Καθαρίστριες, δικαστικές αποφάσεις και υπουργείο Οικονομικών
Εδώ ο νόμος, εκεί ο νόμος, που είναι ο νόμος;

Ο ένδοξος αγώνας διαρκείας των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα από τη μια, και η κυνική άρνηση του υπουργείου Οικονομικών να συμμορφωθεί στις δικαστικές αποφάσεις που ήδη έχουν εκδοθεί σε βάρος του – άρνηση η οποία μάλιστα συνοδεύεται από ωμή βία, ΜΑΤ και ξύλο, βία η οποία κορυφώθηκε χθες, 3/6/2014, με δύο καθαρίστριες τραυματίες – από την άλλη, έχουν στρέψει τα βλέμματα όλης της κοινωνίας πάνω στον συγκλονιστικό αυτό αγώνα που προκαλεί τον θαυμασμό μας και στον οποίον βεβαίως εκφράζουμε την απόλυτη αλληλεγγύη και συμπαράστασή μας.
Αν και ο αγώνας αυτός είναι κατ’ εξοχήν πολιτικός και ταξικός, εύλογα έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον πολύ κόσμου και το νομικό σκέλος του. «Μα καλά», σκέφτονται πολλοί, «τι συμβαίνει πια; Μπορεί το κράτος έτσι απροκάλυπτα να αδιαφορεί για τις αποφάσεις των δικαστηρίων;». Αυτά και άλλα σχετικά ερωτήματα θέσαμε ως Περιοδικό στον Κωνσταντίνο Σπηλιακόπουλο, δικηγόρο, LLM Δημοσίου Δικαίου, και του ζητήσαμε απλά και σύντομα να παραθέσει ένα ιστορικό του τι έχει συμβεί στις δικαστικές αίθουσες και σε ποιο σημείο βρισκόμαστε σήμερα.
Μπορεί το κράτος να αδιαφορεί για τις αποφάσεις των δικαστηρίων;
Οι συγκεκριμένες καθαρίστριες εργάζονταν στο υπουργείο Οικονομικών με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μερικής απασχόλησης και τέθηκαν σε διαθεσιμότητα από 17/9/2013, με τον περιβόητο πια νόμο περί διαθεσιμότητας, ο οποίος έχει χρησιμοποιηθεί για να πεταχτούν στον δρόμο χιλιάδες εργαζόμενοι (βλ. σχολικοί φύλακες, εκπαιδευτικοί, δημοτικοί αστυνομικοί, διοικητικοί υπάλληλοι ΑΕΙ κ.ά.). Στις 16/12/2013 άσκησαν αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία συζητήθηκε στις 10 Απριλίου 2014. Στις 12/5/2014 δημοσιεύτηκε η απόφαση του Δικαστηρίου, η οποία τις δικαιώνει πανηγυρικά.
Συγκεκριμένα κηρύσσει άκυρη την καταγγελία των συμβάσεών τους (σ.σ. απόλυση), υποχρεώνει το Δημόσιο να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους, δηλαδή να τις δεχτεί πίσω στη δουλειά τους, ενώ κηρύσσει και την απόφαση προσωρινά εκτελεστή, πράγμα που σημαίνει ότι η απόφαση έπρεπε να εκτελεστεί άμεσα, το όποιο ένδικο μέσο ασκούσε το Δημόσιο κατά της απόφασης (έφεση ή αναίρεση) δε θα ανέστελλε την εκτέλεση της απόφασης και άρα, μέχρι το όποιο ανώτερο δικαστήριο βγάλει νέα απόφαση, οι καθαρίστριες θα έπρεπε να είναι κανονικά πίσω στη δουλειά του. Να σημειωθεί επιπλέον ότι, αφού κηρύχθηκε άκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, οφείλονται στις καθαρίστριες όλοι οι μισθοί (δηλαδή το υπόλοιπο 25%, αφού όταν είναι κάποιος σε διαθεσιμότητα λαμβάνει το 75% του μισθού) από τότε που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και εντεύθεν. Η επιχειρηματολογία της απόφασης δεν αφήνει πολλά περιθώρια αμφισβήτησης. Ενδεικτικά:
«Οι παραπάνω μονομερείς ενέργειες του εναγομένου καθ’ ου αποτελούν καταγγελία της υφιστάμενης σχέσης εργασίας τους, από την 17.09.2013 οπότε και τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Και τούτο διότι, μπορεί μεν να προβλέπεται, από τις διατάξεις του ν.4172/2013, η δυνατότητα μετακίνησης των εναγόντων σε άλλους φορείς του εναγομένου καθ’ ου, με τη διαδικασία της κινητικότητας, προς αξιοποίηση τους σε υπηρεσίες που έχουν ανάγκη, πλην όμως δεν υφίσταται εν προκειμένω τοιαύτη πρόθεση εκ του εναγομένου καθ’ ου, όπως προκύπτει από την έως τώρα συμπεριφορά του, κατ’ ακολουθία των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει με το από 03.05.2010 Μνημόνιο Συνεννόησης με τηνΕυρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς και για τον πρόσθετο λόγο ότι εάν επρόκειτο για διαδικασία κινητικότητας με σκοπό την ορθολογικότερη κατανομή του προσωπικού και όχι για διαδικασία απόλυσης, ο νόμος δεν θα προέβλεπε ως έννομη συνέπεια τη λύση των συμβάσεων εργασίας, η οποία προδήλως υπερακοντίζει τον σκοπό αυτό….Το εναγόμενο – καθ’ ου οφείλει να εξυπηρετεί τις λειτουργικές του ανάγκες με το υπάρχον προσωπικό, εφόσον πρόκειται για εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντατων υπαλλήλων κατά κλάδο, η δε ανάθεση εργασιών σε ιδιώτες επιτρέπεται προκειμένου για ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, που προδιαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία,
προσόντα τα οποία αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί. Σε διαφορετική περίπτωση, η ανάθεση του έργου καθαρισμού σε ιδιωτικά συνεργεία πρέπει να δικαιολογείται από λόγους προάσπισης του δημοσιονομικού συμφέροντος,το οποίο δεν ταυτίζεται με το απλό ταμιακό συμφέρον, η δε εφαρμογή της αρχής της οικονομικότητας δεν επιτάσσει την επιλογή της φθηνότερης λύσης, αλλά την επιλογή εκείνης της λύσης η οποία παρουσιάζει την βέλτιστη σχέση μεταξύ ποιότητας καιτιμής. Εν προκειμένω οι ενάγοντες, ενταγμένοι οργανικά και υποκείμενοι στον άμεσο ιεραρχικό και πειθαρχικό έλεγχο των προϊσταμένων τους, έχοντας ταυτόχρονα πολλά έτη εμπειρίας στον καθαρισμό των συγκεκριμένων κτιρίων, παρείχανυψηλότερης ποιότητας υπηρεσίες από τα ιδιωτικά συνεργεία, τα οποία ισοσκελίζουν τις χαμηλές προσφορές μέσω της παροχής ελλιπών και χαμηλής ποιότητας υπηρεσιών, σε κάθε δε περίπτωση οι απολαβές των εναγόντων ήταν ήδη χαμηλές, αφού κυμαίνονταν από 373 ευρώ έως 750 ευρώ μηνιαίως και συνεπώς η ανάθεση του έργου της καθαριότητας σε ιδιωτικά συνεργεία συνεπάγεται αμφίβολο ταμειακό όφελος, ενώ ταυτόχρονα επέφερε υποβάθμιση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων στις οικονομικές υπηρεσίες και δυσλειτουργία των υπηρεσιών αυτών».
Το Δημόσιο όμως, παρά την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, αρνείται επιδεικτικά να συμμορφωθεί. Εν τω μεταξύ, από 17/5/2014 συμπληρώθηκε το 8μηνο της διαθεσιμότητας για τις καθαρίστριες, επομένως έπαψαν να λαμβάνουν οποιεσδήποτε αποδοχές, αν και, αν εφαρμοζόταν η απόφαση, θα έπρεπε να λαμβάνουν ήδη και πάλι πλήρη μισθό. Προσβάλλοντας την πρωτόδικη απόφαση, παραιτείται από το δικαίωμα έφεσης και ασκεί κατ’ ευθείαν αίτηση αναίρεσης στον Άρειο Πάγο μαζί με αίτηση αναστολής της πρωτόδικης απόφασης (ασφαλιστικά μέτρα) και αίτημα προσωρινής διαταγής που θα διατάσσει την αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης μέχρι την εκδίκαση της αίτησης αναστολής. Το αίτημα για προσωρινή διαταγή απορρίφθηκε από τον Άρειο Πάγο, οπότε η απόφαση παραμένει, τύποις έστω, σε ισχύ μέχρι νεωτέρας.
Γιατί το Δημόσιο πάει κατ’ ευθείαν στο ανώτατο πολιτικό δικαστήριο, παρακάμπτοντας την κλασική οδό;
Τι ήταν όμως αυτό που έκανε το Δημόσιο, αντί να ακολουθήσει την κλασική γραμμή, όταν χάνουμε στο Πρωτοδικείο να πηγαίνουμε στο Εφετείο κι αν χάσουμε στο Εφετείο να πηγαίνουμε στον Άρειο Πάγο, να παρακάμψει το Εφετείο και να πάει κατ’ ευθείαν στο ανώτατο πολιτικό δικαστήριο; Μα φυσικά ο αυξημένος βαθμός εξάρτησης των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας από την εκτελεστική εξουσία, δηλαδή από την κυβέρνηση.
Τι σημαίνει αυτό: Οι δικαστές είναι χιλιάδες. Ο τρόπος που εισέρχονται στο δικαστικό σώμα έχει κάποια εχέγγυα διαφάνειας και αξιοκρατίας. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους απολαμβάνουν τα συνταγματικά προνόμια της ισοβιότητας και της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Αυτά όλα συνεπάγονται ότι ένας δικαστής, παρ’ όλο που πιθανότατα θα δεχτεί πόλεμο εκ των έσω από τους «καθεστωτικούς» συναδέλφους του, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε κάθε χώρο δουλειάς με τους ανθρώπους που συγκρούονται, παρόλο που πιθανότατα θα του τεθούν εμπόδια στην ιεραρχική του εξέλιξη, κατ’ αρχήν τουλάχιστον δεν εμποδίζεται από κανέναν να αποφασίσει ενάντια σε αυτά που επιθυμούν η τρόικα και η κυβέρνηση, ερμηνεύοντας το Σύνταγμα και τους Νόμους με τρόπο φιλολαϊκό, φιλεργατικό, με τρόπο που να λαμβάνονται υπ’ όψιν τα θεμελιώδη δημοκρατικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα και να μη διστάζει να συγκρούεται με τις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές. Έτσι, παραδείγματα προοδευτικών αποφάσεων είχαμε κατά τη μνημονιακή περίοδο κατά βάση από χαμηλόβαθμα, μονομελή δικαστήρια.
Το Ειρηνοδικείο Καλαμάτας ήταν το 2012 που έκρινε το Μνημόνιο αντισυνταγματικό, μόλις λίγες μέρες μετά την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που το έκρινε Συνταγματικό. Πλημμελειοδικείο στη Θεσσαλονίκη ήταν που έβγαλε την, τεράστια σε συμβολισμό, ποινική απόφαση που αθώωνε τους αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που εντελώς απρόκλητα είχαν δεχθεί επίθεση με ξύλο και συλλήψεις μετά το τέλος μιας διαδήλωσης κι ενώ διαλύονταν ησύχως, διατάσσοντας μάλιστα το δικαστήριο την αστυνομία να επιστρέψει στους αγωνιστές τα καδρόνια τους. Πλημμελειοδικείο στην Ηγουμενίτσα ήταν που διέταξε την άμεση απελευθέρωση μεταναστών που κρατούνταν προσωρινά λόγω των απάνθρωπων συνθηκών κράτησης. Οι χιλιάδες δικαστές που δουλεύουν σε όλη την Ελλάδα δεν μπορούν να είναι όλοι ελέγξιμοι από το σύστημα.
Πως τα ανώτατα δικαστήρια νομιμοποίησαν το Μνημόνιο, το ΕΕΤΗΔΕ (χαράτσι), το PSI (κούρεμα);
Στον αντίποδα, τα ανώτατα δικαστήρια της χώρας έχουν αναλάβει το «θεάρεστο» έργο της επικύρωσης κάθε μέτρου της κυβέρνησης και της τρόικας. Έτσι, με αποφάσεις – παρωδία για τα δικαστικά χρονικά, κρίθηκαν νόμιμα και συνταγματικά, το Μνημόνιο, το ΕΕΤΗΔΕ (χαράτσι), το PSI (κούρεμα) και πολλά άλλα. Τα ανώτατα δικαστήρια είναι πολύ πιο εύκολο να ελεγχθούν για τρεις λόγους:
1) Το σύστημα επιλογής τους: Η επιλογή των προέδρων και των αντιπροέδρων των τριών ανώτατων δικαστηρίων της χώρας (ΣτΕ, Άρειος Πάγος και Ελεγκτικό Συνέδριο) γίνονται «με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου», στην πράξη δηλαδή απ’ ευθείας από την κυβέρνηση. Τα δε υπόλοιπα μέλη των ανώτατων δικαστηρίων επιλέγονται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, ένα όργανο επίσης ελεγχόμενο. Επομένως ο καθένας καταλαβαίνει ότι αυτός που τοποθετείται στο ανώτατο δικαστήριο «οφείλει» και πολιτικά ανταλλάγματα σε αυτόν που τον τοποθέτησε.
2) Οι πολυμελείς συνθέσεις: Τα ανώτατα δικαστήρια είναι, όπως είναι φυσιολογικό, και πιο πολυμελή. Μπορεί να είναι 5μελή, 7μελή, ενώ η πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απαρτίζεται από τουλάχιστον 29 δικαστές, ο δε αριθμός αυτός μπορεί να ανέβει και πολύ παραπάνω, ανάλογα με το πόσοι αρεοπαγίτες θα ανέβουν στην έδρα. Έτσι, όπως είναι φυσιολογικό, οι 1,2,5 «απείθαρχοι», δε δημιουργούν πρόβλημα.
3) Τα πολλά έτη σταδιοδρομίας που έχουν ήδη πίσω τους οι δικαστές όταν φτάνουν να επιλεγούν για τα ανώτατα δικαστήρια αρκούν για να δώσουν διαπιστευτήρια για το πόσο «συναινετικοί» ή «συγκρουσιακοί» είναι.
Έτσι, η κυβέρνηση επιλέγει να πάει τη διαφορά απ’ ευθείας στον Άρειο Πάγο, με προφανή σκοπό να «καθαρίσει» εκεί το ζήτημα, ενώ είναι βέβαιο ότι μετά θα χρησιμοποιήσει την απόφαση αυτή, η οποία θα έχει και τη βαρύτητα απόφασης του Αρείου Πάγου, σαν πάτημα για την απόρριψη όλων των άλλων αγωγών για διαθεσιμότητες που εκκρεμούν.
Και τότε γιατί η μη συμμόρφωση, αφού θα είναι προσωρινό;
Η αιτία της μη συμμόρφωσης μπορεί να αναζητηθεί σε ποικίλα αίτια. Πρώτον, μια ακόμα επίδειξη σκληρού αυταρχισμού και κρατικής αυθαιρεσίας από μια κυβέρνηση η οποία εξακολουθεί να θέλει να τρομοκρατήσει τους εργαζομένους και τον λαό και να στείλει προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα ότι κανείς δε θα σταματήσει την αντιλαϊκή και αντεργατική επέλασή της, ούτε δικαστικές αποφάσεις ούτε τίποτα. Δεύτερον, η ακόμα μεγαλύτερη αναταραχή που θα προκαλούσε στους κόλπους της ενδεχόμενη επαναπρόσληψη των καθαριστριών και ξανά απόλυση και ξανά νέος γύρος κινητοποιήσεων μετά από μόλις λίγους μήνες. Τρίτον, το οικονομικό. Όσο κι αν το ποσό είναι αστείο για τα δημοσιονομικά μεγέθη, θα βόλευε το Υπουργείο Οικονομικών να μη χρειαστεί να δώσει μισθούς, τους οποίους μετά θα πρέπει να αναζητά πίσω αν δικαιωθεί στον Άρειο Πάγο και μάλιστα δε θα τους δικαιούται και πίσω κατά το μέρος που θα αφορούν μισθούς παρασχεθείσας εργασίας (δεδουλευμένους). Μοιάζει αστείο και μίζερο αλλά με κάτι τέτοιες καθυστερήσεις και παύσεις πληρωμών σε ιδιώτες, επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις στήθηκε το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα. Άλλωστε, μην παίρνουμε δεδομένο ότι κάθε κίνηση της κυβέρνησης είναι σοβαρή και μελετημένη. Εδώ στη συγκεκριμένη υπόθεση έκανε το αδιανόητο, που μόνο εμπαιγμός μπορεί να θεωρηθεί, να απευθύνει ερώτημα στο Τριμελές Συμβούλιο συμμόρφωσης της Διοίκηση στις δικαστικές αποφάσεις, ένα όργανο στο οποίο προσφεύγει ο πολίτης υπέρ του οποίου έχει βγει μια δικαστική απόφαση στην οποία δε συμμορφώνεται το Δημόσιο, για το αν οφείλει το Δημόσιο να συμμορφωθεί στην παρούσα πρωτόδικη απόφαση και στην απορριφθείσα προσωρινή διαταγή!! Αντί να προσφύγει το θύμα δηλαδή, προσέφυγε ο θύτης!!
Συμπερασματικά, δεν υποτιμούμε ούτε υπερτιμούμε τους δικαστικούς αγώνες. Είναι αγώνες που πρέπει να δίνονται, αγώνες που μπορούν να έχουν απτά αποτελέσματα, αφού υπάρχουν ακόμα φιλολαϊκοί και φιλεργατικοί δικαστές, ενώ το, αστικό μεν, προοδευτικό δε ισχύον Σύνταγμα μαζί και με τις διάφορες Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Συνθήκες για τα ατομικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά δικαιώματα, παρέχουν στον δικαστή επαρκή νομικά εργαλεία για να βγάλει, αν το θέλει, αποφάσεις που θα είναι προς το συμφέρον του λαού και των εργαζομένων. Επιπλέον, ακόμα και αν χαθούν οι αγώνες αυτοί, εξωθείται το κράτος σε σπασμωδικές κινήσεις οι οποίες αναδεικνύουν τον σκληρά αντιδραστικό του χαρακτήρα και τη διογκούμενη αντιδημοκρατική εκτροπή αφού δεν υπακούει πια ούτε σε αυτούς τους ίδιους τους δικούς του, αστικοδημοκρατικούς θεσμούς, με αποτέλεσμα να εκτίθεται η κυβέρνηση και το πολιτικό προσωπικό στα μάτια μερίδας του λαού και να εντείνεται η λαϊκή δυσαρέσκεια προς αυτό. Από την άλλη όμως, τα οφέλη που μπορείς να αποκομίσεις από τον δικαστικό αγώνα έχουν όρια, έχουν ταβάνι. Η οριστική νίκη για τον λαό μπορεί να επέλθει μόνο με αγώνα πολιτικό, αγώνα ταξικό, με μαζικό κι ανυποχώρητο εργατικό και λαϊκό κίνημα, σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε πανεπιστημιακή σχολή, μέχρι την ανατροπή τους.
* Κωνσταντίνος Σπηλιακόπουλος, Δικηγόρος, LLM Δημοσίου Δικαίου.
ΥΓ: Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου που εξέδωσε σήμερα το Συντονιστικό των απολυμένων καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών που παραμένουν έξω από το υπουργείο «Από το πρωί, ομάδες Χρυσαυγιτών περιφέρονται γύρω από τον χώρο που πραγματοποιείται η καθιστική διαμαρτυρία μας, βρίζοντας και απειλώντας».
Οι καθαρίστριες συνδέουν την χθεσινή επίθεση που δέχθηκαν από τα ΜΑΤ με τη σημερινή δράση των χρυσαυγιτών. «Μια μέρα μετά την επίθεση των δυνάμεων της κρατικής καταστολής και τους τραυματισμούς, εμφανίστηκαν και οι παρακρατικές ομάδες να μας τρομοκρατήσουν ελπίζοντας πως θα μας αναγκάσουν να γυρίσουμε στα σπίτια μας, φοβισμένες και ταπεινωμένες. Πιστή στο ρόλο της η θρασύδειλη εγκληματική συμμορία εμφανίζεται σαν το μακρύ χέρι της εξουσίας, πάντα ενάντια στους εργατικούς αγώνες τρομοκρατώντας απολυμένες γυναίκες» αναφέρουν χαρακτηριστικά.
«Ας γνωρίζουν οι καθοδηγητές τους πως οι αγωνιζόμενες καθαρίστριες δεν θα υποχωρήσουν, δεν θα γυρίσουν στα σπίτια τους αλλά στις δουλειές τους. Προειδοποιούμε τη κυβέρνηση πως από εδώ και πέρα αναλαμβάνει ακέραια τη ευθύνη για την σωματική ακεραιότητα των διαμαρτυρόμενων καθαριστριών» τονίζουν στην ανακοίνωσή τους οι καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών και καλούν τους εργαζόμενους και ανέργους, τις νέες και τους νέους να πλαισιώσουν ακόμη πιο δυναμικά περιφρουρώντας το χώρο της διαμαρτυρίας.