Αναγνώσεις της χρονιάς μας!

Τι διάβασε, άραγε, η παρέα του Περιοδικού το 2014…;

| 31/12/2014

Κάθε τέλος προκαλεί αναπόφευκτα μια μικρή -ή μεγαλύτερη- ανασκόπηση. Έτσι και το τέλος μιας χρονιάς συνοδεύεται συνήθως από προσωπικούς αναστοχασμούς αλλά και συλλογικές αποτιμήσεις, κάπου εκεί ανάμεσα σε γιορτινές βόλτες και ατομικές δραπετεύσεις. Πόσω μάλλον φέτος, καθώς το 2014 υπήρξε μια δύσκολη αλλά και αντιφατική χρονιά, η οποία ωστόσο φτάνοντας προς το τέλος της άφησε να διαφανούν χαραμάδες αισιοδοξίας. Το κίνημα της νεολαίας το φθινόπωρο, η νίκη του αγώνα του Νίκου Ρωμανού, και αυτές τις μέρες η κατάρρευση της πλέον λαομίσητης κυβέρνησης των μνημονίων και της κοινωνικής καταστροφής, αποχαιρετούν το 2014 όπως του αρμόζει αλλά κυρίως δημιουργούν σε όλους και όλες εμάς, τους αθεράπευτα αισιόδοξους/ες, προσδοκίες και δυνατότητες για μια νέα χρονιά όπου, τουλάχιστον, η κανονικότητα όπως την είχαμε συνηθίσει, θα αποτελεί παρελθόν. Και ως γνωστόν, μεγάλη αναταραχή – υπέροχη κατάσταση!

Συνηθίζεται λοιπόν σε τέτοια στιγμιότυπα, να κυκλοφορούν λίστες με τα πιο αγαπημένα … (βάλτε ό,τι θέλετε) της χρονιάς που πέρασε. Και μας αρέσουν, γιατί μας θυμίζουν τα αγαπημένα μας της κάθε περσινής χρονιάς, και τις ιδιαίτερες στιγμές που συνόδευαν, αλλά και γιατί μας τροφοδοτούν με ωραίες ιδέες για το μέλλον. Έτσι λοιπόν, καθώς οι άνθρωποι του Περιοδικού μας είναι, όπως θα έχετε καταλάβει, αρκετά διαβαστεροί, είναι όμως επίσης και πάνω απ’ όλα μια πολύ όμορφη παρέα, αποφασίσαμε να θυμηθούμε εδώ τα βιβλία που εκδόθηκαν το 2014 και μας τράβηξαν την προσοχή. Δεν προσπαθήσαμε να επιλέξουμε αξιολογικά, ή να καλύψουμε έστω και στοιχειωδώς την εκδοτική παραγωγή, η οποία εξάλλου ήταν πολύ πλούσια και κάποιες από τις εκδόσεις της προλάβαμε να τις καλύψουμε μέσα από παρουσιάσεις στις σελίδες μας. Αυτή τη φορά, προτείναμε στους συντάκτες (και 1-2 φίλους) του Περιοδικού κάτι πιο προσωπικό: να επιλέξουν αυθόρμητα και να γράψουν λίγες λέξεις για ένα ή κάποια βιβλία που εκδόθηκαν το 2014. Όσοι πρόλαβαν να ανταποκριθούν, έστειλαν λίγους τίτλους από βιβλία που για οποιοδήποτε λόγο τους συγκίνησαν. Ευχαριστούμε μάλιστα ιδιαίτερα την Βεργίνα Τζάνη που έντυσε εξαιρετικά με τα σκίτσα της κάποια από τα βιβλία που επιλέξαμε.

Εδώ λοιπόν σας τα παρουσιάζουμε! Με την ευχή το 2015 να είναι γεμάτο από παρέες (που γράφουν ιστορία), διαβάσματα, συναντήσεις στους δρόμους του αγώνα, και τελικά γεμάτο από συλλογικές μάχες στη σκέψη και τη δράση. Εξάλλου, όπως είπε και η αρχισυντάκτριά μας στην εσωτερική μας συζήτηση όταν ετοιμάζαμε αυτό το ποστ, οι χρονιές τελικά ή είναι για όλους καλές ή δεν είναι για κανέναν. Καλή μας χρονιά λοιπόν!

 Ξεκινάμε αλφαβητικά..

Θάνος Ανδρίτσος 

αστυνομικο

Ο Μαιγκρέ και ο Κύριος Σάρλ, του Georges Simenon (Εκδόσεις Άγρα, μετάφραση Αργυρώ Μακάρωφ)

Λίγο πριν φύγει το 2014, άφησε ένα δώρο για τους λάτρεις της αστυνομικής λογοτεχνίας και ειδικά αυτούς που, όπως θα έλεγε ο Αντρέ Ζιντ (σε ένα από τα γράμματά του στον Σιμενόν που συμπληρώνουν το βιβλίο), πάσχουν από «οξεία σιμενονίτιδα»: Την τελευταία περιπέτεια του θρυλικού επιθεωρητή Μαιγκρέ, γραμμένη το 1972, που εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

Ο Μαιγκρέ, σε μεγαλύτερη πια ηλικία και λίγο πριν τη συνταξιοδότηση – ίσως και του συγγραφέα που τον δημιούργησε- ακούει αδιάφορα την πρόταση των ανωτέρων του για την προαγωγή και τον περιορισμό του σε δουλειά γραφείου. Αναζητά την ευκαιρία για μια ακόμα έρευνα, για ένα άλυτο μυστήριο, για αινιγματικά θύματα ή υπόπτους, για τον καθαρό αέρα της εξοχής, ακόμα και αν καμιά φορά έχει και τη μυρωδιά του θανάτου.

Αυτό που έψαχνε θα το βρει σε μια παράξενη υπόθεση της υψηλής παριζιάνικης κοινωνίας, σε βίλες του Σαίν-Ζερμαίν και καμπαρέ των Ηλυσίων Πεδίων. Εκεί όπου ζει η απόμακρη, σκληρή και παραδομένη στο αλκοόλ Ναταλί και ο πλούσιος συμβολαιογράφος άνδρας της, Ζεράρ, που μόνο φαινομενικά ζουν μαζί. Ο εύθυμος Ζεράρ, τα βράδια γίνεται ο κύριος Σαρλ, και περνά μερικές ώρες ή μέρες με τη συντροφιά πληρωμένων συνοδών καθώς «ή έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια για τις κονσοματρίς, ή δεν ήθελε να δυσκολεύει τη ζωή του έχοντας κανονικές ερωμένες». Η Ναταλί ζει σαν επισκέπτης στην ίδια της τη ζωή, αρνούμενη να φύγει «λόγω τεμπελιάς. Ή αδιαφορίας. Έρχεται κάποια στιγμή που κανείς δεν έχει όρεξη για τίποτα, που κάνει κάθε μέρα τις ίδιες κινήσεις χωρίς να το σκέφτεται».

Τι συμβαίνει όμως με την τελευταία εξαφάνιση του κυρίου Σαρλ, που πλέον ξεπερνά τον ένα μήνα; Είναι μια από τις συνήθεις αποδράσεις του ή πρόκειται για κάτι διαφορετικό που φέρνει στην επιφάνεια γεγονότα και αισθήματα κρυμμένα κάτω από την καθημερινή απάθεια; Ο επιθεωρητής Μαιγκρέ θα λύσει και αυτή την υπόθεση, σκάβοντας στο παρελθόν και στην ψυχοσύνθεση των πρωταγωνιστών, πίνοντας παράλληλα λίγο -όσο πια το επιτρέπει ο γιατρός- παστίς ή κονιάκ στη Μπρασσερί Ντωφίν.

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Γιώργος Βελεγράκης 

Οικολογία και Αριστερά: Για τη σχέση της φύσης με την κοινωνία στην κρίση και μετάτων Γιώργου Καλλή, Νίκου Νικήσιανη, Γ. Π. Στάμου, Τάσου Χοβαρδά, Σπύρου Ψαρούδα (Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς – Εκδόσεις Νήσος, επιμέλεια Τάσος Χοβαρδάς) 

Το καλοκαίρι του 2014 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Νήσος σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς μια συλλογή από κείμενα που πραγματεύονται εννοιολογικά, θεωρητικά, αναλυτικά και προγραμματικά ζητήματα για τη σχέση Αριστεράς και οικολογίας. Το βιβλίο συνθέτει ένα διάλογο μεταξύ διαφορετικών ρευμάτων και οπτικών εντός της Αριστεράς πάνω τόσο σε θεωρητικά ερωτήματα (π.χ. για τη σχέση κοινωνίας-φύσης) όσο και σε συγκεκριμένες πολιτικές πρακτικές (π.χ. πώς ανασημασιοδοτείται η αριστερή περιβαλλοντική πολιτική σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης).

Το βιβλίο ξεκινάει με τα κείμενα των Χοβαρδά και Καλλή που θέτουν το πλαίσιο μιας συζήτησης μεταξύ της οικοαριστεράς και της αποανάπτυξης: Ο Χοβαρδάς υπερασπιζόμενος την οικοαριστερή προσέγγιση θεωρεί ότι μόνο μέσα από την έννοια του τρόπου παραγωγής μπορεί κανείς να αναφερθεί στις έννοιες του φυσικού ορίου και του πόρου (σημεία κλειδιά για την αποαναπτυξιακή σκέψη). Ο Καλλής από τη μεριά του υπεραμύνεται της έννοιας των ορίων καθώς αυτά όχι μόνο προσφέρουν αναλυτικά εργαλεία κατανόησης της ανάπτυξης του καπιταλισμού σε βάρος του περιβάλλοντος αλλά έχουν και πολιτική χρησιμότητα.

Τα κείμενα των Νικήσιανη και Στάμου συνεχίζουν το διάλογο επικεντρώνοντας σε έννοιες όπως η βιοποικιλότητα, το οικοσύστημα και η αρμονία (της φύσης) που γεννήθηκαν από τη βιολογία με συγκεκριμένες όμως «συνέπειες» στο σύνολο της οικολογικής σκέψης. Ο Νικήσιανης θέτει το ερώτημα: Οι παραπάνω έννοιες αποτυπώνουν αντικειμενικές ιδιότητες της ίδιας της φύσης, όπως ισχυρίζεται ο κυρίαρχος περιβαλλοντισμός, ή πρόκειται για ιδέες τις οποίες η οικολογία προβάλλει, παρά ανακαλύπτει, στη φύση; Ο Στάμου επιχειρεί μια κριτική διερεύνηση της ιδεολογικής λειτουργίας οικολογικών λογικών και την αναλογία τους με κοινωνικές έννοιες όπως ο ανταγωνισμός και η ελευθερία.

Στο τελευταίο κείμενο της συλλογής, ο Ψαρούδας υποστηρίζει ότι η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών και της φύσης μπορεί να ενταχθεί στην ευρύτερη συζήτηση για τα «κοινά» αρκεί αυτά να νοηματοδοτηθούν τόσο ως προς το περιεχόμενο τους όσο όμως και ως προς τη μεθοδολογία ορισμού και αναπαραγωγής τους.

Το βιβλίο αποτελεί ένα διάλογο και σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να διαβαστεί, να αναλυθεί και να γεννήσει νέα ερωτήματα αλλά και πολιτικές προτάσεις. Παράλληλα κρατάει ζωντανή τη στρατηγική  για την Αριστερά συζήτηση για τη σχέση κοινωνίας-φύσης αλλά και τον αναγκαίο κοινωνικό-οικολογικό μετασχηματισμό.

 οικολογια

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Ειρήνη Γαϊτάνου 

Ανθρωποφύλακες, του Περικλή Κοροβέση (Εκδόσεις των Συναδέλφων) 

ªøÛäéï 1Την πρώτη φορά που το διάβασα ήταν όταν ανέβηκε στη Λέσχη Ανυπότακτης Θεωρίας, μια 21η Απριλίου. Σχεδόν νιώθω ακόμα το συναίσθημα: ήταν ακόμα μέρα, οπότε άνοιξα το ποστ σκεφτόμενη να ρίξω μια ματιά και να το αποθηκεύσω γι’ αργότερα. Λίγες μόνο σελίδες μετά, δεν υπήρχε φυσικά καθόλου αυτό το ενδεχόμενο, και η μέρα μου, χάνοντας κάθε πιθανότητα “παραγωγικότητας”, κατακλύστηκε από το βιβλίο. Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια συγκλονιστική μαρτυρία των βασανιστηρίων των πολιτικών κρατουμένων κατά τη διάρκεια της χούντας. Από τα δυσκολότερα και ταυτόχρονα πιο αναγκαία διαβάσματα για όλες και όλους, κομμάτι της ζωντανής ιστορίας μιας εποχής καθόλου μα καθόλου μακρινής. Η γραφή είναι απολύτως ζωντανή, οι περιγραφές είναι σαν συνεχόμενες γροθιές στο στομάχι. Από την πρώτη ως την τελευταία γραμμή το διάβαζα με έναν κόμπο στο στήθος και απόλυτη δυσκολία να ανασάνω. Κι όμως, είναι μερικές φορές που κι αυτό είναι αναγκαίο: που η γνώση της τόσο βίαιης πραγματικότητας είναι όρος για να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα. Όπως λέει και ο Σ. στο βιβλίο “Αυτός τελικά είναι ο σκοπός: να νικήσουμε κι όχι να πεθάνουμε. Αλλά για να νικήσουμε, πρέπει να πεθάνουμε, και για να πεθάνουμε, πρέπει ν’ αγαπάμε τη ζωή.” Ταυτόχρονα, ο συγγραφέας αποστασιοποιείται από οποιαδήποτε τάση ηρωοποίησης. Όπως γράφει, στη χούντα το απλό δικαίωμα να υπάρξεις σαν πολίτης ήταν αντίσταση, και οι πολιτικοί κρατούμενοι που φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και κυνηγήθηκαν, αυτοί που άντεξαν κι αυτοί που δεν άντεξαν, προσπάθησαν απλώς να παραμείνουν πολίτες… Αυτό το βιβλίο λοιπόν είναι γι’ αυτούς και αυτές που νομίζουν, πιστεύουν βαθιά ή ελπίζουν πως δεν θα υπακούσουν, και που το σκέφτονται αυτό σαν το πιο εύκολο και ταυτόχρονα το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο.

Η νέα έκδοση του βιβλίου από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων, περιέχει όλους τους προλόγους των προηγούμενων εκδόσεων, μαζί με εκείνον του 1994 που αξίζει να διαβαστεί αυτοτελώς. Μέρος των εσόδων θα διατεθούν σε οργανώσεις υποστήριξης των δικαιωμάτων των κρατουμένων.

Οιδίπους τυραννούμενος και άλλα ποιήματα, του Νίκου Καρούζου (εκδόσεις Ίκαρος, επιμέλεια Μαρία Αλμύρα) 

ικαροςΟ Νίκος Καρούζος είναι ο ποιητής που έχει συνοδεύσει τις αναζητήσεις και τις μεγάλες νύχτες πολλών από μας (“είναι αξημέρωτη νύχτα η ζωή”). Εξάλλου, το έλεγε κι ο ίδιος σε ένα ποίημά του: “Μη με διαβάζετε όταν έχετε δίκιο”. Κι εμείς, πιστές/οί στο κάλεσμα του, τον διαβάζουμε κατεξοχήν εκείνες τις στιγμές που μοιάζουν (ή είναι;) πολύ μετέωρες. Γνωρίζοντας όμως (και ίσως ακριβώς γι’ αυτό) πως ο ίδιος κάθε άλλο παρά υποτάχτηκε στην απόγνωση. Όπως έγραφε, εκεί που γελιέται ο Μπέκετ, είναι πως “ο άνθρωπος έχει τη δύναμη να διαλέξει και να μην ψοφήσει στην απόγνωση”. Χωρίς να την αρνείται όμως, την αποδέχεται για να την “αποτοιχίσει” (όπως ο ίδιος λέει), να την ανατινάξει (“θα’ θελα λίγο δυναμίτη/θα’ θελα μιαν έκρηξη/που να σκορπίσει το χειρότερο θάνατο/στα βολέματά σας”). Στρατευμένος μέχρι τέλους, εννοώντας όμως τη στράτευση με ιδιαίτερο τρόπο και με έμφαση στην ηθική και πνευματική ανύψωση του ανθρώπου όπως λέει, ο Καρούζος αποστασιοποιείται τόσο από την ποίηση της ήττας, όσο και από την απολογητική ποίηση. Και επιμένει να μας συντροφεύει, κάνοντάς μας να θέλουμε να φωνάξουμε πως θέλουμε κι εμείς να είμαστε στην παρέα του, σ’ αυτό το τρομερό εμείς (“εμείς μπορούμε να δώσουμε τη ζωή μας μέσα σ’ ένα συλλαλητήριο/εσείς τι μπορείτε;”), αλητεύοντας στο πάθος για ζωή (“ζούμε θα πει αλητεύουμε στους αμέτρητους ίμερους”), κλείνοντας το μάτι στα βλέμματα που μας ενώνουν (εκείνα που ξέρουν πια πως “ο ωραίος Modigliani/τρεις η ώρα τη νύχτα μεθυσμένος/χτυπούσε βίαια την πόρτα ενός φίλου του/γυρεύοντας τα ποιήματα του Βιγιόν/κι άρχισε να διαβάζει ώρες δυνατά/ενοχλώντας το σύμπαν”). Δένοντας τελικά το σήμερα με το αύριο, καθώς “Μόνον αυτοί που τρέφουν όνειρα/απολαμβάνουν την πραγματικότητα”…

Ο νέος τόμος με ποιήματα του Νίκου Καρούζου μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ίκαρος, συμπληρώνοντας τα Άπαντα του ποιητή. Ο τόμος χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες. Η πρώτη περιλαμβάνει την ανατύπωση των πέντε πρώτων ποιητικών του συλλογών (1953-1956, μεταξύ των οποίων και οι εξαιρετικοί Διάλογοι), σε μεγάλο βαθμό εξαντλημένες σήμερα. Η δεύτερη ενότητα περιέχει ποιήματα που είχαν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες μετά το 1949, σε χρονολογική σειρά. Η τρίτη περιλαμβάνει ποιήματα που έχουν δημοσιευτεί μετά το θάνατο του ποιητή από άλλους, καθώς και ποιήματα από το προσωπικό του αρχείο. Στην τέταρτη ενότητα τέλος παρουσιάζονται αδημοσίευτα ποιήματα, με χειρόγραφες αφιερώσεις. Η έκδοση περιλαμβάνει ακόμα ένα αναλυτικό παράρτημα με πληροφοριακά στοιχεία για τα ποιήματα.

Αριστερά και εξουσία. Ο «δημοκρατικός δρόμος» προς τον σοσιαλισμό, του Δημήτρη Μπελαντή (εκδόσεις Τόπος) 

BELANTIS_400Πρόκειται για ένα βιβλίο κατά τη γνώμη μου σταθμό σε όλη τη συζήτηση που έχει ανοίξει στην αριστερά γύρω από τα ζητήματα εξουσίας. Το κρίσιμο ερώτημα του βιβλίου αφορά τη σύνδεση τακτικής και στρατηγικής, και πιο συγκεκριμένα τη -σχετικά συνηθισμένη- τάση να ξεχνιέται η στρατηγική στο όνομα μιας έκτακτης συνθήκης. Ο συγγραφέας αναμετράται κριτικά με τη θεωρία του δημοκρατικού δρόμου για το σοσιαλισμό και τις διάφορες εφαρμογές του, και οριοθετείται μέσα από μια βαθιά θεωρητική επεξεργασία, αλλά και μια άκρως πολιτική παρέμβαση, από το ευρωκομμουνιστικό παράδειγμα και αφήγηση. Επιδιώκει δε να τοποθετηθεί, με τρόπο ιδεολογικά μεροληπτικό όπως ο ίδιος υπογραμμίζει, από τη σκοπιά της δυνατότητας επαναθεμελίωσης της κομμουνιστικής προοπτικής, εντός ενός δρόμου ακόμα σε μεγάλο βαθμό αχαρτογράφητου. Το βιβλίο δε θα μπορούσε να λείπει από αυτές τις επιλογές, ωστόσο, αντί εκτενέστερου σχολιασμού, παραπέμπουμε σε παλιότερο αναλυτικό αφιέρωμα του Περιοδικού, με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου στις 24/6/2014, εδώ.

Τι είναι η υποκειμενικότητα, του Jean-Paul Sartre (εκδόσεις Πλέθρον) 

ex-lo_sartreΗ νέα αυτή έκδοση περιλαμβάνει μια διάλεξη του Ζαν Πωλ Σαρτρ, που έδωσε στη Ρώμη το Δεκέμβριο του 1961, αμέσως μετά τη δημοσίευση της Κριτικής του διαλεκτικού λόγου του συγγραφέα. Η Κριτική σηματοδοτεί τη συγκεκριμένη αντιπαράθεση του Σαρτρ με το μαρξισμό, στη βάση της τοποθέτησής του ότι ο τελευταίος “έχει ακινητοποιηθεί”. Η διάλεξη λοιπόν διεξάγεται μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Εδώ ο συγγραφέας επιδιώκει να τοποθετήσει την υποκειμενικότητα στην καρδιά της μαρξιστικής ανάλυσης, ως το κρίσιμό της έλλειμμα. Αντιπαρατίθεται έτσι με τον Γκεόργκι Λούκατς (με τον οποίο πάντως “διαλέγεται” διαρκώς), ή μάλλον με συγκεκριμένες αναγνώσεις του έργου του Ιστορία και ταξική συνείδηση. Η συμβολή της σκέψης του Λούκατς, κορυφαίου μαρξιστή του 20ου αιώνα, υπήρξε καθοριστική στη συζήτηση γύρω από την υποκειμενικότητα και τη συνείδηση. Σε μια σκληρή (και σε αρκετά σημεία πάντως άδικη) κριτική, ο Σαρτρ διαχωρίζεται από τον Λούκατς, προσεγγίζοντας την υποκειμενικότητα υπό δύο χαρακτηριστικά: τη μη-γνώση (η συνείδηση είναι συνείδηση εαυτού, συνεπώς εξ’ ορισμού μη αναστοχαστική, άρα δεν μπορεί να είναι γνώση εαυτού) και το δέον είναι (η συνείδηση ως απόλυτο της ύπαρξης και όχι ως συνείδηση ενός υποκειμένου). Έτσι η σαρτρική σύλληψη της υποκειμενικότητας τοποθετείται ενάντια σε κάθε μηχανιστική και φυσιοκρατική προσέγγιση, με ορίζοντα τη λογική της αυτο-χειραφέτησης και με βάση την αντίληψη του μαρξισμού ως φιλοσοφία της ελευθερίας.

Το βιβλίο αναμετράται λοιπόν με ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ζήτημα φιλοσοφικά, το οποίο σήμερα αποκτά ακόμα κεντρικότερη σημασία. Η διάλεξη του Σαρτρ δόθηκε στα πλαίσια μιας τριήμερης συνάντησης που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Γκράμσι, και η έκδοση περιλαμβάνει, εκτός της ίδιας της διάλεξης, ένα ανθολόγιο των παρεμβάσεων πολλών διανοούμενων στην ίδια συνάντηση, με αφορμή την παρέμβαση του Σαρτρ. Συνεπώς, αποτελεί μια πολύ ζωντανή καταγραφή του διαλόγου που άνοιξε τότε. Περιλαμβάνονται ακόμα ένας πολύ ενδιαφέρον πρόλογος των Michel Kail και Raoul Kirchmayr που συμπυκνώνει την αντιπαράθεση του Σαρτρ με τον Λούκατς, καθώς και το εξαιρετικό επίμετρο του Fredric Jameson, πάνω στην επικαιρότητα της σκέψης του Σαρτρ στη σύγχρονη συζήτηση για την υποκειμενικότητα.

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Στεφανία Γυφτοπούλου 

Radical Cities: Across Latin America in Search of a New Architecture, του Justin McGuirk (εκδόσεις Verso) 

Radical_Cities_CMYK-512e6933e14404069d1116683dc2203f‘Αυτό που παρατηρούμε σήμερα είναι η επιστροφή της αρχιτεκτονικής ως κοινωνική επιδίωξη.’ (McGuirk, 2014)

Το βιβλίο του McGuirk αποτελεί μια συλλογή δράσεων και ιδεών από διάφορες πόλεις της Λατινικής Αμερικής, που αφορούν στην αναζήτηση μιας νέας αρχιτεκτονικής και ενός καινοτόμου σχεδιασμού με κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα. Διερευνώντας τον ρόλο του σχεδιασμού στις πόλεις, ο McGuirk ξεκινά από τα μέσα του 20ου αιώνα και την φιλοδοξία του μοντερνισμού να απαντήσει στις στεγαστικές αλλά και κοινωνικές ανάγκες, μεταβαίνει στον στρατηγικό σχεδιασμό και το ρόλο της ελεύθερης αγοράς από το 1980 και μετά, για να καταλήξει στην πρόσφατη αναγνώριση της ‘άτυπης’ πόλης ως ουσιώδους κομματιού του συνόλου. Μας διδάσκει δηλαδή ότι οι ‘άτυποι’ οικισμοί αποτελούν μέρος ενός πολύπλοκου πολιτικού και οικονομικού συστήματος και όχι αυθόρμητες συγκεντρώσεις.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το 79% του πληθυσμού της Λατινικής Αμερικής ζει σε πόλεις, ενώ περίπου το 1/3 του πληθυσμού αυτού ζει στους λεγόμενους ‘άτυπους’ οικισμούς. Ο McGuirk στο βιβλίο του, προσθέτει ένα ακόμα στοιχείο: το 85% των κατοικιών στον κόσμο είναι χτισμένες ‘άτυπα’ από τους ίδιους τους πολίτες. Πώς διαχειρίζεται λοιπόν κανείς την πόλη που -μέχρι σήμερα- έχουμε μάθει να αντιλαμβανόμαστε ως δίπολο: επίσημη έναντι ανεπίσημης, εντός έναντι εκτός, top down έναντι bottom-up στρατηγικών;

Στο ταξίδι του αναζητά αρχιτέκτονες, πολιτικούς, ακτιβιστές και εναλλακτικές κοινότητες που απαντούν στα διλήμματα που αντιμετωπίζει όχι μόνο η αρχιτεκτονική αλλά και η ίδια η πόλη. Περιγράφει στρατηγικές και πρακτικές για την οικοδόμηση δίκαιων πόλεων, ανακαλύπτοντας μια νέα κοινωνική συνείδηση στον τομέα του σχεδιασμού. Από το Μπουένος Άιρες μέχρι το Σαν Σαλβαδόρ, και από τη Λίμα μέχρι το Σαντιάγο, το Ρίο, το Καράκας, τη Μπογκοτά, τη Μεντεγίν και την Τιχουάνα, ο McGuirk δεν επικεντρώνεται μόνο στα προβλήματα που προκαλούνται από την ταχεία ανάπτυξη των πόλεων αλλά περιγράφει τις πιο ριζοσπαστικές και συναρπαστικές πρακτικές που ήρθαν να απαντήσουν στα κυρίαρχα μοντέλα ανάπτυξης των τελευταίων δεκαετιών.

Η αρχιτεκτονική και ο αστικός σχεδιασμός επαναπροσδιορίζονται με σκοπό την αντιμετώπιση της φτώχειας και των ανισοτήτων, παρέχοντας πιθανές εικόνες και διαφορετικές πραγματικότητες για τις πόλεις του μέλλοντος. Το βιβλίο προσφέρει μαθήματα όχι μόνο σχετικά με την εκρηκτική αστικοποίηση των χωρών του νότου, αλλά και για όλον τον υπόλοιπο κόσμο.

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Ελένη Παγκαλιά

 

αξιωτηΡεπυμπλίκ-Βαστίλλη, της Μέλπως Αξιώτη, (Εκδόσεις Άγρα, μετάφραση: Τιτίκα Δημητρούλια)

Η Λίζα-Μέλπω κουβαλάει στο Παρίσι αντικείμενα και μνήμες από την Ελλάδα της Κατοχής και του Εμφυλίου. Κυνηγημένη από ανθρώπους και φαντάσματα, εξορίζει το φορτίο της μνήμης της σε μια άλλη χώρα, όπου αντί για θάνατο βρίσκει ζωή. Κι όμως, δεν ησυχάζει. Η γειτόνισσα της Αθήνας του εμφυλίου έρχεται στο μυαλό της, με τα μάλλινα ρούχα των γιων της άθικτα στο σεντούκι, ενώ και οι τρεις γιοι σκοτώθηκαν στην Κατοχή. Ο ήχος των δικών της λέξεων, των λέξεων της γλώσσας της, βουίζει συνέχεια στ’ αυτιά της, την πονάει. Ένα γράμμα από την παλιά πατρίδα σηματοδοτεί την απώλεια του έρωτα –και η απώλεια γίνεται πιο δυνατή από την παρουσία του καινούργιου. Υπάρχει φωτιά που καίει παντού, και κυρίως στην ψυχή της. Με αυτή τη φωτιά γράφει η Μέλπω Αξιώτη το μυθιστόρημα αυτό στα γαλλικά και δεν το εκδίδει τότε (1949). Το διαμελίζει μέσα σε άλλα κείμενά της και μας κάνει να συλλάβουμε τον δικό της διαμελισμό, σώματος και γλώσσας, που την κατατρύχει σε μια διαρκή εξορία. Η έκδοση αυτή, του μυθιστορήματος ολόκληρου, μεταφρασμένου και φροντισμένου εξαιρετικά, συνθέτει όλη αυτή τη δύναμη ψυχής μιας γυναίκας, μιας αληθινής κομμουνίστριας -με όλο το βάθος που η λέξη αυτή μπορεί να σηματοδοτεί-, η οποία μέχρι το τέλος υπερασπίστηκε με πάθος ό,τι ένιωσε δικό της.

 Ελεγείες του Βορρά, της Άννα Αχμάτοβα, (Εκδόσεις (.poema..), μετάφραση από τα ρώσικα: Ασπασία Λαμπρινίδου) 

axmatova«Αλλά η Αχμάτοβα ήταν κι αυτή, και η άλλη, και όπως της άρεσε να λέει, “και μια τρίτη”.» Ανατόλι Ναϊμάν.

Είναι ίσως η πρώτη φορά που η μεγάλη ποιήτρια μιλάει τόσο για τον εαυτό της. Τον έναν ή περισσότερους. Μέσα από τις διάφορες ιστορικές περιόδους της χώρας που τη στοίχειωσε και της έδωσε τη γλώσσα της μνήμης της. Εξόριστη στην ίδια της την πατρίδα, η Αχμάτοβα περιδιαβαίνει την Ιστορία μέσα από τη Ρωσία του Ντοστογιέφσκι (την «Προϊστορία»), της Αγίας Πετρούπολης, του Λένινγκραντ και του Στάλιν. «Σωπαίνω τριάντα χρόνια. Των αρκτικών πάγων η σιωπή / γύρω μου αμέτρητες νύχτες στέκει / κι αυτή θα σβήσει το κερί μου. / ‘Έτσι σωπαίνουν οι νεκροί…». Κι εκείνη δεν σώπασε ποτέ. «Κι αφού το κώνειο το ΄πια / γιατί, λοιπόν, δεν πέθανα / όπως θα ταίριαζε –την ίδια εκείνη ώρα;». Γράφει εφτά ελεγείες, το τελευταίο της έργο, «και το αφιερώνει στη σιωπή». Όμως, αυτό ακούγεται σαν την πιο δυνατή κραυγή. Κραυγή ζωής και ελευθερίας, επιμονής στον έρωτα, στο «μαρτύριο της ευτυχίας», στην ύπαρξη την ίδια. Όλη αυτή η κραυγή αγγίζει την ψυχή μας, καθώς η συγκεκριμένη μετάφραση των Ελεγειών μάς μεταφέρει στον πυρήνα της ρωσικής γλώσσας, της γλώσσας με την οποία η Αχμάτοβα καταθέτει τον εαυτό της στο χαρτί.

 Δίκες δοσιλόγων 1944-1949. Δικαιοσύνη, συνέχεια του κράτους και εθνική μνήμη, του Δημήτρη Κουσουρή (Εκδόσεις Πόλις)

kousouris book«Ένα χρόνο μετά την Απελευθέρωση, από τους 14.646 κρατούμενους στις ελληνικές φυλακές, 2.896 ήταν δοσίλογοι (καταδικασθέντες ή υπόδικοι), ενώ μέλη του ΕΑΜ 6.027· από τους υπόλοιπους, οι μισοί ή και περισσότεροι ήταν επίσης μέλη του ΕΑΜ, που κρατούνταν για εγκληματικές πράξεις κατά εθνικοφρόνων» [δείτε την παρουσίαση του βιβλίου εδώ ].

Ο Κουσουρής, μέσα από έναν εξαιρετικό, αφηγηματικό λόγο, μας καθιστά σαφές τι σημαίνει «ειρήνη» στην (αστική) τάξη που αποκαθίσταται μετά τον πόλεμο. Είναι μία «ειρήνη», όπου η επίσημη Δικαιοσύνη αναλαμβάνει τον ρόλο της εδραίωσης της κυρίαρχης τάξης, σε βάρος όλων όσοι την αμφισβητούν. Στη μεταπολεμική Ελλάδα, τα Λαϊκά Δικαστήρια δεν έγιναν για τους προδότες, ενώ τα θύματα, αντί να βρεθούν σε Προστατευτικά Ιδρύματα βρέθηκαν σε τόπους εκτελέσεων και εξορίας. Η Ιστορία του Κουσουρή δεν μας αφορά μόνο γιατί ο δοσιλογισμός βρήκε την πολιτική του προέκταση στις κυβερνήσεις των μετεμφυλιακών χρόνων, μέχρι και τις μέρες της δικής μας ‘δημοκρατίας’. Η Ιστορία είναι πολύ ενδιαφέρουσα και γιατί συνειδητοποιούμε πώς το Διεθνές Δίκαιο άλλαξε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έθεσε το ζήτημα της «ατομικής ευθύνης» στο επίκεντρο των διαδικασιών του. Κι επίσης, πώς τελικά συμπύκνωσε τη νίκη απέναντι στο φασισμό, ως εργαλείο διαχείρισης του κομμουνιστικού κινδύνου. Περισσότερο, δε, μας αφορά, γιατί ο τρόπος θέασης και αφήγησης της ίδιας της Ιστορίας θέτει μικρά και μεγάλα ερωτηματικά για το πώς αντιλαμβανόμαστε το ιστορικό συνεχές και την ιστορική αναλογία –και μας βάζει να αναλογιστούμε με πόση προσοχή θα πρέπει να «χρησιμοποιούμε» τους όρους αυτούς.

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Θανάσης Σκαμνάκης

Έλα να πούμε ψέματα (Στις γραμμές του μύθου και της ιστορίας), της Μάρως Δούκα (εκδόσεις Πατάκη) 

DoukaΕίναι ένα μυθιστόρημα που γυρίζει τα πράγματα στις πηγές και ουσιαστικά αναζητεί τις αιτίες για τα όσα συμβαίνουν σήμερα. Πρόκειται για το τρίτο μέρος της τριλογίας. Και σε αυτό το έργο, όπως και στα δύο προηγούμενα (Αθώοι και φταίχτες και Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ), οι ήρωες, πρόσωπα της γενιάς του Πολυτεχνείου και της γενιάς του 2000, βρίσκονται αντιμέτωποι και συνδιαλέγονται με τα πρόσωπα αλλά και τα γεγονότα του παρελθόντος και της ιστορίας. Μια σταδιακή μύηση για μια γενιά νεότατη η οποία έχει απομακρυνθεί, όχι μόνο χρονικά, από εκείνη τη συγκλονιστική εποχή, ωστόσο υφίσταται ακέραιες τις συνέπειες της τροπής των γεγονότων και συνεπώς δεν μπορεί να τα ξεπεράσει ανώδυνα. Στο τρίτο αυτό βιβλίο της τριλογίας η συγγραφέας, πάλι με κέντρο τις ιστορικές εξελίξεις στα Χανιά, πραγματεύεται την περίοδο και τα γεγονότα πριν και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, και το πώς επέδρασαν στην πορεία της ελληνικής ιστορίας μέχρι σήμερα. Διαβάζοντάς το αποχτάς μια καθαρότερη εικόνα για τις αιτίες της ήττας του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα, ίσως καθαρότερη από όση μπορείς να αποκτήσεις με τη μελέτη πολλών σχετικών ιστορικών και πολιτικών έργων.

Και επειδή κανένα παρελθόν δεν είναι μακρινό και αδιάφορο, η Μ. Δούκα φτάνει ως τον 19ο αιώνα, ως τις πρώτες συγκρούσεις του επαναστατικού κινήματος, ανάμεσα στο αναρχικό και το κομμουνιστικό ρεύμα, στον Μπακούνιν και στο Μαρξ. Το βιβλίο δομείται πάνω στις προσωπικές αφηγήσεις, και μέσω αυτών γίνεται αναφορά στα οδυνηρά πολιτικά γεγονότα, αλλά και στα θεωρητικά ερωτήματα που τέθηκαν και τίθενται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και σήμερα.

Για όσους βασανίζονται ακόμα με τις ιδεολογικές συγκρούσεις και αναζητήσεις του κομμουνιστικού κινήματος είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μελέτη σύνθετων προβλημάτων μέσω του μυθιστορηματικού λόγου.

Η ζωή ενός άγνωστου άντρα, του Αντρέϊ Μακίν (εκδόσεις Καστανιώτη, μετάφραση Αγγελική Σιγούρου) 

μακινΈνας Ρώσος συγγραφέας που ζει σχεδόν τριάντα χρόνια στο Παρίσι, απογοητευμένος από την ανταπόκριση που βρίσκει ως καλλιτέχνης αλλά και εγκαταλειφθείς από την κατά πολύ νεότερη αγαπημένη του, αναζητεί λύτρωση στο παρελθόν του. Γι’ αυτό γυρίζει στην πατρίδα του και στο νεανικό του έρωτα.  Αλλά το παρελθόν δεν είναι εκεί. Και η Ρωσία και η πρώην αγαπημένη του είναι κατά πολύ αλλαγμένα.

Ένα δείγμα, αντιπροσωπευτικό και ενδιαφέρον, της μετασοβιετικής λογοτεχνίας. Αν και ο συγγραφέας του ζει από το 1987 στη Γαλλία και γράφει στα γαλλικά, η καταγωγή και η νεανική ζωή του στη Σοβιετική Ένωση τον στοιχειώνουν. Ένα μυθιστόρημα λεπτών αποχρώσεων και συναισθημάτων, με μια εξαιρετικά ποιητική γραφή, η οποία δεν του στερεί το ρεαλισμό, πολύ εύστοχο και διεισδυτικό στα συναισθήματα μιας ολόκληρης γενιάς Ρώσων που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε έναν τρόπο ζωής, τον σοβιετικό, και βρέθηκαν ξαφνικά σε έναν άλλον, τον οποίον μπορεί να ονειρεύονταν ως ζητούμενο, αλλά δεν μπορούσαν να αντιληφθούν την ουσία του. Σκληρή και ευαίσθητη πορεία.

Εν τέλει ο συγγραφέας-ήρωας γνωρίζει κάποιον άγνωστο άντρα ο οποίος τον συνδέει με το παρελθόν και ανακαλύπτει την ουσία των πραγμάτων. Από τα μεγάλα πλεονεκτήματα του βιβλίου είναι οι περιγραφές της πολιορκίας του Λένινγκραντ.

Ρήξη ή ενσωμάτωση;, του Ευτύχη Μπιτσάκη (εκδόσεις ΚΨΜ, τέταρτη αναθεωρημένη και συμπληρωμένη έκδοση) 

rixi_ensomatosi_exofΈχουν περάσει 25 χρόνια από την πρώτη έκδοση. Σε αυτό το διάστημα έχουν συμβεί πάρα πολλά, τα οποία εν πολλοίς δικαίωσαν τις εκτιμήσεις του συγγραφέα του. Ποιο είναι όμως εκείνο το «μυστικό» που κάνει επίκαιρο και σήμερα αυτό το βιβλίο και καθιστά την επανέκδοσή του όχι μόνο επιθυμητή αλλά και αναγκαία; Πολύ περισσότερο, που μερικά από τα άρθρα έχουν γραφτεί αρκετά χρόνια νωρίτερα; Είναι το γεγονός πως σήμερα επανέρχονται στην επικαιρότητα όλες οι παθογένειες της Αριστεράς, όλα τα προβλήματα και οι αντιφάσεις που την οδήγησαν σε αλλεπάλληλες ήττες και την καθήλωσαν ιστορικά. Κι ακόμα περισσότερο το γεγονός πως οι νεότερες γενιές των αγωνιστών αναζητούν στη γνώση του παρελθόντος απαντήσεις για τα προβλήματα του σήμερα, καθώς οι φορείς της Αριστεράς παραμένουν εγκλωβισμένοι στα ίδια αδιέξοδα ερωτήματα και πέφτουν στις ίδιες παγίδες.

Με αυτή την έννοια το βιβλίο δεν αποκτά μόνο επικαιρότητα αλλά και δραματικότητα, δίνοντας ωστόσο τη δυνατότητα στους αναγνώστες του να εισδύσουν με νηφαλιότητα στο σώμα των συγκρούσεων και των αντιθέσεων της Αριστεράς, ώστε να βρουν καθαρότερες απαντήσεις στο αγωνιώδες τι να κάνουμε της εποχής μας.

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Αλέξανδρος Στεργιόπουλος 

Κραδασμοί, του Τζόναθαν Φράνζεν (Εκδόσεις Ψυχογιός, μετάφραση: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης) 

φρανζενΟ Τζόναθαν Φράνζεν έχει καταχωρηθεί στους μεγάλους συγγραφείς του 21ου αιώνα. Κάθε του τίτλος αποτελεί εκδοτικό γεγονός. Τα διαπιστευτήριά του τα έχει καταθέσει και έχει τιμηθεί. Συνεπώς, οι Κραδασμοί δεν θα μπορούσαν παρά να είναι ένα από τα βιβλία που ξεχώρισαν μέσα στο 2014.

Όλα τα παραπάνω δεν αποδίδονται χαριστικά στον Φράνζεν. Οι Κραδασμοί καταδεικνύουν το τι μπορεί να κάνει ο συνδυασμός πραγματικότητας-φαντασίας. Όλοι εκεί θέλουν να βαδίσουν, όμως δεν συντάσσουν τα χνάρια σε ευθεία οδό. Τα αφήνουν ανέλεγκτα και καλούνται να περάσουν τη διασταύρωση. Οι Κραδασμοί είναι απόδειξη του απόλυτου ελέγχου από τον Αμερικανό. Διαβάζοντάς το σε εντυπωσιάζει ο συγκερασμός λεπτομέρειας, εμβρίθειας, διείσδυσης και ανάλυσης. Είναι πολύ εύκολο για τον Φράνζεν να κάνει τη μετάβαση ρεαλισμός-μύθος. Η αφήγησή του ενώνει κραδασμούς σώματος-μυαλού-ψυχής. Φυσικά, κάθε έκθεση του πραγματικού προσώπου της οικογένειας προσθέτει κύρος και αξία στον Φράνζεν. Γι’ αυτόν είναι ο πυρήνας όλων όσα ξεδιπλώνονται στην κοινωνία. Η καταβύθισή του στην καρδιά της συντηρητικής κοινωνίας προκαλεί θαυμασμό. Τη χειρίζεται και εδώ με λεπτότητα και κυνικότητα. Όσες φορές κι αν το δεις και το διαβάσεις δεν σταματά να σε καθηλώνει.

Μαύρος Άγγελος, του Αντόνιο Ταμπούκι (Εκδόσεις Άγρα, μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίδης) 

mayros aggelosΟ “Μαύρος Αγγελος” του Ταμπούκι δεν θα μπορούσε να μην είναι στα βιβλία που διακρίθηκαν για τη χρονιά που “φεύγει”. Γιατί; Διότι διαβάζοντάς το καταλαβαίνεις τι σημαίνει η φράση “πίσω από τις λέξεις”. Ο Ταμπούκι το πραγματώνει, και όταν συνειδητοποιείς τι έχει κάνει, δεν μπορείς παρά να του επιδαψιλεύσεις τιμές και αποθεωτικά σχόλια. Όσο υπερβολικά κι αν είναι.

Ο Ιταλός σε βοηθά να νιώσει τη δύναμη και τη μαγεία του αόρατου. Του άυλου. Του ανύπαρκτου που δεν είναι πάντα παρών στο παρόν, στο παρελθόν και στο μέλλον. Πάντα. Για να το αποτυπώσει με λέξεις επιλέγει τους “μαύρους αγγέλους”. Δεν είναι τα ανέγγιχτα όντα της θρησκευτικής κατήχησης. Υπάρχουν. Είναι αυτοί που μένουν στον απόηχο των πράξεών μας. Ακόμη και αυτών που δεν κάνουμε. Στον δισταγμό και τη δειλία μας. Στα αποκαΐδια μιας ατίθασης ζωής που κινείται αστραπιαία. Δεν μπορούν, λοιπόν, να βρίσκονται στον ουρανό και σε έναν κατασκευασμένο παράδεισο. Έκπτωτοι αλήτες. Βλάσφημοι θεοί που βρίσκουν το δικό τους ιερό στους ανθρώπους. Στην εικόνα που φτιάχνουν οι λέξεις για τη ζωή μας, ο Ταμπούκι προσθέτει και αυτή που δημιουργούν άοκνα οι μαύροι άγγελοι. Το μυθιστόρημα σε παρασύρει σε ατραπούς που δεν θα μπορούσες να δεις και να ανακαλύψεις. Ανθρώπινα θεϊκό.

Αγάπη/Love, του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη (Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας)


loveΟ Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης είναι πολυσχιδής προσωπικότητα. Γράφει, μεταφράζει και δεν σταματά να μαθαίνει. Το αξιοπρόσεχτο σε αυτό του το βιβλίο είναι ότι μπορείς να δεις καθαρά τον Μπαμπασάκη. Όχι για να τον θαυμάσεις, αλλά να τον διακρίνεις.

Δεν πρόκειται για ματαιοδοξία του συγγραφέα. Αποτελεί προέκταση του εαυτού του. Το Αγάπη/Love φέρει μοναδική υπογραφή και αφήγηση. Είναι οι σκόρπιες σκέψεις ενός παθιασμένου ατόμου. Το πάθος είναι που τις συμμαζεύει και με αυτές γράφει τη λέξη “Αγάπη”. Με αυτό πορεύεται ο συγγραφέας και το μυθιστόρημά του δεν σε αφήνει να ησυχάσεις. Καταφέρνει και δίνει φωνή στην κοσμογονία που συντελείται όταν δυο άνθρωποι αγαπιούνται πραγματικά. Βαθιά. Αληθινά. Γι’ αυτό δεν θα δούμε την κλασική αφήγηση και συντακτική αποτύπωση στο χαρτί. Η λεπτή ισορροπία παθιασμένου-συγκροτημένου τηρείται μέχρι κεραίας.

Στο “Αγάπη/Loveμπορείς να αναγνωρίσεις τη σπουδαιότητα του απλού. Η αγάπη της Έλλης Ιωάννας Φραντζάκη και του Δαβίδ Φοίβου Βαλλάση είναι πεντακάθαρη. Σαν ένας παρθένος ποταμός που αν τον συναντήσεις θα δεις τη ζωή να κυλά. Όπως είναι. Χωρίς παρεμβάσεις και δεύτερες σκέψεις. Μόνο ανόθευτα αισθήματα.  

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Αντώνης Ν. Φράγκος 

Σάνσετ Πάρκ, του Paul Auster (Εκδόσεις Μεταίχμιο, μετάφραση: Σπύρος Γιανναράς) 

Sunset-parkΣτις ΗΠΑ της οικονομικής κρίσης του 2008 στήνει το σκηνικό του ο Auster διαλέγοντας τέσσερις χαρακτηριστικές φιγούρες εικοσάρηδων: χωρίς καμιά οικονομική άνεση, καταλαμβάνουν ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι στο Σάνσετ Πάρκ του άγριου Μπρούκλιν και είναι από εκεί που ξετυλίγεται το κουβάρι της δικής τους και των γύρω τους κοινωνικής κατάστασης. Ο Μπίγκ Νέιθαν που παίζει ντραμς, η Έλεν, μελαγχολική καλλιτέχνιδα, η Άλις, φοιτήτρια που προσπαθεί να ολοκληρώσει την διατριβή της και ο Μάιλς που είναι φυγάς. Ο τελευταίος δούλευε στην Φλόριντα σε συνεργείο καθαρισμού κατασχεμένων σπιτιών, αλλά επιστρέφει στη Νέα Υόρκη καθώς η ερωτική του σχέση περνά κρίση. Μια κρίση που θα επηρεάσει κατόπιν και τους υπόλοιπους συγκάτοικους. Ο Auster φιλοτεχνεί το πορτρέτο των σημερινών ΗΠΑ μέσα από μια κρίση που πέρα από κοινωνική είναι  και πολιτισμική, το κάνει δε με  την γνωστή δαιδαλώδη πρόζα του γεμάτη πάθος και ανθρωπιά για τους χτυπημένους από το χρηματιστικό τσουνάμι. Απρόβλεπτος, ως συνήθως, δημιουργεί συνεχώς ενδιαφέρον και σε αντίθεση με τις παλιότερες, καφκικές θα λέγαμε ιστορίες του, εδώ με το λεπτομερειακά δουλεμένο ύφος του επαναφέρει το αίτημα για περισσότερη επαφή μεταξύ των ανθρώπων, περισσότερη ομορφιά, αγάπη και ουσιαστική σχέση με την τέχνη -όλα αυτά σαν αντίδοτο για τις σκοτεινές εποχές που ζούμε.  

Οι Θεατρίνοι, του Γκράχαμ Γκρην (Εκδόσεις Πόλις, μετάφραση: Κλαίρη Παπαμιχαήλ)

γκρην

Με background την κολασμένη Αϊτή του Πάπα- Ντοκ, του αιμοσταγούς δόκτορος Ντιβαλιέ, ο Βρετανός συγγραφέας Γκράχαμ Γκρην υπογράφει ένα εξαιρετικό πολιτικό- ερωτικό αλλά και  περιπετειώδες μυθιστόρημα σχετικά με την κοινωνία και τους ρόλους που παίζει ο καθένας μας. Βασικοί πρωταγωνιστές, ο κύριος Μπράουν, ο ανέστιος και χωρίς πίστη ιδιοκτήτης ξενοδοχείου στο Πορτ-ω-Πρενς, το ηλικιωμένο ζεύγος των Σμιθ, Αμερικανών ιδεολόγων και χορτοφάγων -μα πάνω απ΄ όλα εντελώς αφελών- και ο εξόχως συμπαθητικός κύριος Τζόουνς που διατείνεται πως είναι ταγματάρχης και έχει πολεμήσει στην Βιρμανία. Οι  τέσσερις θα βιώσουν από διαφορετική σκοπιά μια κοινωνία σε πλήρη παρακμή, όπου κυριαρχούν οι Τοντόν Μακούτ, μια παραστρατιωτική οργάνωση πραιτοριανών, σε ένα όργιο βίας, διαφθοράς και πλήρους βαρβαρότητας όπου θα κληθούν να πάρουν θέση. Σε αυτό το απίθανο περιβάλλον ο καθένας τους δρα ανάλογα με το συμφέρον του και  υποδύεται πως ερωτεύεται ή παίρνει τα ρίσκα του χωρίς να το πιστεύει πραγματικά. Τα πολιτικά παιχνίδια, οι δοσοληψίες με την εξουσία, η αναζήτηση κάποιου νοήματος σε τούτο το δαντικό τοπίο δίνονται απολαυστικά από τον Γκρην που με βρετανικό χιούμορ  και χωρίς μελό δραματοποιήσεις  κατορθώνει να προσφέρει ένα δυνατό βιβλίο με αστυνομική πλοκή αλλά και  υπαρξιακό στοχασμό.

Το Τέλος του Κόσμου, της Μάργκαρετ Άτγουντ (Εκδόσεις Ψυχογιός, μετάφραση: Έφη Τσιρώνη)

ατγουντΤελευταίο  μέρος της ομότιτλης τριλογίας, Το Τέλος του Κόσμου κλείνει εμφατικά  μια μελλοντική εκδοχή  για τους ανθρώπους της Γης σε ένα όχι μακρινό μέλλον όπου η οικολογική καταστροφή και η εξαθλίωση της ανθρώπινης ύπαρξης είναι γεγονός. Η Καναδή – βραβευμένη με Booker- Μάργκαρετ Άτγουντ ονομάζει αυτό το ύφος γραψίματος «λογοτεχνία της εικασίας», με άλλα λόγια ένα είδος επιστημονικής φαντασίας με κοινωνικά χαρακτηριστικά. Καθώς ο πληθυσμός της Γης έχει λιγοστέψει εξαιρετικά από μια πανδημία κατασκευασμένη σε κάποιο εργαστήριο, επιβιώνει μια πολύ μικρή ομάδα ανθρώπων, οι Κρεϊκάνθρωποι, τους οποίους δημιούργησε ο Κρέικ στα προηγούμενα βιβλία για να αντικαταστήσει το μέχρι τότε ανθρώπινο γένος. Πρόκειται για καλοκάγαθα ανθρωποειδή που κάνουν έρωτα ελεύθερα και σε ομάδες, κυκλοφορούν γυμνοί, τρώνε μόνο φύλλα και είναι όλοι τους πολύ ωραίοι. Ο Τόμπι, ο Ζεμπ, η Αμάντα, ο Δρυοκολάπτης, η Πονηρή Αλεπού, ο Χιονάνθρωπος ο Τζίμι και οι υπόλοιποι Φρικόπλαστοι, έξυπνοι βίο- επιστήμονες, αγωνίζονται να γλυτώσουν από τις επιθέσεις των άγριων Πονοσφαιριστών, αλλά και των οργανόχοιρων –διαγονιδιακών γουρουνιών με ανθρώπινα όργανα. Το Τέλος του Κόσμου τελειώνει με ανατρεπτικό, πλακατζίδικο αλλά και αρκετά τρομακτικό τρόπο και χάρη στην μαεστρία της Άτγουντ διαβάζεται με γοργούς ρυθμούς.

γενικο