Οικογενειακά τραπέζια
[μικρές] σκέψεις ψυχολογίας
“Στα κείμενα που ακολουθούν δε θα βρείτε μια ενιαία θεωρία. Είναι περισσότερο μια απόπειρα παιχνιδιάρικου συλλογισμού στο σημείο τομής του ατομικού με το συλλογικό. Μια μικρή προσπάθεια αντίστασης στις Μεγάλες Ιδέες της διαρκούς βελτίωσης, της θετικής σκέψης και του φανατισμού της θεραπευτικής κανονικοποίησης” μας λένε οι ψυχολόγοι Νίκος Ρούσσος και Θοδωρής Δρούλιας.
ToPeriodiko.gr και ο ιστότοπος ψυχολογίας Innerself.gr συνεργάζονται προσφέροντας κάθε αρχή της εβδομάδας τις προσεγγίσεις και τις σκέψεις τους ενάντια, πολλές φορές, στις ιδέες “που αναπαράγονται, σχεδόν χωρίς αντίλογο από τη τρέχουσα ποπ ψυχολογική ιδεολογία. Έρωτας, φθόνος, συμπτώματα, τέχνη, όνειρα, μύθοι και ζωύφια τρυπώνουν στην άτακτη ροή”, του Periodiko.gr, κάθε πρωινό Δευτέρας.
Οικογενειακά τραπέζια
Τρώμε μαζί. Σε ιεραρχικά, ορθογώνια ή πιο δημοκρατικά, στρογγυλά τραπέζια. Στη καταναγκαστική ή αυθόρμητη ευτυχία μιας γιορτής, ή με το υγιεινό και ίσως βαρετό σπανακόρυζο μιας οποιασδήποτε Τετάρτης. Τρώμε μαζί, μασώντας και χωνεύοντας δεκαετίες μετεμφυλιακών καυγάδων, κληρονομικών αδικιών, αδελφικών ανταγωνισμών, μισοξεχασμένων μυστικών. Τρώμε μαζί στη χαρά και το θάνατο. Τρώμε μαζί, ακόμη και όταν τρώμε “μοντέρνα”: σιωπηλοί μπροστά από τη τηλεόραση ή το tablet. Διότι αυτό που τρώμε είναι πρώτα από όλα, ο ένας τον άλλο. Μασώντας και χωνεύοντας τις ομοιότητες και τις διαφορές μας.
Τα οικογενειακά τραπέζια είναι πάντοτε πλούσια. Τουλάχιστον σε συναισθήματα. Μεγάλες προσδοκίες καλοπέρασης ή εκνευρισμοί για την υποχρεωτικότητα τους. Επιθυμώντας βαθιά και ταυτόχρονα λογοκρίνοντας τη παλινδρόμηση μας στη παρθενική φροντίδα της θεάς Εστίας. Και εκείνη προαιώνια μεριμνά για τη φωτιά που καίει, για το ον που θυσιάστηκε μέσα στη κατσαρόλα, για το αλάτι που δίνει γεύση ή τσούζει στις πληγές μας, για τις άδειες καρέκλες που περιμένουν να φιλοξενήσουν το νέο, για τις αναμνήσεις και τις ελπίδες που αναζητούν μέσα στο χάος ένα κέντρο. Τα πάθη των συνδαιτυμόνων άλλοτε εκθέτονται στην επιφάνεια του τραπεζιού ως τα “καλά” σερβίτσια , άλλοτε κρύβονται κάτω από το τραπεζομάντιλο. Και επειδή τα πάθη, που αναζητούν καταφύγιο στα οικογενειακά τραπέζια είναι πολλά, το ίδιο συμβαίνει και με τις ιεροτελεστίες τους.
Τα οικογενειακά τραπέζια είναι σχεδόν πάντοτε όμοια. Οι θέσεις είναι λίγο πολύ προκαθορισμένες. Οι καυγάδες για την ώρα προσέλευσης το ίδιο: το ζεστό φαγητό απαιτεί ομοφωνία. Η λαιμαργία όσων τσιμπολογούν πριν όλα σερβιριστούν, συγχωρείται ή καταποντίζεται με υποτιμητικά βλέμματα. Οι πολιτικές ή αθλητικές συζητήσεις αν και συνήθως απαγορεύονται, πρέπει τουλάχιστον να ξεκινήσουν οπωσδήποτε προς τις τελευταίες μπουκιές, όταν το πεινασμένο ζώο μέσα μας έχει κάπως ημερέψει. Οι ίδιες ιστορίες επαναλαμβάνονται, με τον ίδιο τρόπο, προκαλώντας το ίδιο γέλιο ή συγκίνηση για την εμπέδωση της οικογενειακής μυθολογίας. Οι ηλικιωμένοι, διακονώντας το πνεύμα των προγόνων, νοσταλγούν φαινομενικά αχάριστα το πόσο πιο νόστιμα και αγνά ήταν τα φαγητά στο παρελθόν. Οι νεοεισερχόμενοι, σιωπηρά κρίνονται για το εάν είναι πολύ ή λίγο αλατισμένοι. Οι εριστικοί απειλούνται με πιπέρι στο στόμα. Τα παιδιά, βιάζονται να σηκωθούν, ίσως, όχι επειδή κουράζονται εύκολα, αλλά γιατί μόνο μέσα από το παιχνίδι μπορούν να μεταβολίσουν όλη την ψυχική ένταση του οικογενειακού τραπεζιού.
Το φαγητό, πέρα από μια φυσική αναγκαιότητα είναι και μια εξαιρετικά συμβολική λειτουργία. Το βρέφος επιβιώνει, τρώγοντας (από) το σώμα της μητέρας του. Ύστερα το νήπιο μαθαίνει νέες γεύσεις. Αποκτά χαρακτήρα, καταβροχθίζοντας τα πάντα ή υπερασπιζόμενο την εκλεκτικότητα του. Το σώμα, σε μια μαγική και μυστική λειτουργία κρατάει ότι έχει ανάγκη και εξορίζει βίαια το κακό. Το φαγητό είναι πηγή απόλαυσης ή μέσο πειθαρχίας. Πατάτες τηγανητές ή μπρόκολο; Θα επικρατήσει η “ανθυγιεινή” επιείκεια ή η εξίσου “ανθυγιεινή” ακαμψία; Το φαγητό μερικές φορές είναι παιχνίδι που μεταμορφώνει τα κουτάλια σε αεροπλάνα. Άλλες φορές η συγκλονιστική αποκάλυψη της αλήθειας πως για να τραφεί κανείς, κάτι άλλο πρέπει να πεθάνει. Και ανεξάρτητα από το αν ο κλήρος πέφτει στα αγόρια ή τα κορίτσια, κάποιος πρέπει να φαγωθεί πάνω στο καράβι που πριν ήταν αταξίδευτο. Ο Jung επισημαίνει: “Τρως το ασυνείδητο σου ή τους προγόνους σου και έτσι προσθέτεις δύναμη στον εαυτό σου. Τρώγοντας το ζώο τοτέμ, τα ένστικτα και τις εικόνες, σημαίνει να αφομοιώνεις, να ενσωματώνεις”.
Το οικογενειακό τραπέζι είναι ο τόπος που σερβίρονται και χωνεύονται συλλογικά τα οικογενειακά συμπλέγματα. Ορισμένες φορές ολοκληρώνονται ειρηνικά, με μια γλυκιά υπνηλία. Άλλες φορές τα αυτιά είναι τεντωμένα και καχύποπτα στο μάσημα, το ρούφηγμα, το μούγκρισμα. Έτοιμα να εκραγούν. Άλλες φορές εκτοξεύονται με ευγνωμοσύνη επευφημίες για τη τέχνη του μάγειρα ή της μαγείρισσας. Άλλες φορές το φαγητό πέφτει βαρύ και τα στομάχια πονάνε. Άλλες φορές ζυγίζεται με το βλέμμα το ενδεχόμενο μιας δια- τροφικής δια- ταραχής. Άλλες φορές κάποιος φέρνει γλυκά. Άλλες φορές κάποιος σκόπιμα ή από παράλειψη, δηλητηριάζεται.
Ας γίνουμε αντιφατικοί. Δε τρώμε μαζί. Άλλωστε τα ωράρια μας δε μας επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Ο λιγοστός χρόνος που έχουμε για τον εαυτό μας, δεν μπορεί να αναλωθεί σε πεπερασμένες τυπικότητες. Οι ιδιαίτερες δίαιτες μας, ανάλογα με τον εχθρό τους(λίπη, πρασινάδα, γλουτένη κτλ), δεν αφήνουν πολύ χώρο ταιριάσματος. Τρώμε μόνοι μας, διότι σύμφωνα με τις ψυχολογικές ιδεολογίες μας, πρέπει διαρκώς να επιβεβαιώνουμε το πόσο ανεξάρτητοι είμαστε. Γιατί δε θέλουμε να δείξουμε την αφόρητη πείνα που έχουμε να τρώμε μαζί. Και ας αντανακλάται αυτή η πείνα στον άπειρο τηλεοπτικό χρόνο που απολαμβάνουν οι μαγειρικές εκπομπές, στο εστιατόρια που ξεφυτρώνουν με ταχύτητα και εξευγενισμένα ονόματα, στο πόσο παλεύουμε να ανακαλύψουμε ποιο φαγητό είναι καλό και ποιο ο διάβολος, στο πόσο πορνογραφικά αντιμετωπίζουμε τις γεύσεις.
Τρώμε μαζί, δε σημαίνει τη ρετρό αναβίωση μιας παλαιότερης, δήθεν καλύτερης εποχής. Τρώμε μαζί για το παρόν άρθρο σημαίνει την αναγνώριση της πείνας της ψυχής μας για συμμετοχή. Σημαίνει την ανάγκη της να παλινδρομήσει, να αναζητήσει καταφύγιο, να της ετοιμάσουν μια ζεστή σούπα και να κολυμπήσει για λίγο μέσα σε αυτήν. Σημαίνει τη συνάντηση με τους μυθολογικούς συγγενείς μας. Με τον πατέρα που γκρινιάζει για τη καθυστέρηση, με τη μητέρα που θέλει να κλείσει η τηλεόραση, με τη γιαγιά που έρχεται αργά και κουτσαίνοντας, για το θείο Κώστα που υπενθυμίζει σε όλους ένα παιδικό παρατσούκλι μας, για τα αδέλφια που μαρτυρούν και τα ξαδέλφια που συμμετέχουν στη σκανδαλιά. Η συνάντηση με τα ανίψια που φωνάζουν σαν διάβολοι και την άδεια καρέκλα που σημαίνει ότι κάποιος λείπει.
Τρώμε μαζί στα οικογενειακά τραπέζια, σημαίνει να μπορούμε να δεχτούμε μέσα από τις κοινές μπουκιές μας, τις κοινές μας ανάγκες αλλά και τις μεγάλες διαφορές μας. Να τσακωθούμε για το μπούτι ή το στήθος ή να αποφύγουμε τη προαιώνια αυτή διαμάχη υπερασπιζόμενοι τη χορτοφαγία. Να καθίσουμε με τη νεολαία ή να πούμε τα μυστικά μας δήθεν βοηθώντας στη κουζίνα. Να καταλάβουμε πως τα ψυχικά μας περιεχόμενα δε μπορούν να φαγωθούν κυριολεκτικά ωμά, αλλά με τη μεταμορφωτική δύναμη της φωτιάς, την απόκοσμη σοφία του αλατιού, το συμβολικό πνεύμα του κρασιού και την επιβεβαιωτική ανάσα της παρέας. Να αποδεχτούμε την ανάγκη μας να “τρώμε” τους άλλους. Να τολμήσουμε να φανταστούμε ότι ίσως… είμαστε αυτό που μας τρώει…
*Νίκος Ρούσσος, ψυχολόγος