Ινγκμαρ Μπέργκμαν: Αγγελος ή δαίμονας;
Άρθρο από το επίσημο σάιτ του δημιουργού

Ο μεγάλος Σουηδός είχε τη φήμη σκληρού και απαιτητικού σκηνοθέτη που άγγιζε τα όρια του βασανιστηρίου. Άρθρο στο επίσημο σάιτ του δημιουργού, δείχνει ποιος πραγματικά ήταν ο δημιουργός Ινγκμαρ Μπέργκμαν.
Μετάφραση-επιμέλεια: Αλέξανδρος Στεργιόπουλος
Για πολλά χρόνια, τουλάχιστον μέχρι τα 50’s, ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν συνόδευε την υπογραφή του με έναν διάβολο! Μερικές φορές ένα μικροσκοπικό, χαριτωμένο διαβολάκι αποτελούσε ολόκληρη την υπογραφή. Πώς προέκυψε όμως; Το 1947, σε δημοσίευμα του περιοδικού “Filmjournalen” σχετικά με ταινία που γύριζε τότε διαβάζουμε:
“Πριν μια εβδομάδα ένας νέος άνδρας με ξεχωριστό παρουσιαστικό, στεκόταν σε μια φορτηγίδα στο αρχιπέλαγος και καταριόταν τις δυνάμεις του καιρού [δυνάμεις ήταν η λέξη που προτιμούσε ο Στρίντμπεργκ για τους δικούς του δαίμονες]. Ηταν ντυμένος με τα ρούχα που φορούσε όταν ήρθε στην Στοκχόλμη: καφέ κοτλέ παντελόνι, μπλε πάνινα παπούτσια κι ένα μπλουζάκι απροσδιόριστου χρώματος. Πάνω απ’ όλα φορούσε ένα καφέ μπερέ. Γεμάτος θυμό, με ειρωνικό χαμόγελο, σφιγμένες γροθιές, κοίταξε τον ουρανό και φώναξε: Δεν πρέπει να βρέξει! Δεν πρέπει να βρέξει!
Περιέργως, άρχισε να βρέχει. Είναι δύσκολο να πούμε ποιος ξαφνιάστηκε περισσότερο. Ο σκηνοθέτης ή ηθοποιοί γύρω του. Ο “Βασανιστής Ινγκμαρ” ή “Ο Διάβολος Μπέργκμαν”, όπως ήταν πιο γνωστός στους οικείους του, “δικαιολογείται” από τις “δυνάμεις” μετά από ορισμένες επιτυχημένες παραγωγές έργων του Στρίντμπεργκ. Σπάνια αισθάνεται κανείς την ανάγκη να του απαντήσει ή να του αντιμιλήσει όταν ετοιμάζεται για γύρισμα.
Ο χαρακτηρισμός “σκηνοθέτης δαίμονας” του αποδόθηκε πολύ νωρίς στην καριέρα του. Σε άρθρο του περιοδικού “New Yorker” μαθαίνουμε ότι πριν πολύ καιρό κέρδισε το ψευδώνυμο, μια και είναι υψηλές οι απαιτήσεις που έχει από τους ηθοποιούς του. Ο ίδιος έχει παραδεχθεί ότι οι πρώτες του προσπάθειες στην καρέκλα του σκηνοθέτη μπορούν να περιγραφούν ως δαιμονικές. Όταν το πρώτο του σενάριο ετοιμαζόταν να γυριστεί από τον Αλφ Σιόμπεργκ, είχε τη θέση του βοηθού. Για τις τελικές σκηνές του επέτρεψαν να αναλάβει τον ρόλο του σκηνοθέτη.
“Μου είπαν να γυρίσω τις τελευταίες εξωτερικές από τη στιγμή που ο Σιόμπεργκ ήταν απασχολημένος. Ήταν οι πρώτες μου επαγγελματικές εικόνες. Ημουν κάτι παραπάνω από ενθουσιασμένος. Το συνεργείο απείλησε να αποχωρήσει από το σετ και να φύγω. Φώναξα και έβρισα τόσο δυνατά που οι άνθρωποι ξύπνησαν και κοιτούσαν από το παράθυρο τους. Ηταν τέσσερις το πρωί”.
Αρθρο, γραμμένο το 1960, με τίτλο “Σταματήστε να μιλάτε για τον δαιμονισμό μου, λέει ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν” ξεκινά με την περιγραφή της τότε εικόνας του:
“Εχουμε ακούσει για τον θηριοδαμαστή, τα σαγόνια του να στάζουν σαδισμό, να μαστιγώνει τους ηθοποιούς πέρα από το συνηθισμένο. Εχουμε ακούσει τις φήμες για τον σκηνοθέτη δαίμονα που απομυζά τη ζωή των νέων συνεργατών παραβιάζοντας τους πνευματικά. Εχουμε ακούσει για τον αδίστακτο εγωπαθή που δεν σταματά μπροστά σε τίποτα για να πετύχει αυτό που θέλει”.
Η εικόνα του όμως δεν ήταν αυτή που βιάστηκε να περιγράψει το άρθρο. Τον αδικούσε. Μπορεί στην αρχή της καριέρας του να υπήρχαν ψήγματα αλήθειας για τον σκληρό χαρακτήρα του, όμως απέχει παρασάγγας απ’ αυτόν του Αλφρεντ Χίτσκοκ, ο οποίος υποστήριζε ότι οι ηθοποιοί πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κτήνη!
Ο Μπέργκμαν δεν ήταν έτσι. Ηθοποιοί και άλλοι συνεργάτες υπήρξαν μάρτυρες της ζεστασιάς, της εμπιστοσύνης και του σεβασμού που έδειχνε στη διάρκεια των προβών. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ανεξαιρέτως καλόκαρδος. Απλώς ήξερε ότι για να πάρεις το καλύτερο από τους ηθοποιούς, συνεργάτες σου, δεν χρειάζεται να τους τρομάξεις.
Πού βρίσκεται, τελικά, η αλήθεια για τον χαρακτήρα του Μπέργκμαν; Η απορία παραμένει, μια και η καλή του πλευρά έβγαινε, όπως ισχυρίζονται άλλοι, όταν είχε να κάνει με ηθοποιούς που συμφωνούσαν μαζί του. Παράδειγμα της αντίθετης πλευράς είναι η περίπτωση του ηθοποιού Θόρστεν Φλινκ. Ο Φλινκ κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Αλσέστ στον “Μισάνθρωπο” του Μολιέρου. Η παράσταση, το 1995, θα έκανε περιοδεία στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Μπέργκμαν, το ταλέντο του Φλινκ ήταν μοναδικό.
Ο Φλινκ ήταν γνωστός ως το “κακό παιδί” του σουηδικού θεάτρου. Η δημόσια εικόνα του, πέρα από τις φήμες για χρήση ναρκωτικών, ήταν εντυπωσιακά παρόμοια με αυτή του Μπέργκμαν πριν πενήντα χρόνια: Απίστευτα εγωκεντρικός με εξωφρενικές απαιτήσεις. Δεν είναι δύσκολο να δούμε γιατί αναγνώρισε τον εαυτό του ο Μπέργκμαν στον νεαρό προστατευόμενο. Μολαταύτα, ο αμοιβαίος σεβασμός που φτάνει στην ταυτοποίηση, είναι συχνά το πρελούδιο για τη ρήξη. Κι αυτό ακριβώς έγινε…
Η παράσταση είχε λάβει θετικές κριτικές, όμως λίγο πριν το ταξίδι στη Νέα Υόρκη ο Μπέργκμαν είδε ξανά την παραγωγή. Δεν του άρεσε αυτό που είδε. Αργότερα ισχυρίστηκε ότι ο Φλινκ είχε εγκαταλείψει τις σκηνοθετικές οδηγίες και -σύμφωνα με τα λόγια του δημιουργού- “είχε στήσει το δικό του σόου”. Ο Μπέργκμαν κατάφερε να ακυρώσει την περιοδεία και η δημόσια κριτική εναντίον του Φλινκ εξασφάλισε ότι η ρήξη μεταξύ τους ήταν απόλυτη.
Παρ’ όλα αυτά, η περίπτωση Φλινκ ανήκει στις εξαιρέσεις. Αν ορισμένοι έμειναν πιστοί παρά τα δαιμονικά ξεσπάσματα του σκηνοθέτη ή δεν τα βίωσαν ποτέ, δεν θα το μάθουμε. Ενα είναι σίγουρο: Οποιος δούλεψε με τον Μπέργκμαν δεν θα ξεχάσει ποτέ την εμπειρία.