Αντίσταση στο συνηθισμένο
Χανς Φάλαντα: Μόνος στο Βερολίνο, εκδόσεις Πόλις

Η μοναξιά είναι πανίσχυρη. Κατάσταση αναπόφευκτη. Προσαρμόζεται σε όλες τις περιστάσεις και πρώτα καταλαμβάνει τους ανθρώπους και μετά τον χώρο. Δεν έχει σημασία πού είσαι. Όταν σε βρει θα σε προκαλέσει και ή θα ζήσεις μαζί της ή θα πεθάνεις μαζί της. Ο πόλεμος, όσο άγριος κι αν είναι, δεν αποτελεί εξαίρεση. Μάλιστα, κατά κάποιο τρόπο, γι’ αυτήν δουλεύει. Ο θάνατος, η απαξίωση της ζωής, ο βίαιος χωρισμός ανθρώπων, αυτό αφήνει όταν όλα τελειώσουν. Απέραντη μοναξιά. Έρημο τοπίο σε μια ολοκληρωτική άβυσσο και η αντίσταση σε αυτό η μοναδική αχτίδα φωτός. Όταν, λοιπόν, όλα μυρίζουν αποσύνθεση, τα ευγενή συναισθήματα έχουν εξαργυρωθεί προ πολλού και η ελπίδα σκεπάζεται από αίμα, τότε μια λέξη, μια κουβέντα, μια κάρτα που θα γράψουν δύο άνθρωποι μέσα στον ζόφο συνιστά αντιστασιακή πράξη. Αντίσταση στην τρέλα, την παράνοια, την προδοσία και την αποκτήνωση που γίνεται ένα με το πλήθος, γίνεται το πλήθος. Το “Μόνος στο Βερολίνο” είναι “βόμβα” που εκρήγνυται και σπέρνει το λιγοστό φως που πάλλεται κάτω από έναν μαύρο, διάτρητο ουρανό.
Ο Φάλαντα, όπως και στον “Πότη” και το “Και τώρα, ανθρωπάκο;”, γράφει για τον φασισμό και την καταλυτική επίδρασή του στον άνθρωπο που προσπαθεί να τον αποφύγει. Εδώ, είναι γεγονός και η τυραννία του δεδομένη. Το 1940, οι ναζί είναι στην ακμή τους και ο Χίτλερ θέλει να κατακτήσει τον κόσμο. Η μπότα της Βέρμαχτ τσακίζει κάθε εχθρό. Εντός και εκτός συνόρων. Ο αριθμός των αντιπάλων δεν διαφέρει και τόσο, μιας και οι εντός γερμανικής επικράτειας δεν είναι λίγοι. Καθένας που τολμά να σκεφτεί, να εκφραστεί, να ενεργήσει διαφορετικά απ’ αυτά που προστάζει το χιτλερικό καθεστώς, πρέπει να διωχθεί. Αμείλικτα, ανελέητα, με μοναδική ποινή την εξόντωσή του. Ο φόβος είναι η μόνη σταθερά που κρατά και εξασφαλίζει την υπεροχή της γερμανικής μηχανής. Η ματαιότητα μοιάζει να είναι η μόνη σταθερά στο μυαλό των Γερμανών. Τίποτα δεν έχει νόημα αν δεν υπηρετεί το “μεγαλείο” του ηγέτη, του Φύρερ… Η ασφυξία όμως που προκαλείται ξυπνά την αξιοπρέπεια και νικά τον φόβο. Όπως στον Οτο και την Αννα Κβάγκελ. Δύο άνθρωποι που κοίταζαν τη δουλειά τους, πενθούσαν για την απώλεια του γιου τους στο μέτωπο, ώσπου μια μέρα πήραν την απόφαση να εναντιωθούν στην επιβολή, στην καταστολή, στον έλεγχο. Πώς; Γράφοντας αντικαθεστωτικά μηνύματα σε κάρτες και μοιράζοντας τες κρυφά. Τόσο απλά.
Ο Φάλαντα γράφει γι’ αυτούς που ύψωσαν ανάστημα χωρίς να πάρουν τα όπλα, που δεν άντεξαν να βλέπουν την ψυχή τους να πεθαίνει και αυτοί απλά να κάθονται μακάριοι και να περιμένουν το τέλος ή την ελπίδα της απελευθέρωσης. Ο μεσσιανισμός ποτέ δεν έφερε λύσεις λυτρωτικές, επαναστατικές. Έτσι, η δράση απέναντι στην αντίδραση που εκμηδενίζει είναι η μοναδική επιλογή. Επιλέγοντας δύο καθημερινούς ανθρώπους για ήρωες, φτιάχνει αυτόματα όλη την ιστορία. Η υπέρβαση του συνηθισμένου γίνεται βάση της αφήγησης και σε κάθε κεφάλαιο, τα άτομα, οι καταστάσεις, οι χώροι μεγεθύνονται, ώσπου στο τέλος τα άνθη του κακού χάνονται και μένει ο σπόρος της ζωής. Ο ρυθμός που δίνει ο Φάλαντα είναι γρήγορος, η γραφή του φτάνει στα βάθη της ψυχής των ηρώων του, εστιάζει στην λεπτομέρεια, στο συνηθισμένο, που αργά και μεθοδικά επηρεάζει και αλλοιώνει. Το “Μόνο στο Βερολίνο” είναι ατμοσφαιρικό, αθόρυβο, αλλά χειμαρρώδες και καθηλωτικό. Η Αντζη Σαλταμπάση κατάφερε να μεταφράσει ένα δύσκολο και απαιτητικό έργο μένοντας πιστή στο πνεύμα του μεγάλου δημιουργού.