Βαϊμάρη, Ντεσάου και Μπάουχαους

Η δημοκρατία της Βαϊμάρης αποτέλεσε το πολίτευμα στη Γερμανία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάλυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1919 στην πόλη της Βαϊμάρης ψηφίστηκε το σύνταγμα που θα οδηγούσε σε μια δημοκρατική κοινοβουλευτική κυβέρνηση. Η ιδρυτική αυτή πράξη της δημοκρατίας πήρε το όνομά της από τη συγκεκριμένη πόλη.
Η Βαϊμάρη βρισκόταν σε ευνοϊκή γεωγραφική θέση αλλά συγκέντρωνε και την κληρονομιά του γερμανικού κλασικισμού όπως αυτός είχε ενσαρκωθεί από τον Γκαίτε και τον Σίλερ.
Εκεί λοιπόν δημιουργήθηκε από τον αρχιτέκτονα Βάλτερ Γκρόπιους η σχολή Μπάουχαους, από τη συγχώνευση δύο αστικών σχολών της Ακαδημίας Τέχνης και της Σχολής Εφαρμοσμένων Τεχνών.
Η σχολή έγινε το επίκεντρο μιας ριζοσπαστικής δημοκρατικής εμπειρίας η οποία βασιζόταν στη συνεργασία μεταξύ δασκάλων και μαθητών. Οι μαθητές του Μπάουχαους (αναστροφή της λέξης Hausbau που σημαίνει κτίσιμο σπιτιών) επανακαθόρισαν τη σχέση καλών και εφαρμοσμένων τεχνών και σε κάθε αίθουσα διδασκαλίας υπήρχε ένας καλλιτέχνης και ένας τεχνίτης δάσκαλος. Έδιναν μεγάλη έμφαση στην εργαστηριακή προσέγγιση και τα τμήματα ήταν πολλά, γλυπτική, φωτογραφία, κεραμεική, επεξεργασία μετάλλου και ξύλου, γραφιστική, υφαντουργία, τοιχογραφία, θέατρο.
Η συντηρητική παράταξη της κυβέρνησης ζήτησε από τη σχολή να δημοσιοποιήσει τα αποτελέσματα του έργου της. Η αλήθεια είναι ότι από την αρχή η σχολή δεχόταν έντονη κριτική από τους συντηρητικούς κύκλους. Ο Γκρόπιους οργάνωσε μια μεγάλη παρουσίαση για να αναδείξει τις δραστηριότητες της σχολής με διαλέξεις, εκθέσεις, θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες με εγκαίνια στις 15 Αυγούστου 1923. Η παρουσίαση ήταν απολύτως επιτυχής και σε διεθνές επίπεδο και έκανε γνωστό το έργο και τις δραστηριότητες της σχολής σε όλη την Ευρώπη. Το αποτέλεσμα αυτό δεν άρεσε στους εθνικιστικούς κύκλους. Το 1924 ο συνασπισμός της Δεξιάς κέρδισε στις εκλογές και έκοψε τις χρηματοδοτήσεις προς τη σχολή. Τον Απρίλιο του 1925 αποφάσισε το κλείσιμό της.
Μετά το κλείσιμο πολλές γερμανικές πόλεις εξέφρασαν το ενδιαφέρον να φιλοξενήσουν τη σχολή όπως το Μόναχο, το Αμβούργο, η Φραγκφούρτη, το Ντάρμσταντ. Τελικά η σχολή μεταφέρθηκε στην προοδευτική και βιομηχανική πόλη Ντεσάου. Εκεί το δημοτικό συμβούλιο της πόλης υιοθέτησε το Μπάουχαους και ανέθεσε στον Γκρόπιους τη δημιουργία της νέας έδρας και των οικιών – καλλιτεχνικών εργαστηρίων των καθηγητών.
Ο Γκρόπιους κατασκεύασε ένα συγκρότημα κτηρίων πραγματικό μανιφέστο του ευρωπαϊκού ρασιοναλισμού και επιτομή της μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Το συγκρότημα περιελάμβανε εκτός από τα εργαστήρια, θέατρο, αίθουσα διαλέξεων, εστιατόριο, κουζίνα, διοικητικά γραφεία, δωμάτια – ατελιέ των σπουδαστών.
Οι γυάλινοι τοίχοι των εργαστηρίων αποτέλεσαν μια μεγάλη αρχιτεκτονική καινοτομία για την εποχή. Κατά τις βραδινές ώρες μετατρέπονταν σε φωτεινούς διάφανους κύβους.
Σε κοντινή απόσταση από τη νέα έδρα της σχολής κοντά στα όρια ενός πάρκου, ο Γκρόπιους συγκέντρωσε την κοινότητα των καθηγητών που τον ακολούθησαν. Σε μια μικρή εγκατάσταση εκεί κατασκευάστηκαν η κατοικία του διευθυντή και τρεις διπλοκατοικίες.
Η μεταφορά αυτή του Μπάουχαους από τη Βαϊμάρη στο Ντεσάου έδωσε τη δυνατότητα στον Γκρόπιους να εκφραστεί με ένα επαναστατικό αρχιτεκτονικό τρόπο.
Το 1928 ο Γκρόπιους αποχώρησε από τη διεύθυνση της σχολής για να εργαστεί αποκλειστικά ως αρχιτέκτονας. Τη διεύθυνση ανέλαβε ο Χάνες Μέγιερ ο οποίος σύμφωνα με τις μαρξιστικές αντιλήψεις του έδωσε έναν πιο έντονο κοινωνικό προσανατολισμό στη σχολή. Σκοπός του ήταν η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και η μαζική παραγωγή. Η έντονη πολιτικοποίηση της σχολής οδήγησε στην απομάκρυνσή του.
Το 1930 ανέλαβε τη διεύθυνση ο Μις βαν ντε Ρόε, ο οποίος προσπάθησε να συνδυάσει τον κοινωνικό χαρακτήρα της σχολής με την υψηλή αισθητική, όμως απαγόρευσε τις πολιτικές δράσεις των σπουδαστών και περιόρισε σημαντικά το κοινωνικό προφίλ της.
Με την έλευση του Ναζισμού το 1933 η σχολή κατηγορήθηκε για ανατρεπτικές δράσεις και οδηγήθηκε στη διάλυση. Οι Ναζιστές είχαν ήδη αντιταχθεί στη λειτουργία της σχολής καθ’ όλη της δεκαετίας του 1920 θεωρώντας την κομμουνιστική και λόγω της συμμετοχής Ρώσων καλλιτεχνών σε αυτή.
Παρά τη διάλυσή της συνέχισε να επηρεάζει έντονα την τέχνη και την αρχιτεκτονική μέσω νέων οργανισμών όπως το Νέο Μπάουχαους στο Σικάγο του Μόχολι Νάγκι.
Η διεθνής διάσταση του Μπάουχαους έκανε πολλούς καλλιτέχνες να διδάξουν όπως ο Κλέε, ο Καντίνσκι, ο Άλμπερς, ο Φάινινγκερ.
Ο αρχιτέκτονας Ιωάννης Δεσποτόπουλος είχε σπουδάσει στη σχολή της Βαϊμάρης και υπήρξε αντιπροσωπευτικός εκπρόσωπος της μοντέρνας αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα.
Άλλοι εκπρόσωποι ήταν οι Μαρσέλ Μπρόιερ, Γκέρχαρντ Μαρκς, Γιοχάνες Ίττεν, Μαριάνε Μπραντ,
Βιβλιογραφία – Πηγές:
- Ιστορία της Τέχνης, Φεντερίκο Πολέτι, 20ος αιώνας – Πρωτοπορίες, εκδ. Μοτίβο Εκδοτική ΑΕ- Τόπος, 2008.
- https://www.bauhaus.de/de/
- Bauhaus, Taschen.