Κατερίνα Γώγου-Από το λευκό σου αρπάζομαι και συνεχίζω

Κείμενο εξομολόγηση, κείμενο ερώτηση στην ποιήτρια που δεν πέρασε με κόκκινο. Η εθελούσια έξοδος της Κατερίνας Γώγου ιστορία δίχως τέλος.

| 03/10/2018

Κατερίνα, ελπίζω στην εθελούσια έξοδο να φόραγες άσπρα. Δεν ξέρω, αλλά σε φαντάζομαι σαν άλλη Εμιλυ Ντίκινσον να είσαι κλεισμένη στον κόσμο σου και μεις απέξω να σε κοιτάμε, να σε κρίνουμε και να μην καταλαβαίνουμε ότι η φυλακή είναι εκεί έξω. Εμείς κλεισμένοι, παραδομένοι στη δειλία, την ευθυνοφοβία, τη σκιά του ίσκιου μας. Εσύ, να “σπας” παύλες και τελείες, να καταπίνεις θαυμαστικά και να ξερνάς εισαγωγικά και μέσα σε αυτά, στο δωμάτιο σου, στον κόσμο σου, να λες με αγάπη, πίστη, οργή και ελπίδα την ιστορία όπως την έμαθες, όπως στην μάθανε, όπως τη μάθαμε, σαν παπαγάλοι, γκρίζοι και μίζεροι που ψάχνουμε τα πάντα σε σένα, στο λευκό…

Κατερίνα, ξέρω ότι το “γαμώτο” έχει μείνει αναπάντητο, αλλά ο άνθρωπος που προσπαθούσες να σώσεις υπάρχει ακόμα, μέσα σου, μέσα μας και αξίζει να τον βρούμε για να μάθουμε γιατί δεν ζούμε, γιατί δεν ζήσαμε…. Όμως, στο λευκό, απάντηση στο μαύρο, αναπαύεται η οργή, η προσμονή και οι ευχές σου. Κι ας είναι καταραμένες. Πιστή η Ντίκινσον, πιστή και συ στη Μυρτώ, την κόρη σου, στις πουτάνες, τους εξαρτημένους, τους ξένους, τους φαντάρους, τους φίλους, τα μαύρα πουλιά, πρόθυμη να πέσεις στα ηλεκτροφόρα καλώδια για να πάρεις πίσω τα χρώματά τους και σαν επιγραφή σε φτηνό σκυλάδικο να γράψεις τη φωνή σου πάνω σε φώτα που τρεμοσβήνουν, πάνω σε “άρρωστο” λευκό. Η μαρκίζα, “βουβή”, θα λέει: “Στο μυαλό είναι ο στόχος, το νου σου ε;”

Κατερίνα, ξέρω ότι δεν πέρασες με κόκκινο, γιατί ήμουν εκεί, στην Πατησίων, σε μια βιτρίνα που ακόμη “πωλείται” και σε είδα. Το φανάρι ήταν στο πράσινο και απέναντι το λευκό σε καλούσε. Και όπως διέσχιζες τη διάβαση-μετάβαση, έβγαζες τα ρούχα σου, τα παπούτσια σου, άδειαζες τις τσέπες σου και τσιμπιδάκια, στυλό, κέρματα, τσίχλες έπεφταν και γίνονταν ένα με φιλοδοξίες που εξαντλήθηκαν, όνειρα που πραγματοποιήθηκαν και αμέσως κάηκαν, θρύψαλα του κεφαλιού σου και ξεθωριασμένα αποκόμματα που έλεγαν “θα νικήσουμε”.

Σε είδα λοιπόν και ήξερα ότι η λεωφόρος θα γίνει στενό, αδιέξοδο, δρομάκι που θα “καταπίνει” τα υλικά του νέου κόσμου που είχε ανανήψει, είχε σπάσει το γύψο και δήλωνε δύο φορές Ελληνας. Τα υλικά ήταν φτηνά όμως έτοιμα να καταρρεύσουν και μόνο το πείσμα και η επιμονή τα κράτησαν. Την ώρα που έφευγες μόνο η σκόνη τους είχε μείνει και πριν γίνω το νέο φτηνό υλικό, έμεινα στη γωνιά μου, κάπου στην Πατησίων. Τα τροχοφόρα και ο αέρας είχαν σκορπίσει τα πράγματά σου, τα ρούχα σου και ένα χαρτάκι ήρθε στα χέρια μου. Το άνοιξα και είδα ότι έγραφε “την άλλη φορά που θα μας ρίξουν να μην την κοπανήσουμε”. Ετσι, από το λευκό σου αρπάζομαι και συνεχίζω, όσο μπορώ, αν μπορώ. Θα τον αλλάξουμε τα κόσμο Κατερίνα και τότε θα κλείσουν τα εισαγωγικά.

 

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις