«Εφευρίσκοντας τον έρωτα ξανά», της Μόνα Σολέ

Εξηγώντας τον χαμένο χρόνο και χώρο των ετεροφυλοφιλικών σχέσεων

| 21/03/2024

Σκόρπιες φράσεις, λέξεις που επιμένουν, μένουν. Κάτω τα χέρια από την ιδιοκτησία μου! Αυτός που προειδοποιεί αναφέρεται στη γυναίκα αντικείμενο-περιουσία! Τα ασπρόμαυρα πλάνα φωτίζουν τα πάντα θολά χρωματιστά. Η γυναίκα προσεύχεται να είναι γιος το πρώτο παιδί, να μη στεναχωρηθεί ο Πανάγος. Και ξανά μπροστά. Όλα ιδιωτικά, τυραννικά καταναλωτικά και μην πετάγεσαι όταν μιλάνε οι άντρες! Και ο χρόνος αφήνει το λερό σημάδι του, σήμερα, αυτό που οι άνθρωποι φρόντισαν να σημαδέψουν. Και ακούς από την έδρα-θρόνο τον λόγο τον «δίκαιο» που πνίγει την αγανάκτηση, την οργή, την απελπισία και τη ναρκώνει μέσα από το γαλάζιο φως του γυαλιού. Ακούς ότι το «12» δεν υπάρχει στο σώμα και την ψυχή, ακούς ότι το παιδί με αυτό τον αριθμό διάλεξε μια ζωή που την κυβερνά το κτήνος. Απομονώνεις τις χρονιές: 2024, 1985, 1965, 1991. Δεκαετίες και εξελίξεις χωρίζουν, νοοτροπίες και ιδεολογίες, εξουσία και εξουσία και εξουσία, κρατούν τον ζυγό αληθινό και τη γυναίκα πάντα σε απόσταση. Και αυτή διαρκώς επαναστατεί, πονά, υποφέρει, κερδίζει  τον κλεμμένο χώρο και ρίχνει τον έρωτα στις πάντα ανοιχτές πληγές της. Τα πατροπαράδοτα, τα έτσι τα βρήκαμε, τα «ιερά και τα όσια» της πατριαρχίας πρέπει να τελειώσουν και οι νέες εποχές να είναι πραγματικά νέες. Η Μόνα Σολέ, με το «Εφευρίσκοντας τον έρωτα ξανά» (Εκδόσεις Στερέωμα), περνά από το οξειδωμένο «χθες», στο καθαρό «αύριο».

Η Σολέ εξετάζει «Πώς η πατριαρχία σαμποτάρει τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις» και μας προσφέρει καθαρή την εικόνα του νοσηρού «σήμερα». Η συγγραφέας δεν μένει στην καταγραφή της σκληρής, άσχημης, επιφάνειας των έμφυλων σχέσεων. Φυσικά και οι γυναίκες υφίστανται βία, κάθε μορφής, και σίγουρα είναι θύματα μιας εξουσιαστικής σχέσης που επαναλαμβάνει το ανελέητο μοτίβο του κυρίαρχου συστήματος. Η Σολέ ψάχνει το «γιατί;», αυτό είναι πάντα το ζητούμενο πίσω από κυρίαρχες καταστάσεις. Η πατριαρχία, λοιπόν, είναι η έκφραση επιβολής της δύναμης του άλλου πάνω στον αδύναμο. Είναι μια αντίληψη που στηρίζεται στο απάνθρωπο σκεπτικό της απόκτησης ισχύος, κέρδους, εις βάρος του άλλου. Ο δυνατός θα χειραγωγήσει, εκμεταλλευτεί τον αδύναμο για να αποκτήσει προνόμια, υλικό όφελος, απειλητικό κύρος. Ο φόβος είναι στην πρώτη γραμμή κι αυτός εδραιώνει την ανδρική, κατά κύριο λόγο, εξουσία. Η Σολέ μας δείχνει, όμως, και κάτι άλλο και είναι αυτό ο πυρήνας του βιβλίου της: Πώς διαδίδεται και μένει ανεπηρέαστη η πατριαρχική αντίληψη και πώς τραυματίζει τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις.

Στο δίπολο των σχέσεων που ορίζει η πατριαρχία, η γυναίκαι δεν μπορεί να τα έχει όλα. Πρέπει να επιλέξει. Ερωτική εκπλήρωση ή πλήρης έκφραση του εαυτού; Και τα δύο αποκλείονται. Οι κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές παραδόσεις, οι επικρατούσες ποπ αναφορές προκαθορίζουν τις θέσεις και διατηρούν την απόσταση. Για να γεφυρωθεί το χάσμα, μόνο η υποταγή της γυναίκας γίνεται δεκτή. Ο άνδρας έχει πάντα τη αφ’ υψηλού θέση και δράση. Στην ουσία έχουμε άρχοντες και υπηκόους και σε αυτό το πεδίο η άσκηση βίας είναι αναμενόμενη, είναι κάτι αναπόφευκτο που πρέπει να υποστούν οι γυναίκες! Το αδιανόητο γίνεται συνηθισμένο και οι έρωτες που γεννιούνται είναι καταδικασμένοι, στρεβλοί, άρρωστοι. Διαβάζουμε [σ.156]: Το 1947, σε ένα εγχειρίδιο με συμβουλές για γάμους, ένας Αμερικανός γιατρός έλεγε στις συζύγους: “Μη σκοτίζετε τον σύζυγό σας με τα μικροπροβλήματά σας και με τα παράπονά σας όταν γυρίζει από τη δουλειά. Να κάθεστε και να τον ακούτε. […]Να θυμάστε ότι ο σημαντικότερος ρόλος σας είναι να χτίζετε και να συντηρείτε το εγώ του”. Αυτή η πρωτοκαθεδρία των αισθημάτων όλων των ανδρών-όχι μόνο των βίαιων-, αυτό το αντανακλαστικό της ταύτισης μαζί τους, με το βίωμά τους, με τα συμφέροντά τους, αυτή η ιδέα ότι ο ρόλος μιας γυναίκας είναι να καταλαβαίνει και να συγχωρεί τα πάντα, μας έχει γίνει δεύτερη φύση. Η χρονιά, 1947, τα αμετακίνητα, τα αμετάκλητα, αυτά στέκονται μέχρι σήμερα εμπόδιο στον έρωτα, στις σχέσεις στη δικαίωση της γυναίκας. Το δοκίμιο της Σολέ είναι καλογραμμένο, με τεκμήρια και στοιχεία που γίνονται άμεσα αντιληπτά από τον αναγνώστη. Κάθε ενότητα κυλά εύκολα και βρίσκει θέση στο μυαλό και την καρδιά αυτού που το διαβάζει. Μέσα από τη δύναμη του παραδείγματος, αφού έχει προηγηθεί έρευνα φυσικά, αναδεικνύει την ουσία του ζητήματος. Η καλή μετάφραση ανήκει στον Γιώργο Καράμπελα.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις