Νικήτας Σινιόσογλου: «Είμαστε πλάνητες»

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Στεργιόπουλο

| 20/01/2020

Ο Νικήτας Σινιόσογλου σε μια δοκιμή περιπλάνησης, στη «Λεωφόρο ΝΑΤΟ» (Εκδόσεις Κίχλη). Ο τόπος και το τοπίο, το ανήκειν και η ανεστιότητα, έννοιες που ρέουν όταν περιπλανούμαστε, όταν χανόμαστε και βρισκόμαστε σε λαβυρίνθους με άγνωστο τέλος. Ο συγγραφέας δέχτηκε να μας μιλήσει γι’ αυτό το ιδιαίτερο ταξίδι του. Τον ευχαριστούμε

Τι κερδίσατε και τι χάσατε απ’ αυτή τη δοκιμή περιπλάνησης;

Η Λεωφόρος ΝΑΤΟ αποτελείται από στιγμές του εαυτού που πλέχτηκαν με τα εξωτερικά ερεθίσματα του δημόσιου χώρου, μια κατασκευή με υλικά που έρχονταν από «έξω» και συναντούσαν άλλα «εντός» μου κατά τη διάρκεια μιας περιπλάνησης. Περπατώντας κατέγραψα εικόνες από τη λεωφόρο (τσιμεντένιους όγκους, χωράφια, έρημα εργοστάσια, καλαμιές) καθώς έβρισκαν στον αμφιβληστροειδή και τραβούσαν από μέσα μου σκέψεις, συναισθήματα, αναμνήσεις, συνειρμούς. Πράγματα λοιπόν εσωτερικά βρέθηκαν σφιχταγκαλιασμένα με ερεθίσματα εξωτερικά, και τα έδεσα με τις λέξεις, όσο μπόρεσα καλύτερα. Κέρδισα την εμπειρία του παιχνιδιού, και της ανακάλυψης: το φανέρωμα ενός αχανούς νέου κόσμου που βήμα το βήμα πλάθεται αέναα – είναι ένας κόσμος ενδιάμεσος και πάντοτε νέος, εκείνος του πλάνητα, καθώς ο εαυτός χύνεται ολοένα στον δημόσιο χώρο σαν ποτάμι, και προκύπτει κάτι νέο, ένα υβρίδιο ιδιωτικής και δημόσιας ύλης. Νομίζω πως δεν έχασα τίποτα που να μην το είχα ήδη χάσει. Άλλωστε, η απώλεια προηγείται της περιπλάνησης. Ίσως μόνον να χάθηκε πια κι η παραμικρή αίσθηση του οικείου και του γνώριμου, η εμπιστοσύνη κι η ασφάλεια που έχεις όταν περιπλανιέσαι σε ένα μονοπάτι που ήδη γνωρίζεις (αν υπάρχει τέτοιο πράγμα) και αγαπάς.

Γιατί επιλέξατε τη Λεωφόρο ΝΑΤΟ;

Εκείνη επέλεξε εμένα. Ήταν Αύγουστος του 2016, έκανε αφόρητη ζέστη και γυρνούσα άσκοπα με μια συγκεχυμένη επιθυμία να καταλήξω στην Ελευσίνα (όπου δεν έφτασα ποτέ – μάλλον βγήκα σε ένα μέρος που τη θύμιζε). Συχνά μας επιλέγουν οι δρόμοι που νομίζουμε ότι έχουμε επιλέξει. Για τη Λεωφόρο ΝΑΤΟ δεν γνώριζα τίποτα. Κι αργότερα απέφυγα συνειδητά να παρέμβω στο γραπτό και να γράψω για την ιστορία της περιοχής ή για τα προβλήματά της – δεν ήθελα να δουλέψω σαν δημοσιογράφος, αλλά σαν φλανέρ εξόριστος από το πολυαγαπημένο του κέντρο της πόλης. Δίχως την κάλυψη του πλήθους και του οικείου τόπου, νιώθει κανείς εκτεθειμένος –γυμνός–, μα γι’ αυτό ακριβώς γίνεται πιο δεκτικός στο παραμικρό ερέθισμα, το οποίο αλλιώς θα προσπερνούσε. Η ανεστιότητα είναι δημιουργική συνθήκη.

Ο συγγραφέας, φωτό: Ελένη Ονάσογλου

Οι φωτογραφίες στο τέλος του βιβλίου συμπληρώνουν το κείμενο ή είναι ένας άλλος τρόπος αφήγησης;

Πρόκειται για φωτογραφικές σημειώσεις από την πρώτη περιπλάνηση στη Λεωφόρο ΝΑΤΟ, ένα κομμάτι του τρόπου που έχω πια να εργάζομαι, και συνάμα ένα πείραμα: κρατώ σε πραγματικό χρόνο τα φωτογραφικά ίχνη των εικόνων που γέννησαν μια σκέψη, ένα συναίσθημα, ή δημιούργησαν συνάψεις στον νου. Δεν πρόκειται για εικόνες εντυπωσιακές· αντιθέτως, τα πιο ευτελή αντικείμενα είναι ικανά να μας θέσουν σε εγρήγορση, έχουν έναν αντίκτυπο πάνω μας. Όταν περνάμε πάνω από ένα σπασμένο πεζοδρόμιο ή μια λακκούβα, μέσα μας συμβαίνει μια ελάχιστη ψυχική μετατόπιση – τέτοια αδιόρατα σχεδόν συμβάντα θέλησα να καταγράψω, τον αντίκτυπο του δημόσιου χώρου στην ψυχή του πλάνητα. Οι φωτογραφίες συμπληρώνουν το κείμενο ως ένας απομαγνητοφωνημένος πρώτος διάλογος με το «πνεύμα του τόπου», ως μαρτυρία μιας πρώτης γνωριμίας μαζί του κι ως ίχνη μιας περιπλάνησης σε ορισμένο χώρο και χρόνο.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να γράψετε αυτό το βιβλίο;

Η Λεωφόρος ΝΑΤΟ είναι κείμενο οριακής πυκνότητας. Κράτησα όλες σχεδόν τις σημειώσεις που είχαν προκύψει κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων στη λεωφόρο, ωστόσο έπρεπε να δουλευτούν οι εσωτερικοί αρμοί, κι οι συνδέσεις μεταξύ τους. Στην πορεία αντιλήφθηκα πως το κείμενο αφηγούνταν από μόνο του σχεδόν τη σταδιακή αποκοπή του πλάνητα από τον περίγυρο και τους ανθρώπους, και πως η πυκνότητα του λόγου το έκανε να ακροβατεί μεταξύ δοκιμίου, πεζογραφίας και ποίησης. Πήρα το ρίσκο να μην αλλάξω την αρχική κατεύθυνσή του και να το εμπιστευτώ χωρίς να προσθέσω επεξηγήσεις, αναπτύξεις. Αυτή ήταν η μόνη δύσκολη στιγμή, και δεν μετανιώνω την απόφαση.

Τις λεωφόρους της ζωής μας τις κατακτούμε ή μας κατακτούν;

Είναι μεγάλη αυταπάτη πως ευθέως επιλέγουμε το ποιοι είμαστε και πως γνωρίζουμε τι θέλουμε. Στην πραγματικότητα είμαστε μέρος ενός ατελείωτου δικτύου από τόπους και αντικείμενα, από συμπτώσεις, ιδέες και ιδεοληψίες παροδικής ισχύος, από πρόσωπα και συναισθήματα που αδιάκοπα μας φανερώνονται και μας κρύβονται, εκμαιεύοντας τη συμμετοχή μας. Κάποτε οι αναλαμπές είναι τυχαίες κι άλλοτε μοιάζουν να υπακούουν σε κάποιου είδους αλληλουχία, ωστόσο είναι μάταιο (και αλαζονικό) να προσπαθεί κανείς να επιβληθεί σε αυτήν την αρχέγονη δύναμη που μας αλλάζει συνεχώς και μας καθιστά ένα ακόμη εφήμερο κομμάτι της. Όλα είναι φθορά και γέννηση και φθορά. Καμιά κατάκτηση δεν βαστάει για πολύ. Απομένει να συμφιλιωθούμε με μια τέτοια λεωφόρο συμβάντων ετερόκλητων και να εμβαθύνουμε στην άβυσσό της, γνωρίζοντας πια ότι στο τέλος δεν μας περιμένει κανένας θεός ούτε κάποιο νόημα. Αυτό είναι το στοίχημα. Όλα τα άλλα είναι τεχνικές επιβίωσης.

Ο άνθρωπος φτιάχνει τον τόπο ή ο τόπος τον άνθρωπο;

Η σχέση τόπου και προσώπου είναι αμφίδρομη. Κι ακόμη παραπέρα: Επειδή κανείς τόπος και κανένα πρόσωπο δεν είναι οντότητες στατικές, οδηγούμαστε σε μια πολυειδία τοπικών και προσωπικών υβριδισμών. Γι’ αυτό κι έχει αξία ο άτοπος άνθρωπος, αυτός που κινείται ανάμεσα σε εκδοχές του τόπου και του εαυτού και ζητεί να παρέμβει, έστω με μια μικρή χειρονομία που συνήθως δεν κατανοεί πλήρως ούτε καν ο ίδιος. Η ατοπότητα είναι μεγάλη πολιτική αρετή. Από αυτήν γεννιούνται οι τόποι. Νομίζω πια ότι περισσότερο πολιτικός άνθρωπος είναι ο άτοπος άνθρωπος, κι ας μοιάζει αντιφατικό.

Αν η απώλεια βρίσκεται στην αφετηρία κάθε περιπλάνησης, μήπως η ζωή μας είναι ένα ατελείωτο βασανιστήριο; Μια αέναη προσπάθεια διαχείρισης της απώλειας;

Ο λόγος που περιπλανιόμαστε είναι πως κάτι μας λείπει – κι αυτό αναζητάμε για να νιώσουμε πιο πλήρεις, έστω στιγμιαία, όπως συμβαίνει μπρος σε ένα έργο τέχνης αληθινής, όπου κοντοστεκόμαστε, ή κατά τη διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης (γνήσιας κι όχι δήθεν), ακόμη κι εντός μιας σκηνής από τη ζωή του δρόμου που μας δίνει κάτι, μια παραμυθία. Αν δεν βιώναμε ένα λίγο πολύ διαρκές ψυχικό έλλειμμα, τότε θα καθόμασταν σπίτι μας (όπου «σπίτι» μπορεί να είναι μια ιδέα, ένας θεός, μια τακτοποιημένη ζωή). Κατά βάθος γνωρίζουμε πως όλη αυτή η περιπλάνηση κι η ζήτηση είναι ανθρώπινη, πολύ ανθρώπινη, γι’ αυτό κι η ιστορία της φιλοσοφίας δεν κατέληξε ποτέ σε ένα απόλυτο συμπέρασμα, όσες προτάσεις κι αν κατατέθηκαν στο τραπέζι, ούτε οι περιπέτειες της γραφής οδήγησαν ποτέ σε καμιά Ιθάκη. Από την άποψη αυτή η περιπλάνηση (προσωπική και συλλογική) δεν είναι μία ατελείωτη βάσανος, αλλά η αυθεντική έκφραση της ζωής και του κόσμου.

Όλα είναι δρόμος στη ζωή μας;

Υπάρχει ένα κοάν που λέει: «Ταξιδιώτη, ο δρόμος δεν υπάρχει – τον δρόμο τον φτιάχνεις περπατώντας». Είμαστε μέρος του δρόμου, ή μάλλον γινόμαστε μέρος ενός δρόμου που είναι δρόμοι. Το λέει όμορφα κι ένας αφορισμός του Antonio Porchia: «Τα πράγματα οδηγούν το ένα στο άλλο. Είναι σαν δρόμοι, και είναι σαν δρόμοι που οδηγούν μονάχα σε άλλους δρόμους». Από εδώ απορρέει, νομίζω, η έλξη του λαβυρίνθου. Μόλις παύσουμε να προσμένουμε τυχόν πλατωνικού τύπου σταθερές μάς φανερώνεται πανέμορφο το εξής παράδοξο: Ο λαβύρινθος είναι δρόμος και συνάμα εστία.

Τελικά, ανήκουμε κάπου ή είμαστε εις το διηνεκές πλάνητες;

Είμαστε πλάνητες, κι όμως θραύσματά μας τρεμοσβήνουν, αν είμαστε τυχεροί,  μες στους ανθρώπους, τους τόπους και τα πράγματα που αγαπήσαμε. Κάτι δικό μας επιβιώνει όπως όπως σε ό,τι μας έκανε να νοιαστούμε. Κι ίσως είναι αυτά τα πραγματικά καταφύγιά μας, όσα φαινομενικά βρίσκονται πίσω μας. Ο κύκλος της περιπλάνησης κλείνει με τον πόθο της επιστροφής. «Όσο αδύναμος κι αν είσαι, παραμένεις η φωτιά που φωλιάζει κάπου: σε μια ιδέα, σε έναν άνθρωπο, ή στην ιδέα ενός ανθρώπου» (Λεωφόρος ΝΑΤΟ).

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις