Μακρόνησος: «Κείνο το βράδυ σιώπαιναν οι λύκοι, γιατί ουρλιάζανε οι άνθρωποι»
70 χρόνια πριν, τo Β' Τάγμα Σκαπανέων μεταφέρθηκε στη Μακρόνησο
«Κείνο το βράδυ σιώπαιναν οι λύκοι,
γιατί ουρλιάζανε οι άνθρωποι.
Μια σελίδα μαύρη και φρικιαστική – η πιο μαύρη και φρικιαστική σελίδα που είδε ο τελευταίος κόσμος – άνοιξε κάτω από τον λαμπρό ήλιο της Αττικής: Μ α κ ρ ό ν η σ ο ς.»[i]
[br]
To Β’ Τάγμα Σκαπανέων μεταφέρθηκε στη Μακρόνησο από το Πόρτο – Ράφτη στις 26-28 Μαΐου 1947. Στρατοπέδευσε στην πλαγιά ενός λόφου που κατηφόριζε ανώμαλα προς τη θάλασσα ανάμεσα σε δυο χαράδρες. Η Διοίκηση εγκαταστάθηκε στο ύψωμα και οι καταυλισμοί των λόχων κοντά και παράλληλα στην ακτή.
Άγρια ερημιά, χωρίς δέντρα, χωρίς νερό, μόνο αγριόθαμνοι, πέτρες πολλές και φίδια. Η δύναμη του τάγματος που δεν υπερέβαινε τους 800 σκαπανείς, μέσα στο καλοκαίρι ξεπέρασε τις 2 χιλιάδες και στις αρχές του 1948 αγγίζει τις 5 χιλιάδες.
Αυτό το έρημο τοπίο στα δύο επόμενα χρόνια με την καταναγκαστική εργασία που συνόδευε την «αναμόρφωση» των φαντάρων, μεταβλήθηκε σε μια εκτεταμένη πολιτεία, με άφθονα κάτασπρα κτίσματα, μάντρες, αψίδες, σκοπιές, θέατρο, ξενώνα, μαγειρεία, αποχωρητήρια, περιστερεώνες κρεμαστούς κήπους, αναρρωτήριο και αμέτρητα «καλλιτεχνήματα» που κυριολεκτικά θάμπωναν τους επισκέπτες. Το μόνο που δε φαινόταν ήταν η απομόνωση των «αμετανόητων» πίσω από το «μεγάλο τοίχο». Και οι εξοντωτικές συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν όλα αυτά.
Το στρατόπεδο «πειθαρχημένης διαβιώσεως» εγκαινιάστηκε το Νοέμβριο του 1948 από μια ομάδα 40 εξόριστων αντιστασιακών που το Δεκέμβριο αυξήθηκαν σε 1000. Το καλοκαίρι του 1949, όταν κατέρρεε το Αντάρτικο, οι εδώ πολιτικοί κρατούμενοι υπερέβαιναν τις 10 χιλιάδες. Το στρατόπεδο είχε αναπτυχθεί σε δυο τμήματα και τα φρουρούσε δύναμη χωροφυλακής.
Η συγκέντρωση των πολιτικών εξόριστων στη Μακρόνησο δεν ήταν μόνο άρρηκτα δεμένη με την πορεία του εμφυλίου, αλλά και με τα αποτελέσματα των αναμορφωτικών μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν στα τρία τάγματα των σκαπανέων.
Δανειζόμαστε την εισαγωγή από την ιστοσελίδα της Πανελλήνιας Ένωσης Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου και με αφορμή την σημερινή μαύρη επέτειο αναδημοσιεύουμε το άρθρο – παρουσίαση του Περιοδικού στον νέο διαδικτυακό τόπο με όλα εκείνα που δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε.
[i] Το απόσπασμα από το βιβλίο του Μενέλαου Λουντέμη, «Οδός Αβύσσου αριθμός 0»
[hr]
Ένας νέος, πραγματικά ιδιαίτερος και άκρως σημαντικός, διαδικτυακός τόπος, είναι από σήμερα στον αέρα… για να μην ξεχάσουμε, για να φωνάξουμε «κάτω οι τύραννοι».
Μακρόνησος: Ένας φορτισμένος τόπος, σύμβολο της πιο σκοτεινής όψης της ελληνικής μετεμφυλιακής ιστορίας. Συνώνυμη του ψυχικού και σωματικού βασανισμού, υπήρξε κολαστήριο για χιλιάδες ανθρώπους (τουλάχιστον 50.000 τα χρόνια 1947-50), κομμουνιστές, αριστερούς (ή θεωρούμενους ως τέτοιους) και συγγενείς τους. Μπορεί σήμερα να είναι ταυτισμένη με τον ακραίο βασανισμό, ωστόσο, για το ελληνικό κράτος ήταν τότε ένα «θαύμα»: στην «ακμή της» (1948-1949), το κράτος και πολύ μεγάλος αριθμός διανοουμένων, δημοσιογράφων και καλλιτεχνών την υμνούσαν και τη δόξαζαν ως “μέγα σχολείο” και “αναρρωτήριο” όπου «αναμορφώνονταν» και «ανένηπταν» οι εχθροί του έθνους.
Τα Αρχεία Σύγχρονης Ιστορίας (ΑΣΚΙ), σε συνεργασία με το Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, προσφέρουν ένα δυναμικό και τεκμηριωμένο ψηφιακό μουσείο για αυτόν τον τόπο του απάνθρωπου εγκλεισμού. Στο Ψηφιακό Μουσείο Μακρονήσου ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί σε πολυάριθμα τεκμήρια από τις αρχειακές συλλογές των ΑΣΚΙ, να επισκεφθεί νοερά τις εγκαταστάσεις και τα κτίσματα των στρατοπέδων, να ερευνήσει τις μαρτυρίες και τον προπαγανδιστικό λόγο, να καταδυθεί στους πολλαπλούς μηχανισμούς εγκλεισμού, απομόνωσης και ψυχολογικής βίας που υπέστησαν χιλιάδες άνθρωποι. Το αρχειακό υλικό πλαισιώνουν επιστημονικές προσεγγίσεις και κείμενα από έγκριτους ιστορικούς που σκιαγραφούν την ιστορική εξέλιξη και φωτίζουν άγνωστες πτυχές της Μακρονήσου. Τέλος, ο επισκέπτης του ψηφιακού μουσείου μπορεί να αναζητήσει ονόματα, να περιηγηθεί στα διαδραστικά συμπληρωματικά εργαλεία και να ξεφυλλίσει σπάνιες εκδόσεις της εποχής από τη Βιβλιοθήκη των ΑΣΚΙ.
Όπως γράφει ο ιστορικός κι ένας από του συντελεστές του νέου αυτού «μουσείου», Στρατής Μπουρνάζος: «Το ψηφιακό μουσείο της Μακρονήσου, που βγήκε σήμερα στον αέρα, είναι μια σπουδαία πρωτοβουλία: επιστημονικά, αλλά και πολιτικά και ηθικά (θα έλεγα πολύ περισσότερα αν δεν είχα κάποια εμπλοκή σε αυτήν). Γιατί οι πολίτες πρέπει να θυμούνται όχι μόνο τις “ένδοξες” αλλά και τις μελανές σελίδες. Η Μακρόνησος υπήρξε ο τόπος που συμπυκνώνει εμβληματικά τον ζόφο της εθνικοφροσύνης και του αντικομμουνισμού. Μιλάμε, συχνά, για τους ήρωες της Μακρονήσου. Αυτούς που άντεξαν, που δεν λύγισαν, δεν υπέγραψαν, τους υπεράνθρωπους, που έφτασαν ακόμα και στον θάνατο. Και κάνουμε καλά, βέβαια. Ταυτόχρονα, όμως πρέπει να θυμόμαστε όλους τους άλλους, αυτούς που “λύγισαν” και υπέγραψαν. Τη μεγάλη πλειονότητα. Γιατί βέβαια, η ντροπή για την υπογραφή δεν βαραίνει τους ίδιους. Αλλά τον απάνθρωπο μηχανισμό βασανισμού που τους εξανάγκασε να υπογράψουν. Γιατί η Μακρόνησος είναι βέβαια σύμβολο της αντίστασης, αλλά, πρώτα από όλα, της βαρβαρότητας και του βασανισμού».
Ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.makronissos.org/