«Μόρα. Το σημάδι της Σάρας», της Βίκυς Κατσαρού
Αυτό το ευλογημένο, μανιασμένο, παίξιμο του βιολιού

Ήθελα να «κόψω» τον αέρα και να «κατεβάσω» τον ήλιο. Ήθελα το φεγγάρι να χρωματίσω και το σκότος να γεμίσω. Ήθελα να μάθω τι κρύβεται πίσω από τον Θεό και από πού έρχεται ο Χριστός. Ήθελα να βρω την αρχή του τέλους και το τέλος της αρχής. Ήθελα να σαρκώσω την κίνηση και την ακινησία. Ήθελα η προσευχή μου να γίνει φλόγα, σπαθί και πηγή που δεν στερεύει. Ήθελα τα λόγια που υψώνω στον ουρανό να έχουν κάτι από το χώμα του κορμιού μου. Ήθελα οι αστραπές να είναι ανταύγειες που μένουν στα μαλλιά και στο δέρμα μου. Ήθελα τα αθώα πλάσματα, τα παιδιά και τα ζώα, να μείνουν για πάντα έτσι. Ήθελα να φροντίσω τον ένοχο, καταδικασμένο, εαυτό μου. Ήθελα να σκάψω τον πιο βαθύ λάκκο και μετά να ματώσω, να πονέσω, να κλάψω, να γίνω βλάσφημος στη δική μου ανάβαση. Ήθελα να πω τα ανείπωτα και να μην προσκυνήσω τα ιερά και τα όσια. Ήθελα να δω το φύλο του Θεού και πόσες Παναγίες είναι ζωντανές, μητέρες του Υιού. Ήθελα να σώσω το δάκρυ του αλόγου και να αγκαλιάσω την τρέλα. Ήθελα να ακολουθήσω το ευλογημένο, μανιασμένο, παίξιμο του βιολιού και τα σημάδια, πληγές, να πιστέψω. Ήθελα το πέρασμά μου να είναι απαλό. Ήθελα να βρω και να διαβάσω τη «Μόρα. Το σημάδι της Σάρας» (Εκδόσεις Ενύπνιο).
Η Βίκυ Κατσαρού στην καλύτερη στιγμή της. Έτσι απλά και όμορφα. Το βιβλίο της «Μόρα. Το σημάδι της Σάρας» είναι ένα ποίημα που δεν τελειώνει και αρχίζει ξαφνικά. Αυτό είναι το μεγάλο έργο της και δεν έχει τέλος, ούτε συγκεκριμένη αρχή. Η «Ηλιόπετρα» του Παζ, «Το τερατώδες αριστούργημα» του Ρίτσου, το «2666» του Μπολάνιο, ο Κέρουακ που δεν τελειώνει, η Γώγου που ξεσπά και η Χατζηλαζάρου που μαγεύει και η Βίκυ που ακουμπά τις τροχιές τους.
Διαβάζοντας αυτή την αρχέγονη, βιβλική, ιερή ιστορία, χάνεσαι στον ρυθμό και στο πάθος, στην αγωνία της ποιήτριας. Αυτό αρκεί για να νιώσεις το σώμα του λόγου και τον λόγο του σώματος. Πάνω σε «ελυτικές» και «καζαντζακικές» αστραπές γράφει η Βίκυ και με παντοτινά νανουρίσματα μας αφήνει. Η «Μόρα. Το σημάδι της Σάρας» είναι η δική της «Ασκητική», είναι η συμφωνία-προσευχή που κάνει με τον αναγνώστη, είναι η απελευθέρωση-αναγνώριση της δύναμης της γυναίκας, του σκοταδιού, του φωτός, του θανάτου, της ζωής, ξανά της γυναίκας. Η γυναίκα είναι το σημείο μηδέν, είναι αυτή που φροντίζει ο Πεσσόα και επίτιμη καλεσμένη του Μπλέικ στους γάμους Ουρανού-Κόλασης. Η Βίκυ απελευθερώνει τον λόγο της και δίνει ένα βιβλίο-υπογραφή.
Αυτό το βιβλίο έχει ψυχή και στίχο ελεύθερο, πραγματικά ελεύθερο. Δεν λέει μια ιστορία, λέει την ιστορία του αθέατου κόσμου. Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο. «Τρεις γυναίκες κινούν τα νήματα του κόσμου, με σκοπό μονάχα την καταστροφή. Ο μύθος τις θέλει αρχαίες τιτάνισσες, μάγισσες, καταραμένες ξωθιές, ή γυναίκες που απλώς πληγώθηκαν. Ελσινόρη, Μύριαμ, Σάρα…». Τα υπόλοιπα είναι σιωπή που «ντύθηκε» λέξεις, ουρλιαχτό που υπάκουσε στο βλέμμα-καθρέφτη της ποιήτριας και το πρώτο σημάδι της ζωής που περνά και δεν χάνεται. Για μητρογραμμική συνέχεια κάνει λόγο η δημιουργός, για την άκρη του νήματος, για έναν κόσμο που χωρά τον μαύρο γάτο του Πόε, τα λόγια που έγραψε για δυο μάτια, το ευαγγέλιο του Παζολίνι, τον «Δράκουλα» του Στόκερ, τη «Μήδεια» του Τρίερ. Δύναμη, ένταση, ασταμάτητη ροή, υποβλητική ποιητική παρουσία… Η «Μόρα» της Βίκυς Κατσαρού σε κλείνει, σε αγκαλιάζει, με τις λέξεις-φράσεις της, σε δένει με τους στίχους που ριζώνουν στην υπάρξη σου.