«Αλάνια», του Πιερ Πάολο Παζολίνι
Τα παιδιά που έρχονται

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο κυνηγάνε έναν τρελό και τα άλλα, τα πιτσιρίκια, είναι ξαπλωμένα, παραπονεμένα, μπουχτισμένα και από τη χαρμάνα εξαντλημένα. Εδώ δεν χωράνε, όμως, γλυκές μελωδίες και τρομακτικές εικόνες. Οι ανέμελοι σκοποί ας μείνουν στο πεντάγραμμο και εκεί που παζαρεύουν τα τσιμέντα ας εστιάσουμε. Στην ποίηση βρίσκεται το μυστικό της ανατροφής των παιδιών και του αγώνα τους να χαράξουν πορεία. Και τα λόγια που «πετάνε» και το ουρανό «κεντάνε», στον δρόμο γεννιούνται και σε αυτόν επιστρέφουν, τρέχουν, δοκιμάζονται, χτυπιούνται, λαβώνονται, ιδρώνουν, στεγνώνουν και καίνε τον ήλιο του μεσημεριού, του καλοκαιριού… Τα παιδιά, προέφηβοι, έφηβοι, νεαροί, σαν τα στάχυα στέκονται μπροστά στο θαύμα και στην αγριότητα αυτού του κόσμου και την περπατησιά τους πασχίζουν να κρατήσουν, την ανάσα τους και την τελευταία δεκάρα που τους έμεινε. Ό,τι κι αν συμβεί, συμβαίνει, στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού, του σχολείου, ο δρόμος είναι ο καθοριστικός νόμος στη ζωή αυτών που αγωνίζονται να γίνουν άνδρες και γυναίκες. Και ξέρετε πώς θα μάθουν αν πέτυχαν να γίνουν αυτό που ήθελαν; Κοιτώντας τα παιδιά που έρχονται. Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι δεν άφησε ποτέ το βλέμμα του να ξεχαστεί και στην καρδιά του είχε πάντα μια θέση για τα «Αλάνια» (Εκδόσεις Gutenberg).
Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι «διάβασε» όσο λίγοι τη μεταπολεμική Ιταλία. Στην ουσία κατάλαβε πώς θα διαμορφωνόταν ο κόσμος, εντός ιταλικής επικράτειας και εκτός αυτής. Τα ερείπια του πολέμου σκότωσαν και έθαψαν τη ζωή. Την ίδια στιγμή, όμως, έβαλαν και τον σπόρο για να ξεκινήσει η επόμενη. Αναπόφευκτο. Και η αρχή είναι πάντα τα παιδιά, τα αλάνια. Τι είναι ένα «αλάνι»; Είναι ο πιτσιρικάς που έχει μπέσα και ξηγιέται στα ίσα. Είναι ο πονηρός και ο μικροαπατεώνας. Είναι αυτός που κρύβει τον φόβο του και φουσκώνει το στήθος του. Είναι αυτός που λέει λίγα και εννοεί πολλά. Είναι αυτός που θέλει να ξεφύγει από τη φτώχεια, τον αποκλεισμό και την έλλειψη κατανόησης της προηγούμενης γενιάς. Είναι αυτός που έχει παρατσούκλι που οι άλλοι του έδωσαν. Είναι αυτός που θέλει να γευτεί με μανία καθετί νέο που συναντά στον διάβα του. Είναι αυτός που φλερτάρει με το μεγάλο έγκλημα και τον τερματισμό της ζωής. Είναι αυτός που παίζει μπάλα στον δρόμο και σκέφτεται πώς θα «ψειρίσει» τον ανυποψίαστο συνομήλικο ή ενήλικο. Κι αν οι γονείς είναι τα θεμέλια, τα αλάνια είναι η μόστρα και το βάθος της γειτονιάς, της πόλης, της χώρας, του κόσμου. Ο Παζολίνι ήξερε ότι αυτοί που είναι στον δρόμο, οι μοναχικοί, οι παρέες, θα μεγαλώσουν και θα καθορίσουν τον νέο χώρο και την ταυτότητά του. Γιατί όσο κι αν μας πιέσει, διαμορφώσει, το κυρίαρχο σύστημα, τα αλάνια θα είναι ο άσβεστος πυρήνας μας.
Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο ότι «το μυθιστόρημα εκδόθηκε το 1955 και προκάλεσε την αντίδραση ολόκληρου του πολιτικού κόσμου της Ιταλίας για το θέμα, τον ρεαλισμό των εικόνων, την τολμηρή γλώσσα». Και πώς να μην αντιδράσει ο πολιτικός κόσμος όταν ο Παζολίνι απλά έλεγε την αλήθεια; Τα παιδιά μας, τα αλάνια, είναι εν δυνάμει θύματα, απώλειες, του κοινωνικού πολέμου που το κράτος προκαλεί. Το θέμα του δεν θα μπορούσε να είναι πιο αληθινό. Μια παρέα πιτσιρικάδων που ζει στην υποβαθμισμένη πλευρά της Ρώμης, προσπαθεί να μάθει, να εκπαιδευτεί, να επιβιώσει. Στον δρόμο, στα σκονισμένα περίχωρα, στα κακοφωτισμένα σοκάκια και στα σκληρά σπίτια. Ο Παζολίνι έγραφε γι’ αυτό που έβλεπε και ήξερε καλά. Η εξουσία ποτέ δεν ήταν εκεί για να αλλάξει τις συνθήκες του κόσμου των αλανιών. Ωμός ρεαλισμός και μια γλώσσα που τσάκιζε βεβαιότητες και πολιτικές συνειδήσεις. Απόσπασμα [σ. 152]
«Μ’ είχανε χώσει για βιασμό» είπε.
«Μωρέ Μπράβο! Και που τον είχες χώσει, ρε;» ρώτησε ο Τυρομούρης.
«Σ’ ένα πρόβατο». […] «Γαμώτο, α ρε γαμώτο», είπε με πόνο. «Ε ρε τι ξύλο που φαγα, ε ρε τι ξύλο!».
Τα «Αλάνια» είναι κρυστάλλινη αντανάκλαση του «παζολινικού» κόσμου. Εδώ υπάρχει ποίηση, αιχμηρή, ευαισθησία και δύναμη αληθινή που βρίσκεις στους λαϊκούς ήρωες του μεγάλου Ιταλού δημιουργού. Η πρόζα του πάλλεται από λαχτάρα για ζωή και κάπως έτσι κινείται όλη η αφήγηση. Γι’ αυτό και η μετάφραση του Γιώργου Κεντρωτή είναι σημαντική και αξιόλογη. Στις αναπάντεχες στιγμές, αποκαλύψεις, που παραμονεύουν σε κάθε σελίδα, σε κάθε σημείο της εξιστόρησης, ο Κεντρωτής ανταποκρίνεται με τον καλύτερο τρόπο. Ακολουθεί, αναγνωρίζει και κατανοεί τα «Αλάνια» του δημιουργού.