Ευρωεκλογές 2014

Μπροστά στο πολλαπλό είδωλο του φασισμού

| 20/05/2014

Οι κάλπες της ερχόμενης Κυριακής για την ανάδειξη των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μοιάζουν περισσότερο από κάθε προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση με δυσοίωνο χρησμό. Η ακροδεξιά -στις ποικίλες  εκφάνσεις της- φαίνεται να κερδίζει τη «συμπάθεια» εκατομμυρίων ανθρώπων σε ολόκληρη την Ευρώπη καθώς οι αντίστοιχοι σχηματισμοί έρχονται πρώτοι στις δημοσκοπήσεις στη Γαλλία και την Ολλανδία και αυξάνουν θεαματικά τα ποσοστά τους σε άλλες χώρες.

Δεν πρόκειται βέβαια για ένα συγκροτημένο μέτωπο με σαφές ιδεολογικό στίγμα. Ορισμένα από τα κόμματα αυτά προσπαθούν να καρπωθούν το ισχυρό ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού (Βρετανία, Δανία, Φινλανδία), ενώ άλλα αναφέρονται με περηφάνια στο ναζιστικό καθεστώς, στα SS και στους συνεργάτες τους (Αυστρία, Ουγγαρία, Ιταλία, Λετονία). Οι οικονομικές τους κατευθύνσεις ποικίλουν από τον κρατικό προστατευτισμό μέχρι τον πιο προωθημένο φιλελευθερισμό. Το στοιχείο όπου τέμνονται αυτοί οι σχηματισμοί είναι  η  αντιμεταναστευτική ρητορεία, η οποία έχει τις ρίζες της στη ρατσιστική αντίληψη περί της καθαρότητας της λευκής φυλής, στην ξενοφοβική στάση έναντι των «λαθρομεταναστών» και στην εθνικιστική προπαγάνδα για την πολιτιστική ταυτότητα της Δύσης που κινδυνεύει από την «εισβολή μουσουλμάνων» στα ευρωπαϊκά εδάφη.

_nazi940

Ασφαλώς το ρεύμα αυτό δεν είναι νέο. Δεν ξεπήδησε από το πουθενά, ούτε γεννήθηκε μέσα στη σημερινή οικονομική κρίση. Την ίδια εποχή που ο Μιχαλολιάκος έστηνε τις ιδεολογικές και οργανωτικές βάσεις της Χρυσής Αυγής, ο Ζαν-Μαρί Λεπέν είχε ήδη αποκτήσει μετρήσιμη εκλογική επιρροή στη Γαλλία. Κι αν οι νοσταλγοί του Φράνκο στην Ισπανία ή του Μουσολίνι στην Ιταλία παραμένουν στα «ψιλά» του εκλογικού χάρτη, αυτό συμβαίνει επειδή τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν πολλά δεξιά κόμματα που φλέρταραν καιροσκοπικά ή αφομοίωσαν πολιτικά τα κατακάθια του φασισμού.

Αν όμως είναι κοινή η διαπίστωση ότι παρά την ποικιλομορφία της η ακροδεξιά αυξάνει τα ποσοστά της σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως στην Ελβετία και στη Ρωσία), δεν είναι καθόλου προφανή τα αίτια αυτής της στροφής των Ευρωπαίων προς τα κόμματα που εκφράζουν έναν όλο και πιο μισαλλόδοξο, εξτρεμιστικό, λαϊκίστικο και εθνικιστικό λόγο. Κι αυτό διότι πολλές από τις αναλύσεις που γράφονται στον ευρωπαϊκό τύπο προσεγγίζουν αυτή την τάση σαν ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο, σαν μια κατάρα που έπεσε από τον ουρανό μαζί με άλλα δεινά, όπως η καλπάζουσα ανεργία ή η διαφθορά της πολιτικής ελίτ.

Αυτού του είδους η προσέγγιση φανερώνει πολιτική υποκρισία αφού περιγράφει την επανεμφάνιση της «φαιάς πανούκλας» στην Ευρώπη με όρους «κοινωνικού ψυχογραφήματος». Αποδίδει την ιδεολογική μετατόπιση των κοινωνιών σε παράγοντες εξωπολιτικούς και ανεξάρτητους από τα οικονομικά συμφέροντα, όπως η απογοήτευση, η αγανάκτηση και ο θυμός. Ακόμα κι αν ο Ευρωπαίος φτάνει με ανάλογα συναισθήματα μπροστά στην κάλπη, αυτό δεν μπορεί να αποδοθεί στον παρορμητικό του χαρακτήρα αλλά ούτε και σε μια «μειοψηφία προδοτών, ανέντιμων και ανίκανων πολιτικών». Αυτό το -κάθε άλλο παρά αθώο- σκεπτικό είναι που δικαιώνει τελικά το γενικό πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργούνται οι συνθήκες ανόδου της ακροδεξιάς. Διότι, όπως γράφει ο διευθυντής του Monde Diplomatique Σερζ Αλιμί,

όταν  αφαιρείται από την πολιτική η ουσία της, όταν τα επιμέρους προβλήματα δεν ανάγονται στο συνολικό πλάνο κι όταν τελικά απαξιώνεται κάθε φωνή κοινωνικής κριτικής και αμφισβήτησης του συστήματος υπό το φόβο της ανατροπής τής δημοκρατικής νομιμότητας, τότε το παιχνίδι παίζεται στο προνομιακό πεδίο της ακροδεξιάς.

Με άλλα λόγια, όταν η εναντίωση στις καπιταλιστικές σχέσεις εκμετάλλευσης και η προοπτική της κοινωνικής χειραφέτησης θεωρούνται ένα «επικίνδυνο πολιτικό άκρο» τότε καλλιεργείται το έδαφος για μια άλλη «αντισυστημικότητα», για την επέλαση των νεοναζί.

Τις επόμενες μέρες, θα αναφερθούμε στα παραδείγματα των ακροδεξιών κομμάτων της Αυστρίας, της Ουγγαρίας και της Γαλλίας.