Μακελειό στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης: Όταν το αίμα «ξεπλένεται» με αίμα

Αναμένεται «αναβάπτιση» της «σιδηράς πυγμής» Ερντογάν

| 29/06/2016

Τρεις βομβιστές, εκρήξεις, πυροβολισμοί, 41 νεκροί, τουλάχιστον 239 τραυματίες. Η πολύνεκρη επίθεση στο διεθνές αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης το βράδυ της Τρίτης έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά από άλλες τρομοκρατικές επιθέσεις που συγκλονίζουν τη χώρα σχεδόν από πέρυσι τέτοια εποχή, λίγο μετά την εκλογική εμφάνιση – έκπληξη του HDP (το κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών) που εισήλθε ισχυρό στη Βουλή.

Για τις τουρκικές αρχές οι υποψίες γίνονται βεβαιότητες μέσα σε λίγες ώρες συνήθως: Αν δεν φταίνε οι Κούρδοι, φταίει το ISIS, και τούμπαλιν. Η επωδός είναι γνωστή όπως και οι συνέπειες. Ακόμη περισσότερη καταστολή, ακόμη περισσότερος περιορισμός ελευθεριών, ακόμη περισσότερες απαγορευμένες διαδηλώσεις, ακόμη περισσότερος αυταρχισμός, ακόμη περισσότερο θανατικό για τους Κούρδους, ακόμη λιγότερος αέρας για τους Τούρκους πολίτες, ακόμη μεγαλύτερος διχασμός εντός Τουρκίας, ακόμη περισσότερη βία τελικά.

Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν ζήτησε από τις ξένες ηγεσίες να επιδείξουν αποφασιστική στάση και να αναλάβουν σοβαρή ενωτική δράση απέναντι στην τρομοκρατία, τσουβαλιάζοντας έτσι τις κουρδικές οργανώσεις με τους ισλαμοφασίστες τρομοκράτες, με τους οποίους, προ ολίγου καιρού, η Άγκυρα κάθε άλλο παρά κακές σχέσεις είχε στο νεοθωμανικό παιχνίδι της διπλωματίας της στην περιοχή που αποδείχτηκε εξόχως καταστροφικό και για τους γείτονές της αλλά τελικά και για την ίδια. Ενώ με το κάθε άλλο παρά ήπιο Ισλάμ της, «θρέφει» για τα καλά τέτοιες αντιλήψεις όπως απέδειξαν και οι πρόσφατες επιθέσεις σε δισκοπωλεία.

Η δήλωση Ερντογάν αποτελεί σαφές καρφί και μέσο πίεσης προφανώς όχι για το ISIS το οποίο επισήμως, τουλάχιστον, όλοι καταδικάζουν (ακόμη και αυτοί που συνεργάστηκαν με αυτό στο πολύ πρόσφατο παρελθόν) αλλά για τους Κούρδους. Η αναγνώριση του YPD (το κόμμα των Κούρδων της Συρίας) από ΗΠΑ και Ρωσία έχει εξαγριώσει την Άγκυρα. Όπως και η αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τη Γερμανία ενώ τεταμένες για το ίδιο θέμα είναι οι σχέσεις με το Βατικανό. Τυπικώς, μία μόλις μέρα πριν το μακελειό στην Κωνσταντινούπολη, «αποκαταστάθηκαν» οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ που είχαν «ψυχρανθεί» διπλωματικά (γιατί οικονομικά και σε επίπεδο επιχειρηματικών συνεργασιών δεν είχαν τίποτε πάθει) μετά την ισραηλινή επιχείρηση κατά του Mavi Marmara. Παράλληλα, ο Ερντογάν έκανε ένα σημαντικό βήμα προς την αποκατάσταση των σχέσεων της Τουρκίας με την Ρωσία, οι οποίες είχαν διακοπεί μετά την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού από τουρκικό F16, αποστέλλοντας «απολογητική» επιστολή προς τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν.

Η δήλωση Ερντογάν και το λουτρό αίματος στο διεθνές αεροδρόμιο «Ατατούρκ» εκτός από το εσωτερικό, πιθανότατα θα αξιοποιηθεί και προς το εξωτερικό: Θα είναι το άλλοθι για τη σιωπή των διαρκώς «ανησυχούντων» για τα ανθρώπινα δικαιώματα ισχυρών του πλανήτη απέναντι στην καταστολή και στο θάνατο που οι τουρκικές αρχές θα σπείρουν. Θα είναι το άλλοθι της σιωπής για το κατά πόσο η Τουρκία είναι «ασφαλής χώρα» για να επιστρέφουν εκεί πρόσφυγες. Θα είναι το άλλοθι για περαιτέρω βοήθεια και στήριξη στο πλαίσιο «αντιτρομοκρατικών συμφωνιών» ή άλλων «συμπαθών» συμπράξεων όπως η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας.

Γιατί τελικά, όπως έχει αποδειχτεί σε όλες τις αντίστοιχες πρόσφατες περιπτώσεις, είναι συνήθειο της στυγνής εξουσίας μέσα σε αυτό το σύστημα, τον καπιταλισμό, να «ξεπλένει» το αίμα με αίμα είτε κυριολεκτικά είτε συμβολικά όπως πχ έγινε στη Γαλλία όπου το αίμα των θυμάτων της 13ης Νοεμβρίου, «ξεπλένεται» με καθεστώς έκτακτης ανάγκης και σκληρή καταστολή του κινήματος κατά του νόμου el Khomri. Γιατί έτσι λειτουργεί.

Εννοείται το αίμα των άλλων, όχι το δικό της.

Ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες, την ψυχολογία και τη δημοσιογραφία, την μία την σπούδασε και την άλλη την έκανε επάγγελμα. Καμβάς το διεθνές ρεπορτάζ. Eκεί που δυστυχώς οι ζωές γίνονται ακόμη αριθμοί. Αγαπημένη ερώτηση: γιατί. Αγαπημένο μέσο: οι λέξεις, γραπτές ή ραδιοφωνικές. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να ολοκληρώσει διδακτορική διατριβή, όπου αποπειράθηκε να συνδυάσει πολιτική φιλοσοφία και σύγχρονες εξελίξεις.