Πριν τη λευκή σελίδα

Πώς γεννήθηκε η "Φόνισσα" του Παπαδιαμάντη

| 25/05/2014

Τι υπάρχει στο «πριν» κάθε συγγραφέα, κάθε ποιητή; Σαν αναγνώστες βρισκόμαστε πάντα στο «μετά», στη στιγμή που «περπατάει» το έργο του κάθε λογοτέχνη. Τη στιγμή που κατεβάζουμε το βιβλίο από το ράφι και το ξεσκονίζουμε, ο δημιουργός «ξεσκονίζει» τις σκέψεις του, τις προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα που θα οδηγήσουν το χέρι του στο χαρτί για να γράψει κάτι καινούριο. Η διαδικασία ίσως είναι επίπονη και κοπιαστική πνευματικά για τον ίδιο, όμως θέλουμε να συμμετάσχουμε. Το διάβασμα είναι απόλαυση, αλλά τι ήταν αυτό που άναψε τη σπίθα για να πάρει φωτιά η πένα και να «ζωντανέψει» η λευκή σελίδα; Ποια ήταν η αφορμή για να «γεννηθούν» τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Ψάχνουμε, βρίσκουμε και απαντάμε.

 

Πώς «γεννήθηκε» η «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατο εις το πέραμα του Άγιου Σώστη, εις τον ενώνοντα τον βράχον του ερημητηρίου με τη ξηράν, είς το ημίσυ του δρόμου της Θείας και τη ανθρώπινης δικαιοσύνης. Το απόσπασμα είναι από τη «Φόνισσα» (1903) του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του «Αγίου των ελληνικών γραμμάτων»  όπως ονομάστηκε. Ένα από τα διασημότερα έργα του κι ένα από τα πιο σημαντικά στην ελληνική λογοτεχνία.

Η δύναμη του μυθιστορήματος παραμένει αναλλοίωτη μέχρι σήμερα και ο τίτλος του έρχεται συνειρμικά στο μυαλό μας όταν μαθαίνουμε για κάποιο ειδεχθές έγκλημα που διέπραξε γυναικείο χέρι. Ο μεγάλος μας λογοτέχνης όμως δεν έγραψε απλά για μια «Φόνισσα», αλλά για μια κοινωνία ολόκληρη. Η Φραγκογιαννού δεν είναι μια απλή ηρωίδα. Είναι σύμβολο που ο Παπαδιαμάντης ανέδειξε δίκαια τα χρόνια που έζησε. Δίκαια την έκανε θύτη που «σκότωσε» εκτός από ανθρώπους κι ένα στρεβλό κοινωνικό περιβάλλον.

PAPADIAMANTHS_SKITSO_MOLYBI_DEXAMENH

Η βαριά προίκα του Παπαδιαμάντη

Το έργο τοποθετείται στη Σκιάθο, γενέθλια γη του Παπαδιαμάντη. Ο συγγραφέας έχει προσθέσει τον υπότιτλο «Κοινωνικόν Μυθιστόρημα» και είναι φράση «κλειδί» για τη δημιουργία της «Φόνισσας».  Όχι όμως ο μοναδικός παράγοντας που «όπλισε» το χέρι του.

Το βιβλίο δεν είναι μόνο το ψυχογράφημα ενός προσώπου, αλλά αφορά τη δυσμενή θέση της γυναίκας. Στην εποχή του ήταν εγκλωβισμένη και ανίκανη να ξεφύγει από τους ασφυκτικούς περιορισμούς του περίγυρου. Ο δημιουργός το γνώριζε πολύ καλά και αποφάσισε να το φέρει στην επιφάνεια, όχι όμως για να υπερασπιστεί το άλλο φύλο. Υπάρχει βαθύτερη αιτία που «ανάγκασε» τον Παπαδιαμάντη να γράψει για τη Φραγκογιαννού. Η ίδια του η ζωή, η οικογένεια του, η στενομυαλιά της εποχής και οι παράπλευρες απώλειές της ήταν οι παράγοντες που τον ενέπνευσαν.

Το θέμα της προίκας των θηλυκών παιδιών ταλαιπωρούσε τις φτωχές οικογένειες ανά την επικράτεια και περισσότερο φυσικά αυτές της υπαίθρου. Ο ίδιος μεγάλωσε ανάμεσα σε εννέα παιδιά (τα δύο πέθαναν μικρά) και η φτώχεια ήταν μόνιμη παρέα. Προσπάθησε να τελειώσει τη Φιλοσοφική, αλλά δεν τα κατάφερε. Ο πατέρας του, ιερέας, περίμενε τον γιο του να γίνει καθηγητής και να βοηθήσει τις αδελφές του. Φυσικά, η βοήθεια αφορούσε και στο γάμο. Όμως οι τρεις έμειναν ανύπαντρες, όπως η δευτερότοκη κόρη της γραίας Χαδούλας. Επιπλέον, όταν ο Παπαδιαμάντης έχασε τους γονείς του έπρεπε να είναι πατέρας και μάνα γι’ αυτές, όπως και η Φραγκογιαννού. Εδώ προστίθεται το άγος της προικοδότησης. Τότε (και πολλά χρόνια έπειτα) ήταν άτυπος νόμος που δεν μπορούσε παρά να καταπιέζει και τον συγγραφέα. Ο Παπαδιαμάντης αναγκάζεται να μείνει εργένης, να «πνίξει» κάθε ερωτική του επιθυμία. Ο δημιουργός τα βάζει με την κοινωνία, αλλά η θέση της γυναίκας είναι η αφορμή για να εκφράσει το θυμό του, την αδικία και τον παραλογισμό της εποχής που βίωναν και τα δύο φύλα με κοινό παρονομαστή την προίκα (οι παράπλευρες απώλειες που αναφέρουμε).

fonissaΘεία δικαιοσύνη

Η ηρωίδα δεν είναι μόνο γυναίκα. Στην ουσία είναι το alter ego του λογοτέχνη. Η Φραγκογιαννού πέρα από τις κοινωνικές και οικογενειακές συνθήκες που την ανάγκαζαν να συμπεριφερθεί σαν άντρας, είχε και κάποια ανδροπρεπή χαρακτηριστικά. Αναφέρει ο συγγραφέας: Η Χαδούλα, η λεγόμενη Φράγκισσα, ή αλλώς Φραγκογιάννου, ήτο γυνή σχεδόν εξηκοντούτις, καλοκαμωμένη, με αδρούς χαρακτήρας, με ήθος ανδρικόν και με δυο μικράς άκρας μύστακος άνω των χειλέων της.

Ο Παπαδιαμάντης για να αναπτύξει την ιστορία χρησιμοποιεί τη διαδικασία της ανάμνησης από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Η Γραία Χαδούλα νανουρίζει την εγγονή της και Κατά τας προλαβούσας νύκτας, πράγματι, είχε «παραλογίσει» αναπολούσα ολ’ αυτά τα πάθη της εις το πεζόν. Εις εικόνας, εις σκηνάς και εις οράματα, την είχεν επανέλθει εις τον νουν όλος ο βίος της, ο ανωφελής και μάταιος και βαρύς.

Για τα εγκλήματα της Φραγκογιαννούς δεν αφήνει να την τιμωρήσουν οι Αρχές, αλλά εναποθέτει την ποινή της στην μοίρα. Την περιβάλλει με συμπάθεια αλλά το τέλος δεν είναι ευτυχές. Μπορεί να υπάρχουν επιχειρήματα για να δικαιολογηθούν οι πράξεις (ο ανωφελής και μάταιος και βαρύς βιός της) όμως όταν ο γιατρός δίνει το ενταφιαστήριον… Η Γραία Χαδούλα από της ημέρας εκείνης έζησε ζωήν τύψεων.

Μπορεί την ώρα που παραβίαζε το «Ου φονεύσεις» να είχε παραλογίσει  να είχε ψηλώσει ο νους της, εντούτοις ήξερε τι είχε κάνει.

Οι τύψεις της την οδηγούν στην Εκκλησία. Εφορεί την μακράν μαύρην μανδήλαν της ως σάκκον μετανοίας. Όταν εμβήκεν η Μεγάλη Σαρακοστή άρχισε να συχνάζει εις την εκκλησία. Ίσως γι’ αυτό ο Παπαδιαμάντης επιλέγει η ηρωίδα του να πεθάνει δια πνιγμού. Τα κύματα εφούσκωσαν αγρίως, ως να είχον πάθος. Εκάλυψαν τους μυκτήρας και τα ώτα της. Δε θέλει να δώσει τη χαρά στους χωροφύλακες να τη συλλάβουν. Η κοινωνία της έχει κάνει ήδη πολλά. Η τελική τιμωρία αφήνεται στο Θείο. Όχι ξένο με τον Παπαδιαμάντη που τον Ιούλιο του 1872 πήγε στο Άγιο Όρος να προσκυνήσει και έμεινε λίγους μήνες ως δόκιμος μοναχός. Η σύνδεση με τη θρησκεία έντονη και για τον άλλο του εαυτό δεν θα μπορούσε να επιλέξει άλλη καταδίκη.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις