Ο ελληνικός εμφύλιος στον κινηματογράφο (μέρος Γ')

Από το 1990 μέχρι το 2015. Συνοπτική επισκόπηση.

| 29/07/2015

Με κόμβο τις κυβερνητικές συνεργασίες του 1989 και στο φόντο των μετασχηματισμών στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, ξεκινά μια νέα φάση στην οποία η πολιτικοποίηση της μεταπολίτευσης υποχωρεί. Ταυτόχρονα, οι προωθημένοι μορφικοί πειραματισμοί στο πλαίσιο του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου οδηγούν στην κόπωση ακόμα και το πιο εξοικειωμένο κοινού. Ακολουθεί η αριθμητική μείωση των ταινιών πολιτικού περιεχομένου και οι ελάχιστες ταινίες μυθοπλασίας που αναφέρονται στον εμφύλιο, πλέον, έχουν μετατοπιστεί προς ηπιότερες προσεγγίσεις με επίκεντρο τον άνθρωπο, ενώ παράλληλα παράγονται αρκετά ντοκιμαντέρ που φωτίζουν άγνωστες πτυχές της περιόδου αυτής.

Ο Ηνίοχος (1995) του Αλέξη Δαμιανού αποτελεί μια προσωπική κατάθεση του σκηνοθέτη, ο οποίος μένοντας πιστός στο δικό του αξιακό κώδικα, και πέραν της αντιπαράθεσης Αριστεράς-Δεξιάς, εντοπίζει στοιχεία διχασμού των Ελλήνων με βαθύτερη πολιτισμική προέλευση. Τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1996, αλλά δεν συνάντησε ευρεία ανταπόκριση από το κοινό.

Ηνίοχος, Αλ. Δαμιανός

Ηνίοχος, Αλ. Δαμιανός

Το 1997 η Βασιλική του Βαγγέλη Σερντάρη αφηγείται τη βασανισμένη πορεία ενός παράξενου έρωτα ανάμεσα σε έναν ενωμοτάρχη και μια κομμουνίστρια εν έτει 1949. Στην ταινία σκιαγραφείται η ζοφερή κατάσταση που διαμόρφωσε η άρχουσα τάξη στη χώρα μετά τη νίκη της, αλλά ο κεντρικός άξονας είναι το ανθρώπινο δράμα που βιώνει το ζευγάρι ερχόμενο σε σύγκρουση με το εξαιρετικά δυσμενές κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Η Βασιλική απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας από την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου και κρατικό βραβείο καλύτερης ταινίας, συναντώντας παράλληλα θερμή υποδοχή από το κοινό.

Το 1997 γυρίζεται το ντοκιμαντέρ Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος από το Ροβήρο Μανθούλη που έλαβε το ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Τηλεοπτικών Προγραμμάτων (F.I.P.A.) του Μπιαρίτζ. Η παραγωγή παρουσιάστηκε σε δυο εκδοχές, μια σχεδόν ωριαία και μια εξάωρη. Η ωριαία βερσιόν αποτελεί μία καταγραφή των γεγονότων του εμφυλίου που περιλαμβάνει αρχειακό υλικό από το συνεργείο του Δ.Σ.Ε., από το BBC και από αρχεία των χωρών και των δυο αντίπαλων στρατοπέδων. Η εξάωρη βερσιόν με τίτλο Βίοι Παράλληλοι του Εμφυλίου έλαβε το ετήσιο βραβείο καλύτερης εκπομπής πληροφόρησης στην Ελλάδα, το 1997. Στα έξι ωριαία επεισόδια καταγράφονται οι μαρτυρίες 17 προσώπων που έζησαν ή μελέτησαν την περίοδο του εμφυλίου. Καταγράφεται, ακόμη στο ντοκιμαντέρ, η διεθνής κοινή γνώμη, ή έστω το τμήμα της που ευαισθητοποιείται και εκφράζεται με τη μετάβαση του Paul Eluard στο Γράμμο και την εκφώνηση μηνύματος προς τον τακτικό ελληνικό στρατό από τις γραμμές των ανταρτών.

Το 1998 με το Ούλοι Εμείς Εφέντη, ο Λεωνίδας Βαρδαρός αφηγείται την ιστορία 8 ανταρτών στην Ικαρία που αρνούνται να παραδοθούν και συνεχίζουν για έξι χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου να κρύβονται. Μέσα από τις σχέσεις των ανταρτών με τους ντόπιους αναδεικνύονται στοιχεία μια αυθεντικής λαϊκότητας και αλληλεγγύης και για άλλη μια φορά σκιαγραφούνται οι ανθρώπινες διαστάσεις της σκληρής μετεμφυλιακής πραγματικότητας που εδραιώνεται.

Ο Αγγελόπουλος επανέρχεται το 2004 με Το Λιβάδι που Δακρύζει. Βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την πραγμάτευση της ιδεολογίας και με μεγαλύτερη έμφαση στο εικαστικό σκέλος, μάς ταξιδεύει στην τραγική πορεία της ζωής της Ελένης, που κορυφώνεται με το χαμό των παιδιών της που βρέθηκαν στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα του εμφυλίου. Η ταινία απέσπασε το βραβείο Fipresci.

allos-dromos-den-yphrxe-afisa

Άλλος δρόμος δεν υπήρχε, Σταύρος Ψυλλάκης

Μια σειρά από ενδιαφέροντα ντοκιμαντέρ ακολούθησε τα επόμενα χρόνια. Η βραβευμένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Μακρόνησος (2008) των Ηλία Γιαννακάκη και Εύης Καραμπάτσου, παρουσιάζει τη μαρτυρία του 90χρονου διοικητή του στρατοπέδου, το πρώτο ουσιαστικά καταγεγραμμένο ντοκουμέντο μαρτυρίας της άλλης πλευράς. Η ιδεολογική μεταστροφή και ένταξη του Τούρκου Μιχρί Μπελί στον Δ.Σ.Ε., αλλά και οι μετέπειτα συνέπειες της επιλογής του περιγράφονται στο Καπετάν Κεμάλ, ο σύντροφος (2008) του Φώτου Λαμπρινού. Οι αντάρτισσες «γυναίκες της διπλανής πόρτας» γίνονται πρωταγωνιστές στη Ζωή στους βράχους (2009) της Αλίντας Δημητρίου. Στο βραβευμένο από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου Άλλος δρόμος δεν υπήρχε (2009) του Σταύρου Ψυλλάκη μαθαίνουμε για τους εναπομείναντες αντάρτες του Δ.Σ.Ε. στην Κρήτη, παράνομους για χρόνια στο νομό Χανίων και για εκείνους που με αυτοθυσία τους προστάτεψαν.

Το 2009 ο Βούλγαρης στο Ψυχή βαθιά με το μοτίβο της ιστορίας δύο αδελφών που βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα κάνει μια στροφή και έρχεται να υποστηρίξει ότι ευθύνες για τον εμφύλιο είχαν εξίσου και οι δύο πλευρές και πως δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, παρά μόνο ανθρώπινες τραγωδίες. Με έντονη συναισθηματική φόρτιση και με όχημα μια υψηλή αισθητική φαίνεται να καταδικάζει τη βία γενικώς και να προβάλλει την ιδέα της «εθνικής ομοψυχίας». Η ταινία απέσπασε 2 βραβεία (ήχου, πρωτότυπης μουσικής) και είχε εισπρακτική επιτυχία.

Ψυχή Βαθιά, Π. Βούλγαρης

Ψυχή Βαθιά, Π. Βούλγαρης

Το 2011 ο Κώστας Χαραλάμπους με την ταινία Δεμένη Κόκκινη Κλωστή, μάς μεταφέρει σε μια ορεινή επαρχία του 1945, λίγο μετά τα Δεκεμβριανά και τη Συμφωνία της Βάρκιζας, όπου ένοπλοι παρακρατικοί προβαίνουν σε εκφοβισμούς, βασανισμούς και δολοφονίες απέναντι σε αριστερούς που δεν έχουν υποταχτεί και οι οποίοι ετοιμάζονται για τη σύγκρουση που έρχεται. Ο δημιουργός, μέσω ενός σκληρού ρεαλισμού δείχνει μια επιμονή στη σκιαγράφηση της φρίκης, του μίσους και του ανθρώπινου πόνου ως προσωπικών βιωμάτων που ήταν διάχυτα και στις δυο πλευρές, χωρίς να προσπαθεί να εντρυφήσει στο ρόλο της ιδεολογίας ή των ιστορικών διαδικασιών. Ωστόσο, η σαφής υπογράμμιση του ποιοί συγκροτούν την κάθε πλευρά, αναδεικνύεται σε χρήσιμο εργαλείο για τη σύγχρονή μας πραγματικότητα.

Τέλος, με την ταινία Τα παιδιά του εμφυλίου (2015), ο Διονύσης Γρηγοράτος, ισορροπώντας ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκιμαντέρ, φέρνει στο φως (χρησιμοποιώντας και σπάνιο αρχειακό υλικό) μια από τις πιο συγκλονιστικές πτυχές του εμφυλίου, αυτή που αφορά στη μαζική μετακίνηση περίπου 30.000 παιδιών από τον Δ.Σ.Ε. εκτός Ελλάδος, σε Ιδρύματα Πολιτικών Προσφύγων σε χώρες του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ και άλλων τόσων παιδιών, από τον εθνικό στρατό, σε «Παιδοπόλεις» που ίδρυσε η Βασίλισσα Φρειδερίκη. Χωρίς να φτάνει σε υψηλά εικαστικά επίπεδα, η ταινία αναδεικνύεται επίκαιρη ως προς το περιεχόμενο, καθώς, κάνοντας αναφορά αφενός στα στρατόπεδα που συγκρούονταν τότε και αφετέρου στο Δεκέμβρη του 2008 και στη σύγχρονη Ελλάδα, αφήνει προς διερεύνηση το ζήτημα του αν, τελικά, παραμένει ανοιχτό το ρήγμα εκείνο, εντός της ελληνικής κοινωνίας, που εδράζεται στις ταξικές διαφορές και επί χρόνια επιχειρήθηκε να καλυφθεί υπό το πέπλο της εθνικής ενότητας.

..

*Σημαντική διαδικτυακή πηγή στην οποία βρίσκεται συγκεντρωμένο χρήσιμο υλικό (πολλαπλάσιο σε πληροφορίες από την παρούσα συνοπτική επισκόπηση) για το εν λόγω ζήτημα είναι η ιστοσελίδα http://cineguerracivil.blogspot.com/

Ο Δημήτρης Κεχρής είναι φωτογράφος και επιμελητής. Σπούδασε Φυσική στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε το πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών «Ψηφιακές Μορφές Τέχνης» της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Είναι συνιδρυτής του κόμβου θεωρίας και κριτικής της φωτογραφίας ALDEBARAN και εργάζεται ως επιμελητής στο MedPhoto Festival. Κείμενά του για τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο έχουν δημοσιευτεί σε επιθεωρήσεις, σε συλλογικούς τόμους και στον ημερήσιο Τύπο. Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος.