«Η εποχή των τυφώνων», της Φερνάντα Μελτσόρ

Η πατρίδα των μελλοθάνατων

| 21/01/2022

Οι εποχές οι δολοφονικές, οι αθώες, οι ένοχες, οι άμεμπτες, οι ζοφερές… Δεν φταίνε όμως αυτές. Κάποιος άνθρωπος, κάποτε, κάπου… Το τελευταίο δεν είναι αόριστο, ασαφές και απλησίαστο. Υπάρχει δίπλα μας, μέσα μας, ο τόπος ο καταραμένος, ο πληγωμένος, αυτός που μόνο μαύρο αίμα προσφέρει και μόνο μάτια κοκκινισμένα τον βλέπουν. Αυτός ο τόπος κατοικείται από άτομα που κοιτούν ψηλά και τα χέρια τους κρεμάνε και στάζουν ξινισμένο ιδρώτα και βρώμικη σάρκα. Ο ουρανός αρνείται το γαλανό και το μαύρο δεν υπολογίζει τη συνέχεια του χρόνου. Αυτός ο τόπος θα σαρωθεί, είναι αναπόφευκτο. Όχι γιατί το επιβάλλει ο θάνατος, αλλά γιατί είναι ο θάνατος! Και όταν ο θάνατος δεν έχει άλλο θάνατο να καταναλώσει, τότε όσοι χάθηκαν και σκεπάστηκαν περιμένουν τον τυφώνα να τους λυτρώσει. Τη θύελλα που θα διαγράψει εποχές, σκοτωμένα όνειρα και στο αστυνομικό δελτίο δεν θα υπάρχουν παρά μόνο ταπεινές προσδοκίες. Μην ψάξετε για χρονολογίες και μην απορήσετε. Κάτι από το 2666 υπάρχει εδώ και είναι τόσο απλό και τόσο μακάβρια εντυπωσιακό. Το βιβλίο «Η εποχή των τυφώνων» (Εκδόσεις Δώμα) θα μπορούσε να είναι όνειρο του Μπάροουζ, θα μπορούσε να σταθεί δίπλα σε έργα του Κόρμακ ΜακΚάρθυ (Καμία Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους), θα μπορούσε να είναι ζωντανός εφιάλτης με μια αχτίδα αισιοδοξίας.

Η ιστορία της Μελτσόρ μοιάζει με την επαφή με το καυτό νερό. Οξύς πόνος, γρήγορα ανακλαστικά απομάκρυνσης και αυτή η φωτιά που μένει στο δέρμα και σε συνοδεύει για πάντα. Το σημάδι ορίζει τη σάρκα και η σάρκα κινείται στις επιθυμίες του τραύματος που δεν κλείνει ποτέ. Και είναι οι αδύναμα φωτισμένες πορείες που μένουν και «αγκαλιάζουν» έναν κόσμο εγκαταλειμμένο, καταδικασμένο στην ανηθικότητα, στη λαγνεία, στην εξόντωση των αδύναμων, των διαφορετικών, στην εξολόθρευση του εαυτού! Σ’ αυτό τον τόπο τίποτα δεν έχει σημασία, τίποτα. Το άδικα χυμένο αίμα είναι το νερό που λείπει και οι φτιαγμένες παραισθήσεις ο ήλιος που δεν υπάρχει. Η Μελτσόρ κινείται στα μονοπάτια του σκληρού ρεαλισμού, της παράνοιας, του απόκοσμου και του μακάβριου και εκεί -στο μακάβριο- είναι που φτιάχνει το σημείο εξόδου, το φωτεινό σημάδι που λάμπει μες τη μαυρίλα που περιγράφει. Τα τελευταία λόγια είναι χαρακτηριστικά: Η βροχή δεν μπορεί να σας βλάψει τώρα, και το σκοτάδι δεν διαρκεί για πάντα. Βλέπετε εκεί πέρα; Βλέπετε εκείνο το φωτάκι που φέγγει στο βάθος; Εκείνο το μικρό φως που μποάζει με αστέρι; Εκεί πρέπει να πάτε, του είπε. Εκεί είναι η έξοδος από τούτη εδώ την τρύπα. Λέξεις απευθυνόμενες σε νεκρούς!

Η Μελτσόρ αναφέρεται σε μια μάγισσα που βρίσκεται νεκρή. Παρέα παιδιών βρίσκει το πτώμα σ’ ένα αρδευτικό κανάλι, στον κάμπο με τα ζαχαροκάλαμα. Η ιστορία του φόνου ξετυλίγεται μέσα απ’ τις αφηγήσεις προσώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση. Και ο λόγος ξεδιπλώνει και ξεδιπλώνεται, «σπάει» και οι γωνίες των κομματιών του, οξειδωμένες, αγκυλώνουν και οι γρατζουνιές του φτάνουν στα τρίσβαθα της ψυχής. Η δράση τοποθετείται στη Λα Ματόσα και η Μελτσόρ αποκαλύπτει τα δολοφονικά ένστικτα, τις καταπιεσμένες σεξουαλικές επιθυμίες και τη λυσσασμένη προσπάθεια των κατοίκων του χωριού να επιβιώσουν. «Η εποχή των τυφώνων» διαθέτει εξαιρετική πλοκή, επιθετική αφήγηση, γλώσσα ωμή έως σοκαριστική που σε καθηλώνει και σε κάνει να βλέπεις τα πάντα καθαρά. Η μετάφραση της Αγγελικής Βασιλάκου αντανακλά το τολμηρό και ρηξικέλευθο ύφος της Μελτσόρ.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις