Γερμανία: Πώς τράπεζες και χρηματομεσίτες (φορο)«απέφευγαν»

Περίπου 31,8 δισεκατομμύρια ευρώ η ζημιά του γερμανικού δημοσίου

| 09/06/2017

Από τα «σύννεφα πέφτουν» λογικά όσοι εντός και πολύ περισσότερο εκτός Γερμανίας έχουν ανάγει σε μέγιστη αρχή λογικής και νομιμότητας για την «ευημερία» μιας κοινωνίας το «δίκιο» των τραπεζών αλλά και την σωτηρία τους. Πόσο μάλλον όταν στο όνομα της σωτηρίας αυτής, και κατ’ επέκταση του συστήματος του οποίου κύριος εκπρόσωπος τείνει να γίνει το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, έχουν θυσιαστεί με την υιοθέτηση μέτρων λιτότητας απίστευτης βαρβαρότητας, ολόκληρες χώρες και οι λαοί τους.  Το Periodiko.GR αναδημοσιεύει ρεπορτάζ του Χρήστου Δεμέτη από το news247, στο οποίο καταγράφεται ο τρόπος με τον οποίο από το 2001 οι τράπεζες έκλεβαν κυριολεκτικά το γερμανικό δημόσιο, μια κλοπή που αποτιμάται σήμερα στα 31,8 δισεκατομμύρια ευρώ, αξιοποιώντας ένα «παραθυράκι» του νόμου. Αναμένεται φυσικά με περισσό ενδιαφέρον η αντίδραση του «αδέκαστου» Βερολίνου και των τοπικών κυβερνήσεων, που τόσο πολύ κηρύττουν σε επίπεδο προπαγάνδας που παπαγαλίζεται από πολυάριθμους προθύμους, πώς θα «πληρώσουν» οι τράπεζες για την πολύχρονη απάτη τους.

Τη σημασία του έχει το ότι τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ δεν έκριναν αρκετά ενδιαφέρουσα και σοβαρή τη συγκεκριμένη είδηση για να την μεταδώσουν.

«Μεγάλη έρευνα της έγκυρης εφημερίδας του Αμβούργου “Die Zeit” και του πρώτου δημόσιου γερμανικού ραδιοτηλεοπτικού δικτύου ARD φέρνει στο φως ένα οικονομικό σκάνδαλο που συγκλονίζει τη Γερμανία. Όπως προκύπτει από το δημοσίευμα, τράπεζες και χρηματομεσίτες “ελάφρυναν” τα γερμανικά ταμεία κατά 31,8 δισ. ευρώ, μέσω των αμφιλεγόμενων συναλλαγών Cum-Cum και Cum-Ex, από το 2001 μέχρι σήμερα. Όλα αυτά την ώρα που τα κρατίδια δεν έχουν συμφωνήσει για το πώς θα εισπράξουν τα οφειλόμενα ποσά από τα ιδρύματα.

Οι συναλλαγές Cum-Cum επιτρέπουν στους ξένους επενδυτές να αποφεύγουν την παρακράτηση φόρου επί των μερισμάτων, δανείζοντας μετοχές σε μια (γερμανική εν προκειμένω) τράπεζα, και οι δεύτερες επιτρέπουν την επίτευξη ευνοϊκότερου φορολογικού καθεστώτος των μερισμάτων, δεδομένου ότι τα κέρδη μιας επιχείρησης θεωρούνται άθροισμα κεφαλαίων και φορολογούνται λιγότερο απ’ ό,τι τα μερίσματα.

eurogerman

Με άλλα λόγια, μια συναλλαγή Cum-Cum σημαίνει ότι μια γερμανική τράπεζα δανείζεται τις μετοχές που κρατά ένας ξένος επενδυτής σε μια εταιρία, την περίοδο πριν αυτή η εταιρία πληρώσει μέρισμα. Με αυτή την πρακτική οι τράπεζες μπορούσαν να εκμεταλλευτούν ένα παραθυράκι στο γερμανικό νόμο, το οποίο επέτρεπε σε εγχώριους επενδυτές ακόμη και να διεκδικήσουν επιστροφή ενός μέρους του φόρου επί του μερίσματος.

Οι δε συναλλαγές “Cum-Ex trades” ή “divided stripping” χρησιμοποιούνταν σε μεγάλο βαθμό προκειμένου η αναδιανομή των κερδών μιας επιχείρησης προς τους ιδιοκτήτες της να εκλαμβάνεται ως άθροισμα κεφαλαίων αντί για μέρισμα. Αυτό συμφέρει τους παραπάνω, αφού συνήθως τα κεφαλαιουχικά κέρδη φορολογούνται λιγότερο απ’ ό,τι τα μερίσματα.

“Πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο φοροδιαφυγής στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας”, όπως λέει ο οικονομολογος Christoph Spengel, οποίος συνεργάστηκε στην έρευνα της “Die Zeit” και του ARD. Όπως μεταδίδει το γερμανικό site The Local, ο ερευνητής του Πανεπιστημίου του Mannheim υπολόγισε ιστορικά τη ζημιά από το 2001 και κατέληξε το συμπέρασμα ότι το γερμανικό κράτος ζημιώθηκε κατά 31,8 δισ. ευρώ από φόρους, οι οποίοι δεν εισπράχθηκαν. Συγκεκριμένα, από τις συναλλαγές Cum-Cum το γερμανικό κράτος ζημιώθηκε κατά 24,6 δισεκατομμύρια ευρώ και από τις συναλλαγές Cum-Ex κατά 7,2 δις.

Σημειώνεται πάντως ότι και οι δύο τύποι συναλλαγών έχουν εν τω μεταξύ απαγορευτεί στη Γερμανία, οι μεν πρώτες το 2016 οι δε δεύτερες το 2012. Υπενθυμίζεται ότι η Deutsche Bank πιάστηκε το 2015 να αποκρύπτει από τους ισολογισμούς της τεράστιες ποσότητες “τοξικών” παραγώγων μετά το 2008, αλλά και επισφαλή δάνεια ύψους 400 δις ευρώ.

Σε ό,τι αφορά το συνολικά ποσό που μπορεί να κοστίσει στον γερμανικό τραπεζικό κλάδο η ποινικοποίηση των επίμαχων συναλλαγών, αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο αναδρομικά θα κινηθούν οι περιφέρειες και πόσες συναλλαγές αυτού του είδους θα επιχειρήσουν να ανιχνεύσουν.

Τα 16 γερμανικά κρατίδια που συλλέγουν τους φόρους και συναποφασίζουν τους σχετικούς κανόνες διαφωνούν ως προς το πώς πρέπει να διαχειριστούν όσες συναλλαγές Cum-Cum έγιναν το 2016 και συζητούν σχετικά με το πόσο “πίσω” θα πάνε, πράγμα που αναμένεται να επηρεάσει αναλογικά τις γερμανικές τράπεζες.

Σύμφωνα με τους FT, την πιο επιθετική στάση επί του θέματος έχει υιοθετήσει το πολυπληθέστερο γερμανικό κρατίδιο, εκείνο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, που ασκεί πιέσεις προκειμένου να αντλήσει τους σχετικούς φόρους. Ζητάει, συγκεκριμένα, να εφαρμοστεί απόφαση του ομοσπονδιακού οικονομικού δικαστηρίου από το 2015, έτσι ώστε να μπορούν οι περιφερειακές αρχές να συλλέξουν αναδρομικά φόρους από τράπεζες για όλες τις επίμαχες συναλλαγές πριν από το 2016.

φοροαποφυγή

Αυτή τη στιγμή ελέγχονται συνολικά 100 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, γερμανικά και μη. Η έρευνα των κρατικών αρχών συνεχίζεται, ενώ τα πορίσματα θα μεταδοθούν αναλυτικά από το ARD σήμερα το βράδυ.

Υπόμνημα

Όπως έχει εξηγήσει με ένα παράδειγμα το σκάνδαλο, η Deutsche Welle. Πώς γινόταν η “δουλειά” πριν απαγορευτεί δια νόμου:

Μια επιχείρηση εκτός γερμανικών συνόρων κατέχει μετοχές ενός γερμανικού επιχειρηματικού ομίλου. Μόλις πριν από την καταβολή των μερισμάτων η επιχείρηση του εξωτερικού δανείζει τις μετοχές της σε μια γερμανική τράπεζα. Τα μερίσματα εισρέουν στα ταμεία της τράπεζας, η οποία αποδίδει στη συνέχεια το 25% ως φόρο επί της απόδοσης κεφαλαίου στο γερμανικό κράτος. Ωστόσο, έχοντας την έδρα της στη Γερμανία, η τράπεζα έχει τη δυνατότητα έκπτωσης από τον φόρο του συνολικού ποσού, που σημαίνει ότι στο τέλος έχει πάλι στη διάθεσή της το 100% του μερίσματος. Λίγο μετά την ημέρα καταβολής των μερισμάτων η τράπεζα επιστρέφει το μετοχικό πακέτο στον πραγματικό ιδιοκτήτη του (επενδυτή), παρακρατώντας 5% του ποσού των μερισμάτων ως αμοιβή για τις υπηρεσίες της.

Η αλλοδαπή επιχείρηση επωφελείται σημαντικά, δεδομένου ότι – σε αντίθεση με την τράπεζα που μπορεί να πετύχει φορολογική έκπτωση στο 100% – για την ίδια θα εξέπιπτε της φορολογίας μόνο το 50% των κερδών από την απόδοση κεφαλαίων. Ως εκ τούτου, μεγάλος ζημιωμένος από αυτή τη διαδικασία είναι ο γερμανικός προϋπολογισμός, καθώς το κράτος αναγκάζεται να προβεί σε μεγαλύτερες επιστροφές φόρων.