Ελληνικό: Μνημόνιο - «σκούπα» των «ενοχλητικών» αρχαιοτήτων

«Αξιοποίηση» über alles...

| 03/09/2017

Το ότι και αυτή η κυβέρνηση δεν διαφέρει σε τίποτα απολύτως από τις προηγούμενες και σε ό,τι αφορά στην διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, έχει τεκμηριωθεί πολλάκις από το Περιοδικό (βλ. π.χ. ΕΔΩ). Κάθε νέα απόδειξη αυτού του γεγονότος, λοιπόν, δεν αποτελεί μόνο μια ενίσχυση αυτής της διαπίστωσης – κάτι το οποίο θα μπορούσε, σε κάποιο βαθμό, να είναι και κουραστικό – αλλά μια αναγκαία καταγραφή του συνεχιζόμενου πολιτιστικού εγκλήματος που λαμβάνει χώρα, κυρίως από την Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετά, οπότε ο πολιτιστικός τομέας, τόσο η πολιτιστική κληρονομιά, όσο και η σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία, εντάχθηκαν πλήρως και απόλυτα στην «εργαλειοθήκη» της εξυπηρέτησης των άμεσων, καθώς και των στρατηγικών στόχων του κεφαλαίου.

Το μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και της «Ελληνικό ΑΕ» – για την επιχειρηματική «επέλαση» στο πρώην αεροδρόμιο – που έφερε στην δημοσιότητα η «Ενωτική Αγωνιστική Κίνηση» των εργαζομένων στο ΥΠΠΟ, αντανακλά το «πνεύμα» των προηγούμενων μνημονίων που έχει υπογράψει το ίδιο υπουργείο τα τελευταία χρόνια, από διαφορετικές κυβερνήσεις, με στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διευκόλυνση και επιτάχυνση των μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Τα οποία, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να «εμποδιστούν» από αρχαιότητες που, ως γνωστόν, έχουν την «συνήθεια» να «φυτρώνουν» εκεί όπου δεν τις «σπέρνουν», «φρενάροντας» τις «προσπάθειες» για την «αναπτυξιακή πορεία» της χώρας.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι από το «Προοίμιο» ακόμα ξεκαθαρίζεται, πως «τα Μέρη δεσμεύονται να ενεργούν προς την κατεύθυνση της διευκόλυνσης της Αξιοποίησης με κάθε πρόσφορο για το σκοπό αυτό μέσο που διαθέτουν (…)».

Πρόκειται, λοιπόν, ουσιαστικά, για ένα μνημόνιο, το οποίο «σκοπό έχει να προστατεύσει τον “επενδυτή” από τις αρχαιότητες και όχι τις αρχαιότητες από τις μπουλντόζες», όπως ευστόχως αναφέρει η συνδικαλιστική παράταξη. Η οποία θυμίζει, πως την ώρα που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου υπογράφει τέτοιου είδους μνημόνια, η κήρυξη αρχαιοτήτων που έχει προτείνει η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων με συγκεκριμένα στοιχεία, «δεν βρήκε ακόμη το δρόμο για το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο».

Πριν προχωρήσουμε στα στοιχεία που καθιστούν το εν λόγω μνημόνιο επικίνδυνο για το περιβάλλον και την πολιτιστική κληρονομιά στο Ελληνικό, έχει σημασία να θυμίσουμε τον λόγο ύπαρξής του. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, τον περασμένο Ιούλιο, σε συνάντησή τους με την υπουργό Πολιτισμού, οι αρχαιολόγοι ζήτησαν να μάθουν τον λόγο για τον οποίο εκκρεμεί από το 2016 η κήρυξη αρχαιολογικού χώρου στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού. Ακολουθεί το σχετικό απόσπασμα της ανακοίνωσης του ΣΕΑ: «Όταν ζητήσαμε για ενημέρωσή το μνημόνιο συναντίληψης και συνεργασίας που έχει υπογραφεί μεταξύ του ΥΠΠΟΑ και της Ελληνικό Α.Ε. η Υπουργός είπε κατά λέξη ότι “υπογράψαμε το μνημόνιο συνεργασίας για να αποφύγουμε την κήρυξη επειδή κινδύνευε να χαθεί η επένδυση”!!! Η Υπουργός ομολόγησε χωρίς συναίσθηση ότι συναίνεσε στην παράκαμψη της αρχαιολογικής νομοθεσίας και του εφαρμοστικού του άρθρου 24 του Συντάγματος Ν. 3028/2002, σχετικά με την υποχρέωση να εισαχθεί στο Κ.Α.Σ. η εισήγηση της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων, ώστε να εξεταστεί η κήρυξη ή μη της περιοχής ως αρχαιολογικού χώρου. (…)».

Ο λόγος, δηλαδή, της ύπαρξης του μνημονίου, είναι, εξαρχής, η παράκαμψη της αρχαιολογικής νομοθεσίας. Το ότι την επικαλείται στο κείμενο έχει ελάχιστη σημασία και θα εξηγήσουμε γιατί παρακάτω.

Πριν, όμως, να σημειωθεί, πως όταν η υπουργός έλεγε τον Ιούλιο στους αρχαιολόγους ότι «υπέγραψε» μνημόνιο, δεν ήταν ακριβές, αφού το μνημόνιο φέρει ημερομηνία 24 Αυγούστου 2017.

‘Εχει, άραγε, σημασία αυτό;

‘Εχει.

Διότι, όπως αναφέρει ΕΑΚ «το μόνο που είχε γίνει ήταν πως στις 22 Μαΐου το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ) ενέκρινε ένα σχέδιο γενικού Μνημονίου Συναντίληψης και Συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και της εταιρείας Ελληνικό Α.Ε. (χωρίς να το έχει δει καμία από τις αρμόδιες υπηρεσίες!). Η απόφαση αυτή περιεβλήθη με επισημότητα δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β’ 1862/26.5.2017). Προσοχή: εγκρίθηκε ένα σχέδιο και όχι το ίδιο το Μνημόνιο!».

Γιατί όμως δεν είχε δημοσιευθεί τότε το ίδιο το μνημόνιο; Από παράλειψη; ‘Οχι. Η μη δημοσίευση του ίδιου του Μνημονίου «στόχευε στην “τακτοποίηση” των αρχαιολογικών εκκρεμοτήτων που τόσο ταλάνισαν κυβέρνηση κι επενδυτή, διασφαλίζοντας τη δυνατότητα παρεμβάσεων για την οριστικοποίηση της τελικής εκδοχής, μέχρι να τεθούν οι υπογραφές».

Το πώς κάνεις κάτι έχει άμεση σχέση με το τι είναι αυτό που θέλεις να κάνεις. ‘Η, αλλιώς, δεν μπορεί να έχεις καλές προθέσεις για το περιβάλλον και την πολιτιστική κληρονομιά, αλλά να τις προωθείς με τις παραπάνω διαδικασίες.

Ας δούμε όμως τι θέλουν να κάνουν.

  • Το μνημόνιο διευκρινίζει, ότι «οι όροι του παρόντος μνημονίου και οι απορρέουσες από αυτό υποχρεώσεις και δικαιώματα της ΕΛΛΗΝΙΚΟ δύναται κατά περίπτωση και κατά την κρίση της ΕΛΛΗΝΙΚΟ να ισχύουν και δεσμεύουν οποιονδήποτε ειδικό ή καθολικό διάδοχο αυτής, μεταγενέστερο κύριο ή κάτοχο οποιουδήποτε εμπράγματου δικαιώματος ή έστω χρήστη οποιουδήποτε τμήματος οικοπέδου, κτηρίου ή χώρου εντός του Ακινήτου, προστηθέντα αυτής, εργολάβο ή υπεργολάβο αυτής και γενικά κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο η ΕΛΛΗΝΙΚΟ μεταβιβάζει δικαιώματα και υποχρεώσεις εκ του παρόντος».

Σε απλά ελληνικά, τα παραπάνω σημαίνουν, ότι το μνημείο αφορά αποκλειστικά και μόνο τους συμβαλλόμενους και όχι τους «επενδυτές», δηλαδή, την «Lamda Development», «καλή ώρα». Τι σημαίνει αυτό; Οτι θα κρίνει η Ελληνικό ΑΕ αν, για παράδειγμα, θα πληρώσει την αρχαιολογική έρευνα ο ιδιώτης – όπως επιβάλλει η νομοθεσία – ή όχι. Αυτό όντως κι αν είναι ανήκουστο.

Πολύ περισσότερο που, η Ελληνικό ΑΕ είναι εταιρεία του δημοσίου και ουσιαστικά το δημόσιο είναι που θα πληρώνει την αρχαιολογική έρευνα, όπως αναφέρει και το εν λόγω μνημόνιο. Οταν όμως πάψει να υπάρχει η εταιρία, θα κρίνει η ίδια, όπως είπαμε, το αν θα ισχύει ή όχι και γι’ αυτόν, το παραπάνω μνημόνιο. Και δεδομένης της δηλωμένης πρόθεσης να «διευκολυνθεί» η «αξιοποίηση» με κάθε τρόπο, δεν χρειάζονται ιδιαίετερες «μαντικές» ικανότητες για να προβλέψουμε πως θα ισχύουν μόνο οι όροι που εξυπηρετούν τον «επενδυτή» και όχι εκείνη που ανεβάζουν το «κόστος» του.

  • Ολες οι προβλέψεις του εν λόγω μνημονίου δίνουν χώρο στον συμβαλλόμενο – την Ελληνικό ΑΕ – να έχει λόγο για κάθε βήμα της αρχαιολογικής διαδικασίας. Τα χρονικά περιθώρια για τους αρχαιολόγους να καταρτίσουν πρόγραμμα έρευνας σε περίπτωση ευρήματος είναι τουλάχιστον ασφυκτικά (εντός 5, το πολύ 10 ημερών), ενώ η Ελληνικό ΑΕ εμπλέκεται άμεσα σε όλη την διαδικασία πρόσληψης και διαχείρισης του αρχαιολογικού προσωπικού.
  • Μάλιστα, ο υπεύθυνος αρχαιολόγος, φορτώνεται, εκτός των άλλων και με όλη την ευθύνη λήψης των μέτρων ασφαλείας!

Ο αρχαιολόγος, όχι ο εργολάβος…

  • Επιπλέον, ενώ η Αρχαιολογική Υπηρεσία θα είναι αυτή που θα ορίζει, ευλόγως και εκ του νόμου, τον υπεύθυνο αρχαιολόγο για κάθε επιμέρους τμήμα της «αξιοποίησης», ωστόσο, η Ελληνικό ΑΕ «διατηρεί το δικαίωμα» (σσ. άραγε από πού) να ορίζει αρχαιολόγο ως «σύμβουλο» που θα παρακολουθεί την πορεία των εργασιών.

Αν αυτό δεν είναι, μεταξύ άλλων και ευθεία αμφισβήτηση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, τι άλλο μπορεί να είναι;

  • Οι μελέτες που θα απαιτηθούν για την προστασία και ανάδειξη των μνημείων στον χώρο της «αξιοποίησης» θα εκπονηθούν, είτε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, είτε με ανάθεση από την Ελληνικό ΑΕ σε ιδιώτη.

Αν αυτό δεν είναι ευθεία παρέμβαση των ιδιωτών σε έναν από τους πλέον ευαίσθητους τομείς της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, δηλαδή την προστασία και την ανάδειξη των μνημείων, τι άλλο μπορεί να είναι;

  • Η πρόβλεψη (‘Αρθρο 3, παρ. 1) ότι δεν θα διενεργούνται δοκιμαστικές αρχαιολογικές έρευνες όταν το έργο θα γίνεται σε περιοχή χωρίς επιφανειακές αρχαιολογικές ενδείξεις ή χωρίς το έργο να προβλέπει εκσκαφή, περιορίζει σαφώς το εύρος της αρχαιολογικής έρευνας αποκλειστικά και μόνο στο «αξιοποιήσιμο» κομμάτι.
  • Ακόμη όμως και στην περίπτωση των δοκιμαστικών τομών, ακόμη κι όταν αυτές μετατραπούν σε σωστικές ανασκαφές, δηλαδή στην περίπτωση που βρεθούν αρχαιότητες, οι όροι της έρευνας ασφυκτιούν μέσα στο «μείζον», που είναι η απρόσκοπτη υλοοποίηση της «αξιοποίησης» (βλ. όλο το ‘Αρθρο 3).
  • Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ακόμη και στην περίπτωση που για λόγους διατήρησης και προστασίας των αρχαιοτήτων απαιτηθούν τροποποιήσεις στην χωροθέτηση της «αξιοποίησης», αυτές θα γίνουν «κατά την κρίση» της Ελληνικό ΑΕ (Αρθρο 3, παρ. 14).
  • Ακόμη ένα τεκμήριο πως η «αξιοποίηση» είναι, για την κυβέρνηση, πάνω και από την πολιτιστική κληρονομιά, βρίσκεται στο Αρθρο 8, παρ. 2, όπου ορίζεται σαφώς, πως στην περίπτωση που απειληθεί η «αξιοποίηση» «τα ευρήματα θα καταχώνονται άμεσα».

Η απαρίθμηση μπορεί να συνεχιστεί. Δεν έχει νόημα όμως. Και μόνο τα μισά από τα παραπάνω αρκούν για να διαπιστωθεί ότι το εν λόγω «μνημόνιο» δεν διορθώνεται. Πρέπει να πεταχτεί στα σκουπίδια. Με την κυβέρνηση και τα ταξικά αφεντικά της απέναντί τους, οι αρχαιολόγοι είναι προφανές ότι δεν μπορούν να παλέψουν μόνοι τους. Ας κοιταχτούμε, λοιπόν, όλοι στον καθρέφτη.

Γεννήθηκε – και αυτή είναι μία από τις ελάχιστες βεβαιότητες που έχει – το 1970. Πουλούσε την εργατική του δύναμη επί χρόνια στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό Τύπο. Μέχρι που του έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι ήταν το μόνο πράγμα που φοβόταν. Τώρα «αναρρώνει» στο Περιοδικό. Ελπίζει, για πάντα.