Γιουγκοσλαβία-Νατοϊκοί βομβαρδισμοί: Το «προσεχώς» του μέλλοντός μας

Το ρέκβιεμ μιας χώρας, οι «παράπλευρες» απώλειες, οι κατασκευασμένες ειδήσεις

| 24/03/2018

Στις 24 Μαρτίου 1999, το ΝΑΤΟ εξαπέλυε εναντίον της πρώην Γιουγκοσλαβίας, συγκεκριμένα εναντίον του ό,τι είχε απομείνει από αυτήν, μια καταιγιστική αεροπορική επιχείρηση που άρχισε με εκτόξευση πυραύλων από τα νατοϊκά πλοία της Αδριατικής, με στόχο τα συστήματα αεράμυνας σε Κόσοβο, Μαυροβούνιο και δυτική Σερβία. Διοικητής των Νατοϊκών δυνάμεων ήταν ο αμερικανός στρατηγός Γουέσλι Κλαρκ, και ΓΓ της Βορειοατλαντικής συμμαχίας ο, πρώην αριστερός, Χαβιέ Σολάνα. Επίσημη αιτιολογία: «η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αλβανών κοσοβάρων από τους σφαγείς σέρβους».

Η νατοϊκή επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας ήταν η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό έδαφος μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά κύριο λόγο οι ΗΠΑ, και ευρύτερα το ΝΑΤΟ, για πρώτη φορά προχώρησαν σε ανοιχτή στρατιωτική επέμβαση ενάντια σε μια κυρίαρχη χώρα χωρίς να έχει προηγηθεί απόφαση του ΟΗΕ και χωρίς η χώρα αυτή να απειλεί κανένα από τα μέλη της Συμμαχίας. Είχε προηγηθεί ο διαμελισμός της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας, αλλά το εύρος και κυρίως η τηλεοπτική κάλυψη αυτής της επιχείρησης έφεραν, για πρώτη φορά, τον πραγματικό πόλεμο «στην πόρτα μας». Και το συναίσθημα ήταν πρωτόγνωρο, αγριευτικό, χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τι έμελλε ν’ ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια στην ευρύτερη περιοχή.

Για πρώτη φορά, άνθρωποι με κουστούμια και στολές, μπροστά σε κάμερες και σκηνικό προσεγμένο μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, έδιναν έναν καθημερινό απολογισμό πληγμάτων λες και ήταν κατάλογος σούπερ μάρκετ. Για πρώτη φορά, χρησιμοποιήθηκαν όροι όπως «ανθρωπιστική επέμβαση», «αποτροπή πολέμου» αλλά και «παράπλευρες απώλειες» αναφερόμενοι στις αθρόες απώλειες αμάχων από τα, κατά τα άλλα, «πλήγματα ακριβείας». Ο θάνατος σε «κουστούμι πολυτελείας» έγινε λιγότερο αφόρητος, περισσότερο political correct.

je suis

Σήμερα οι όροι αυτοί έχουν καταντήσει συνήθεια και ουδείς μοιάζει να νιώθει την έντονη εσωτερική ανάδευση που προκαλούσαν τότε, όταν στο άκουσμα της φράσης «υπήρξαν παράπλευρες απώλειες», όλοι καταλάβαιναν ότι χάθηκαν ανθρώπινες ζωές αθώων. Σήμερα «εκπαιδευτήκαμε» στο θάνατο, στην απώλεια και στη δυστυχία, στην ισοπέδωση χωρών, στην αλλαγή συνόρων.

Η αιματηρή επέμβαση στην καρδιά των Βαλκανίων, τον Μάρτιο του 1999, αποτέλεσε την έναρξη μιας νέας μεγάλης περιόδου στον τρόπο άσκησης πολιτικής και επίλυσης ανταγωνισμών και διαφορών μεταξύ ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Μια εποχή, στην οποία ζούμε μέχρι σήμερα και έχει, ήδη, να επιδείξει πλείστα παραδείγματα της εφαρμογής αυτής της λογικής: Αφγανιστάν, Ιράκ, Συρία, Λιβύη κ.ο.κ. Και όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι ο κατάλογος αυτός δεν φαίνεται να «κλείνει».

Κατασκευασμένες αφορμές μιας προαποφασισμένης επίθεσης

Το νήμα της νατοϊκής επέμβασης ξεκινά από τη λεγόμενη σφαγή στο Ρατσάκ, όπου η Σερβία καταγγέλθηκε ότι εξόντωσε αμάχους. Τη «σφαγή» είχε επιβεβαιώσει και το πρώην στέλεχος της CIA, τότε επικεφαλής των παρατηρητών του ΟΑΣΕ, Γουίλιαμ Γουόκερ (1995). Η σερβική ηγεσία, υπό ασφυκτική πίεση λόγω των αλλεπάλληλων καταγγελιών περί εθνοκάθαρσης των αλβανών κοσσοβάρων και ενώ δεν είχε καν πάψει να ρέει το αίμα από τις προηγούμενες φάσεις διαμελισμού της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας, σύρθηκε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στο Ραμπουγιέ της Γαλλίας.

Αντικείμενο των διαπραγματεύσεων επισήμως ήταν η αναγνώριση αυτονομίας στο Κόσοβο, κάτι που δεν δέχτηκε η σερβική πλευρά. Ουσιαστικά επρόκειτο για την επισημοποίηση της αμφισβήτησης των τότε συνόρων της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας, πρακτικώς, δηλαδή, την έναρξη ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου. Η σερβική αντιπροσωπεία αποσύρθηκε από τις διαπραγματεύσεις το Φεβρουάριο του 1999 καθώς η τότε αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ την  πίεζε για διαρκείς υποχωρήσεις.

Όπως αποδείχτηκε αργότερα, οι νεκροί «άμαχοι» του Ρατσάκ, που οδήγησαν στις διαπραγματεύσεις του Ραμπουγιέ, ήταν ένοπλοι του αυτονομιστικού ΟΥΤΣΕΚΑ, που στήθηκε με την αμέριστη συμπαράσταση ΗΠΑ και κυρίως Γερμανίας, Βρετανίας και Γαλλίας, και είχαν σκοτωθεί σε συγκρούσεις με το σερβικό στρατό. Επίσης, όπως παραδέχεται ανενδοίαστα στο βιβλίο του «Ο Σύγχρονος πόλεμος», ο τότε στρατιωτικός επικεφαλής του ΝΑΤΟ, στρατηγός Γουέσλεϊ Κλαρκ, οι προετοιμασίες για επίθεση κατά της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας είχαν ξεκινήσει τον Ιούνιο του 1998 και ολοκληρώθηκαν τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Κοινώς, οι διαπραγματεύσεις στο Ραμπουγιέ και όλες οι δήθεν διπλωματικές προσπάθειες, είχαν απλώς σκοπό να δώσουν χρόνο στην προετοιμασία της επίθεσης.

target

Σε συνέντευξή του το 2005, στον ιστότοπο της Σερβικής Ραδιο- Τηλεόρασης (RTS), το κτίριο της οποίας βομβαρδίστηκε στις 23 Απριλίου 1999, με αποτέλεσμα το θάνατο 16 εργαζομένων, ο  Νόαμ Τσόμσκι τόνιζε ότι ο πραγματικός σκοπός του πολέμου δεν είχε σε καμία περίπτωση να κάνει με την ανησυχία των ΗΠΑ για τους αλβανούς κοσοβάρους. «Η επέμβαση έγινε διότι η Σερβία δεν ακολουθούσε τις απαιτούμενες κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που σημαίνει ότι ήταν η τελευταία γωνία της Ευρώπης που δεν είχε υποτάξει τον εαυτό της στα καθοδηγούμενα από τις ΗΠΑ νεοφιλελεύθερα προγράμματα, επομένως έπρεπε να εξαλειφθεί», υπογράμμισε.

Το παιχνίδι ήταν «στημένο». Και αυτό αποδείχτηκε και από την ταχύτητα με την οποία το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1999, Ουγγαρία, Πολωνία και Τσεχία έγιναν με συνοπτικές διαδικασίες, μέλη του ΝΑΤΟ. Δύο εβδομάδες μετά άρχισαν οι βομβαρδισμοί. Άλλωστε, το πόσο μεθοδευμένα ήταν τα πράγματα είχε φανεί και τα αμέσως προηγούμενα χρόνια που η ΟΔ Γιουγκοσλαβίας διαμελιζόταν μέτρο το μέτρο. Καθοριστικός  στον διαμελισμό, ο ρόλος των ΗΠΑ αλλά και της Γερμανίας. Η Γερμανία ήταν η δεύτερη που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Κροατίας και της Σλοβενίας το 1991, ενθαρρύνοντας εθνικιστικά στοιχεία και θρησκευτικούς φανατισμούς στη βάση της πεπατημένης τού «διαίρει και βασίλευε».

Ο διαμελισμός και η συνθήκη «τέρας» του Ντέιτον

Η φωτιά του διχασμού εξαπλώθηκε εύκολα στα εδάφη της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας, αξιοποιώντας υπαρκτές δυσαρέσκειες και οικονομικά προβλήματα, υποδαυλιζόμενη από τη Γερμανία και άλλες μεγάλες δυνάμεις.  Η Ρωσία, με τον Γιέλτσιν στην προεδρία, βρισκόταν σε εξαιρετικά αδύναμη θέση για να διασφαλίσει τα συμφέροντά της. Καταδίκαζε αλλά δεν αντιδρούσε. Το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ είχαν, ήδη, κάνει σαφείς τις προθέσεις τους καθώς είχαν προχωρήσει σε μια πρώτη επέμβαση κατά των σέρβων της Βοσνίας, ανατρέποντας την, μέχρι τότε, πορεία του πολέμου στο πεδίο των μαχών. Τόσο η επέμβαση αυτή καθ’ αυτή όσο και η ανυπαρξία αντίδρασης απέναντι στις οφθαλμοφανέστατες διχαστικές μεθοδεύσεις και στην εξίσου προφανή καταπάτηση του διεθνούς δικαίου, έπαιξαν ρόλο στην απόφαση των εμπλεκομένων στον πόλεμο να καταλήξουν, μετά από πιέσεις, στην υπογραφή της συνθήκης του Ντέιτον τον Νοέμβριο του 1995.

Time

Μια συνθήκη, που επέβαλλε στη Βοσνία Ερζεγοβίνη το γραφειοκρατικό τέρας που την κυβερνά μέχρι σήμερα και θρέφεται από τη διατήρηση των εθνικιστικών εντάσεων, αλλά και τις σαρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν σε ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και σε διάλυση κάθε έννοιας κράτους πρόνοιας. Δίνοντας το 51% των εδαφών στους κροάτες και τους μουσουλμάνους και το 49% στους σέρβους, σε μια θεσμική κρατική «συσκευασία» αποτελούμενη από την κροατομουσουλμανική οντότητα και τη σερβική, σε επίπεδο κρατικού μηχανισμού η χώρα βρίσκεται διαρκώς υπό την απειλή μόνιμης κατάρρευσης, της ανάγκης έξωθεν παρέμβασης και της διοικητικής παράλυσης.

78 μέρες βομβαρδισμών

Στην επίθεση που διήρκησε 78 μερόνυχτα συμμετείχαν 12 χώρες του ΝΑΤΟ. Κατά τη διάρκεια των 11 αυτών εβδομάδων πραγματοποιήθηκαν 2300 αεροπορικές επιδρομές και χρησιμοποιήθηκαν 1130 πολεμικά αεροσκάφη, από τα οποία εκτοξεύτηκαν συνολικά 420.000 βλήματα, πύραυλοι και βόμβες. Τα νατοϊκά πλοία στην Αδριατική εκτόξευσαν 1300 πύραυλοι τύπου Cruise. Παρά τις αρχικές διαψεύσεις και την μετέπειτα σιωπή, το ΝΑΤΟ χρησιμοποίησε επίσης 37.000 βόμβες διασποράς οι οποίες ήταν και αυτές που προκάλεσαν τους περισσότερους θανάτους μεταξύ των αμάχων.

Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητα στοιχεία για το πόσοι άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των 78 αυτών εφιαλτικών ημερών και νυχτών. Οι σερβικές αρχές υπολογίζουν σε 2.500 τους νεκρούς, εκ των οποίων οι 1008 ήταν ένστολοι, και σε 12.500 τους τραυματίες, μεταξύ των οποίων οι 2.700 ήταν παιδιά. Ανεξάρτητες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών σε 4.000 συνυπολογίζοντας και τις απώλειες στο έδαφος του Κοσόβου, όπου οι σερβικές αρχές δεν είχαν πρόσβαση μετά το τέλος του πολέμου. Το αμερικανικό Πεντάγωνο έχει παραδεχτεί ότι υπήρξαν 20 έως 30 περιπτώσεις «λαθών», που προκλήθηκαν ως συνέπεια των βομβαρδισμών και προκάλεσαν «παράπλευρες απώλειες».

Serbia-NATO-bombing-199-650x3691

Σε υλικό επίπεδο η καταστροφή, κυρίως για τη Σερβία, ήταν τεράστια. Το κόστος της εκτιμάται στα 30 – 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Με βάση τα επίσημα στοιχεία των σερβικών αρχών καταστράφηκαν συνολικά 25.000 κτίρια, όλες οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, 14 αεροδρόμια, δύο διυλιστήρια, το 1/3 των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής, σχεδόν όλα τα εργοστάσια της χώρας, αχρηστεύτηκαν 595 χιλιόμετρα σιδηρογραμμών, 470 χιλιόμετρα ασφαλτοστρωμένων οδικών αρτηριών, 44 μεγάλες γέφυρες εκ των οποίων οι 38 καταστράφηκαν ολοσχερώς.

Οι εικόνες των κατοίκων του Βελιγραδίου να παραμένουν όλη τη νύχτα στις γέφυρες της πόλης σχηματίζοντας ανθρώπινες αλυσίδες για να τις σώσουν από τους βομβαρδισμούς ίσως είναι από τις πιο δυνατές που έχουν καταγραφεί στην μνήμη. Επίσης, σοβαρές ζημιές υπέστησαν 19 νοσοκομεία, 20 κέντρα υγείας, 18 παιδικοί σταθμοί, 69 σχολεία και 176 πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία ενώ καταστράφηκε και το κεντρικό κτίριο της σερβικής δημόσιας τηλεόρασης.

Από την άλλη, το ΝΑΤΟ δεν έκανε ποτέ λόγο για απώλειες αν και η σερβική πλευρά υποστήριζε ότι είχε καταρρίψει ορισμένα αεροσκάφη. Και επιβεβαιώνεται από τα συντρίμμια των αεροσκαφών F-117 και F-16, καθώς και άλλων μη επανδρωμένων αεροσκαφών, που εκτίθενται σήμερα στο μουσείο αεροπορίας του Βελιγραδίου.

Στις 9 Ιουνίου 1999 υπογράφεται στο Κουμάνοβο  συμφωνία με την οποία λήγουν οι βομβαρδισμοί και προβλέπεται ανάπτυξη, υπό τον ΟΗΕ, στρατευμάτων στο Κόσοβο. Την επόμενη μέρα, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εγκρίνει το ψήφισμα 1244 που αναφέρεται στην ανάπτυξη 37.200 στρατιωτών από 36 χώρες. Στη συγκεκριμένη απόφαση το Κόσοβο περιγράφεται ως αναπόσπαστο τμήμα της Σερβίας, μετά από τις έντονες πιέσεις της Κίνας και της Ρωσίας.

Ούτε η παρουσία των στρατιωτών, επικεφαλής των οποίων τίθεται το ΝΑΤΟ, ούτε η μεγαλύτερη στρατιωτική βάση των ΗΠΑ στον κόσμο που χτίζεται στο Κόσοβο (η περίφημη βάση Bondstill η οποία είναι η πρώτη από μια σειρά βάσεις που οι ΗΠΑ θα στήσουν σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ πλησιάζοντας ολοένα περισσότερο προς τη Ρωσία), ούτε οι διπλωματικές διαβεβαιώσεις και οι διατυπώσεις των ψηφισμάτων απέτρεψαν την εκδίωξη 250.000 σέρβων και χιλιάδων άλλων μη αλβανών από την επαρχία του Κοσόβου.

serb.protests.run

Ακόμη και σήμερα, κανείς από αυτούς δεν έχει επιστρέψει στον τόπο του και στο σπίτι του ενώ στην επαρχία παραμένουν 120.000 σέρβοι που έχουν, επανειλημμένως, καταγγείλει απειλές και πιέσεις, οι οποίες προφανώς δεν επηρεάζονται από την ισχυρή νατοϊκή και αμερικανική παρουσία. Κατά τη διάρκεια της νατοϊκής επιχείρησης αλλά και μετά από αυτήν, στην επαρχία του Κοσόβου «εξαφανίστηκαν» περίπου 3.500 Σέρβοι αλλά και άλλης εθνικότητας, πλην αλβανικής, πολίτες, των οποίων η τύχη παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα. Επίσης, μέχρι σήμερα δεν έχει διωχθεί κανείς για αυτό, όπως δεν έχει διωχθεί ούτε για τις περίπου 150 κατεστραμμένες εκκλησίες και μοναστήρια, πολλές από τις οποίες αποτελούσαν πολιτιστικά μνημεία.

Το 2008, μετά από δημοψήφισμα, η ηγεσία των κοσσοβάρων αλβανών αποφασίζει μονομερώς την ανεξαρτητοποίησή της επαρχίας από τη Σερβία, κατά παραβίαση των προηγούμενων αποφάσεων του ΟΗΕ. Αντί να κατακεραυνωθεί αναγνωρίζεται από 108 χώρες, στις οποίες, μέχρι σήμερα, δεν περιλαμβάνονται οι Ισπανία, Ρουμανία, Ελλάδα, Κύπρος, Κίνα, Σλοβακία, Ρωσία. Η Σερβία προσφεύγει στον ΟΗΕ και στη συνέχεια στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τον Απρίλιο του 2013, με πιέσεις και διαμεσολάβηση της ΕΕ, που εκβίασε τη σερβική ηγεσία θέτοντάς της ως όρο το να καθίσει να συζητήσει για το Κόσοβο αν ήθελε να συνεχιστούν οι συζητήσεις Βελιγραδίου – Βρυξελλών για περαιτέρω συνεργασία, Κόσοβο και Σερβία υπέγραψαν συμφωνία να υπάρξει στοιχειώδης αυτονομία για τους σέρβους του Κοσόβου και καμία από τις δύο πλευρές να μην ασκήσει βέτο αν η άλλη θέλει να συμμετάσχει σε κάποιο διεθνή οργανισμό. Η Σερβία, πάντως, δεν αναγνώρισε το Κόσοβο ως ανεξάρτητο.

Το απεμπλουτισμένο ουράνιο

Παρά τις διαψεύσεις είναι πλέον δεδομένο ότι πολλά από τα νατοϊκά βλήματα έφεραν κεφαλές με απεμπλουτισμένο ουράνιο. Στο σερβικό έδαφος έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 14 σημεία όπου έχουν πέσει βλήματα με απεμπλουτισμένο ουράνιο από το Ινστιτούτο πυρηνικής ενέργειας του Βελιγραδίου ενώ ο σερβικός στρατός αναφέρεται σε 112 σημεία, διευκρινίζοντας ότι η πλειοψηφία βρίσκεται στις περιοχές του Κοσόβου και της Μετοχίγια.

yugoslavia1

Το επίπεδο ραδιενέργειας σε αρκετές περιοχές της νότιας Σερβίας ακόμη και σήμερα κυμαίνεται σε υψηλότερα επίπεδα από τα επιτρεπόμενα όρια. Η Σερβική Ένωση κατά του Καρκίνου υπολογίζει ότι από το 2014 και μετά, δηλαδή όταν ολοκληρώθηκε το χρονικό διάστημα που, με βάση τις έρευνες, εμφανίζονται καρκινογενέσεις σε περιοχές με υψηλή ραδιενέργεια, η Σερβία θα καταγράφει 40.000 νέα κρούσματα καρκίνου ετησίως σε πληθυσμό 7,2 εκατομμυρίων. Αυτού του είδους οι «παράπλευρες απώλειες» ουδέποτε λήφθηκαν υπόψη. Ήδη, τα κρούσματα ανδρών με καρκίνο του προστάτη αυξήθηκαν κατά 60% μεταξύ 1999 – 2005, ενώ έχει καταγραφεί ότι στη Σερβία ο ρυθμός αύξησης της εμφάνισης της νόσου είναι μεγαλύτερος από ό,τι στην Δυτική Ευρώπη και αυξάνεται χρόνο με το χρόνο.

 

Ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες, την ψυχολογία και τη δημοσιογραφία, την μία την σπούδασε και την άλλη την έκανε επάγγελμα. Καμβάς το διεθνές ρεπορτάζ. Eκεί που δυστυχώς οι ζωές γίνονται ακόμη αριθμοί. Αγαπημένη ερώτηση: γιατί. Αγαπημένο μέσο: οι λέξεις, γραπτές ή ραδιοφωνικές. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να ολοκληρώσει διδακτορική διατριβή, όπου αποπειράθηκε να συνδυάσει πολιτική φιλοσοφία και σύγχρονες εξελίξεις.