"Αυτό που εγώ ονομάζω λήθη". Μια παράσταση για ένα γεγονός

Ένας 25χρονος δολοφονείται από σεκιουριτάδες τού Carrefour για ένα κουτάκι μπύρας

| 27/11/2015

« και αυτό που είπε ο εισαγγελέας είναι πως κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να πεθαίνει για κάτι τόσο μηδαμινό, πως είναι άδικο να πεθαίνει κανείς για ένα κουτάκι μπύρα… »

Το κείμενο του πολυβραβευμένου γάλλου συγγραφέα Laurent Mauvignier Αυτό που εγώ ονομάζω λήθη παρουσιάζεται από τις 3 Οκτωβρίου 2015, κάθε Σάββατο και Κυριακή, στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων (ΚΕΤ), σε μετάφραση του Σπύρου Γιανναρά (εκδόσεις Άγρα), σκηνοθεσία της Άσπας Τομπούλη και ερμηνεία του Νίκου Νίκα.

30 Δεκεμβρίου του 2009: ο Μικαέλ Μπλεζ, 25 ετών, γάλλος υπήκοος με καταγωγή από την Μαρτινίκα, μπαίνει σε ένα σούπερ μάρκετ Carrefour στη Λυών, παίρνει ένα κουτάκι μπύρα και το πίνει. Τέσσερις σεκιουριτάδες τον πλησιάζουν, τον οδηγούν στα υπόγεια του καταστήματος και τον ξυλοκοπούν άγρια.  Ο νεαρός πεθαίνει από μηχανική ασφυξία. Οι κάμερες ασφαλείας του σούπερ μάρκετ έχουν καταγράψει τα πάντα.  Ο εισαγγελέας, σοκαρισμένος από την ηθελημένη και απροκάλυπτη βία που αποτυπώνεται στα video, δηλώνει ότι «είναι απαράδεκτο να πεθαίνει κανείς για μερικά κουτάκια μπύρας».  Οι δράστες παραπέμπονται. Η είδηση απασχολεί για λίγες μόνο μέρες τις αστυνομικές στήλες των γαλλικών εφημερίδων και στη συνέχεια λησμονείται.

[br]

Η Άσπα Τομπούλη ασχολείται με την σκηνοθεσία από το 1995. Έχει διαβάσει πολλά θεατρικά κείμενα που δεν την ενέπνευσαν να τα δει σκηνικά. Ο λόγος τού Μωβινιέ την προέτρεψε να κάνει την προφορικότητα παράσταση. Συναντήσαμε την Άσπα μαζί με τον Νίκο Νίκα, τον ηθοποιό που αποδίδει σκηνικά τον λόγο τού Μωβινιέ και τον Ευθύμη Χρήστου, ο οποίος συμβάλλει όλον αυτόν τον καιρό με καθοριστικό τρόπο στην πραγματοποίηση της παράστασης.

Είδαμε πρόβα σε ένα κείμενο που μας συνεπήρε από την αρχή. Με την ανάσα και το βλέμμα του Νίκου να μας κάνει να νιώθουμε τι έχει συμβεί. Ο Νίκος τελειώνει το απόσπασμα του μονολόγου κι έρχεται να συζητήσουμε.

 

Είναι ένα πολύ ιδιαίτερο κείμενο. Ένας μονόλογος από κάποιον αφηγητή που δεν ξέρετε καν ποιος είναι. Σας δυσκόλεψε να το προσεγγίσετε σκηνοθετικά και υποκριτικά;

Άσπα: Ναι, μας δυσκόλεψε. Πρόκειται για ένα πεζό κείμενο, με ιδιότυπη γραφή, σκληράδα, ποιητικά κομμάτια. Είναι γραμμένο σαν μία φράση, χωρίς τελείες, χωρίς ενδιάμεσες ανάσες. Σε συνεπαίρνει πραγματικά. Το ύφος του λόγου και το θέμα του.

Και το στοιχείο τής λήθης γίνεται τελικά πολιτικό.

Νίκος: Είναι πολύ ισχυρό το πολιτικό στοιχείο. Αναδεικνύει τη δύναμη της τέχνης. Ο συγγραφέας κάνει ορατό έναν «ανώνυμο». Τον ενδιαφέρει η λήθη που σκεπάζει τους παρίες. Τους άστεγους, τους ανώνυμους τους σκεπάζει μία σιωπή. Είναι αφανείς. Κι εδώ πρόκειται για τον θάνατο ενός αφανούς.

Νίκο, όση ώρα σε παρακολουθούσαμε νιώθαμε να βλέπουμε μπροστά μας καρέ-καρέ όλο το σκηνικό. Είσαι μόνος σου στη σκηνή και νομίζουμε ότι πίσω από την πλάτη μας ένας νεαρός ανοίγει ένα κουτάκι μπύρας μπροστά στα γεμάτα ράφια τού σούπερ μάρκετ. Την επόμενη στιγμή βλέπουμε τους σεκιουριτάδες να έρχονται προς το μέρος του. Είναι φοβερές οι εικόνες που δίνονται με την κίνηση και το βλέμμα σου.

Νίκος: Ευχαριστώ πολύ. Είναι πολύ κουραστικό. Το σώμα πρέπει να αφηγηθεί όλη την ιστορία. Πολλές φορές δεν ήξερα πότε το σώμα θα πάει μπρος και πότε πίσω. Και ο αφηγητής είναι άγνωστος. Δεν είναι εκεί, αλλά τα αφηγείται στον αδερφό τού θύματος. Δεν ξέρεις αν απευθύνεται και πού. Τι σκέφτεται, τι θα πει, πώς θα το πει.

lithi1

Λες στην αρχή «ήθελα απλώς μια μπύρα» και μετά ξέρεις ότι ο άνθρωπος αυτός στ’ αλήθεια δολοφονήθηκε. Τι σκέφτεσαι, πώς σε κάνει να νιώθεις;

Νίκος: Εδώ είναι το γελοίο τής υπόθεσης. Γελοίο εντός και εκτός εισαγωγικών. Ήθελε να πιει μια μπύρα. Ξέρεις ότι είναι μέσα σε ένα σούπερ μάρκετ και όχι στον πόλεμο. Και όμως σκοτώνεται. Δεν βρισκόταν σε κάποια μυστική αποστολή. Θέλεις να γελάσεις και να κλάψεις. Είναι οργή. Είναι το τίποτα. Είναι συγκλονιστικό αν το σκεφτείς.

Πόσο συγκλονιστικό είναι το τίποτα…

Άσπα: Γι’ αυτό και το κείμενο αρχίζει έτσι. Είναι τα λόγια τού εισαγγελέα. Όταν συνέβη το πραγματικό περιστατικό, οι εκπρόσωποι του Carrefour είπαν ότι ήταν μεθυσμένος, είχε πάρει ουσίες, ήταν γνωστός για τις μικροκλοπές που έκανε στο συγκεκριμένο κατάστημα, και ότι οι συγκεκριμένοι ιδιωτικοί φύλακες προσπάθησαν να αμυνθούν. Οι κάμερες ασφαλείας είχαν καταγράψει, όμως, το περιστατικό. Και αυτή η φράση, λόγια του εισαγγελέα, είναι κομβική. Επαναλαμβάνεται διαρκώς μέσα στο κείμενο. Και ο εισαγγελέας δηλώνει δηλαδή ότι είναι απαράδεκτο να πεθαίνει κάποιος για ένα κουτάκι μπύρας. Για κάτι τόσο μηδαμινό.

Για το τίποτα… Είναι επίσης συγκλονιστικό ότι η σκηνική παρουσία τού έργου, έστω από αυτό το λίγο που παρακολουθήσαμε, μας κάνει να συνειδητοποιούμε σωματικά τη σχέση του θανάτου με το τίποτα.

Άσπα: Σε ένα τέτοιο κείμενο η ακινησία παίζει καθοριστικό ρόλο. Αλλά η ακινησία είναι πολύ σοβαρό πράγμα, θέλει πολλή δουλειά εκ μέρους του ηθοποιού, θέλει πολλή δουλειά για να κατανοηθεί μέσω της ακινησίας το τι θέλει να πει το σώμα.

«Δεν υπάρχει χρόνος», λέει μέσα στο κείμενο και φαίνεται ο Μωβινιέ να δίνει πολύ έμφαση στο ζήτημα του χρόνου.

Άσπα: Βέβαια ο χρόνος είναι σημαντικός. Σκεφτείτε ότι δεν υπάρχει πουθενά τελεία. Υπάρχει ο χρόνος τής μιας ανάσας. Η ροή της ανάσας. Πόσο καθορίζει αυτό το πώς αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο γύρω μας. Αποτυπώνει το «δεν υπάρχει χρόνος». Και φροντίζουμε κι εμείς να μην υπάρχει χρόνος. Να βγαίνει με τη μία προς τα έξω. Μία ροή.

Το συμβάν έχει έντονες πολιτικές προεκτάσεις και αντανακλά τον άνθρωπο μέσα στο σύγχρονο κόσμο. Ένας άνθρωπος σκοτώνεται γιατί ήθελε να πιει μια μπύρα. Πώς το αντιλαμβάνεστε αυτό μέσα από το έργο;

Άσπα: Φυσικά το γεγονός αντανακλά τον σύγχρονο κόσμο. Η βία είναι κομμάτι της καθημερινότητας. Υπάρχει ένα είδος εθισμού, πλέον, και η βία σχεδόν δεν σοκάρει. Ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα του έργου είναι ότι συνδέει τόσο καλά το προσωπικό με το πολιτικό, γι’ αυτό είναι σπουδαίο κείμενο. Και όλα τα μεγάλα σύγχρονα πολιτικά κείμενα είναι έτσι πλέον. Κανείς δεν βγαίνει να σου κάνει διδαχή ή κήρυγμα. You don’t preach to the converted, λένε οι Άγγλοι. Δεν κάνεις κήρυγμα στους προσηλυτισμένους. Προσπαθείς με άλλους τρόπους να τους πάρεις μαζί σου. Και το συγκεκριμένο κείμενο τα καταφέρνει καλά σε αυτό. Ακριβώς γιατί συνδέει το προσωπικό, το υπαρξιακό με το πολιτικό και αναδεικνύει πώς το ένα είναι μέρος τού άλλου. Βασικά απευθύνει κάποια ερωτήματα, με υπόγειο και “ύπουλο” τρόπο. Ηθικά ερωτήματα. Για την προσωπική ευθύνη ενός πολίτη και την ηθική του υπόσταση σε μια σύγχρονη κοινωνία.

Τι οφείλουμε να θυμόμαστε, τι οφείλουμε να μην ξεχνάμε.

Άσπα: Ακριβώς, αυτό κάνει. Παίρνει ένα περιστατικό λήθης και το μετατρέπει σε μνήμη.

Η βία είναι τελικά και και προϊόν της λήθης

Άσπα: Βεβαίως, γιατί αν ο κόσμος δεν ξεχνούσε, θα τον σόκαρε αυτή η βία. Έχουμε εθιστεί. Δεν μας κάνει εντύπωση πια. Αν το περιστατικό προκαλούσε την εντύπωση που θα έπρεπε, την ανάλογη με τη βία που αποκαλύπτει, τότε δεν θα υπήρχε όλη αυτή η βία. Γιατί θα ερχόταν μία αντίδραση.

Νίκος: Και εδώ μπαίνει και μια άλλη διάσταση της σχέσης πολιτικού-προσωπικού. Αυτός πήγε, πήρε τη μπύρα, άνοιξε το κουτάκι, την ήπιε και τον σκότωσαν. Αν πήγαινα εγώ σε ανάλογο σούπερ μάρκετ, έτσι όπως είμαι, ίσως μου έκαναν παρατήρηση αλλά δεν θα με σκότωναν. Άρα εδώ βλέπουμε και μια άλλη πλευρά τής πολιτικής διάστασης, την ρατσιστική αντιμετώπιση της κοινωνίας απέναντι σε ό,τι θεωρεί περιθώριο. Γιατί τον σκότωσαν τον Μίκαελ; δεν ήταν μεθυσμένος, δεν προκαλούσε, δεν είχε επιθετική συμπεριφορά, δεν ήταν μετανάστης, ήταν Γάλλος, και όμως, κάτι είχε. Φαινόταν ξένος. Και δεν είναι ξεκάθαρο εάν η έκρηξη αυτής της βίας προήλθε από το κάπως διαφορετικό χρώμα του ή από την υποψία ότι ήταν γκέι. Τον αποκαλούν “λούγκρα”. Ο ένας σεκιουριτάς ακούγεται ξεκάθαρα να τον αποκαλεί έτσι.

Άσπα: Αυτή είναι η σύζευξη της πολιτικής και της προσωπικής ευθύνης.

Και φαίνεται ότι ακόμα και σε μας, τους μη ρατσιστές, ως εικόνα μάς φαίνεται πιο οικεία η δολοφονία ενός «διαφορετικού». Και ας μη τη δικαιολογούμε και ας οργιζόμαστε. Έχει περάσει ως εικόνα.

Άσπα: Ακριβώς. Είναι οι άνθρωποι του περιθωρίου, οι άνθρωποι της λήθης. Οι άστεγοι, οι φτωχοί, διάφορες ευάλωτες κατηγορίες ανθρώπων, τα συνήθη θύματα. Πρόκειται για ένα κείμενο πολύ επίκαιρο και υψηλής καλλιτεχνίας, που αναδεικνύει και το περιεχόμενο.

DSC_0204

Άσπα, ήταν δική σου ιδέα το ανέβασμα αυτού του έργου; Το διάβασες και το «είδες» αμέσως θεατρικά;

Άσπα: Δεν το είδα εξαρχής θεατρικά. Μου άρεσε πολύ το κείμενο και παρόλο που δεν είναι θεατρικό, έχει μεγάλη προφορικότητα. Ο λόγος ήταν σημαντικός. Και σκέφτηκα ότι θα είχε πολύ ενδιαφέρον ο συγκεκριμένος λόγος να αποδοθεί σκηνικά. Το βρήκα προκλητικό. Και το έργο, αλλά και τον λόγο. Οι ροές αυτού του λόγου, είναι τόσο συνεχείς που κάτι πρέπει να τις κάνεις. Μπορεί να πέσουν στα χέρια σου πολλά ενδιαφέροντα θεατρικά κείμενα, αλλά να μη σου κάνουν το κλικ να τα ανεβάσεις. Εδώ έχουμε ένα κείμενο που μετατοπίζεται αδιάκοπα μιλώντας άλλοτε από την σκοπιά του θύματος, άλλοτε από την σκοπιά των θυτών, των γονιών του θύματος ή τυχαίων ανθρώπων.

Νίκο, έχεις ξανακάνει μονόλογο όλα αυτά τα χρόνια που ασχολείσαι με την υποκριτική;

Νίκος: Ποτέ! Ο μονόλογος θέλει καλόν καθοδηγητή. Και η Άσπα κάνει αυτό ακριβώς. Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω πού στέκομαι. Και θέλει εμπιστοσύνη. Και από την πρώτη στιγμή έχω εμπιστευτεί την καθοδήγηση και τη ματιά της Άσπας. Η Άσπα, ως σκηνοθέτης, έχει τη συνολική εικόνα.

Άσπα: Υπάρχει και ανταλλαγή πάνω στη σκηνή.

Νίκος: Φυσικά υπάρχει, αλλά η Άσπα είναι που έχει τη συνολική εικόνα και ο πρώτος λόγος (ή ο τελευταίος) είναι δικός της. Δεν γίνεται αλλιώς. Αντιλαμβάνεται τις ισορροπίες. Το δικό μου μυαλό είναι για να κρατήσω τη σκηνική οικονομία. Ο μονόλογος είναι σαν ένα μικρό σπίτι. Δεν έχεις την άπλα να βάλεις τα πράγματα όπου θέλεις, το καθετί πρέπει να είναι στη θέση του.

[hr]

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Το έργο και ο συγγραφέας παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε θεατρική μορφή, με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδος και του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, καθώς και της Δραματικής Σχολής Γρηγοριάδη 

μετάφραση: Σπύρος Γιανναράς

σκηνοθεσία: Άσπα Τομπούλη

σκηνικά, κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου

σχεδιασμός ήχων: Δημήτρης Ιατρόπουλος

video: Com.odd.or

φωτισμοί: Ηλίας Κωνσταντακόπουλος

επιμέλεια κίνησης: Ίρις Νικολάου

βοηθός σκηνοθέτη: Ευθύμης Χρήστου

φωτογραφίες: Ελένη Μολφέτα

Ερμηνεύει ο Νίκος Νίκας.

Διάρκεια παράστασης : 60 λεπτά.

Είσοδος: 10 € / 8 € (φοιτητικό, άνω των 65 ετών) / 5 € (κάρτα ανεργίας, κάρτα ΣΕΗ, ΑΜΕΑ, κάρτα του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδας).

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ:  Σάββατο & Κυριακή στις 21:00, από 3 Οκτωβρίου έως 6 Δεκεμβρίου 2015.