Η διαγραφή της …διαγραφής του χρέους.

Δεν υπάρχουν έξυπνες τεχνικές λύσεις για τη διαγραφή του χρέους

| 17/12/2014

Η στήλη αυτή τη φορά “φιλοξενεί” και αναδημοσιεύει ένα κείμενο του οικονομολόγου Λεωνίδα Βατικιώτη για τη συζήτηση που έχει ανάψει -ειδικά τις τελευταίες μέρες στο φόντο και των πολιτικών εξελίξεων με την εκλογή του ΠτΔ- για το χρέος, τις δανειακές συμβάσεις, τα μνημόνια και τη δυνατότητα διαπραγματεύσεων της παρούσας ή μιας ενδεχόμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Το κείμνεο αποτελεί απάντηση – σχολιασμό της πρότασης των Μηλιού – Σωτηρόπουλου – Λαπατσιώρα. Μαζί με το κείμενο του Λ. Βατικιώτη φιλοξενούμε και το σχόλιο του επίσης οικονομολόγου Κ. Λαπαβίτσα που έχει και αυτός αναμειχθεί με έντονο τρόπο σε αυτή τη συζήτηση, αναδημοσιεύοντάς το:

Δεν υπάρχουν έξυπνες τεχνικές λύσεις για τη διαγραφή του χρέους

Σπάνια φιλοξενώ κείμενα άλλων, όπως γνωρίζουν όσοι παρακολουθούν το μπλογκ μου. Σήμερα θα κάνω μια εξαίρεση γιατί, πρώτον, το θέμα της διαγραφής του χρέους έχει μεγάλη οικονομική, κοινωνική και πολιτική σημασία και, δεύτερον, ο Λεωνίδας Βατικιώτης ασχολείται συστηματικά με το ζήτημα ήδη από το 2010 και κατέχει πολλές πλευρές του.

Η πρόταση των Σωτηρόπουλου-Μηλιού-Λαπατσιώρα έλαβε μεγάλη δημοσιότητα στην Ελλάδα. Από μόνη της δε συνιστά καινοτομία διότι, όπως ορθά αναφέρει ο Βατικιώτης, αποτελεί μια εκδοχή της πρότασης των Paris και Wyplosz. Και η τελευταία όμως δεν είναι στη ουσία παρά μια εκδοχή της πρότασης που είχαν νωρίτερα καταθέσει οι Buiter και  Rahbari, αλλά και ο De Grauwe και άλλοι.

Η ιδέα ότι η ΕΚΤ μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός επίλυσης του προβλήματος του ευρωπαϊκού χρέους στερείται βάσης στην πολιτική οικονομία. Από δε τεχνικής πλευράς δημιουργεί, αφ΄ενός, τον κίνδυνο να βρεθεί η ΕΚΤ σε θέση χρεοκοπίας για πολλά χρόνια και, αφ΄ετέρου, να μεταβιβαστούν απώλειες στις χώρες του κέντρου αναγκάζοντας την ΕΚΤ να λειτουργήσει στην ουσία ως δημοσιονομικός μηχανισμός.

Δεν είναι καθόλου παράδοξο ότι δεν υπήρξε πολιτική στήριξη για την πρόταση αυτή. Το πραγματικό παράδοξο είναι ότι μπορεί να εμφανίζεται τώρα με ριζοσπαστικό αριστερό μανδύα. 

Κώστας Λαπαβίτσας

 

Η διαγραφή της …διαγραφής του χρέους.

Πλήγμα στην προσπάθεια επιστημονικής τεκμηρίωσης και επιθετικής προβολής της θέσης για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του δημόσιου χρέους και στην αναγκαία συγκέντρωση πολιτικών και κινηματικών δυνάμεων που θα υπηρετήσουν αυτό το στόχο αποτελεί η επαναφορά από τις στήλες της Αυγής την Κυριακή 14 Δεκεμβρίου της πρότασης των Σωτηρόπουλου – Μηλιού – Λαπατσιώρα για χρονική μετάθεση της αποπληρωμής του.

Η πρόταση των τριών οικονομολόγων διατυπώθηκε αναλυτικά στο τρέχων τεύχος του περιοδικού Θέσεις, ενώ δημοσιεύτηκε και στο εξωτερικό από το Ινστιτούτο Levy. Η βασική της ιδέα περιλαμβάνει την μεταβίβαση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα του τμήματος εκείνου του χρέους των 18 κρατών μελών της ευρωζώνης που υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ τους και την επαναγορά του από τα κράτη μέλη στο μέλλον. Όταν συγκεκριμένα θα έχουν διαμορφωθεί εκείνες οι συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης, στο έδαφος του δημοσιονομικού χώρου που θα έχει εν τω μεταξύ διαμορφωθεί ελλείψει των ασφυκτικών περιοριστικών πολιτικών που επιβάλλει η εξυπηρέτηση του χρέους.

Η πρόταση των τριών οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί παραλλαγή του σχεδίου PADRE που διατυπώθηκε τον Ιανουάριο του 2014. Συγγραφείς του ήταν οι οικονομολόγοι Pierre Paris και Charles Wyplosz, οι οποίοι αναζήτησαν μια Πολιτικά Αποδεκτή Αναδιάρθρωση του Χρέους της Ευρωζώνης (Politically Acceptable Debt Restucturing in the Eurozone)∙ εξ ου και το ακρωνύμιο. Στο βασικό της σενάριο προέβλεπε να αναλάβει η ΕΚΤ την αναδιάρθρωση του 50% του χρέους της ευρωζώνης, με βάση την συμμετοχή κάθε κράτους μέλους στο μετοχικό κεφάλαιο της. Ο συντηρητικός της χαρακτήρας δηλωνόταν από την αποδοχή της λιτότητας και την πρόταση των συγγραφέων να γίνει ακόμη πιο δεσμευτικό το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, ώστε να εκλείψει κι η τελευταία οδός διαφυγής από τη λιτότητα από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης.

Η πρόταση των Σωτηρόπουλου – Μηλιού – Λαπατσιώρα παρότι όχι μόνο ρητά απορρίπτει την εφαρμογή προγραμμάτων λιτότητας, αλλά χαρακτηρίζεται κι ως μέσο αναίρεσης της λιτότητας, για πάντα μάλιστα, είναι μια πρόταση κενή περιεχομένου και συντηρητική για πέντε τουλάχιστον λόγους.

Πρώτο, επειδή αντιμετωπίζει την ΕΚΤ ως ένα ουδέτερο παράγοντα στην κρίση, παραγνωρίζοντας έτσι ότι η ευρωζώνη, δηλαδή το κοινό νόμισμα, φέρει σημαντική ευθύνη για την όξυνση της κρίσης, ενώ κι η ΕΚΤ λειτούργησε σαν ενορχηστρωτής των καταστρεπτικών για την κοινωνική πλειοψηφία πολιτικών λιτότητας που εφαρμόστηκαν στο έδαφος της κρίσης, σε πλήρη αρμονία μάλιστα με το καταστατικό της. Από πού κι ως πού τώρα να αναλάβει τον διευκολυντικό, εξομαλυντικό ρόλο που της αναθέτουν;

Δεύτερο, επειδή υποτιμάται η αντίδραση που θα εμφανιστεί από την ΕΕ κι όχι μόνο απ’ όσους σήμερα αρνούνται την έγκριση των  προγραμμάτων νομισματικής χαλάρωσης, τους Ταλιμπάν δηλαδή του νεοφιλελευθερισμού. ΕΕ και ΕΚΤ επικαλούμενοι για παράδειγμα το σημαντικό κόστος ύψους 1,36 τρις. ευρώ με κανέναν τρόπο δεν θα δεχτούν να θυσιάσουν ένα εργαλείο, την κρίση χρέους, χάρη στο οποίο πέτυχαν την μεγαλύτερη κοινωνική οπισθοδρόμηση ολόκληρης της μεταπολεμικής περιόδου.

Τρίτο, επειδή η επίκληση των ζημιών των ασφαλιστικών ταμείων και της ανάγκης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, σε περίπτωση διαγραφής του χρέους, σιωπηρά αλλά σαφώς υιοθετεί την επιχειρηματολογία της Μέρκελ, εξαφανίζοντας την ανάγκη ανάδειξης αυτών που ωφελήθηκαν από την μεταφορά του χρέους στον επίσημο τομέα: των γερμανο-γαλλικών τραπεζών, οι οποίες μέχρι τις 31.12.2009 διατηρούσαν ελληνικά ομόλογα ύψους 122,9 δισ. ευρώ. Επομένως καμία ανάγκη επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών δεν υφίσταται. Πολύ περισσότερο αν το αίτημα της εθνικοποίησής τους παραμένει επίκαιρο…

Τέταρτο, επειδή παραβλέπει το προφίλ του χρέους των υπερχρεωμένων χωρών και δη όσων δανειοδοτήθηκαν από τον μηχανισμό από το 2010 μέχρι σήμερα (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος), που το χρέος τους κατά κύριο λόγο δεν είναι ομολογιακό. Η ανάληψή του επομένως από την ΕΚΤ  ή η μετατροπή του εκ νέου σε ομολογιακό, βάσει της πρότασης των Θέσεων και του PADRE προσκρούει επιπλέον σε τεχνικά εμπόδια. Το σχέδιο επομένως ούτε τεχνικά, εκεί που πρωτίστως αναζητά τη δικαίωση, είναι ολοκληρωμένο και συνεκτικό.

Τέλος, επειδή καταλήγει στην πληρωμή του χρέους, έστω μετά το 2020 ή όταν θα το επιτρέψουν οι συνθήκες. Το μορατόριουμ των πληρωμών δεν καταλήγει στην διαγραφή του δημοσίου χρέους, όπως έχουν φτάσει να ζητούν ακόμη και εργατικές ομοσπονδίες (πχ ΟΛΜΕ) δείχνοντας πόσο έχει ριζώσει πλέον το αίτημα σε πρωτοπόρους αγωνιστές, αλλά στην πληρωμή του. Έτσι, η παραλλαγή του σχεδίου PADRE το μόνο που καταλήγει να διαγράψει, σηματοδοτώντας την υποταγή στους αρνητικούς συσχετισμούς και τα αστικά συμφέροντα, είναι το αίτημα της διαγραφής του δημοσίου χρέους…

Λεωνίδας Βατικιώτης