Πριν τη λευκή σελίδα

«Γυμνό Γεύμα» του Ουίλιαμ Μπάροουζ

| 10/07/2016

Τί υπάρχει στο «πριν» κάθε συγγραφέα, κάθε ποιητή; Σαν αναγνώστες βρισκόμαστε πάντα στο «μετά», στη στιγμή που «περπατάει» το έργο του κάθε λογοτέχνη. Τη στιγμή που κατεβάζουμε το βιβλίο από το ράφι και το ξεσκονίζουμε, ο δημιουργός «ξεσκονίζει» τις σκέψεις του, τις προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα που θα οδηγήσουν το χέρι του στο χαρτί για να γράψει κάτι καινούριο. Η διαδικασία ίσως είναι επίπονη και κοπιαστική πνευματικά για τον ίδιο, όμως θέλουμε να συμμετάσχουμε. Το διάβασμα είναι απόλαυση, αλλά τι ήταν αυτό που άναψε τη σπίθα για να πάρει φωτιά η πένα και να «ζωντανέψει» η λευκή σελίδα; Ποια ήταν η αφορμή για να «γεννηθούν» τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Ψάχνουμε, βρίσκουμε και απαντάμε.

Πώς “γεννήθηκε” το “Γυμνό Γεύμα” του Ουίλιαμ Μπάροουζ

Το “Γυμνό Γεύμα” είναι μοναδικό (και) στη δημιουργία του. Ακόμη και ο τίτλος του υπήρξε απαιτητικός. Μέχρι να φτάσουμε σε αυτόν που γνωρίζουμε, κανείς δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα αν διαβάζαμε “Το Γυμνό Γεύμα” από τον Ουίλιαμ Μπάροουζ ή το “Γυμνό Γεύμα” από τον Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ.

Οι ρίζες σύνθεσης του βιβλίου βρίσκονται σε αυτό που αποκαλούσε ο Μπάροουζ “ρουτίνες”. Δηλαδή σουρεαλιστικά σκαριφήματα που περιλαμβάνονταν στα γράμματα που έστελνε στον Άλεν Γκίνσμπεργκ. Αυτά, άρχισαν να αυξάνονται αργά αλλά σταθερά και είχαν γεμίσει το δωμάτιο του Μπάροουζ. Σε αυτό το σωρό είδε να σχηματίζεται το βιβλίο. Απευθυνόμενος στον Γκίνσμπεργκ έλεγε “απαίσιο χάος χειρόγραφων σημειώσεων που πρέπει να νοικοκυρευτεί, συν τα γράμματα”. Ο συγγραφέας του “Ουρλιαχτού”, εκείνη την περίοδο κατηγορούνταν για αισχρότητα, έδειχνε αναστατωμένος με τον εξτρεμισμό των “ρουτινών”.

“Γυμνό Γεύμα”3

Το “Γυμνό Γεύμα” είναι “επιστολικό μυθιστόρημα” γραμμένο από κάποιον που όρισε τη ζωή του πάνω στον ελεύθερο χρόνο, τα ταξίδια, τον ρομαντισμό. Η ανεμελιά ταυτίστηκε με την παραλυτική εξάρτηση των ναρκωτικών, το ταξίδι με τη φυγή από τα μπλεξίματα με το νόμο και ο ρομαντισμός με τον πληρωμένο σεξ με αγόρια σε εξωτικές τοποθεσίες. Ο τρόπος ζωής του Μπάροουζ συνέβαλε σημαντικά στη “γέννηση” του “Γυμνού Γεύματος”.
Υπάρχει όμως κι άλλη πηγή. Το “μίσος για τον εαυτό του”. Ο Μπάροουζ υπήρξε σε δύο εαυτούς με τον έναν να σιχαίνεται τον άλλο. Μάλιστα, υπάρχει γράμμα του στον Γκίνσμπεργκ με θέμα “ανάλυση της παραδοξότητας μου”. Σε αυτό περιγράφει ένα όνειρο στο οποίο συστήθηκε στη “μη παράδοξη περσόνα μου”.

Το ταξίδι στην Ταγγέρη έπαιξε ρόλο στη συγγραφή του βιβλίου όπως και η εξάρτηση του από τα ναρκωτικά. Ο Μπάροουζ έγραψε υπό την επήρεια τους, ενώ προσπαθούσε να “καθαρίσει”. Επειδή όμως ήταν δύσκολο να βρει ηρωίνη στην Ταγγέρη, χρησιμοποιούσε Eukodol, υποκατάστατο βασισμένο στη μορφίνη.

Γραμμένο από τον προσωπικό δαίμονα του Μπάροουζ

Το “Γυμνό Γεύμα” δεν μπορεί να ενταχθεί σε καμία λογοτεχνική κατηγορία. Δεν είναι αυτοβιογραφία. Δεν είναι μυθιστόρημα. Δεν είναι μαρτυρία. Δεν είναι δοκίμιο. Δεν είναι μελέτη. Είναι το ακροτελεύτιο σύνορο της πιο νοσηρής φαντασίας στην οποία υπάρχουν όλα τα προηγούμενα. Έρχεται από το μέλλον και ο ρυθμός του είναι καταιγιστικός, παραληρηματικός, εξαρτησιογόνος. Ο λόγος του είναι τόσο εθιστικός που σε κάνει να χάνεις την αίσθηση του χρόνου και του χώρου. Σε σοκάρει όχι γιατί είναι γεμάτος αποκρουστικές προκλήσεις, αλλά γιατί λέει την αλήθεια ενός ανθρώπου κι ενός κόσμου που ζει πίσω από το ψυχρό φως. Το “Γυμνό Γεύμα” είναι το ανελέητο ταρακούνημα της φαντασίας που δεν χαρίζεται σε κανέναν. Σεμνοτυφία, καθωσπρεπισμός, νόμος, τάξη, εξουσία, κοινωνική πρόνοια, λογοκρισία, όλα καταγγέλλονται. Το “Γυμνό Γεύμα” είναι γραμμένο από το αόρατο χέρι του προσωπικού δαίμονα του Μπάροουζ.

Το βιβλίο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο Παρίσι το 1959 και στην Αμερική το 1962. Οι υπεύθυνοι του εκδοτικού οίκου συνελήφθησαν λόγω άσεμνου περιεχομένου και το στοκ κατασχέθηκε από τις αρχές. Τρία χρόνια μετά ακολούθησε η δίκη του “Γυμνού Γεύματος” και μόλις τον Ιούλιο 1966 το Ανώτατο Δικαστήριο της Μασαχουσέτης αποφάσισε να επιτρέψει την κυκλοφορία του βιβλίου. Απόφαση που σημείωσε το τέλος της λογοκρισίας στις ΗΠΑ, στο πεδίο της λογοτεχνίας. Το 1991 κυκλοφόρησε η ομότιτλη ταινία του Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ, βασισμένη εν μέρει στο μυθιστόρημα αλλά και σε άλλα έργα του Μπάροουζ.

Πηγές: “Γυμνό Γεύμα”, Εκδ. Τόπος, μετάφραση Γιώργος Μπέτσος, επιμέλεια James Grauerholz, Barry Miles, επιμέλεια σειράς Άρης Μαραγκόπουλος, theguardian

“Γυμνό Γεύμα”1

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις