Ενα ατιμώρητο ναζιστικό έγκλημα
Η Σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων, 2 Ιούνη 1941
Η ηρωική αντίσταση του λαού της Κρήτης στην ναζιστική εισβολή στις 20 Μάη του 1941, καταγεγραμμένη στην ιστορία ως Μάχη της Κρήτης, κράτησε 11 μέρες. Νέοι, γέροι, παιδιά, άνδρες και γυναίκες, σε έναν πραγματικά παλλαϊκό ξεσηκωμό, μετέτρεψαν σε όπλα τα αγροτικά εργαλεία, ξανάβαλαν μπροστά τα παλιά ντουφέκια των παππούδων και, όταν δεν υπήρχαν ούτε κι αυτά, με τα γυμνά χέρια τους μόνο, έγραψαν λαμπρές σελίδες αυταπάρνησης και αυτοθυσίας.
Ο βρώμικος ρόλος των «συμμάχων», κυρίως των Βρετανών, δεν επέτρεψε να μετατραπεί σε νίκη αυτή η λαϊκή αντίσταση. Η αποτελεσματικότητα της οποίας αποτυπώνεται και στο γεγονός, ότι οι ναζί έχασαν σχεδόν το 1/3 της συνολικής – και επίλεκτης – στρατιωτικής δύναμης που έριξαν για την κατάληψη του νησιού, από την αρχή ακόμη της επίθεσης!
Μπροστά σε αυτήν την ουσιαστική ήττα τους από αγρότες και γυναικόπαιδα, οι ναζί, μετέτρεψαν πολύ γρήγορα την δυσάρεστη έκπληξή τους σε δολοφονική, ρεβανσιστική λύσσα. Κάνοντας αυτό που γνωρίζουν καλύτερα, τότε και τώρα: Να δολοφονούν άοπλους και αδύναμους.
Επέλεξαν τις περιοχές όπου η αντίσταση τους κόστισε περισσότερο – αν και δεν μπήκαν στον «κόπο» να μαζέψουν τα πτώματα των στρατιωτών τους με σκοπό να τα αφήσουν να αποσυντίθενται ώστε να «ντοπάρουν» τους ζωντανούς και να «τεκμηριώσουν» το ψέμμα και την συκοφαντία ότι ο λαός της Κρήτης «βασάνισε» και «σκότωσε» τραυματίες Γερμανούς στρατιώτες για να «δικαιπλογηθεί» η προαποφασισμένη θηριωδία – και προχώρησαν στην εφαρμογή του νοσηρού σχεδίου τους. Την διαταγή των σφαγών έδωσε ο ίδιος ο Γκέρινγκ προς τον επικεφαλής των αλεξιπτωτιστών, Κουρτ Στούντεντ.
Πρώτος στόχος ήταν το χωριό Κοντομαρί των Χανίων. Οι ναζί, με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό αλεξιπτωτιστών, Χορστ Τρέμπες, εισέβαλαν στις 2 Ιούνη στο χωριό, συγκέντρωσαν τους κατοίκους, ξεχώρισαν τους άνδρες, τους οδήγησαν σε ένα ελαιώνα έξω από το χωριό και τους εκτέλεσαν.
Ηταν η πρώτη από πολλές ακόμη σφαγές και ολοκαυτώματα που θα ακολουθούσαν, όπως τον αφανισμό της Κανδάνου, ακριβώς την επομένη.
Το ναζιστικό έγκλημα στο Κοντομαρί καταγράφηκε φωτογραφικά, κυριολεκτικά καρέ – καρέ από τον στρατιωτικό φωτογράφο των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, Φραντς – Πέτερ Βάιξλερ.
Το συγκλονισιτκό αυτό υλικό ήταν φυλαγμένο στα γερμανικά στρατιωτικά αρχεία της μεταπολεμικής, Ομοσπονδιακής (τότε) Γερμανίας μέχρι το 1980, όταν εντοπίστηκαν και δημοσιοποιήθηκαν για πρώτη φορά από τον δημοσιογράφο Βάσο Μαθιόπουλο. Χρειάστηκε μάλιστα δημοσιογραφική έρευνα χωριό το χωριό για να βρεθεί ο τόπος της τραγωδίας, αφού οι φωτογραφίες δεν τον ανέφεραν.
Ο ίδιος ο Βάιξλερ φυλακίστηκε από την Γκεστάμπο το 1944 διότι, σύμφωνα με τον ίδιο, μίλησε σε φίλους του για το έγκλημα, το οποίο, όπως υποστηρίζει πάντα ο ίδιος, προσπάθησε να αποτρέψει.
Οπως και νά ‘χει, συνεργάστηκε για την τεκμηρίωση του κατηγορητηρίου στην Δίκη της Νυρεμβέργης. Το σχετικό κείμενο έχει ιστορικό ενδιαφέρον, αν εξαιρέσει κανείς την προφανέστατη προσπάθεια του συντάκτη του να παρουσιάσει τον εαυτό του ως «θύμα των περιστάσεων»:
«…Την 1η ή 2α Ιουνίου 1941, βρισκόμουν στο μέρος που είχαμε στρατοπεδεύσει, στην πρωτεύουσα της Κρήτης, τα Χανιά, όταν ένας αξιωματικός με πλησίασε και μου είπε πως εκείνο το απόγευμα επρόκειτο να δω κάτι πολύ ενδιαφέρον. Σε απάντηση της ερώτησής μου, μου είπε ότι ένα τιμωρητικό απόσπασμα επρόκειτο να σταλεί εναντίον διαφόρων χωριών, διότι είχαν βρεθεί κατακρεουργημένα πτώματα γερμανών αξιωματικών. Η ανώτατη διοίκηση της Λουφτβάφε είχε πληροφορηθεί το γεγονός αρκετές μέρες πριν και ο Γκαίριγκ είχε δώσει διαταγή να ληφθούν τα αυστηρότερα μέτρα, όπως η εκτέλεση αντρικού πληθυσμού μεταξύ 18 και 50 ετών. Είπα στον νεαρό αξιωματικό και στον λοχαγό Gericken ότι δεν είχα δει κανένα πτώμα σφαγιασμένου αλεξιπτωτιστή, είχα δει όμως πολλά πτώματα συντρόφων, των οποίων τα πρόσωπα είχαν αρχίσει να αποσυντίθενται από την τροπική ζέστη. Κατόπιν πήγα να δω τον ταγματάρχη Stenzler, ο οποίος μου είπε ότι μία αποστολή του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών είχε αναχωρήσει από το Βερολίνο την προηγούμενη μέρα, προκειμένου να διεξαγάγει έρευνα αναφορικά με τη φερόμενη σφαγή των αλεξιπτωτιστών. Είπα στον Strenzler ότι κατά τις πρώτες μέρες της μάχης είχα δει γύπες να τρώνε τα πτώματα των συντρόφων μας. Υπενθύμισα στον ταγματάρχη ότι είχαμε δει αμέτρητα πτώματα συντρόφων μας σε ημι-αποσύνθεση, αλλά ποτέ κάποιον να σκοτώνει ή να σφάζει και συμπλήρωσα επίσης ότι θεωρούσα την εκτέλεση της διαταγής του Γκαίρινγκ στυγνό έγκλημα. Ικέτεψα τον ταγματάρχη Strenzler να μη στείλει το τιμωρητικό απόσπασμα και όταν εκείνος μου διευκρίνησε ότι δεν είναι δική μου δουλειά, πήγα να δω τον υπολοχαγό Trebes, ο οποίος εκείνη την ώρα έβγαζε λόγο σε μια ομάδα 30 περίπου αντρών. εξηγώντας τους “πόσο σημαντικό ήταν να εκτελεστεί η πράξη όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ως αντίποινα για τους συντρόφους μας που είχαν δολοφονηθεί”. Η τιμωρητική αποστολή αποτελείτο από τον υπολοχαγό Trebes, έναν άλλον υπολοχαγό, έναν διερμηνέα, δύο λοχίες και περίπου 25 αλεξιπτωτιστές του 2ου Τάγματος. Ως φωτογράφος της Μεραρχίας μου, μου επιτράπηκε να συνοδεύσω αυτή την αποστολή. Κοντά στο χωριό Μάλεμε, σταματήσαμε και ο Trebes μας έδειξε αρκετά πτώματα στρατιωτών, προφανώς σε στάδιο αποσύνθεσης. Υποκινούσε το μίσος των αντρών εναντίον του πληθυσμού. Συνεχίσαμε την πορεία μας για το χωριό Κοντομαρί. Οι άντρες βγήκαν από τ’ αυτοκίνητα και όρμησαν στα σπίτια της μικρής κοινότητας. Έβγαλαν όλους τους κατοίκους από τα σπίτια τους – άντρες, γυναίκες, παιδιά – και τους συγκέντρωσαν στη μικρή πλατεία. Στο μεταξύ, σε ένα σπίτι βρέθηκε το σακάκι ενός αλεξιπτωτιστή με μια τρύπα από σφαίρα στην πλάτη. Ο Trebes, αφού το εξέτασε, έδωσε εντολή να κάψουν το σπίτι. Ένας άντρας παραδέχτηκε ότι είχε σκοτώσει γερμανό αλεξιπτωτιστή, αλλά δεν ήταν δυνατόν να καταδικάσουμε κανέναν από τους άλλους για εγκλήματα ή λαφυραγωγία και ως εκ τούτου πρότεινα στον Trebes να μην προβεί στην εκτέλεση του σχεδίου και να μας δώσει εντολή να επιστρέψουμε παίρνοντας εκείνον τον άντρα μαζί μας. Όμως εκείνος ξεχώρισε όλους τους άντρες από το πλήθος και δήλωσε στις γυναίκες – μέσω του διερμηνέα – ότι θα τους εκτελέσουν και ότι πρέπει να τους θάψουν μέσα σε δύο ώρες. Όταν ο Trebes γύρισε την πλάτη του για μερικά λεπτά κατάφερα να διευκολύνω εννέα άντρες να δραπετεύσουν. Κατόπιν ο Trebes έβαλε τους άντρες να σχηματίσουν ένα ημικύκλιο, έδωσε τη διαταγή του πυροβολισμού και σε περίπου δεκαπέντε δευτερόλεπτα όλα είχαν τελειώσει».
Για την ιστορία, ο φυσικός μακελάρης του Κοντομαρί, ο Τρέμπες, παρασημοφορήθηκε από τον Γκαίριγκ… για τη «γενναιότητά» του(!), αλλά αργότερα σκοτώθηκε στην Νορμανδία.
Ο Στούντεντ συνελήφθη μετά τον πόλεμο από τους Βρετανούς και δικάστηκε, όχι όμως για εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων, αλλά για κακομεταχείριση αιχμαλώτων πολέμου! Ετσι, καταδικάστηκε μόλις σε πέντε χρόνια φυλακή! Μάλιστα, το 1948 αποφυλακίστηκε… για λόγους «υγείας»!