Δημήτρης Καταλειφός

Ο συνεπής έφηβος, δάσκαλος, ηθοποιός

| 23/07/2014

Ο Δημήτρης Καταλειφός μάς περιμένει στην πόρτα και εκφράζει την ανησυχία του επειδή ανεβήκαμε με το ασανσέρ. Εκείνες τις ημέρες προγραμματίζονταν διακοπές ρεύματος από τη ΔΕΗ. Από το τηλέφωνο είχαμε καταλάβει πόσο σεμνός, ευγενικός και αξιοπρεπής άνθρωπος είναι. Μας «απολογείται» λέγοντας ότι αυτή την περίοδο δεν κάνει κάτι στο θέατρο. Μάλιστα, ανησυχεί για το μέλλον του θεάτρου «Εμπορικόν» μιας και ετοιμάζεται να αλλάξει ιδιοκτησιακό καθεστώς. Ξέραμε ότι με αυτόν τον άνθρωπο μπορούσαμε να συζητήσουμε πολλά. Κι ας μην παίζει κάπου αυτή τη στιγμή. Επίτηδες θελήσαμε να επικοινωνήσουμε μαζί του «εκτός σεζόν». Για να μιλήσουμε για όλα. Ζει για την τέχνη του, αλλά ξέρει και πού ζει. Ξέρει ότι χάθηκαν πολλά. Κατακτήσεις. Προσπαθεί να κρατήσει τις αξίες του. Φεύγοντας, θα μπορούσαμε να του πούμε ότι μας βοήθησε να κρατήσουμε τις δικές μας.

Συνέντευξη: Αλέξανδρος Στεργιόπουλος, Ελένη Παγκαλιά. Φωτογραφίες: Γεράσιμος Νεόφυτος

Ο έρωτας για το θέατρο και η ομορφιά της νιότης 

Ο ηθοποιός και άνθρωπος Καταλειφός παραμένει ερωτευμένος με το θέατρο. Στα 60 του πια. Η αναφορά της ηλικίας προκαλεί γέλιο. Αμηχανίας και οικειότητας.

«Είναι αλήθεια. Ο έρωτας παραμένει μεγάλος. Μεγαλώνοντας αρχίζει κανείς να καταλαβαίνει λίγο καλύτερα πόσο πρέπει να παίζει. Όταν είσαι νέος, μέσα στην ανασφάλεια, προσπαθείς να κάνεις πράγματα έχοντας κατά νου τη γνώμη των άλλων. Κάτι που σε περιορίζει. Μεγαλώνοντας ωριμάζεις. Αρχίζεις και κάνεις λιγότερα πράγματα. Δεν θέλεις να εντυπωσιάσεις. Βαθαίνεις… και όταν βαθαίνεις ως άνθρωπος, νομίζω αυτό αντικατοπτρίζεται στην υποκριτική και επειδή η ηθοποιία είναι ένα ανεξάντλητο πεδίο, είναι ωραίο να αγαπάς αυτό το πράγμα. Συνεπώς, ο έρωτας συνεχίζεται ακάθεκτος».

Το θέμα της ηλικίας επανέρχεται σχετικά με την εύρεση ρόλων. Είναι πιο δύσκολο τώρα; Πιο εύκολο; Όπως μας λέει: 

«Στο ρεπερτόριο υπάρχουν πάρα πολλοί ρόλοι μεγάλων ανθρώπων. Αυτή τη στιγμή έχω μπροστά μου κάποια έργα που θέλω να κάνω και η ηλικία μου το επιτρέπει ακόμη».

Ξέρει ότι κάποια στιγμή θα έρθει ο περιορισμός, αλλά δεν ανησυχεί.

«Άλλωστε, σε μερικά πράγματα, νομίζω ότι μπορώ να δείξω λιγότερο από 60».

Τώρα, πια, γελάμε γιατί μας προϊδεάζει για το παιδί που κρύβει μέσα του. Μιλάει για την εποχή της νεότητας με χαρά. 

«Να αστράφτεις από νιάτα. Τα νιάτα είναι ωραία. Είμαι δάσκαλος πολλά χρόνια και έρχομαι σε επαφή με νέα παιδιά. Βλέπω πόσο ωραίο πράγμα είναι η νιότη. Κάθε ηλικία έχει την ομορφιά της. Είναι ωραίο να βλέπεις ένα ταλαντούχο παιδί, όπως και ανθρώπους που μεγαλώνουν ωραία».

Αναφέρει την Μέριλ Στριπ και άλλες που έχουν κάνει λίφτινγκ, όπως η Νικόλ Κίντμαν, και έχουν χάσει κάθε έκφραση. Υπενθυμίζει το αυτονόητο.

«Πρέπει να δέχεσαι την ηλικία σου και το ρεπερτόριο έχει χώρο για όλους. Ο άνθρωπος είναι ζωντανός σε όλη τη φάση της ζωής του. Άρα, υπάρχουν αντίστοιχα ρόλοι για κάθε ηλικία».

Ωστόσο, δεν είναι αφοριστικός.

«Σίγουρα, οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στο πέρασμα του χρόνου. Η φθορά του φαίνεται περισσότερο σε αυτές. Και προσπαθούν με την εμφάνιση να βρουν δουλειά. Έτσι όπως είναι οι μέρες μας, ο καθένας επιστρατεύει ό,τι όπλα μπορεί για να επιβιώσει. Τις καταλαβαίνω. Το κακό είναι πως περιορίζει την έκφραση του προσώπου»

Δεν πρέπει να χάσεις αυτό που είσαι. Αυτό που πιστεύεις, να το προστατεύεις.

Οι ομάδες, το τέλος των επιχορηγήσεων και η ανεργία

Η λέξη «επιβίωση» συνειρμικά μας πάει στο δύσκολο επάγγελμα του ηθοποιού και πώς βιώνεται αυτό διαχρονικά. Η πάλη μοναχική, η πορεία όχι.

«Είμαι άνθρωπος που έχω παλέψει. Και έχω παλέψει μέσα από ομάδες. Είμαι περίπου 40 χρόνια στο θέατρο και είχα την τύχη να βρεθώ και να λειτουργήσω μέσα σε ομάδες. Ουσιαστικά τέσσερις ομάδες είναι η διαδρομή μου. Η μία, η Σκηνή, με τον Βογιατζή, η άλλη με το Εμπρός, η άλλη με τον Αντύπα στο Απλό Θέατρο και τώρα με το Εμπορικόν που δεν ξέρουμε ποια θα είναι η εξέλιξή του. Ήμουν τυχερός. Δεν είχα την ανασφάλεια πολλών ηθοποιών που κάθε χρόνο δεν ξέρουν τι θα κάνουν. Ποιος θα τους φωνάξει. Είσαι εξαρτώμενος με αυτόν τον τρόπο, να κάνεις κάτι και να μην είναι καλλιτεχνικά αυτό που θέλεις. Γι’ αυτό στην Ελλάδα είναι από τις πιο δύσκολες τέχνες αυτή του ηθοποιού. Αυτό το γλίτωσα με τις ομάδες που σας είπα. Βέβαια, είχε πολύ μεγάλο αντίτιμο όλο αυτό. Η επιμονή στην ομαδική, ποιοτική, επιλεκτική δουλειά δεν μας απέφερε ποτέ χρήματα. Είσαι σε μια δουλειά που πιστεύεις, αλλά οικονομικά είσαι πάντα στο κενό. Οπότε, είναι λίγο σκληρό το τίμημα. Τώρα είναι ακόμη πιο δύσκολα».

Το γιατί τεκμηριωμένο. Η κατάργηση των επιχορηγήσεων.

«Όσο κι αν αυτό που λέω έχει αντικρουστεί πολλές φορές, τα επιχορηγούμενα θέατρα, αυτά τα 20 γύρω από το κέντρο, ήταν που τροφοδοτούσαν το θέατρο με φρέσκες ιδέες. Εκεί γινόταν κάτι με μεράκι. Λοιπόν, αυτό, εδώ και 4-5 χρόνια, έχει καταργηθεί. Τα περισσότερα από αυτά τα θέατρα έχουν κλείσει. Ελάχιστοι έχουν μείνει να παλεύουν μόνοι τους. Αυτό που απομένει είναι το κρατικό θέατρο, το Εθνικό, οι επιχειρηματίες στους οποίους μπήκα κι εγώ μέσω του Εμπορικόν και διάφορες ομάδες που δουλεύουν με ημιερασιτεχνικούς, ημιεπαγγελματικούς όρους. Ήταν πολύ μεγάλο το πλήγμα. Τα επιχορηγούμενα θέατρα, όσο κι αν τα κατέκριναν, έκαναν τίμια δουλειά».

 Η σκέψη μας για τη μη οικονομική στήριξη του θεάτρου εκφράζεται και προεκτείνει αυτή του συνομιλητή μας.

«Αποτέλεσμα μια φοβερή ανεργία. Καταστρατηγήθηκαν όλα τα δικαιώματα των ηθοποιών. Ένσημα, μισθοί, στοιχειώδεις όροι εργασίας… Το επάγγελμα τείνει να γίνει ωρομίσθιο. Και αν πληρώνονται, δηλαδή κι αυτά που πρέπει, με την ώρα. Γιατί, τις πρόβες, ας πούμε, οι περισσότεροι δεν τις πληρώνονται πια. Υπάρχει άγρια εκμετάλλευση».

Κι όμως, ο κόσμος, στα χρόνια της κρίσης, επιστρέφει στο θέατρο. Σημειώνουμε την αντίφαση. Υπάρχει κινητικότητα στον χώρο, ανταπόκριση από το κοινό, αλλά…

«Είναι πολύ παρήγορο ότι ο κόσμος αυτή την περίοδο πάει θέατρο, αλλά οι άνθρωποι του θεάτρου ζουν όλο και χειρότερα. Δεν υπάρχει αξιοπρεπής επιβίωση. Είμαστε στο έλεος της ανεργίας, της ανασφάλειας αν και πόσο θα πληρωθείς».

Και είναι αλήθεια αυτό. Όσοι, από τις νεότερες κυρίως γενιές επιμένουν να γίνουν ηθοποιοί, το αντιμετωπίζουν «ερασιτεχνικά». Είναι αυτό που λέγεται στην πιάτσα:      -Ποιο είναι το επάγγελμα του ηθοποιού; -Σερβιτόρος.

«Ξέρετε, ακόμα και να βρεις δουλειά στο θέατρο, ο ηθοποιός σήμερα δεν μπορεί να αφοσιωθεί σε κάτι. Έχω δει παιδιά να παίζουν, ας πούμε, σε παιδικό θέατρο και να είναι πολύ καλοί σε αυτό και να βρίσκουν δουλειά αλλού, να πηγαίνουν για λίγο εκεί, και μετά σε κάτι άλλο. Δεν μπορείς να αφοσιωθείς σε κάτι».

Η αφοσίωση σε κατατάσσει στους γραφικούς σε αυτή την αδηφάγα κοινωνία. Σε μια κοινωνία που ακόμα και η εκπαίδευση ή η υγεία θεωρούνται πολυτέλεια.

Οι χαμένες κατακτήσεις και η χώρα σε μελαγχολία

«Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα είναι σχεδόν μαύρα. Για όλους. Είμαι πολύ προβληματισμένος για το πού πάμε. Κατακτήσεις τόσων δεκαετιών πήγαν περίπατο. Η κρίση έχει ανατρέψει όλες τις αξίες. Είμαστε όλοι σε μια πολύ μεγάλη αναστάτωση. Όλοι είναι ανασφαλείς, φοβισμένοι. Όταν βρεθείς σε μια καφετέρια με έναν φίλο σου, ενώ πρώτα μπορεί να μιλούσες για μια ταινία που είδες, ένα βιβλίο που διάβασες… Τώρα μιλάς για το αν βρήκες δουλειά, πόσα δίνουν κ.ά. Είμαστε μια χώρα σε ανησυχία, φόβο και μελαγχολία».

Αναπόφευκτα ρωτάμε αν θεωρεί ότι μπορεί να αλλάξει κάτι.

«Δεν μπορώ να ξέρω. Κανείς δεν ξέρει. Αυτή τη στιγμή νομίζω ότι η κατάσταση επεκτείνεται πέρα από την Ελλάδα. Υφιστάμεθα, βέβαια, την μεγαλύτερη πίεση απ’ όλους. Είμαστε ο φτωχός συγγενής της Ευρώπης και το πειραματόζωό της. Φοβάμαι ότι δεν έχουμε τους κατάλληλους πολιτικούς. Σε όποια παράταξη κι αν είναι, δεν είναι άξιοι να ανταποκριθούν. Αν γινότανε μια μαζική κίνηση σε όλη την Ευρώπη, μια μαζική κίνηση από τον κόσμο, ίσως τότε να άλλαζε κάτι».

Στην ταινία "Καβάφης", 1996

Στην ταινία “Καβάφης”, 1996

Το καλό σινεμά, οι χορηγοί και ο συνεπής δάσκαλος

Κάνουμε μια μικρή στάση στον κινηματογράφο και στη νεότερη γενιά σκηνοθετών που βγήκαν τα τελευταία χρόνια δυναμικά. Λάνθιμος, Τσαγκάρη, κ.ά. διαπρέπουν. Εξελίσσονται; Πόσο θα κρατήσει και θα είναι πάντα σε συνάρτηση με την ιδιωτική πρωτοβουλία; Μαζεμένες ερωτήσεις, αλλά στην κουβέντα δεν υπάρχει πρόβλημα. Ο συνομιλητής μας παραδέχεται ότι είδε τον “Κυνόδοντα”. 

«Μου φάνηκε ενδιαφέρουσα ταινία. Αυτή που με συγκίνησε ήταν η “Στρέλλα”. Αλλά, βλέπετε, ο Λάνθιμος, που αναφέρατε είναι στο εξωτερικό και γυρίζει ταινία. Το σινεμά πάντα ήθελε πολλά λεφτά και πάντοτε υποστήριξη. Το δικό μας κράτος δεν δίνει, πια, καμία. Και η τέχνη έχει πάντα ανάγκη την οικονομική υποστήριξη. Αυτό είναι πανάρχαιος νόμος. Στην αρχαία Ελλάδα είχαμε τους χορηγούς. Και σε άλλες χώρες έχει μειωθεί το κονδύλι για τον πολιτισμό. Εδώ, όμως, δεν υπάρχει τίποτα. Έπαιξα μικρούς ρόλους σε κάποιες ταινίες και όλοι οι ηθοποιοί πήγαμε για δώρο στον σκηνοθέτη. Κάνουμε ένα ψυχικό»

Το γέλιο του διακόπτει για λίγο τη ροή. Επανέρχεται.

«Από την άλλη, αν κάθεσαι και δεν εξασκείς τη δουλειά, σε πιάνει κατάθλιψη».

Ο Δημήτρης Καταλειφός είναι και δάσκαλος στη σχολή του Εθνικού.

«Μου έδωσε τρομερή χαρά. Είχα 17 παιδιά. Παρόλο που λένε ότι η νεότερη γενιά έχει χαθεί στο ίντερνετ, στα κινητά, δεν είναι μόνο έτσι. Υπάρχουν πολύ αξιόλογα πλάσματα. Μου έδωσε αισιοδοξία για το μέλλον η διδασκαλία μου εκεί. Δεν είναι όλα απελπιστικά. Υπάρχουν νέοι που αγαπάνε το θέατρο και όχι μόνο την πρόσκαιρη λάμψη, αλλά την ουσία του».

Ζητάμε να μάθουμε πώς είναι ο ρόλος του δασκάλου.

«Υπεύθυνος πολύ και σε ένα πράγμα το οποίο είναι τόσο σκοτεινό και απροσδιόριστο. Δεν ξέρω αν διδάσκεται η ηθοποιία. Αν δεν έχεις κάτι από μόνος σου… Αλλά όταν έχεις ένα σπόρο, καλό είναι να πέσεις σε καλό δάσκαλο. Ο οποίος θα πρέπει να λειτουργεί ως παράδειγμα. Προσπαθώ, δηλαδή, μέσω της πράξης. Με τον τρόπο που δουλεύω στο θέατρο. Να μη λέω άλλα στο μάθημα και αλλιώς να φέρομαι στο θέατρο. Νομίζω ότι είμαι συνεπής δάσκαλος. Τα παιδιά το αναγνωρίζουν και το εκτιμούν. Είναι φοβερό να μιλάς στους μαθητές για Τσέχωφ, Ίψεν και μετά να παίζεις σε διαφημιστικά. Αυτό δεν το κάνω».

Και η αλήθεια είναι ότι στη συνείδηση όλων ο Δημήτρης Καταλειφός έχει καταγραφεί ως συνεπής.

«Κάποιοι το λένε και γραφικός»

Από την παράσταση "Εκδοχή του Μπράουνινγκ", Θέατρο Εμπορικόν, 2014

Από την παράσταση “Εκδοχή του Μπράουνινγκ”, Θέατρο Εμπορικόν, 2014

Ο Λούκος, η σκηνογραφία που χάνεται και ο εξηντάχρονος έφηβος

«Εγώ στην εφηβεία ήθελα πάρα πολύ να γίνω ηθοποιός. Μια μέρα, 18 χρονών, ονειρεύτηκα το είδος του ηθοποιού που ήθελα να γίνω, γυρνώντας από το θέατρο Τέχνης. Μέσα στο λεωφορείο ονειρευόμουν πως θα γίνω σαν κι αυτούς. Έβαζα στοίχημα με τον εαυτό μου ότι θέλω να γίνω έτσι και να είμαι εντάξει και ως άνθρωπος στη ζωή. Επειδή, λοιπόν, αυτό το πέτυχα, όταν μου λένε ότι είμαι 60 απορώ, γιατί στην ουσία είμαι 18. Δεν έχει αλλάξει τίποτα στην ψυχή μου από τότε».

Σαν να είναι στο λεωφορείο ακόμη και να ονειρεύεται. Τον κάνουμε να γελάσει και να μας ομολογήσει ότι

«είμαι ένας εξηντάχρονος έφηβος»

Η ευφορία μεταδίδεται άμεσα. Συμβάλλει και το θέατρο στη νιότη του. Εκεί μαθαίνουμε τι σημαίνει καλός ηθοποιός.

«Ο ηθοποιός οφείλει να συνδυάζει δύο σημαντικές ιδιότητες. Από τη μία να είναι σοβαρός και όχι σοβαροφανής και από την άλλη να μη χάσει ποτέ την παιδικότητα. Αλλά να μη γίνει ανόητος. Είναι πολύ σοβαρό παιχνίδι, που πρέπει να το εξασκείς με αυτές τις προτροπές. Το αντιμετωπίζουμε με σοβαρότητα, αλλά και με την τρέλα, την αθωότητα του παιδιού».

Τον ρωτάμε αν βλέπει παραστάσεις. Η αναμονή για το επαγγελματικό του μέλλον τον κρατά μακριά αυτή τη χρονιά. Το καλοκαίρι είναι το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου. Τιμά τον Γιώργο Λούκο, πρόεδρο του Φεστιβάλ.

«Μακάρι να υπάρχει ο Λούκος να κάνει αυτά που κάνει. Είναι από τους λίγους σοβαρούς Έλληνες. Πέρα από λίγους σοβαρούς ηθοποιούς, έχουμε και λίγους σοβαρούς Έλληνες σε κάθε χώρο. Ο Λούκος δίνει ευκαιρία σε νέα παιδιά. Το γεγονός ότι δίνει την Επίδαυρο σε νέους, το θεωρώ πολύ σημαντικό».

Η χαρά φεύγει και έρχεται ο προβληματισμός.

«Εκείνο που με λυπεί είναι η εγκατάλειψη μιας σπουδαίας τέχνης. Της σκηνογραφίας. Με πιάνει θλίψη που βλέπω να παίζουν σε μια άδεια σκηνή. Πήγα πέρυσι στο Λονδίνο και άνοιγε ο προβολέας και έβλεπες το σκηνικό. Θυμήθηκα ξανά τη μαγεία που είχα όταν ήμουν μικρός. Άνοιγε η αυλαία και έβλεπες σκηνικά. Έμπαινες σε έναν κόσμο. Αυτή η γύμνια που βαφτίζεται και άποψη είναι κουραστική. Η σκηνογραφία έχει παράδοση στην Ελλάδα. Τσαρούχης, Φωτόπουλος, κ.α. Η ένδεια γίνεται άποψη. Το καταλαβαίνω, από το να έχεις φτηνιάρικο σκηνικό που προσβάλλει την αισθητική. Σεβαστό, αλλά είναι κρίμα αυτή η τέχνη να ξεφτίσει. Στην Εκδοχή του Μπράουνινγκ εξασφαλίσαμε κάποια χρήματα και φτιάξαμε ένα πολύ ωραίο σκηνικό. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσοι έρχονταν κι έλεγαν Αχ, επιτέλους ένα κανονικό σκηνικό». 

Έχει αλλάξει συνολικά ως αντίληψη η έννοια του χώρου στο θέατρο. Πλέον σκηνή θεάτρου μπορεί να αποτελεί οποιοσδήποτε χώρος.

«Ο χώρος είναι τεράστιο θέμα. Πράγματι, μπορείς να παίξεις θέατρο οπουδήποτε. Όμως, ας αναλογιστούμε, τι αίθουσες έχουμε στην Ελλάδα; Είμαστε πίσω σε σχέση με την Ευρώπη. Πας σε επαρχιακή πόλη και διαθέτουν θέατρο αντίστοιχο με το Εθνικό. Εμείς έχουμε κινηματοθέατρα, αποθήκες…».

Η Εκδοχή του Μπράουνινγκ, φωτογραφία: Γεράσιμος Νεοφύτου

Η Εκδοχή του Μπράουνινγκ

Η περηφάνια στην κρίση και η ανάγκη του κόσμου να κρατηθεί 

«Θα μου πείτε, οι αδυναμίες σε υλικά στο θέατρο μοιάζουν ψιλά γράμματα όταν δεν έχουμε καν να φάμε. Όταν βλέπουμε τόσα μαγαζιά να έχουν κλείσει. Ζούμε σε μια πόλη μέσα σε πόλεμο».

Αναγνωρίζει το τοπίο και ζει εντός της πόλης του. Όχι αποκομμένος.

«Γι’ αυτό το θέατρο είναι μεγάλη παρηγοριά. Η τέχνη μοιάζει με την ιατρική. Θεραπεύει. Ξεχνιέσαι, ανακουφίζεσαι, συγκινείσαι, σκέφτεσαι. Αυτός είναι και ο προορισμός του θεάτρου. Ο κόσμος θέλει παραμύθια. Δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις μόνη την πραγματικότητα γιατί τρελαίνεσαι. Εκεί που ήμασταν μια χώρα που ευημερούσε, μέσα σε πέντε χρόνια έχουμε βρεθεί να ζητιανεύουμε. Είμαστε σχεδόν σε πτώχευση».

Η πτώχευση είναι οικονομική, πολιτισμική, ηθική, ψυχολογική. Εκεί μας δείχνει το σημείο που πρέπει να πιαστούμε. Για να μην παραιτηθούμε.

«Να βρίσκει καθένας δύναμη στις αξίες του. Δεν πρέπει να χάσεις αυτό που είσαι. Αυτό που πιστεύεις, να το προστατεύεις. Πρέπει να είσαι περήφανος στην κρίση. Μετά είναι οι φιλίες, τα αισθήματα, το διάβασμα, η μουσική, η θάλασσα που ευτυχώς έχουμε ακόμη».

Αν δεν κάνουμε κάτι, βέβαια, δεν θα έχουμε ούτε τη θάλασσα. Είναι στο χέρι μας να κρατήσουμε αυτά που έχουμε. Τις παραλίες ή τα θέατρα. Όταν παίρνουν ένα κομμάτι γης ή όταν κλείνει ένα θέατρο δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίζουμε «σαν πολυτέλεια» επειδή δεν έχουμε να φάμε. Ναι, δεν θα έχουμε να φάμε έτσι και αλλιώς.

«Έτσι είναι. Πρέπει να κρατήσουμε τα πράγματα που μπορούν να δυναμώνουν και να συμπληρώνουν τις αξίες μας. Για να πάρω παράδειγμα το θέατρο, σε μια τέτοια εποχή να δίνει κάποιος εννιά ευρώ για μια παράσταση, δείχνει πόσο έχει ανάγκη να κρατηθεί από κάτι. Τον χειμώνα είχαμε πολύ κόσμο και με ρωτούσαν πού το αποδίδω. Το έργο [Η Εκδοχή του Μπράουνινγκ, του Τέρενς Ράττιγκαν] μίλαγε για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.»