Οι πολιτικές δολοφονίες του Εμφυλίου (Α' Μέρος)

Η δολοφονία του Γιάννη Ζεβγού τον Μάρτη του 1947

| 08/11/2016

Την περίοδο του Εμφυλίου δύο πολιτικές δολοφονίες ηγετικών στελεχών των αντίπαλων στρατοπέδων συγκλόνισαν τη χώρα, πυροδοτώντας το υπάρχον κλίμα τρόμου και αυξάνοντας την αιματηρή λίστα των νεκρών. Το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, Γιάννης Ζεβγός, και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χρήστος Λαδάς, δολοφονήθηκαν, το 1947 και 1948 αντίστοιχα, κατόπιν προμελετημένου σχεδίου, στο φως της ημέρας, ενώ οι δράστες των επιθέσεων συνελήφθησαν. Το κουβάρι των αποκαλύψεων ξετυλίχθηκε τις ημέρες που ακολούθησαν, φέρνοντας στο φως κρυφούς σχεδιασμούς των αντιτιθέμενων, που συνδέονταν με τη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων στα πεδία των μαχών, αλλά και τη συνολικότερη πολιτική που ακολουθούσαν με στόχο την ολοκληρωτική επικράτηση έναντι του αντιπάλου.

Το μεταδεκεμβριανό καθεστώς

Η ήττα της Αριστεράς στα Δεκεμβριανά επισφραγίστηκε με την υπογραφή της Συμφωνία της Βάρκιζας, που καλούνταν να ρυθμίσει τα εξής ζητήματα: τον αφοπλισμό – διάλυση του ΕΛΑΣ και τη συγκρότηση του Εθνικού Στρατού, την εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας και των δημόσιων υπηρεσιών, κυρίως από συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων (αλλά και από οπαδούς του ΕΑΜ που είχαν συμμετάσχει στη δεκεμβριανή σύγκρουση), τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το πολιτειακό και τη διεξαγωγή εκλογών, ώστε να νομιμοποιηθεί το μεταπολεμικό καθεστώτος. Ταυτόχρονα η Συμφωνία προέβλεπε αμνηστία για πολιτικά αδικήματα τελεσθέντα από της 3ης Δεκέμβρη 1944 μέχρι υπογραφής του παρόντος, εξαιρώντας όμως μια σειρά αδικημάτων.

Ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ πραγματοποιήθηκε χωρίς χρονοτριβή, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ανάκτηση του πλήρους ελέγχου της χώρας από την ανασυγκροτημένη Εθνοφυλακή και τα βρετανικά στρατεύματα. Ταυτόχρονα, ένα κύμα βίαιων επιθέσεων εναντίον των οπαδών του ΕΑΜ εξαπολύθηκε, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, από παρακρατικές φιλοβασιλικές οργανώσεις, πολλές από τις οποίες είχα συνεργαστεί με τις κατοχικές δυνάμεις. Η «λευκή τρομοκρατία», που είχε την ανοχή της Εθνοφυλακής, έλαβε τρομακτικά έντονες διαστάσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΑΜ (Μαύρη Βίβλος) από τη Βάρκιζα μέχρι τον Απρίλη του 1946 έγιναν 1.289 φόνοι, 6.671 τραυματισμοί, 30.000 βασανισμοί, 20.000 καταστροφές και λεηλασίες γραφείων ή κατοικιών.

Το «έργο» των παραστρατιωτικών οργανώσεων συνέδραμαν και οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις, καθώς εξαπέλυσαν κύμα συλλήψεων και δικαστικών διώξεων εναντίων των μελών του ΕΑΜ. Μέχρι τέλη Δεκεμβρίου 1945, είχαν συγκροτηθεί 80.000 δικογραφίες για υποτιθέμενα κατοχικά αδικήματα. Παράλληλα πραγματοποιήθηκε η «εκκαθάριση» των δημόσιων υπηρεσιών, των Σωμάτων Ασφαλείας και του στρατού από κάθε αριστερό στοιχείο. Χαρακτηριστική είναι η απόλυση όλων των καθηγητών του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου που είχαν συνεργαστεί με το ΕΑΜ (Α. Σβώλος, Α. Αγγελόπουλου, Π. Κόκκαλης κ.ά.).

%ce%b5%ce%b1%ce%bc

Μέχρι το τέλος του 1945, απανωτές πολιτικές κρίσεις ξέσπασαν, με αποτέλεσμα τη συχνή αλληλοδιαδοχή κυβερνήσεων. Η συστηματική παραβίαση της Συμφωνίας της Βάρκιζας συνεχίστηκε από όλες τις κυβερνήσεις, με την ενίσχυση των Βρετανών, οι οποίοι υποστήριζαν ότι «η ιδιότητα του μέλους του ΕΑΜ πρέπει να θεωρηθεί μεγαλύτερο έγκλημα από ό,τι η συνεργασία με του Γερμανούς» (Φόρειν Όφις, 19/4/1945).

Μέσα σε αυτό το κλίμα επρόκειτο να πραγματοποιηθούν οι εξαγγελθείσες εκλογές, στις 31 Μαρτίου του 1946, από τις οποίες τελικά απείχε το ΚΚΕ, καθώς και άλλες ομάδες της Αριστεράς και του Κέντρου. Η πρώτη εκλεγμένη μεταπολεμική κυβέρνηση, υπό τον Κ. Τσαλδάρη, φρόντισε για την ανάληψη από το κράτος του μονοπωλίου των διώξεων της Αριστεράς. Το Γ΄ Ψήφισμα που προέβλεπε γενικευμένη εφαρμογή της διοικητικής εκτόπισης και θανατική καταδίκη για σειρά αδικημάτων, με διασταλτική ερμηνεία, μπήκε σε εφαρμογή. Με συνοπτικές διαδικασίες στήθηκαν Έκτακτα Στρατοδικεία και απαγγέλθηκαν θανατικές καταδίκες, οι οποίες εκτελούνταν άμεσα. Μάλιστα στα Γιαννιτσά εκτελέστηκε η πρώτη γυναίκα καταδικασμένη σε θάνατο από ελληνικό δικαστήριο, η δασκάλα, Ειρήνη Γκίνη, μαζί με άλλα 6 άτομα.

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν πολλούς πρώην ΕΛΑΣίτες να βγουν ξανά στο βουνό, καταδιωκόμενοι, προκειμένου να σωθούν, ενώ 6.000 μέλη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στάλθηκαν στο χωριό Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Η πολιτική του ΚΚΕ τα έτη 1945 – 6 χαρακτηρίστηκε από μια ταλάντευση μεταξύ νόμιμης και παράνομης δράσης, ενώ οι ελπίδες για εξομάλυνση της πολιτικής ζωής και ένταξης της Αριστερά σε αυτή δεν είχαν ακόμη σβήσει.

Η διολίσθηση προς την ανοιχτή ένοπλη σύγκρουση ήταν σταδιακή. Τον Ιούνιο του 1945, υπό το βάρος της «λευκής τρομοκρατία», το ΚΚΕ προέτρεπε σε οργανωμένη μαζική αυτοάμυνα, με μαζικές απεργίες και διαδηλώσεις, ενώ ενέκρινε τις αμυντικές ενέργειες των καταδιωκόμενων στα βουνά. Έξι μήνες αργότερα, στη 2η Ολομέλεια αποφασίστηκε ο βαθμιαίος σχηματισμός ενόπλων ομάδων ενάντια στη χωροφυλακή και τις παρακρατικές ομάδες, ωστόσο η έμφαση δίνονταν στη «δουλειά με νόμιμα μέσα», ενώ η χρησιμοποίηση της «αντάρτικης δράσης» θα ήταν επικουρική, με στόχο να ασκηθούν πιέσεις στην κυβέρνηση. Ακόμη και το χτύπημα στο Λιτόχωρο (30 – 31 Μαρτίου 1946), που μεταγενέστερα θεωρήθηκε η απαρχή του Εμφυλίου, παρουσιάστηκε από τον γγ του ΚΚΕ, Ν. Ζαχαριάδη, ως προειδοποίηση για τους μοναρχοφασίστες και τους Βρετανούς, σε απάντηση της τρομοκρατίας που εξαπολύθηκε στην περιοχή τις προηγούμενες εβδομάδες. Η πλήρης ρήξη με τη νομιμότητα ήλθε μόλις τον Σεπτέμβριο του 1947 (3η Ολομέλεια) που αποφασίστηκε η ολοκληρωτική ένοπλη ρήξη. i

Η δολοφονία του Γ. Ζεβγού

Το 1947 σφραγίστηκε από μια σημαντική εξέλιξη, την αλλαγή φρουράς του ξένου παράγοντα που στήριζε το κυβερνητικό στρατόπεδο: οι Βρετανοί οριστικοποίησαν την απεμπλοκή τους από την Ελλάδα και το ρόλο τους ανέλαβαν οι ΗΠΑ με την εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν και του Σχεδίου Μάρσαλ. Η κυβέρνηση Κ. Τσαλδάρη παραιτήθηκε τον Ιανουάριο, και ορίστηκε κυβέρνηση από όλα τα κόμματα της Βουλής, υπό τον Δ. Μάξιμο. Σε αυτό το φόντο, κατέφτασε στην Αθήνα, τον Ιανουάριο του 1947, ενδεκαμελής επιτροπή του ΟΗΕ. Η επιτροπή είχε σχηματιστεί τα Χριστούγεννα του 1946, σε μια προσπάθεια διεθνοποίησης του «ελληνικού ζητήματος» αυτή τη φορά από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία είχε προσφύγει στον ΟΗΕ εναντίον των όμορων σοσιαλιστικών βαλκανικών κρατών, με την κατηγορία ότι υποκινούν την «ανταρσία».

Η επιτροπή, που τη συναποτελούσαν οι χώρες που συμμετείχαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων της ΕΣΣΔ και της Πολωνίας, είχε την εξουσιοδότηση να πραγματοποιήσει έρευνα σε διάφορες περιοχές της χώρας. Κατά τη διαμονή της στην Αθήνα παρέλαβε εκθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης και δέχτηκε την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, του ΣΚ ΕΛΔ και των Αριστερών Φιλελευθέρων.

Η κάθε πλευρά παρουσίαζε τη δική της εκδοχή για τα γεγονότα: από τη μια η κυβέρνηση υποστήριζε ότι το αντάρτικο ήταν «ξενοκίνητο» και οι σοσιαλιστές βαλκανικές χώρες με τις ενέργειες τους απειλούσαν την εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία της Ελλάδας. Από την άλλη, το ΚΚΕ έκανε λόγο για «μονόπλευρο εμφύλιο πόλεμο που κήρυξαν οι Άγγλοι και ο μοναρχοφασισμός», εξαναγκάζοντας χιλιάδες καταδιωκόμενους να ανεβούν στο βουνό.ii Τις ίδιες καταγγελίες στην επιτροπή έκαναν και άλλοι πολιτικοί παράγοντες που είχαν συμμετάσχει στο ΕΑΜ αλλά αποχώρησαν μετά τα Δεκεμβριανά. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Η. Τσιριμώκου: «Ο μοναρχισμός υποστηρίζει τώρα ότι τρομοκρατεί διότι υπάρχει αντάρτικο, λησμονεί να αναγνωρίσει ότι το αντάρτικο υπάρχει διότι τρομοκρατεί».iii

Τις εργασίες της επιτροπής παρακολουθούσαν αντιπρόσωποι του ΕΑΜ και πολιτικοί παράγοντες, συμμετείχαν δε αυτοδικαίως αντιπρόσωποι της Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας και Αλβανίας, καθώς η έρευνα αφορούσε τις χώρες τους. Κλιμάκια της επισκέφτηκαν διάφορες περιοχές όπου ήταν υπό τον έλεγχο των ανταρτών αλλά και νησιά – τόπους εξορίας. Στην Θεσσαλονίκη εξετάστηκαν μάρτυρες της ελληνικής κυβέρνησης και πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις στις φυλακές της πόλης.iv Εκεί είχε σταλεί και ο Γ. Ζεβγός, ως αρχηγός της αντιπροσωπείας του ΕΑΜ (αποτελούμενη από τους Γ. Σιάντο, Κ. Γαβριηλίδη, Μ. Κύρκο).

Στις 20 Μαρτίου 1947, νωρίς το μεσημέρι, ο Γιάννης Ζεβγός πέφτει νεκρός στην οδό Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη κατά τη μεταβίβαση του στο ξενοδοχείο «Αστόρια». Τέσσερις σφαίρες, από κοντινή απόσταση, τον βρίσκουν πισώπλατα, επιφέροντάς του θανάσιμο πλήγμα και ο θάνατος του είναι ακαριαίος. Ο δράστης, καταδιώκεται από διερχόμενους πολίτες και έναν αστυφύλακα και συλλαμβάνεται. Λίγες ώρες πριν τη δολοφονία του είχε στείλει στην επιτροπή του ΟΗΕ γράμμα που κατήγγειλε τη φίμωση του δημοκρατικού Τύπου της Θεσσαλονίκης και τις αθρόες συλλήψεις μελών των κομμάτων του συνασπισμού του ΕΑΜ, οι οποίοι είχαν σχέση με την προσκόμιση στοιχείων στην επιτροπή.v

%ce%b6%ce%b5%ce%b2%ce%b3%ce%bf%cf%822

Ποιος ήταν ο Γ. Ζεβγός;

Ο Γ. Ζεβγός (πραγματικό όνομα Γιάννης Ταλαγιάννης)vi ήταν ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ με μακρά πορεία στις τάξεις του κόμματος. Γεννήθηκε στη Δορίζα Αρκαδίας το 1897 από φτωχή, πολύτεκνη αγροτική οικογένεια. Φοίτησε στο διδασκαλείο της Αθήνας και αρχικά εργάστηκε ως δάσκαλος σε χωριά της Αρκαδίας. Εκείνη την περίοδο προσβλήθηκε από φυματίωση. Το 1917 υπηρέτησε τη θητεία του στο στρατό και τότε ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας, ενώ ήταν στο μέτωπο, ανέπτυξε αντιπολεμική δράση, συνελήφθη, βασανίστηκε και στάλθηκε εκδικητικά στις πρώτες γραμμές. Εκεί συνδέθηκε με το ΚΚΕ, στο οποίο εντάχθηκε το 1922. Κατά την επιστροφή του, δούλεψε ως δάσκαλος στη Μακεδονία μέχρι το 1924, αναπτύσσοντας έντονη συνδικαλιστική δράση, οπότε άρχισαν οι διώξεις και οι συνεχείς μεταθέσεις του.

Συνελήφθη για πρώτη φορά το 1925, επί δικτατορίας Πάγκαλου, και εξορίσθηκε για πέντε μήνες στη Φολέγανδρο. Μετά την απελευθέρωσή του, τοποθετήθηκε σε υπεύθυνες θέσεις στο κομματικό μηχανισμό (μέλος του Γραφείου της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας, υπεύθυνος στις εκδόσεις του ΚΚΕ, Λαϊκό Βιβλιοπωλείο). Το 1928 ταξίδεψε στη Μόσχα, όπου παρέμεινε μέχρι το 1933. Εκεί έμαθε τη ρώσικη γλώσσα και φοίτησε στην κομματική σχολή ΚΟΥΤΒ, που είχε αναλάβει την επιμόρφωση στελεχών των ανά τον κόσμο κομμουνιστικών κομμάτων, πολλά από τα οποία ανέλαβαν αργότερα ηγετικές θέσεις στα κόμματα τους.

Αξιοποιώντας τη θεωρητική του συγκρότηση, το κόμμα τον όρισε το 1934 διευθυντή του περιοδικού Κομμουνιστική Επιθεώρηση. Συχνή ήταν και η αρθρογραφία του στο Ριζοσπάστη και τα περιοδικά Αναγέννηση και Πρωτοπόροι. Πέρα από την τρέχουσα πολιτική αρθρογραφία έγραψε πολιτικά και ιστορικά βιβλία (Η λαϊκή αντίσταση του Δεκέμβρη και το ελληνικό πρόβλημα, Το εθνικό πρόβλημα της Ελλάδας, η Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας, που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει).

Το 1935 εκλέχθηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και δύο χρόνια αργότερα ορίστηκε μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Κατά τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου συνελήφθη, καταδικάστηκε με το «ιδιώνυμο» σε δύο χρόνια φυλακή και ένα έτος εξορία. Στάλθηκε στις φυλακές της Αίγινας. Μετά την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα και από εκεί στην Ακροναυπλία. Παρέμεινε κρατούμενος από τις κατοχικές δυνάμεις μέχρι το 1942, οπότε δραπέτευσε με μυθιστορηματικό τρόπο από το νοσοκομείο, όπου είχε μεταφερθεί για να εγχειρισθεί.

Σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, συναποτελούσε τον ηγετικό πυρήνα του ΚΚΕ. Διατέλεσε μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ. Τον Αύγουστο 1944 στάλθηκε στο Κάιρο, στις διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό Κυβέρνησης Εθνική Ενότητας. Από εκεί μαζί με τον Μ. Πορφυρογένη μετέβησαν στην Καζέρτα, όπου υπέγραψαν τη ομώνυμη συμφωνία. Στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, διατέλεσε υπουργός Γεωργίας. Μετά τα Δεκεμβριανά επανεξελέγη μέλος της Κεντρική Επιτροπής και αναπληρωματικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Παράλληλα και μέχρι το 1946 καθοδηγούσε τις κομματικές οργανώσεις της Πελοποννήσου. Μάλιστα μετά το πέρας περιοδείας του στη Μεσσηνία, Λακωνία, Αρκαδία, δέχθηκε «δολοφονική επίθεση από μισθοφόρου της Χ» στην Κόρινθο, όπως κατήγγειλε ο Ριζοσπάστης. vii

Ο Γιάννης Ζέβγος (δεύτερος από αριστερά) και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος, μέλη της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στη Φουρνά Ευρυτανίας το φθινόπωρο 1944 λίγο πριν από την Απελευθέρωση. Δεξιά, ο Πέτρος Ρούσος

Ο Γιάννης Ζέβγος (δεύτερος από αριστερά) και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος, μέλη της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στη Φουρνά Ευρυτανίας το φθινόπωρο 1944 λίγο πριν από την Απελευθέρωση. Δεξιά, ο Πέτρος Ρούσος

Ποιος τον ήθελε νεκρό;

Ο Τύπος από την πρώτη στιγμή έκανε λόγο για σχέση του δράση με το Μπούλκες,viii αφήνοντας να εννοηθεί ότι πρόκειται για εσωκομματικό ξεκαθάρισμα. Λίγες ώρες αργότερα, σε τηλεγράφημα του Αστυνομικού Διευθυντή της Θεσσαλονίκης αναφερόταν ότι ο δράστης ομολόγησε κατά την ανάκριση, πως δολοφόνησε τον Γ. Ζεβγό γιατί «είχε αγανακτήσει από την εξάμηνη παραμονή του στο Μπούλκες και διά την τακτική του κομμουνιστικού κόμματος έναντι της πατρίδος». Ο δράστης ονομαζόταν Χρήστος Βλάχος, καταγόταν από τις Σέρρες και ήταν κρεοπώλης. Σε δήλωση του, που έδωσε στη δημοσιότητα το υφυπουργείο Τύπου, ομολογούσε ότι ήταν μέλος του ΕΛΑΣ, που επέστρεψε πριν ένα μήνα «από το κάτεργο του Μπούλκες», όπου υπέμεινε τα «πάνδεινα», και κατά την επιστροφή του «βρήκε τη γυναίκα του να εκπορνεύεται από τους κομμουνιστές».

Τα παραπάνω τροφοδοτήθηκαν και από διάφορα σενάρια του Τύπου που ανέφεραν ότι η γυναίκα του Χ. Βλάχου είχε σχέσεις με το Γ. Ζεβγό ή ότι ο δράστης δραπέτευσε από το Μπούλκες γιατί διαφώνησε με τους συντρόφους του και όταν γύρισε στην Ελλάδα, η γυναίκα του τον χώρισε γιατί δεν ενέκρινε τη στάση του. «Θεωρών την ηγεσία του ΚΚΕ υπεύθυνη για τα οικογενειακά ατυχήματα κατέληξεν εις την απόφασιν της δολοφονίας του Ζεβγού», έγραφαν χαρακτηριστικά.ix

Τελικά στις 23 Μαρτίου δόθηκε η δυνατότητα στους δημοσιογράφους να συναντήσουν τον Χ. Βλάχο και να του υποβάλλουν ερωτήσεις. Εκείνος υποστήριξε ότι δεν γνώριζε τον Γ. Ζεβγό και ενέργησε μόνο από αγανάκτηση για τα παθήματα του στο Μπούλκες και τη γυναίκα του. Πάντως η γυναίκα του τον διέψευσε υποστηρίζοντας ότι εκείνη δεν είχε σχέση με το ΚΚΕ, και τον είχε χωρίσει πριν φύγει για το Μπούλκες γιατί ήταν βάναυσος. Επιπλέον αποκάλυψε ότι όταν ήρθε στην Ελλάδα ανακρίθηκε από το Σώμα Στρατού και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην ΕΣΑ στον Βαρδάρη, όπου παρέμεινε 20 – 30 μέρες σε μια αποθήκη μαζί με άλλους, που προορίζονταν να εξετασθούν ως μάρτυρες του ΟΗΕ. Από εκεί έφυγε πριν 10 μέρες.x

Το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή κατήγγειλε ότι ο Γ. Ζευγός δολοφονήθηκε από το «μοναρχοφασισμό και τους ξένους προστάτες του, ενώ στεκόταν θαρραλέος μαχητής στις προφυλακές του αγώνα του λαού». Σε ανακοίνωση του το ΕΑΜ ανέφερε ότι «η δολοφονία χαρακτηρίζει μια καινούργια περίοδο ύστερα από το λόγο του Τρούμαν», επεσήμανε ότι η ενέργεια στρεφόταν κατά του ΟΗΕ, ενώ υπαινισσόταν ανάμειξη του υπουργού Δημόσιας Τάξης, Ν. Ζέρβα.xi Στο Ριζοσπάστη της 21ης Μαρτίου υπήρχε εκτενής κάλυψη της «πολιτικής δολοφονίας» του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, ενώ ο πρωτοσέλιδος πηχυαίος τίτλος ανέφερε: «Δολοφονήθηκε χθες στη Θεσσαλονίκη ο Γιάννης Ζέβγος. Ο φόνος έγινε μετά την άφιξη Ζέρβα και Αλεξανδρή (σ.σ. υπουργοί Δημοσίας Τάξεως και Δικαιοσύνης αντίστοιχα). Η κυβέρνηση κρύβεται πίσω από μια άνανδρη σκηνοθεσία. Κατάπληξις στους κύκλους του ΟΗΕ».xii

Η κηδεία

Την επόμενη ημέρα, οι αστυνομικές αρχές απαγόρευσαν στη σύζυγο του Γ. Ζεβγού, να μεταφέρει τη σωρό του στην Αθήνα. Μάλιστα εξανάγκασαν τους συγγενείς να κάνουν την κηδεία αυθημερόν στη Θεσσαλονίκη, απειλώντας τους ότι αν δεν παρουσιαστούν θα κηδευτεί ασυνόδευτος. Η κηδεία πραγματοποιήθηκε κάτω από πάσα μυστικότητα και το νεκροταφείο ήταν ζωσμένο με χωροφύλακες και χαφιέδες, σύμφωνα με τις αφηγήσεις της Κ. Ζευγού. Παρόντες ήταν μόνο η γυναίκα και η κόρη του, ο γιατρός και συγγενής τους, Αυγουστίδης, και ο ανταποκριτής του Ριζοσπάστη στη Θεσσαλονίκη.

Η Καίτη Ζευγού αποχαιρέτισε τον σύντροφο της με τα παρακάτω λόγια: «Αγαπημένε μας όπως έζησες ταπεινά όλη τη ζωή σου έτσι πέθανες και τώρα. Όλη σου τη ζωή σου την έδωσες στο κόμμα και για αυτό σε δολοφόνησαν. Δεν σου φέραμε λουλούδια, Γιάννη μου, αλλά είμαστε εδώ η γυναίκα σου και η κόρη σου και σου δίνουμε μια υπόσχεση: να δώσουμε και εμείς τη ζωή μας για τον ιερό αγώνα που εσύ άρχισες για τη συμφιλίωση του λαού, ολόκληρου του λαού για να μην τον σκοτώνουν άδικα».xiii

Στον Τύπο της επόμενης ημέρας αναφερόταν επιγραμματικά σχετικά με την κηδεία ότι «απαγορεύτηκε με απόφαση της αστυνομίας κάθε πολιτική εκδήλωση. Η αστυνομία βρίσκεται σε επιφυλακή». Από την άλλη πλευρά ο Ριζοσπάστης έγραφε: «Φοβισμένη η κυβέρνηση δεν άφησε τον λαό να κηδέψει τον αγωνιστή Ζεβγό». Ομαδικό προσκύνημα στον τάφο του Γ. Ζεβγού πραγματοποιήθηκε στις 22 Μαρτίου με τη συμμετοχή του Ν. Ζαχαριάδη, του Κ. Καραγιώργη, του Γ. Πασαλίδη και πολύ κόσμου.

%ce%b6%ce%b5%ce%b2%ce%b3%cf%8c%cf%821

Διαμαρτυρίες για τη δολοφονία

Η κυβέρνηση αρνήθηκε να προβεί σε οποιαδήποτε δήλωση σχετικά με τη δολοφονία, αρκούμενη να επισημάνει ότι «μετά τη σύλληψη του δράστη η υπόθεση έχει περιέλθει στη δικαιοσύνη», xiv ενώ ούτε ένας υπουργός δεν κατήγγειλε τη δολοφονία. Αντιπροσωπεία της ΚΕ του ΕΑΜ επισκέφτηκε τον πρωθυπουργό Μάξιμο, και τους αντιπροέδρους της κυβέρνησης, Σ. Βενιζέλο και Κ. Τσαλδάρη, διαμαρτυρόμενη για τη δολοφονία, καταγγέλλοντας την ηθική και πολιτική ευθύνη των υπουργών Γ. Παπανδρέου και Ν. Ζέρβα, ζητώντας από την κυβέρνηση να διαχωρίσει τη θέση της, για να δείξει ότι δεν συμμερίζεται την πολιτική των δολοφονιών. Ταυτόχρονα απαίτησε την κατάργηση της ΕΣΑ. Κατά τις συναντήσεις, ο πρωθυπουργός επέμεινε ότι η δολοφονία δεν είχε πολιτικό χαρακτήρα αλλά οφειλόταν σε λόγους εκδικήσεως, θέση την οποία στήριξε και ο Σ. Βενιζέλος. Ο Κ. Τσαλδάρης ανέφερε ότι η δολοφονία ήταν αποτέλεσμα των εσωκομματικών διενέξεων του ΚΚΕ. xv

Επιδιώκοντας να δόθηκε ακόμη μεγαλύτερη έκταση στο γεγονός, ο Ν. Ζαχαριάδης μαζί με τον Αλ. Λούλη από την ΚΕ του ΕΑΜ παρέδωσαν στην επιτροπή του ΟΗΕ υπόμνημα στο οποίο κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι αφού δεν κατόρθωσε με τις διώξεις να υποδουλώσει τον ελληνικό λαό, για αυτό αποφάσισε να τρομοκρατήσει την ηγεσία και το δημοκρατικό λαό με δολοφονίες στελεχών, όπως του Ζεβγού, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, μέρα μεσημέρι, ενώ κατά σατανική σύμπτωση τη μέρα αυτή ο υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως βρίσκονταν στην πόλη. xvi

Οι αποκαλύψεις των δραστών

Τα γεγονότα πήραν άλλη τροπή όταν στις 3 Απριλίου ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε επιστολή του 33χρονου καπνοπαραγωγού από της Σέρρες, Νίκου Σιδηρόπουλου, συνεργού του Χ. Βλάχου. Όπως ανέφερε είχε φύγει και αυτός από τον «τόπο αυτοεξορίας» του, το Μπούλκες, και μόλις επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη τον «παρέλαβε» το Γ’ Σώμα Στρατού. Τοποθετήθηκε μαζί με άλλους στην ΕΣΑ Βαρδαρίου, όπου τους ασκήθηκαν πιέσεις για «να καταθέσουν άσχετα με την αλήθεια για τη ζωή στο Μπούλκες». Μάλιστα ο αντιπρόσωπος της κυβέρνησης στην επιτροπή του ΟΗΕ, Κύρου, τους επισκέφθηκε και επέμεινε να καταθέσουν για «να σώσουν την Ελλάδα». Κατά την παραμονή τους στην ΕΣΑ, μαζί με άλλα άτομα που τελικά κατέθεσαν στην επιτροπή (ο ίδιος δεν κατέθεσε), λάμβαναν ημερομίσθιο, αλλά και μεγαλύτερα ποσά.

Στις 10 Μαρτίου 1947, μαζί με τους Χρήστο Βλάχο, Αθανάσιο Παρτούλα, Πολυμέρη Χαρίση, Λάζαρο Τσιαούση, Χαράλαμπο Γκιαουρίδη, Ευστάθιο Μπαϊπουλτίδη τους έγραψαν σε εθνικόφρονες οργανώσεις, οπλίζοντας τους. Αρχηγός τους ήταν ο Τάσος Τσάκωνας. Η εντολή που τους δόθηκε ήταν να δολοφονήσουν διάφορα ηγετικά στελέχη της Αριστεράς: τον Γ. Ζευγό, τον δικηγόρο Σακελαρόπουλο, τον Δηλαβέρη και τον γιατρό Πασαλίδη. Ενώ έλαβαν διαβεβαιώσεις ότι όλα θα γίνουν με την ανοχή της αστυνομίας, και μετά το πέρας του σχεδίου θα αμειφθούν αδρά.

Η παρακολούθηση του Γ. Ζεβγού ξεκίνησε στις 18/3 με τη συμμετοχή και των επτά ατόμων, κανένα από τα οποία δεν τον γνώριζε προσωπικά. Η διαταγή που πήραν ήταν να τον σκοτώσουν νύχτα και κρυφά μέσα στο ξενοδοχείο του, πράγμα που δεν έγινε κατορθωτό. Μετά από δύο ημέρες παρακολουθήσεων, ο Τ. Τσάκωνας και ο Χ. Βλάχος κατόπιν συνάντησης, στην οποία παραβρέθηκε και ο άρτια αφιχθείς στην πόλη Ν. Ζέρβας, πήραν εντολή η δολοφονία να γίνει άμεσα, σε οποιοδήποτε σημείο της πόλης.

Κατόπιν τούτου, ξεκίνησε εκ νέου παρακολούθηση. Όταν ο Γ. Ζεβγός βγήκε από εστιατόριο στην Αγίας Σοφίας, ο Χ. Βλάχος τον πυροβόλησε. Αμέσως σκόρπισαν όλοι και συγκεντρώθηκαν ένας ένας στην ΕΣΑ, εκεί έμαθαν για τη σύλληψη του Χ. Βλάχου. Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στο Ε’ τμήμα, όπου ένας ενωμοτάρχης του υπέδειξε από το παράθυρο το γραφείο του Σακελλαρόπουλου, αναφέροντας του ότι αυτός θα αναλάμβανε τη δολοφονία του. Θα την πραγματοποιούσε είτε με όπλο, στην περίπτωση που ήταν και άλλοι στο γραφείο, ή με μαχαίρι, αν ήταν μόνος.

Κατά την παραμονή του στο Ε’ Τμήμα, επισκέφτηκε το γραφείο του διοικητή, στο οποίο βρισκόταν ο Τ. Τσάκωνας, ο βουλευτής του Κιλκίς Παπαδόπουλος και κάποιος στρατιωτικός, αφού συνομίλησαν ο Τ. Τσάκωνας τους ενημέρωσε ότι οι εκτελέσεις έπρεπε να αναβληθούν για δυο – τρεις μέρες. Η επιστολή έκλεινε με τη δήλωση του Ν. Σιδηρόπουλου ότι δέχεται να καταθέσει όσα ομολογεί «μπροστά σε οποιαδήποτε επιτροπή, αρκεί να έχω εγγυήσεις ότι δεν θα πάθω τίποτα. Σας στέλνω και μια φωτογραφία μου που είμαι με ένα από την ΕΣΑ πάνω σε μοτοσικλέτα». xvii

Η επιστολή προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, ο υπουργός Δικαιοσύνης δήλωσε ότι το δημοσίευμα στοχεύει στη συκοφάντηση της χώρας, ενώ ο Ν. Ζέρβας έκανε μήνυση στον Ν. Σιδηρόπουλο και τον Ριζοσπάστη για συκοφαντική δυσφήμιση.xviii Αργότερα δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη αντίστοιχη δήλωση και άλλου συνεργού, του Χ. Γκιαουρίδη. Σύμφωνα με την εφημερίδα Ελευθερία, ο ίδιος ανακρίθηκε από την αστυνομία και δήλωσε ότι η επιστολή ήταν πλαστή, ωστόσο ο δικηγόρος της οικογένειας Ζεβγού κατέθεσε στον ανακριτή τις πρωτότυπες χειρόγραφες επιστολές. xix

Η δίκη και η φυγή στην Αργεντινή

Ο φυσικός αυτουργός της δολοφονίας Χρήστος Βλάχος, παραπέμφθηκε σε δίκη το 1948 και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης μόλις 4 ετών. Σύντομα όμως ανακοινώθηκε ότι «δραπέτευσε» από τη φυλακή και φυγαδεύτηκε στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, όπως φαίνεται και στο δημοσιεύματα ελληνόφωνης παροικιακής εφημερίδας: «Αφίχθη εις την πόλη μας ο ομογενής κ. Χρήστος Βλάχος προκειμένου να εγκατασταθεί οριστικώς ενταύθα!».xx

Αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα και για πολλά χρόνια ήταν έγκλειστος στο ψυχιατρείο της Λέρου. Από εκεί, το 1981, έδωσε συνέντευξη στην εφημερίδα Ακρόπολις, στην οποία αποκάλυψε το σχέδιο εκτέλεσης του Γ. Ζεβγού: «Εγώ δούλευα για την ελληνική και τη συμμαχική αντικατασκοπία, πολεμούσα τους κομμουνιστές και τους Τούρκους… Έτσι, εκτέλεσα και την εντολή που πήρα από τους ανωτέρους μου, να σκοτώσω τον Γιάννη Ζεβγό. Έπρεπε να υπακούσω. Η πατρίδα κινδύνευε, έπρεπε να την καθαρίσω από τους κομμουνιστές. Και τον Σουλτάνο του ΚΚΕ (σ.σ. τον Ζαχαριάδη) έπρεπε να τον σκοτώσω».

Σημειώσεις

i O. L. Smith, «Αυτοάμυνα και κομμουνιστική πολιτική 1945-1947», στο L. Baerentzen, Γ. Ιατρίδης, O. Smith (επιμ.), Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο, Ολκός, Αθήνα 1992, σ. 165-84

ii Έτσι άρχισε ο εμφύλιος, ολόκληρη η έκθεση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στον ΟΗΕ τον Μάρτιο 1947, Γλάρος, Αθήνα 1987, σ. 9-14.

iii Τ. Βουρνάς, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, Εκδόσεις Αδελφών Τολίδη, Αθήνα 1981 σ. 98

iv Για τη σύσταση της επιτροπής του ΟΗΕ βλ. ό.π., σ. 92-3,97-8, 115.

v Εφ. Ριζοσπάστης, 21/3/1947

vi Το ψευδώνυμο Ζεβγός προέκυψε όταν το 1933 υπέγραψε μαζί με τη γυναίκα και συντρόφισσα του, Καίτη Νισυρίου, ένα άρθρο στο Ριζοσπάστη, στο οποίο υπέγραφαν ως «Ζέβγος». Από τότε διατήρησαν αυτό το όνομα, σε όλη την περίοδο της παρανομίας τους, και έμειναν γνωστοί ως Γιάννης Ζεβγός και Καίτη Ζευγού.

vii Για τα βιογραφικά στοιχεία του Γ. Ζεβγού βλ. Εφ. Ριζοσπάστης, 21/3/1947 και Καίτης Ζεύγου, Με τον Γιάννη Ζέβγο στο επαναστατικό κίνημα, Ωκεανίδα, Αθήνα 1980, σελ. 17

viii Χωριό της Γιουγκοσλαβίας που στάλθηκαν μετά τη Βάρκιζα πολλά μέλη του εαμικού κινήματος: εκείνοι που είχαν αποκρύψει μέρος του οπλισμού του ΕΛΑΣ, για να μην προδώσουν τις τοποθεσίες σε περίπτωση που έπεφταν στα χέρια της Ασφάλειας, μέλη της ΟΠΛΑ και αντιστασιακά στελέχη που ήταν «πολύ εκτεθειμένα». Αυτοί ήταν ο πρώτος πυρήνας, κάποια στιγμή ο αριθμός των πολιτικών προσφύγων στο γιουγκοσλαβικό χωριό έφτασε τα 6.000.

ix Εφ. Ελευθερία, 21/3/1947

x Εφ. Ριζοσπάστης, 23/3/1947

xi ό.π.

xii Εφ. Ριζοσπάστης, 21/3/1947

xiii Φ. Ηλιού, Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, η εμπλοκή του ΚΚΕ, Θεμέλιο, β΄ έκδοση, Αθήνα 2005, σ. 68-9.

xiv Εφ. Βήμα, 22/3/1947

xv Εφ. Ελευθερία, 22/3/1947

xvi Εφ. Ριζοσπάστης, 23/3/1947

xvii Εφ. Ρίζος, 3/4/1947

xviii Εφ. Ελευθερία, 4/4/1947

xix Εφ. Ελευθερία, 16/4/1947

xx Τ. Βουρνάς, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, ό.π., σ. 125

Από πιτσιρίκα ήθελε να «δουλέψει ένα φεγγάρι αλογάκι σε λούνα παρκ» (βλέπεις κάτι είχε πιάσει το αυτί της από το ποίημα της Τζένη Μαστοράκη, Δούρειος Ίππος). Τελικά δεν τα κατάφερε και ασχολήθηκε με πιο πεζά πράγματα όπως η ιστορία και η δημοσιογραφία. Από το 2008 γράφει στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.