικών με πολιτικούς στη χώρα του. Ο ήρωας του είναι συμπαθής και οικείος γιατί δεν είναι το κλασικό πρότυπο ήρωα. Έχει όλα τα στοιχεία του απλού ανθρώπου που χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες προσπαθεί να επιτύχει κάτι απίστευτα δύσκολο. Κάτι από τον Δον Κιχώτη. Παράλληλα, υπάρχει κάτι το «γκονταρικό» στη σχέση του με την Άδα. Κάτι από τον «Τρελό Πιερό».

Οι εκδόσεις «Αλεξάνδρεια» δικαιώνονται για την επιλογή τους να μας γνωρίσουν τον Αντόνιο Ούνγκαρ. Η μετάφραση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου δεν χάνει το πνεύμα και το ύφος μιας ομολογουμένως δύσκολης λογοτεχνικής γλώσσας, όπως η λατινοαμερικάνικη.

φερετρα2

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις