Βέλγιο - Πρόσφυγες: Κρατική καταστολή και κινηματική αλληλεγγύη
Πώς αντιμετωπίζουν, βελγικό κράτος και κοινωνία, το προσφυγικό δράμα

Στο πλαίσιο της προσπάθειας να καταγράψουμε και να εμβαθύνουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, σε όλες τις πλευρές του προσφυγικού δράματος, ζητήσαμε από ανθρώπους μας που ζουν σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις να μας περιγράψουν ποια είναι η στάση των εκεί αρχών και της κοινωνίας απέναντι στο προσφυγικό ζήτημα. Τώρα, μετά και από τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας και τις επιθέσεις στις Βρυξέλλες, τα κείμενα αυτά αποκτούν εκ νέου σημασία. Ξεκινάμε σήμερα, παρουσιάζοντας την πρώτη ανταπόκριση από τις Βρυξέλλες και την Μαρίνα Κονταρά.
Το 2015, ο αριθμός των αιτημάτων για άσυλο (ή για καθεστώς προστασίας*) στο Βέλγιο αυξήθηκε κατά 106,1%. Η ιλιγγιώδης αυτή αύξηση σημειώθηκε, κατά κύριο λόγο, κατά το δεύτερο μισό του έτους. Οι χώρες προέλευσης των αιτούμενων άσυλο είναι επί το πλείστον η Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, ενώ, η πιο ταχεία αύξηση παρατηρείται στους Σύριους. Ειδικότερα, σχετικά με αυτούς, ο αριθμός των αιτημάτων σχεδόν πενταπλασιάστηκε από το Γενάρη ως το Δεκέμβρη του 2015.
Συνολικά, το 2015 καταγράφηκαν 35.476 αιτήματα, εκ των οποίων τα 3.919 έγιναν από ασυνόδευτους ανήλικους. Από αυτά τα αιτήματα, το 60,7% εγκρίθηκαν «καταρχήν».
Σύμφωνα με τις στατιστικές, η αύξηση αυτή οφείλεται στο γεγονός, ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, οι περισσότερες αιτήσεις γίνονται από ανθρώπους που προέρχονται από εμπόλεμες περιοχές (conflict areas), ενώ στο παρελθόν η προέλευση των περισσοτέρων ήταν τα Δυτικά Βαλκάνια.
Όλες αυτές οι πολύ ενδιαφέρουσες και σε ουδέτερη, διοικητικού τύπου γλώσσα, γραμμένες πληροφορίες αλιεύθηκαν από την ιστοσελίδα της Γενικής Επιτροπής για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες του Βελγίου: Ειδικότερα οι στατιστικές για το 2015 βρίσκονται εδώ.
Η συγκεκριμένη υπηρεσία, όμως, μας παρέχει και μια ακόμη πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία: Τα αιτήματα ασύλου μειώθηκαν κατά 50% το Γενάρη του 2016, σε σχέση με το Δεκέμβρη του 2015. Το Φλεβάρη του 2016, ο συνολικός αριθμός έφτανε μόλις το ένα τρίτο του Δεκέμβρη 2015. Αναρωτιέται κανείς πώς συνέβη αυτό, τη στιγμή που ξέρουμε καλά πως στην Ελλάδα οι πρόσφυγες, κυρίως από την Συρία, συνέχισαν να φτάνουν κατά χιλιάδες. Οι φράχτες της Μακεδονίας και της Ουγγαρίας, οι περιπολίες του ΝΑΤΟ και οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής ΕΕ – Τουρκίας μάλλον εξηγούν το φαινόμενο και προαιωνίζουν περαιτέρω μείωση του αριθμού αυτού. Αξίζει να τονιστεί, πως η Γενική Επιτροπή για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες αναφέρει ξεκάθαρα, πως όχι μόνο οι Σύριοι, αλλά και οι Αφγανοί και οι Ιρακινοί έρχονται από περιοχές που βρίσκονται σε «ένοπλη διένεξη». Η διατύπωση αυτή είναι ένας κομψός τρόπος να αποφύγει κανείς τη χρήση της λέξης «πόλεμος», αλλά η ουσία δεν αλλάζει.
Την περίθαλψη των προσφύγων και των αιτούμενων άσυλο στο Βέλγιο, σύμφωνα με την RTBF, έχει αναλάβει το κράτος, διαθέτοντας εννέα (9) ομοσπονδιακά κέντρα υποδοχής στην Βαλλονία, έξι (6) στην Φλάνδρα και τρία (3) στις Βρυξέλλες. Παράλληλα βρίσκονται σε λειτουργία κέντρα υποδοχής του Ερυθρού Σταυρού και της Πρόνοιας (CPAS – υπηρεσία οργανωμένη σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης).
Αυτό μπορεί να ακούγεται πάρα πολύ ωραίο, αλλά η αλήθεια που κρύβεται από πίσω είναι πως τα κέντρα αυτά, επί το πλείστον λειτουργούν σε καθεστώς public-private partnership (ο όρος αυτός αποτελεί έναν ευφημισμό για την ανάθεση σε ιδιώτες από το «παράθυρο»), γεγονός που εξηγεί τα φαινόμενα εκμετάλλευσης και πολύ κακής συμπεριφοράς που έχουν αναφερθεί, ενώ επιτρέπει να εικάσουμε πως και σε αυτή την περίπτωση, κάποιοι ιδιώτες έβγαλαν μπόλικα χρήματα σε βάρος των κατατρεγμένων προσφύγων.
Από την άλλη, όταν το Φθινόπωρο σημειώθηκε η ξαφνική μαζική αύξηση αφίξεων των προσφύγων στο Βέλγιο, το κράτος αρχικά «έλαμψε» διά της απουσίας του και κατόπιν διά της αστυνομικής του παρέμβασης. Δράση είχαν αναλάβει αρχικά αλληλέγγυοι προερχόμενοι κυρίως από την αριστερά και τον αναρχικό χώρο, αλλά και πρωτοβουλίες πολιτών, οι οποίοι συνέλεγαν είδη πρώτης ανάγκης και έστησαν έναν πρόχειρο καταυλισμό σε ένα πάρκο απέναντι από το «Γραφείο Αλλοδαπών».
Εκεί σιγά σιγά έστησαν υποτυπώδεις δομές, όπως συλλογική κουζίνα, ιατρείο και χώρο παραλαβής των ειδών που περισυλλέγονταν. Λίγες μέρες μετά εισέβαλε η αστυνομία, διαλύοντας τα πάντα και, στη συνέχεια, στοιβάζοντας κυριολεκτικά εκατοντάδες ανθρώπους σε κτίρια που κανονικά θα χώραγαν οριακά μερικές δεκάδες.
Συνέπεια πάντως αυτής της ad hoc αντιμετώπισης του επείγοντος από ένα (μάλλον μειοψηφικό δυστυχώς) κομμάτι της κοινωνίας, ήταν η συγκρότηση της Πλατφόρμας υποστήριξης των προσφύγων, η οποία εξακολουθεί να λειτουργεί και, μεταξύ άλλων, έχει αναλάβει να συγκεντρώνει τις προσφορές πολιτών για φιλοξενία προσφύγων στα σπίτια τους. Αυτό βέβαια προϋποθέτει μία δήλωση στον αρμόδιο δήμο.
Η αυθόρμητη αυτή αντίδραση μέρους της κοινωνίας έρχεται βέβαια σε αντιδιαστολή, τόσο με το κλίμα που στήνεται από τα ΜΜΕ, όσο και με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ανησυχίας από ένα άλλο μεγάλο μέρος της κοινωνίας, όπως αυτή αποτυπώθηκε στο σχετικό αφιέρωμα της RTBF τον περασμένο Σεπτέμβριο. Σε ένα ολοήμερο αφιέρωμα στους πρόσφυγες, η Γαλλόφωνη Ραδιοτηλεόραση συγκέντρωσε τα πιο δημοφιλή ερωτήματα του κοινού σχετικά με το θέμα και δοκίμασε να δώσει απαντήσεις. Σε αυτό είναι εμφανής μια γενική ανησυχία ως προς το πού εγκαθίστανται οι πρόσφυγες, πόσα χρήματα και τι είδους βοήθεια λαμβάνουν από το κράτος, τι γίνεται όταν φύγουν απο τα κέντρα υποδοχής, ποιες είναι οι πιθανές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, πώς θα εξελιχθεί η διαδικασία ενσωμάτωσης, αν η διαδικασία επανένωσης των οικογενειών μπορεί να λειτουργήσει σαν «εισβολή», αλλά και γιατί δεν πανε στη Ρωσία ή τις αραβικές χώρες.
Όλα αυτά συνέβαιναν το Σεπτέμβριο, έξι μήνες πριν, σε μια χώρα μάλιστα όπου το πρώτο κόμμα, το «N-VA», το οποίο συμμετέχει στην κυβέρνηση και κατέχει το Δήμο της Αμβέρσας, επιεικώς θα χαρακτηριζόταν ακραία εθνικιστικό, ενώ οι υπόγειες σχέσεις του με το ακροδεξιό «Vlaams Belang» είναι κοινό μυστικό.
Στο μεσοδιάστημα φυσικά, προέκυψε μια τεράστια συζήτηση σχετικά με τη «Ζούγκλα του Καλαί», τον αυτοσχέδιο καταυλισμό που έχει φτάσει να φιλοξενεί ως και 6.000 πρόσφυγες και μετανάστες, σκοπός των οποίων είναι να περάσουν στη Βρετανία, αλλά έχουν μπλοκαριστεί στην ηπειρωτική πλευρά της Μάγχης. Το Καλαί μπορεί να ανήκει γεωγραφικά στη Γαλλία, αλλά βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο, με αποτέλεσμα πολλοί να έχουν εκδηλώσει την ανησυχία τους για μια πιθανή «εισβολή», χωρίς να λείπουν και οι φωνές που διαμαρτύρονται ότι «εδώ δεν έχουμε για τους Βέλγους, θα ξοδέψουμε για τους ξένους;”».
Φτάνουν ακόμα και στο σημείο να προτείνουν την δημιουργία στρατοπέδων, όπως το Γκουαντάναμο «αλλά να μην τους βασανίζουμε κιόλας»: Τα λόγια και οι «πρωτοποριακές» αυτές ιδέες ανήκουν στον δήμαρχο του Κνόκκε (παραθαλάσσιο θέρετρο, σα να λέμε το Βέλγικο Λουτράκι). Τα προβλήματα βέβαια του δημάρχου μάλλον επιλύθηκαν, καθώς πλέον η ζούγκλα του Καλαί ισοπεδώθηκε με μπουλντόζες από τη γαλλική αστυνομία, αφότου δόθηκε το πράσινο φως από το αρμόδιο δικαστήριο: Οι εικόνες μιλάνε μόνες τους.
Το βασικό ερώτημα που τίθεται τώρα και στο οποίο η απάντηση δεν είναι αυτονόητη, είναι τί μέλλει γενέσθαι πλέον, μετά τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, που η ελληνική κυβέρνηση μάλιστα χαρακτήρισε «μεγάλη επιτυχία» (άλλο ένα «success story» προφανώς), αλλά και μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα στις Βρυξέλλες.
Σχετικά με την συμφωνία, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μια ενδιαφέρουσα αποτίμηση έκανε ο Αποστόλης Φωτιάδης εδώ. Ως προς το δεύτερο σκέλος, όμως, και ειδικότερα τον αντίκτυπο στη βελγική κοινωνία και καθημερινότητα, τα δεδομένα είναι ακόμα πιο περίπλοκα. Τα πρώτα σημάδια δείχνουν δυο αντίρροπες και ενδεχομένως συγκρουόμενες δυναμικές. Από τη μια, πολύς κόσμος, προφανώς και η αδύναμη βελγική αριστερά, δοκίμασαν να αντιδράσουν στην τρομοκράτηση, οργανώνοντας σχεδόν αυτόματα συγκεντρώσεις στο κέντρο της πόλης. Στο κάλεσμα αυτό ανταποκρίθηκαν μαζικά οι μουσουλμάνοι της πόλης, με τρόπο εμφατικό, δεδομένου ότι διαισθάνονται πως θα είναι τα πρώτα θύματα, και έχοντας βιώσει αρκετό ρατσισμό και διακρίσεις στο παρελθόν.
Από την άλλη, οι αρχές δοκίμασαν να αποτρέψουν τη μεγάλη συγκέντρωση που είχε προγραμματιστεί για την Κυριακή 27 Μάρτη και με τη δικαιολογία ότι η αστυνομία δεν διέθετε επαρκείς δυνάμεις για να «επιβάλει την τάξη», ζήτησε την αναβολή της. Καθώς όμως η απάντηση από τους διοργανωτές ήταν να μετατραπεί η πορεία σε στατική διαμαρτυρία, επιστρατεύτηκε η σταθερή και γνωστή πέμπτη φάλαγγα: Η ακροδεξιά, η παρουσία των μελών της οποίας δεν εμποδίστηκε και οι οποίοι φυσικά δεν υπέστησαν καμία συνέπεια για τα επεισόδια που προκάλεσαν. Οι διαθέσεις και οι στοχεύσεις τους ήταν φυσικά προφανείς, τόσο από τις ζημιές και τις επιθέσεις σε Αραβες, όσο και από τους ναζιστικούς χαιρετισμούς που αποτυπώθηκαν σε φωτογραφίες.
Είναι φανερό πως οι επόμενες μέρες στη βελγική πρωτεύουσα προμηνύονται εξαιρετικά ενδιαφέρουσες.
*Άσυλο παραχωρείται σε ανθρώπους που τους αναγνωρίζεται το καθεστώς του πρόσφυγα: Σε ανθρώπους, δηλαδή, που εγκατέλειψαν τη χώρα τους, επειδή εκεί διώκονταν λόγω της εθνικότητας, φυλής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων ή επειδή ανήκουν σε κάποια κοινωνική ομάδα. Παραχώρηση καθεστώτος «επικουρικής προστασίας» γίνεται για ανθρώπους των οποίων η σωματική ακεραιότητα ή η ζωή τίθενται σε κίνδυνο, σε περίπτωση που επιστρέψουν στη χώρα προέλευσής τους.