Ιταλία: Ενα πολυεπίπεδο «Οχι»
Βαριά ήττα για την κυβέρνηση Ρέντσι

Μπορεί το δημοψήφισμα στην Ιταλία να αφορούσε σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που εισηγήθηκε η κυβέρνηση Ρέντσι αλλά, ως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις – κυρίως από την έναρξη της συστημικής κρίσης το 2008 – το ειδικό και γενικό πολιτικό βάρος αυτών των διαδικασιών είναι τόσο μεγάλο, που ακόμη και οι κυβερνήσεις που τις προκαλούν συνδέουν το πολιτικό τους μέλλον με τα αποτελέσματα.
Οπως λοιπόν έγινε και την περίπτωση του Brexit για τη κυβέρνηση Κάμερον, έτσι και τώρα, το 59,18% υπέρ του «Οχι» στις μεταρρυθμίσεις, έναντι 40,12% του «Ναι», αποτελεί για τον Ιταλό πρωθυπουργό, Ματέο Ρέντσι, μια βαριά ήττα, γεγονός που τον οδήγησε, μία ώρα μετά το τέλος της ψηφοφορίας, στην τηλεοπτική ανακοίνωση της παραίτησής του: «Αναλαμβάνω την ευθύνη της ήττας. Αύριο το απόγευμα θα συγκαλέσω συνεδρίαση του τελευταίου υπουργικού συμβουλίου και θα ανέβω στο προεδρικό μέγαρο να παραιτηθώ».
Ωστόσο «διαβεβαίωσε» ότι η κυβέρνησή του θα δουλέψει, πριν παραιτηθεί, για την τελική έγκριση του προϋπολογισμού του 2017 και για τα τελευταία μέτρα υπέρ των σεισμοπαθών.
«Έχασα και το λέω με δυνατή φωνή: έκανα ό,τι μπορούσα, αλλά με την ήττα δεν μπορείς να σφυρίζεις αδιάφορα», τόνισε ο Ιταλός «κεντροαριστερός» πρωθυπουργός. «Για να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, δεν μπορούμε να μείνουμε γραπωμένοι στις καρέκλες μας», δήλωσε ο Ρέντσι, και εξήγησε ότι «οι ηγέτες του μετώπου του “όχι” θα πρέπει να αναλάβουν, τώρα, την πρωτοβουλία για την έγκριση νέου εκλογικού νόμου». «Μπορεί να χάσει, κανείς, ένα δημοψήφισμα, αλλά η χώρα μας είναι η ωραιότερη του κόσμου», είπε, παράλληλα, ο επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος.
Βασικό περιεχόμενο της μεταρρύθμισης είναι η σημαντική ισχυροποίηση της κυβέρνησης έναντι του κοινοβουλίου, μέσα απ’ την αλλαγή της μορφής του ιταλικού Κοινοβουλίου. Το τελευταίο αποτελείται από δύο Σώματα, τη Γερουσία και τη Βουλή των αντιπροσώπων, που πρέπει να συμφωνούν για τη στήριξη της κυβέρνησης ή για την υπερψήφιση ενός νόμου. Ο ισχύων εκλογικός νόμος πριμοδοτεί το πρώτο κόμμα σε εθνικό επίπεδο στη Βουλή των αντιπροσώπων, και έχει ως αποτέλεσμα μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία του πρώτου σε ψήφους κόμματος (ή συνασπισμού κομμάτων), ενώ δεν οδηγεί υποχρεωτικά σε πλειοψηφία στη Γερουσία.
Χαρακτηριστικά, ο κυβερνών συνασπισμός κομμάτων με 29,5% των ψήφων έχει το 54,7% στη Βουλή των αντιπροσώπων, ενώ με 31,5% των ψήφων το 39% των εδρών στη Γερουσία. Η συγκεκριμένη δομή του ιταλικού Κοινοβουλίου απαιτεί ευρύτερη συναίνεση και καθιερώθηκε μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, ως μια «δικλίδα ασφαλείας» έναντι του ισχυρού κομμουνιστικού κινήματος της Ιταλίας εκείνης της περιόδου. Ως αποτέλεσμα, η Ιταλία σημειώνει συχνές αλλαγές κυβερνήσεων, έχοντας αλλάξει 62 κυβερνήσεις τα τελευταία 67 χρόνια.
Η συνταγματική μεταρρύθμιση του Ρέντσι υποβαθμίζει στην πράξη τη Γερουσία σε ένα ουσιαστικά συμβουλευτικό όργανο. Αναιρεί την ανάγκη συναίνεσης ευρύτερων τμημάτων των τάξεων που εκφράζονται μέσα από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα αφού ισχυροποιείται η κοινοβουλευτική παρουσία του πρώτου κόμματος. Με τον τρόπο αυτό, τελικά ισχυροποιείται η κυβέρνηση έναντι του Κοινοβουλίου και διευκολύνεται η ταχύτερη υλοποίηση ορισμένων μέτρων, όπως επίσης οδηγεί σε σταθερότερες κυβερνήσεις. Αν και οι συχνές κυβερνητικές εναλλαγές ουδέποτε αμφισβήτησαν την συστημική της σταθερότητα σε εθνικό και επίπεδό Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αυτό άλλωστε επιβεβαίωνει και ο επίτροπος της ΕΕ για τα οικονομικά, Πιέρ Μοσκοβισί: Η Ιταλία είναι μια «ισχυρή χώρα» η οποία μπορεί να αντιμετωπίσει την περίοδο αβεβαιότητας που προκλήθηκε από την παραίτηση του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, εκτίμησε ο Μοσκοβισί. «Είναι μια ισχυρή χώρα, με ισχυρές αρχές και έχω πλήρη εμπιστοσύνη στην Ιταλία για να αντιμετωπίσει την κατάσταση», επεσήμανε ο επίτροπος μιλώντας στο γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο France 2.
Παραδεχόμενος ότι στην Ιταλία υπάρχει «πολιτική αστάθεια», όπως μαρτυρούν οι πολλές αλλαγές κυβερνήσεων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μοσκοβισί πρόσθεσε ότι από οικονομικής άποψης «η χώρα είναι εξαιρετικά σταθερή, είναι μια μεγάλη οικονομία, είναι μια χώρα πολύ προσηλωμένη στην Ευρώπη».
Ωστόσο, όπως και στην περίπτωση του Brexit, έτσι και στην Ιταλία, θα ήταν εκτός πραγματικότητας να «χρεωθεί» το «Οχι» στην ακροδεξιά, έστω και αν τα συστημικά ΜΜΕ μεγενθύνουν σε αυτήν ακριβώς για να ενοχοποιήσουν εργατικές συνειδήσεις που διαπιστώνουν πως η ΕΕ δεν εκφράζει τα δικά τους συμφέροντα. Χαρακτηριστικοί είναι οι παρακάτω πανηγυρισμοί:
Την ίδια στιγμή η ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου υποχωρεί πέφτοντας στο χαμηλότερο επίπεδό της τους τελευταίους 20 μήνες στις πρώτες συναλλαγές σήμερα στα ασιατικά χρηματιστήρια μετά τη νίκη του «όχι» στο δημοψήφισμα στην Ιταλία.
Το ευρώ υποχώρησε μόλις τα exit-polls τα οποία ανακοινώθηκαν αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης στις 07.00 ώρα Τόκιο (24.00 ώρα Ελλάδας) έδιναν νίκη στο “όχι”, με ποσοστό πάνω από 54% και μάλιστα κοντά στο 60%. Στη συνέχεια το ευρώ έφθασε το 1,0506 δολάριο στις 08.22′ ώρα Τόκιο (01.22′ ώρα Ελλάδας) έναντι 1,0664 την Παρασκευή στη Νέα Υόρκη.Πρόκειται για το χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2105: το ευρώ είχε πέσει τότε στο 1,0458 δολάριο.
Την άμεση προκήρυξη εκλογών ζήτησαν πέντε βουλευτές του κινήματος «Πέντε Αστέρων», μετά την νίκη του «όχι» στο συνταγματικό δημοψήφισμα. «Είμαστε πολύ ικανοποιημένοι. Δώσαμε μεγάλη μάχη και κέρδισαν οι πολίτες, ενάντια σε μια μεταρρύθμιση που μας στερούσε τα δικαιώματά μας», δήλωσε ο βουλευτής Αλεσσάντρο Ντι Μπατίστα. Πρόσθεσε, δε, ότι «τα Πέντε Αστέρια δεν εκπροσωπούν, πλέον, την αντιπολιτική».
Ο δε αντιπρόεδρος της Βουλής, Λουίτζι Ντι Μάιο, τόνισε ότι «έχασε η αλαζονεία στην εξουσία» ενώ, παράλληλα, δήλωσε με έμφαση ότι «από αύριο ξεκινά η επεξεργασία του προγράμματος των Πέντε Αστέρων για την διακυβέρνηση της χώρας και ο καθορισμός της κυβερνητικής του ομάδας».
Ο Ντι Μάιο υπογράμμισε, πάντως, ότι «το κίνημά του είναι έτοιμο να συμβάλει σε όλα τα αναγκαία βήματα για να μπορέσουν να προκηρυχθούν οι εκλογές», καθιστώντας σαφές, όμως, ότι «στην κυβέρνηση της χώρας, μπορεί να φτάσει, κανείς, μόνον διαμέσου της λαϊκής ψήφου και όχι με tweet».
O συμπρόεδρος των Γερμανών Πρασίνων Τσεμ Εζντεμίρ φοβάται «περιττές αναταράξεις» για την Ιταλία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. «Ορισμένα θέματα ήταν αμφιλεγόμενα στις προτεινόμενες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις» έγραψε στο Τουίτερ.
Ο Ρέντσι έθεσε του ψηφοφόρους προ ενός λανθασμένου διλήμματος, να παραιτηθεί δηλαδή, σε περίπτωση ήττας του, έγραψε στο Τουίτερ η επίσης συμπρόεδρος των Πρασίνων Σιμόνε Πέτερ.
Η πρώην υπουργός και κοινοβουλευτική εκπρόσωπος και βουλευτής του ίδιου κόμματος Ρενάτε Κίναστ έγραψε στο Τουίτερ: «Δεν θα μπορούσα να φανταστώ πριν 20 χρόνια ότι η Ευρωπαϊκή ?Ενωση με την οποία μεγάλωσα θα τεθεί υπό αμφισβήτηση».
Ο συμπρόεδρος του κόμματος της γερμανικής Αριστεράς Μπερντ Ρίξινγκερ χαρακτήρισε το Ματέο Ρέντσι συνυπεύθυνο, διότι συνέδεσε το πολιτικό του μέλλον με την έκβαση του δημοψηφίσματος: «Ο πρωθυπουργός Ρέντσι ήθελε να προωθήσει τη μείωση της δημοκρατίας με το δημοψήφισμα για να εφαρμόσει το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμά του. Οι θεατρινίστικες βροντές, τα σενάρια καταστροφής όπως επίσης και ο αφανισμός του τραπεζιτικού τομέα, η απειλή εξόδου της Ιταλίας από την ευρωζώνη συνέβαλαν στη μεγάλη πόλωση» δήλωσε.
Ο ευρωβουλευτής των Πρασίνων Σβεν Γκίγκολντ έκανε έκκληση να μην ερμηνευτεί το «Όχι» των Ιταλών ως όχι για την Ευρώπη: «Μην τα ανακατεύουμε όλα. Επρόκειτο για ψηφοφορία περί συνταγματικών μεταρρυθμίσεων και τον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι, όχι για την Ευρώπη»
Η υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου Ζαν Άσελμπορν δήλωσε επίσης ότι δεν αναμένει στο ορατό μέλλον σημαντικές επιπτώσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση από το όχι των Ιταλών. «Δεν διακρίνω καμιά ήττα της Ευρώπης. Η Ιταλία ψήφισε για μια μεταρρρύθμιση του Συντάγματος. Θα ήταν λάθος να μεταφερθεί το αποτέλεσμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρόκειται για μια εσωτερική αντιπαράθεση στην Ιταλία».
Πηγή: skai.gr, rizospastis.gr, ΑΠΕ