Η μάχη κερδήθηκε, ο πόλεμος συνεχίζεται

Μερικά συμπεράσματα από την διάσωση των ευρημάτων του σταθμού «Βενιζέλος»

| 26/01/2017

Η ομόφωνη γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, την περασμένη Τρίτη, για την «κατά χώραν» διατήρηση και ανάδειξη των σπουδαίων αρχαιολογικών ευρημάτων που αποκαλύφθηκαν κατά τις εργασίες κατασκευής του σταθμού «Βενιζέλος»* του μετρό της Θεσσαλονίκης, συνοδεύεται, από τα ΜΜΕ, με τον χαρακτηρισμό «ιστορική». Υπό κανονικές συνθήκες, ωστόσο, θα (έπρεπε να) ήταν απλώς ρουτίνα.

Ομως οι συνθήκες δεν είναι κανονικές. Διότι το αστικό κράτος δεν αντιλαμβάνεται την πολιτιστική κληρονομιά ως διαχρονική λαϊκή περιουσία, αλλά, ανάλογα με την περίπτωση, ως εμπόδιο, ή ως επενδυτική ευκαιρία για το κεφάλαιο. Με βάση αυτήν την οπτική, όντως, η εν λόγω γνωμοδότηση είναι ιστορική, διότι σπανίως η αντίδραση και η αντίσταση στην καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς έχει αίσιο τέλος. Ταυτόχρονα, η περίπτωση της σωτηρίας αυτών των αρχαιοτήτων αποδεικνύει, ότι ακόμη και αυτές οι σπάνιες επιτυχίες, έρχονται μόνο ως αποτέλεσμα της ποσοτικής και ποιοτικής κλιμάκωσης της αντίστασης στις επικίνδυνες επιλογές του κράτους, των κυβερνήσεών του και των εργολάβων.

Ετσι, η ουσία της προμελέτης που εγκρίθηκε από το ΚΑΣ αντανακλά το βασικό αίτημα του κινήματος που δημιουργήθηκε για την σωτηρία των αρχαιοτήτων στο σταθμό «Βενιζέλος»: Καμία απόσπασή τους, διατήρηση και ανάδειξή τους εκεί που βρέθηκαν.

Ενα αίτημα που, ακόμη και αν δεν είχε συνειδητοποιηθεί από όλους όσοι το υποστήριξαν, εξέφρασε, έστω και όχι σε όλο το εύρος της, ακριβώς την θέση ότι η πολιτιστική κληρονομιά δεν μπορεί και δεν πρέπει να προσεγγίζεται με όρους οικονομικού κόστους.

Ενα κίνημα που χτίστηκε πάνω στην κάθετη και δυναμική διαφωνία της αρχαιολογικής κοινότητας στην αρχική, καταστροφική επιλογή του κράτους να μεταφέρει τα ευρήματα, προς όφελος της «Αττικό Μετρό», και αγκαλιάστηκε από ένα όλο και διευρυνόμενο κύμα αλληλεγγύης και αντίστασης από πλήθος φορέων και οργανώσεων, από τον επιστημονικό και ακαδημαϊκό κόσμο και τα σωματεία, μέχρι τους ηθοποιούς του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.

Ακριβώς αυτό πρέπει να είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα αυτής της θετικής έκβασης: Τίποτα δεν χαρίζεται, όλα κατακτώνται.

Το ΚΑΣ, φυσικά, έφτασε στην ελπιδοφόρα γνωμοδότηση από διαφορετικές αφετηρίες: «Είναι ο ίδιος δρόμος που περπάτησαν αυτοκράτορες και ο άγιος Δημήτριος», δήλωσε μεταξύ άλλων, η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, αναφερόμενη στο βυζαντινό σταυροδρόμι decumanus maximus και cardo) που ανακαλύφθηκε στο επίμαχο σημείο του έργου, «αποτυπώνοντας τη συγκίνηση των αρχαιολόγων για την ευτυχή κατάληξη μιας πολυετούς συζήτησης», όπως το έθεσε το ΑΠΕ. Το οποίο συνέχισε το ρεπορτάζ του ως εξής: «”Πρόκειται για μια άγνωστη εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το εύρημα δεν είναι απλώς σπουδαίο για τη Θεσσαλονίκη, αλλά μοναδικό για όλη την υφήλιο”, επισήμανε – επίσης συγκινημένος – ο Δημήτρης Αθανασούλης, βυζαντινολόγος και προϊστάμενος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, συμπληρώνοντας ότι “είναι η σημαντικότερη ανασκαφή στην Ελλάδα μετά την ανεύρεση του τάφου του Φιλίππου”.

»“Η τεχνική υπηρετεί τον πολιτισμό, ο οποίος και δεν κοστολογείται. Ήταν ευτυχής συγκυρία να βρεθούν άνθρωποι που πιστέψαμε στο ίδιο πράγμα”, δήλωσε μεταξύ άλλων ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, που επανέλαβε το όραμά του: Μια αρχαιολογική πλάζα, αλλά κι ένας αρχαιολογικός περίπατος που θα ξεκινάει και θα καταλήγει στον σταθμό “Βενιζέλου”, με ενδιάμεσες στάσεις σε άλλα μνημεία του κέντρου της πόλης, όπως ο Άγιος Δημήτριος, η Παναγία Αχειροποίητος και το Καπάνι. “Φέτος κηρύξαμε διεθνή διαγωνισμό, νέοι είμαστε θα τα κάνουμε όλα”, συμπλήρωσε χαριτολογώντας ο ίδιος.

»”Το έργο βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, τρέχει”, σημείωσε από τη μεριά του ο πρόεδρος της “Αττικό Μετρό ΑΕ” και πρώην πρύτανης του ΑΠΘ, Νίκος Μυλόπουλος, που ανέλαβε καθήκοντα μέσα στο 2016. Αποκρινόμενος δε, στον κ. Μπουτάρη, συμπλήρωσε ότι “τεχνολογία και πολιτισμός πάνε χέρι – χέρι», ειδικά όταν πρόκειται για αρχαιότητες όπως ο δρόμος decimanus maximum, “ένα τεχνολογικό επίτευγμα της εποχής του”. Όσον για το αν πρόκειται για την καλύτερη λύση από άποψη κόστους, ο ίδιος τόνισε ότι μια οικονομικότερη πρόταση θα μπορούσε να καθυστερήσει επιπλέον το έργο, κάτι που θα επέφερε και την ανάλογη επιβάρυνση.

»Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, οι αρχαιότητες που θα διατηρηθούν στη θέση τους θα είναι της τάξης του 91%, ενώ στο σημείο που βρέθηκε το τετράπυλο θα διευρυνθεί η έκταση της έρευνας, για την επιπλέον αποκάλυψη του μνημείου. Πεζογέφυρα που θα περνάει πάνω από τις αρχαιότητες θα δίνει την ευκαιρία στους επισκέπτες να τα παρατηρούν και σε αυτό θα βοηθάει και το μπαλκόνι θέασης στην προέκταση της πεζογέφυρας, καθώς και ένα γυάλινο δάπεδο στη νότια πρόσβαση του σταθμού. Παράλληλα θα υπάρχει πρόβλεψη για επιτόπου επίσκεψη, ελεγχόμενη, και κατά ομάδες. Ο χρόνος περάτωσης του σταθμού με τις αρχαιότητες θα πάρει περίπου τέσσερα χρόνια από τη στιγμή που θα ξεκινήσουν οι εργασίες. Όσο για το κόστος, μένει να εκτιμηθεί».

O Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, σε ανακοίνωσή του εκφράζει «τη βαθιά του ικανοποίηση» για την γνωμοδότηση σημειώνοντας: «Από τον Ιανουάριο του 2013 ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων πρωτοστάτησε και υπερασπίστηκε αταλάντευτα μέχρι σήμερα την in situ ανάδειξη του μνημειακού συνόλου στο Σταθμό “Βενιζέλου”, συνοδοιπορώντας με τη Δημοτική Αρχή Θεσσαλονίκης, τη διεθνή επιστημονική κοινότητα και εκατοντάδες φορείς της χώρας. Οι εν λόγω αρχαιότητες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, αλλά και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, και θα αποτελέσουν εφαλτήριο για την ανάπλαση – αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου της πόλης, την προσέλκυση χιλιάδων επισκεπτών και την οικονομική της ανάπτυξη.».

Ο πόλεμος συνεχίζεται

Μέχρι η γνωμοδότηση να μετατραπεί και σε υπουργική απόφαση, η προμελέτη σε μελέτη και να ξεκινήσει η εφαρμογή της, ας θυμηθούμε ότι μέχρι και πολύ πρόσφατα τα πράγματα κάθε άλλο παρά τόσο ειδυλλιακά ήταν. Μάλιστα, σημαντικές παράμετροι γενικότερα της υπόθεσης του αρχαιολογικού έργου στην κατασκευή του μετρό παραμένουν εξαιρετικά προβληματικές.

Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, ότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία προειδοποιούσε από το 1999, πως η χάραξη του μετρό Θεσσαλονίκης θα «πέσει» πάνω σε πολλές και σημαντικές αρχαιότητες. Φυσικά, ουδείς την άκουσε. Κι ενώ αρχαιολόγοι και εξειδικευμένο εργατοτεχνικό προσωπικό εξακολουθούν να δίνουν μάχες για τη σωτηρία των αρχαιοτήτων στα εργοτάξια του Μετρό… εγκαλούνταν από διάφορες πλευρές ως «υπεύθυνοι» για την καθυστέρηση του έργου!

Τον Ιούλιο του 2006, ο αείμνηστος ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ και βουλευτής, τότε, του ΚΚΕ, Γιώργος Χουρμουζιάδης, κατέθεσε μια Επίκαιρη Ερώτηση προς τους υπουργούς ΠΕΧΩΔΕ και Πολιτισμού: «Σε λίγο καιρό που θα αρχίσουν οι σκαπτικές εργασίες για την κατασκευή του ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης είναι πλέον βέβαιο ότι πολύ γρήγορα τα σκαπτικά μηχανήματα θα αποκαλύψουν αρχαιότητες σημαντικές για τη μελέτη της ιστορίας όχι μόνο της πόλης, αλλά και της περιοχής ολόκληρης. Είναι, επίσης, βέβαιο πως αν η αποκάλυψη αυτή δεν αντιμετωπιστεί άμεσα, με τα ειδικευμένα συνεργεία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, οι αρχαιότητες θα καταστραφούν και φυσικά και το έργο θα καθυστερήσει από τις σχετικές διαδικασίες που ακολουθούν τέτοιες καταστροφές».

Κατέληγε ρωτώντας τους υπουργούς «αν έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα, ώστε ούτε οι αρχαιότητες να καταστραφούν, ούτε το έργο να καθυστερήσει».

Εκτοτε, εκτός από τα σημαντικά ευρήματα στον σταθμό «Βενιζέλος», αρχαιολογικές εργασίες «τρέχουν» στη νότια πρόσβαση του σταθμού «Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός», στη βόρεια και νότια πρόσβαση του σταθμού «Δημοκρατίας», στη βόρεια και νότια πρόσβαση του σταθμού «Αγίας Σοφίας», στη νότια πρόσβαση του σταθμού «Σιντριβάνι» και στο κτίριο ΙΙΙ και τον περιβάλλοντα χώρο του Αμαξοστάσιου.

Ας θυμηθούμε, ότι τον Γενάρη του 2012, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Οινκονομικών Υποθέσεων της Βουλής, όπου συζητήθηκε το θέμα συμπληρωματικής σύμβασης για το αρχαιολογικό κομμάτι της κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης, προέκυψε ότι η αρχαιολογική έρευνα στο έργο φέρνει στην επιφάνεια έναν από τους μεγαλύτερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας… και έπεται συνέχεια!

Ο αρχαιολογικός πλούτος, όπως παρουσιάστηκε στην επιτροπή, ήταν ήδη τεράστιος. Με τα τότε στοιχεία, το συνολικό εμβαδό των ανασκαφών στο μετρό ανερχόταν σε 28.000 τ.μ. Τα κινητά ευρήματα, που πρέπει να συντηρηθούν και να καταγραφούν, ανέρχονταν στα 28.225. Ανάμεσά τους: 5.000 αγγεία, πάνω από 5.000 γυάλινα ευρήματα, περισσότερα από 1.500 κοσμήματα, περισσότερες από 130 επιγραφές, περισσότερα από 400 ειδώλια.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι έχουν βρεθεί και εννέα χρυσά στεφάνια από την έναρξη των ανασκαφών.

μετρο2

Τι θα γίνει με όλα τα παραπάνω; Αν χρειάστηκε τόσος αγώνας για το στοιχειώδες στην περίπτωση των ευρημάτων στον σταθμό «Βενιζέλος», τι και πόσο πρέπει να φοβόμαστε για τις αρχαιότητες στα άλλα εργοτάξια του μετρό; Θα εξασφαλιστεί η ελεύθερη και απρόσκοπτη αρχαιολογική έρευνα; Θα υποστηριχθεί οικονομικά, υλικοτεχνικά και σε εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό; ‘Η, ως είθισται γενικά στην κυρίαρχη κρατική κουλτούρα άσκησης πολιτιστικής πολιτικής, θα προστατευθεί ό,τι δεν μπορεί να αποφευχθεί και «γαία πυρί μιχθήτω» για τα υπόλοιπα;

Οι ανησυχίες είναι βάσιμες. Η διαχρονική, συνειδητή απαξίωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας έχει οδηγήσει στο να καταστήσει ουσιαστικά «αφεντικά» της αρχαιολογικής έρευνας, ακόμη και στα μεγάλα δημόσια έργα, τους εργολάβους. Το δε εργασιακό καθεστώς των αρχαιολόγων που εργάζονται σε αυτά τα έργα κάθε άλλο παρά ειδυλλιακό είναι. Ετσι, τον Απρίλιο του 2016, αμέσως μετά τις επίσης «πανηγυρικές» ανακοινώσεις κυβέρνησης – εταιρείας για την επανέναρξη των εργασιών του μετρό, ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων, των επιστημόνων, δηλαδή, που σηκώνουν το μεγάλο βάρος των σωστικών ανασκαφών και στο έργο αυτό, εξέδωσε μια ανακοίνωση η οποία μόνο «γιορτινό» χαρακτήρα δεν είχε.

Συγκεκριμένα ανέφερε, ότι «οι όροι υπό τους οποίους οι έκτακτοι αρχαιολόγοι καλούνται να επανέλθουν ή να εργαστούν για πρώτη φορά στο Μετρό, αποτελούν συμπυκνωμένη έκφραση της υποτίμησης, από την πλευρά των υπευθύνων, της αρχαιολογικής εργασίας όσο και της σχετικής νομοθεσίας. Ταυτόχρονα, η ίδια η Αρχαιολογική Υπηρεσία παρακάμπτεται, και η υπόδειξη των εκτάκτων αρχαιολόγων που θα έχουν συμμετοχή στις νέες εργασίες του Μετρό γίνεται ουσιαστικά υπόθεση της Κοινοπραξίας.

»Παρά τις διαβεβαιώσεις της ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού, παρά τις δεσμεύσεις της ηγεσίας του υπουργείου Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων, παρά τις διαδοχικές συναντήσεις μας με τους υπευθύνους του έργου και τις συζητήσεις μας για την επανέναρξη των εργασιών, φαίνεται ότι πολιτική ηγεσία και εμπλεκόμενες κατασκευαστικές εταιρείες, προμαχούντος του ΑΚΤΩΡΑ (που ορίστηκε υπεύθυνος για τις αρχαιολογικές εργασίες στο Μετρό), έχουν μετατρέψει σε τέχνη την μετάθεση των δεσμεύσεων και υποχρεώσεών τους:

»Την ίδια ώρα που πετάνε το μπαλάκι της ευθύνης ο ένας στον άλλον, δρομολογούν αυθαίρετα την επιλογή του προσωπικού που θα εργαστεί στο Μετρό παραβιάζοντας τον ρόλο της αρχαιολογικής υπηρεσίας, συντάσσουν αυθαίρετες συμβάσεις, ετοιμάζουν αυθαίρετο καθεστώς και όρους εργασίας.

»Ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων, όπως ακριβώς σημειώθηκε με έμφαση και στην Τοπική Συνέλευση της 10ης Απριλίου στη Θεσσαλονίκη, θα σταθεί ενάντια σε κάθε όρο υποβάθμισης της αρχαιολογικής εργασίας, υποτίμησης των συναδέλφων, παράκαμψης της δεοντολογίας όσο και της κείμενης νομοθεσίας».

Ενημέρωναν επιπλέον, ότι μετά από συνάντηση με εκπρόσωπο του «ΑΚΤΩΡ» προέκυψε, ότι σε ό,τι αφορά στους μισθούς «η εταιρεία “ΑΚΤΩΡ” εφαρμόζει εντολή της Αττικό Μετρό – κοινώς “σύστημα μπαλάκι”». Το αίτημα των αρχαιολόγων «για την επίδειξη του σχετικού  εγγράφου της εντολής δεν έγινε δεκτό και ζήτησε να απευθυνθούμε στην Αττικό Μετρό».

Σε ό,τι αφορά στις προσλήψεις, οι αρχαιολόγοι σημείωναν, ότι «η εταιρεία δεν προτίθεται ούτε να επαναπροσλάβει ούτε να διαπραγματευτεί με τους συναδέλφους που βρίσκονται σε αγωγή. Αυτό θα γίνει μόνο εάν αποσύρουν οποιαδήποτε αξίωση και δουλέψουν με τους όρους που προτείνει η εταιρεία».

Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, η εταιρεία είπε επίσης ότι «η Κοινοπραξία προτείνει τους αρχαιολόγους όχι η εφορεία, η τελευταία απλά βάζει την υπογραφή της».

Researchers resume works at the base of an altar found in the former convent of St. Ursula

Αλλαξε κάτι προς το καλύτερο από τα παραπάνω; ‘Η δεν έχουν σημασία για την κυβέρνηση οι όροι και οι συνθήκες εργασίας των αρχαιολόγων; Υπάρχει δέσμευση για παύση των απολύσεων που καταγράφηκαν τα τελευταία χρόνια στο αρχαιολογικό έργο στο μετρό Θεσσαλονίκης; Αλλαξε κάτι, για παράδειγμα, από τον Απρίλιο του 2013 – και προς ποια κατεύθυνση – όταν οι έκτακτοι αρχαιολόγοι, καταγγέλοντας τις συνεχομένες απολύσεις συναδέλφων τους στο μετρό Θεσσαλονίκης σημείωναν, ότι αυτές αποφασίστηκαν μονομερώς από τον κύριο και τον ανάδοχο του έργου «παρακάμπτοντας κατάφορα την Αρχαιολογική Υπηρεσία»;

Να θυμίσουμε επίσης, ότι όλο το έργο προχωρά στην βάση του, ισχύοντος, «Μνημονίου Συναντίληψης και Συνεργασίας για τα Μεγάλα Εργα» που υπογράφτηκε το 2010 μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (τότε) και του υπουργείου Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, στο πλαίσιο των σχετικών αποφάσεων που λήφθηκαν κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής μεγάλων έργων τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, στοχεύοντας ακριβώς στην εξυπηρέτηση των εργολάβων και όχι των αρχαιολογικών αναγκών (αναλυτικά ΕΔΩ).

Ο μόνος τρόπος για να μην μετατραπεί αυτή η όντως σημαντική, θετική έκβαση του αγώνα για την σωτηρία των αρχαιοτήτων στον σταθμό «Βενιζέλος», σε άλλοθι καταστροφής των άλλων αρχαιοτήτων και συνέχισης του εργασιακού καθεστώτος «γαλέρας» στο αρχαιολογικό έργο στην κατασκευή του μετρό συνολικά, είναι η επαγρύπνηση της επιστημονικής κοινότητας, των κοινωνικών και συνδικαλιστικών φορέων, των κινηματικών κοινωνικών οργανώσεων και συλλογικοτήτων. Είναι η ενσωμάτωση του αιτήματος της προστασίας και ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς προς όφελος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, στις προτεραιότητες του κινήματος. Μόνο τότε η γνωμοδότηση του ΚΑΣ θα έχει πραγματικά ιστορικό χαρακτήρα.

[hr]

*Σημαντικότερα όλων των ευρημάτων που αποκαλύφθηκαν κατά τις εργασίες κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης θεωρούνται εκείνα στον σταθμό «Βενιζέλος». Αποτελούνται από δύο τεμνόμενους βυζαντινούς δρόμους, ο λιθόστρωτος Cardo και ο μαρμαροστρωμένος Decumanus, με περισσότερα από 75 μέτρα μήκος, με ορατά τα αρχαία επισκευαστικά έργα που έγιναν με πλάκες από λατομείο του Χορτιάτη, αλλά και ίχνη αμαξοτροχιών. Βρέθηκε επίσης και τετράπυλο στη συμβολή των παραπάνω οδών, με οκτώ πεσσούς που το στήριζαν, καθώς και άλλους έξι, πεσμένους, που όριζαν στεγασμένα πεζοδρόμια, κτίριο με μνημειώδη είσοδο και επιστρωμένες μαρμάρινες πλάκες, κεραμοσκεπής αποχετευτικός αγωγός, ίχνη από επιτραπέζια παιχνίδια πάνω στις μαρμάρινες πλάκες και γενικά όλα τα κατάλοιπα των οικοδομημάτων, που χρονολογούνται μεταξύ του τέλους του 6ου και τις αρχές του 7ου αιώνα.

Γεννήθηκε – και αυτή είναι μία από τις ελάχιστες βεβαιότητες που έχει – το 1970. Πουλούσε την εργατική του δύναμη επί χρόνια στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό Τύπο. Μέχρι που του έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι ήταν το μόνο πράγμα που φοβόταν. Τώρα «αναρρώνει» στο Περιοδικό. Ελπίζει, για πάντα.