Ιστορίες που τελειώνουν μ' ένα ψίθυρο

“Ιστορίες με φίδια”, του Θόδωρου Φέστα

| 29/07/2019

Καλοκαιρινό πρωινό τ’ Αυγούστου. Εκεί προς τα τέλη της δεκαετίας του ’80, σ’ ένα παραθαλάσσιο χωριό κοντά στο Νομό Αχαΐας. Η οικογένεια μαζεμένη στην αυλή παίρνει πρωινό και ετοιμάζεται για την κοντινή παραλία. Ο παππούς και η γιαγιά στο σπίτι τους, δίπλα. Ακολουθούν τη ρουτίνα τους. Η συκιά στην αυλή έχει φουντώσει και ακούγεται έντονο θρόισμα. Ο πατέρας ελέγχει αν όλοι  είναι έτοιμοι και αφού πίνει την τελευταία γουλιά καφέ, κατευθύνεται στο αυτοκίνητο. Τότε όμως ακούει την τσιρίδα της μικρής του κόρης και γυρίζει να δει τι συμβαίνει: ένα καφεκίτρινο φίδι, περίπου 2 μέτρα, περνά από την τσιμεντένια αυλή, κατεβαίνει τα σκαλιά που οδηγούν στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς και εξαφανίζεται. Ο πατέρας κοιτά τη συκιά, την επόμενη μέρα παίρνει το τσεκούρι και την κόβει. Φίδι δεν φάνηκε ξανά στην αυλή, όμως κανείς δεν πλησιάζει τους θάμνους, δεν σηκώνει μεγάλες πέτρες και τα μεσημέρια η πόρτα ανοίγει με δισταγμό. Ο φόβος σπάει όταν ο πατέρας αποφασίζει να πει μια ιστορία, ιστορία με φίδια. Κάπως έτσι ξορκίζεται ο φόβος, η ζωή προχωρά και ο χρόνος μας “μιλά” μέσα από απίθανα (;) γεγονότα.

Ο Θόδωρος Φέστας και οι “Ιστορίες με φίδια” (Εκδόσεις Αγρα) είναι το άχαρο, μα απαραίτητο κομμάτι του καλοκαιριού. Δεν θα μπορούσαν να τοποθετηθούν σε άλλη εποχή οι ιστορίες του. Οχι γιατί τις ορίζει σε αυτό το πλαίσιο, αλλά γιατί η ατμόσφαιρα τους έχει όλα τα στοιχεία του ελληνικού καλοκαιριού. Τα διηγήματα του Φέστα είναι το μακρύ ελληνικό καλοκαίρι που δεν υπάρχει πια. Κομματιάστηκε, θρυμματίστηκε, από την αδυσώπητη εξέλιξη και τις κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Τα κομμάτια αυτά αντέχουν και στις ρωγμές της βίαιης αναμόρφωσης των τοπίων και των τόπων κατοικούν. Ο Φέστας αντλεί από το παρελθόν του καλοκαιριού, από το σκληρό τοπίο και την αναγκαία παραίτηση που επιβάλλει το θέρος. Και εκεί που η ραστώνη σε καθηλώνει, έρχεται μια ιστορία του Φέστα και σε δροσίζει και προχωράς και το καλοκαίρι γίνεται λίγο πιο όμορφο.

Οι ιστορίες του Φέστα καλύπτουν μια χρονική περίοδο από τη δεκαετία του ’40 ως τις αρχές του νέου αιώνα. Μέσα από αναμνήσεις, την αναπότρεπτη νοσταλγία για όσα υπήρξαν και χάθηκαν, οι ήρωες του Φέστα είναι αυτοί που δεν πρωταγωνιστούν, αλλά προσπαθούν να κερδίσουν μια θέση στο προσκήνιο της εποχής τους. Είτε είναι δυο φτωχοδιάβολοι της δεκαετίας του ’60 που πασχίζουν να επιβιώσουν και να μείνουν όρθιοι απέναντι στο σαρωτικό ρεύμα της ανοικοδόμησης-αντιπαροχής. Είτε πρόκειται για ένα λαχειοπώλη που λατρεύει τον Καζαντζίδη και θέλει την προστασία του για να αντέξει τη δεκαετία του ’70. Είτε για μια ηλικιωμένη ρωσίδα που δεν μπορεί να βλέπει την επέλαση του καπιταλισμού στη Μόσχα και θυμάται τη δράση της στον Πόλεμο, την ικανότητα της να σκοτώνει από μακριά.

Ο Φέστας πλάθει χαρακτήρες οικείους που φλερτάρουν με το μελόδραμα και τη λεβεντιά. Η φόρμα του διηγήματος δεν τον περιορίζει και μένει πιστός στο πνεύμα της, αφού μας λέει με ακρίβεια αυτά που θέλει να πει. Διαθέτει την ικανότητα να “γεμίζει” τις ιστορίες με πολλά μικρά στοιχεία που ενισχύουν την εικόνα των προσώπων και των ιστοριών. Λεπτομέρεια και παρατήρηση σε επίπεδο μεγάλης αφήγησης. Οι ιστορίες του ξεκινούν έτσι ξαφνικά, αλλά τελειώνουν με έναν ψίθυρο.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις