Δρ Τζέκυλ & κος Χάιντ – Ο κλασσικός τρόμος που καθηλώνει μέχρι και σήμερα
Δεν έγινε κλασσικό χωρίς λόγο
Υπάρχουν κάποια λογοτεχνικά έργα που σήμερα είναι εμβληματικά. Όλοι τα γνωρίζουμε. Ακόμα κι αν οι περισσότεροι ίσως δεν τα έχουμε διαβάσει γνωρίζουμε την κεντρική θεματολογία τους. Σήμερα πλέον θεωρούνται κλασσικά λογοτεχνικά έργα. Όμως κάποια από αυτά τα έργα στην εποχή τους δεν είχαν την αντιμετώπιση που τους άξιζε. Πολλά λογοκρίθηκαν γιατί προκαλούσαν τα συντηρητικά ηθικά πρότυπα, άλλα απαγορεύτηκαν και καταστράφηκαν γιατί θεωρήθηκαν επικίνδυνα για τα κυρίαρχα καθεστώτα της εποχής τους ενώ άλλα λοιδορήθηκαν. Στην τελευταία κατηγορία ανήκει ο «Δρ. Τζέκυλ και κος Χάιντ» του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον, που η πρώτη αντιμετώπισή του τον κατηγορούσε για «παραλογοτεχνία». Ο Στίβενσον χρησιμοποιούσε το υπερφυσικό στοιχείο με έναν τρόπο πρωτότυπο, τον οποίο δεν ήταν έτοιμη η κοινή γνώμη της εποχής του να τον καταλάβει και να τον αποδεχτεί άμεσα.
Όλα αυτά όμως ανήκουν στο μακρινό 1886, οπότε και πρωτοεκδόθηκε το έργο του Στίβενσον. Λίγους μήνες αργότερα είχε ήδη αρχίσει να γίνεται best seller και σήμερα θεωρείται το σημαντικότερο έργο του συγγραφέα που μεταξύ άλλων έχει γράψει και το «Νησί των Θησαυρών». Αποτελεί μάλιστα ένα κλασσικό έργο της λογοτεχνίας τρόμου που έχει μεταφερθεί δεκάδες φορές στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Μαζί με το Κάλεσμα του Κθούλου του Λάβκραφτ, τον Φράνκενστάιν της Μαίρη Σέλλεϋ και τον Δράκουλα του Μπραμ Στόκερ αποτελούν τους «παππούδες» της σύγχρονης λογοτεχνίας τρόμου.
Οι εκδόσεις Αίολος έχουν μεταφράσει το έργο του Στίβενσον ήδη απ’ το 1980. Είναι μάλιστα ένα απ’ τα πρώτα έργα που κυκλοφόρησαν απ’ τον εκδοτικό οίκο. Πριν λίγους μήνες αποφάσισαν να επιστρέψουν σε αυτή την ιστορική τους έκδοση και να την εκσυγχρονίσουν με τον πιο όμορφο τρόπο. Έτσι «έντυσαν» το βιβλίο με ένα πανέμορφο νέο εξώφυλλο σκιτσαρισμένο απ’ τον Γιώργο Γούση (Ερωτόκριτος, Μπλε Κομήτης, Φεστιβάλ) διατηρώντας παράλληλα την κλασσική μετάφραση του Θόδωρου Καλοπίση. Η επιλογή των εκδόσεων να διατηρήσουν τη μεταφραστική δουλειά του Καλοπίση απ’ τη δεκαετία του 1980 δεν είναι τυχαία. Ο Δρ. Τζέκυλ είναι ένα από αυτά τα κλασσικά έργα που κυκλοφορούν σε πολλές εκδόσεις και με πολλές μεταφράσεις, άλλες καλές κι άλλες όχι. Δεν θα ήταν δύσκολο για τις εκδόσεις Αίολος να επιχειρήσουν μία νέα μεταφραστική προσέγγιση του έργου. Όμως ορθά αποφάσισαν να διατηρήσουν την άρτια μετάφραση του Καλοπίση, η οποία με το πιο παλιό της στυλ και την πολυτονική της γραφή μας μεταφέρει πιο αυθεντικά στην ατμόσφαιρα του Λονδίνου του 19ου αιώνα.
Όμως πώς είναι να διαβάζει τον Δρ. Τζέκυλ και κο Χάιντ ένας σύγχρονος αναγνώστης της λογοτεχνίας τρόμου; Σίγουρα είναι μία ιδιαίτερη εμπειρία. Μιλάμε για ένα έργο που έχει γραφτεί πριν από δύο αιώνες. Δεν πρέπει απλώς να συμβιβαστεί ο αναγνώστης με τον διαφορετικό τρόπο ζωής των πρωταγωνιστών του βιβλίου. Πρέπει να έχει κατανοήσει ότι ο ίδιος ο τρόμος τον 19ο αιώνα ήταν μία διαφορετική υπόθεση. Ακόμα και η εξέλιξη της πλοκής είναι αρκετά διαφορετική, αφού η ιστορία προχωρά συχνά με επιστολές, ημερολόγια και γενικώς γραπτά κείμενα, θυμίζοντάς ίσως την γραφή του Λάβκραφτ. Σίγουρα ο σημερινός αναγνώστης θα χρειαστεί λίγο χρόνο για να προσαρμοστεί στην επιβλητική ατμόσφαιρα του Λονδίνου του 19ου αιώνα. Όμως όταν ξεπεράσει το «hangover» και αρχίσει να προσαρμόζεται γρήγορα θα εντοπίσει την διαχρονική αξία της επιστροφής σε ένα κλασσικό λογοτεχνικό κείμενο.
Στον Δρ. Τζέκυλ ο Στίβενσον διαχειρίστηκε το υπερφυσικό στοιχείο με έναν δικό του πρωτότυπο τρόπο. Η ιστορία του δόκτορος Τζέκυλ είναι μία τραγωδία που καταρρίπτει τα σύνορα του «καλού» και του «κακού». Είναι μία καταβύθιση στον ανθρώπινο ψυχισμό η οποία γίνεται με τη βοήθεια της μεταφυσικής αφήγησης και όχι το αντίστροφο. Ο τρόμος δεν προκύπτει απ’ την μανιακή φιγούρα του Χάιντ, αυτή είναι μόνο το αποτέλεσμα. Το τρομακτικό στοιχείο του βιβλίου χτίζεται σταδιακά μέσα απ’ το μυστήριο που επιχειρεί να ξεδιαλύνει ο Άτερσον, ο έμπιστος φίλος και δικηγόρος του δόκτορος Τζέκυλ. Και όσο ξετυλίγεται το κουβάρι του μυστηρίου τόσο καταλαβαίνει ο αναγνώστης την προσπάθεια του Στίβενσον να κατανοήσει τα μυστήρια της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης πλάθοντας το δίδυμο των Τζέκυλ και Χάιντ. Τα υπερφυσικά στοιχεία είναι απλώς βοηθητικά στην υπόθεση. Ο πραγματικός τρόμος κρύβεται στο πόσο ανθρώπινη και πραγματική μοιάζει η τραγική ιστορία των Τζέκυλ και Χάιντ, η οποία ήταν φυσικά άκρως πρωτότυπη και πρωτοποριακή για την εποχή της.
Στην έκδοση του Αίολου επιπλέον της νουβέλας περιλαμβάνεται και ένα ακόμα διήγημα του Στίβενσον με τίτλο «Η Τζάνετ η Σβερκοτσακισμένη» αλλά και ένας εκτενής επίλογος του μεταφραστή, ο οποίος, αν και είναι κι αυτός γραμμένος τη δεκαετία του 1980, είναι ένα χρήσιμο εργαλείο ανάλυσης βαθύτερης, κατανόησης και περαιτέρω μελέτης του έργου του Στίβενσον.