Νίκος Σταυρόπουλος - Ηλεκτροακουστική μουσική και ακουσματική εμπειρία

 Οι Μικρό-τοποι της Ηλεκτροακουστικής μουσικής

| 05/06/2019

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1975  και αφού έκανε εδώ μουσικές σπουδές συνέχισε σε ανώτερο επίπεδο στο Πανεπιστήμιο της Ουαλίας και στο Σέφιλντ. Αριθμεί πολλές εμφανίσεις σε διάφορα μέρη του κόσμου και έχει τιμηθεί με διάφορα βραβεία. Θεωρήσαμε ενδιαφέρουσα τη συζήτηση μαζί του όταν έπεσε στην αντίληψή μας το τελευταίο έργο του,Microlieuxστην Καναδική empreintes DIGITALes, πρωτοπόρα ετικέτα στην ηλεκτροακουστική / ακουσματική (acousmatics) μουσική. Ο λόγος για τον Νίκο Σταυρόπουλο του οποίου η δουλειά διατρέχει τις τεχνικές στην εμβάθυνση της ακουσματικής εμπειρίας και της διάρθρωσης του ακουστικού χώρου- έννοιες που θα αποσαφηνιστούν, ελπίζουμε αρκετά, κατά την διάρκεια της συνομιλίας μας.

 – Θα θέλαμε ένα σύντομο curriculum vitae  σχετικά με τις σπουδές σου, το εκπαιδευτικό σου έργο και την δουλειά σου ως συνθέτης.

Ν.Σ.: Σπούδασα πιάνο και θεωρητικά στην Ελλάδα και είμαι απόφοιτος του τμήματος μουσικών σπουδών του Πανεπιστημίου της Ουαλίας. Ειδικεύτηκα μεταπτυχιακά στην μουσική σύνθεση, εστιάζοντας στην ηλεκτροακουστική μουσική και εκπόνησα διδακτορική διατριβή στο τμήμα μουσικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ.

Γράφω κυρίως ακουσματική αλλά και οργανική μουσική και το έργο μου εστιάζει στην άρθρωση του ακουστικού χώρου, την χρήση πολυκάναλων συστημάτων και την έννοια της απτότητας του ήχου στην ηλεκτροακουστική μουσική.

Συνθέσεις μου μεταδίδονται από το ραδιόφωνο και παρουσιάζονται τακτικά σε φεστιβάλ στην Ευρώπη, Ασία και Αμερική και έχουν βραβευτεί σε περισσότερους από 20 διεθνείς διαγωνισμούς. Πρόσφατες διακρίσεις περιλαμβάνουν πρώτα βραβεία στο διαγωνισμό του ινστιτούτου Destellos στην Αργεντινή, στο διεθνή διαγωνισμό ηλεκτρονικής μουσικής Γιάννης Ξενάκης, στον διαγωνισμό σύνθεσης του πανεπιστημίου της Νότιας Φλόριντας στην κατηγορία της ηλεκτρονικής μουσικής, και δεύτερο και τρίτο βραβείο αντίστοιχα στους διαγωνισμούς σύνθεσης ηλεκτρονικής μουσικής στην Βουλγαρία (Computer Space) και στο Μονακό (Concours International de Composition Electroacoustique).

Από το 2006 διδάσκω μουσική σύνθεση και μουσική τεχνολογία και ηγούμαι της ερευνητικής ομάδας Echochroma New Music Research Group στο πανεπιστήμιο Leeds Beckett στην Μεγάλη Βρετανία

– Πως ορίζεις την έννοια της Ηλεκτροακουστικής Μουσικής (Electroacoustic Music);

 Ν.Σ.: Ηλεκτροακουστική μουσική είναι  ένας όρος ομπρέλα που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα ευρύ φάσμα πρακτικών της ηλεκτρονικής μουσικής και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, είδη όπως η ακουσματική μουσική ή συγκεκριμένη μουσική (musique concrète), ηχοτοπία, συνθετική μουσική, χρήση ηλεκτρονικών σε πραγματικό χρόνο και πιο πρόσφατα αλγοριθμική σύνθεση ήχου σε πραγματικό χρόνο. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των παραπάνω πρακτικών είναι ότι βασίζονται στην χρήση της ηλεκτρονικής και ψηφιακής τεχνολογίας για την δημιουργία και την οργάνωση του ηχητικού υλικού και χρησιμοποιώ ηχεία για την προβολή των ήχων στον χώρο. Στα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και τις αισθητικές προτεραιότητες αυτών των πρακτικών που έχουν να κάνουν με μια μουσική γλώσσα που επικεντρώνεται σε ηχοχρωματικές δομές και συνειδητά αποφεύγει δομές που βασίζονται στην άρθρωση φθόγγων με συγκεκριμένο τονικό ύψος (νότες). Θεωρώ πως αυτή η διάκριση είναι καίρια στην προσπάθεια να ορίσουμε αλλά και να κατανοήσουμε την έννοια της Ηλεκτροακουστικής Μουσικής μιας και η τεχνολογία είναι πανταχού παρούσα στην μουσική σύνθεση και στην μουσική παραγωγή γενικά και στην πλειονότητα του χρόνου η μουσική που ακούμε πηγάζει από ηχεία.

– Η μέθοδος δημιουργίας του “Microlieux” (Microlieux, σημαίνει Μικρό- τοποι ;)

Ν.Σ.: Ακριβώς, ο τίτλος του δίσκου σημαίνει μικρότοποι και αντικατοπτρίζει κάποιες από τις ιδέες και τις τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στη δημιουργία των έργων και είναι μια αναφορά στην σημασία του ακουστικού χώρου στην δουλειά μου. Αυτή η κυκλοφορία περιέχει έργα από το 2003 μέχρι και το 2017 τα οποία,  με την εξαίρεση του «Granicus», είναι ακουσματικά, δηλαδή είναι φτιαγμένα στο στούντιο χωρίς την χρήση μουσικών οργάνων. Η μέθοδος δημιουργίας βασίζεται στην συλλογή ηχητικού υλικού με μικρόφωνα – συνήθως με αισθητικά και όχι εννοιολογικά κριτήρια – και στην συνέχεια στην επεξεργασία και οργάνωση του υλικού αυτού με λογισμικά που χρησιμοποιούνται στο σχεδιασμό ήχου και στην μουσική παραγωγή. Η μέθοδος αυτή έχει τις ρίζες της στην  musique concrète, στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, και προσεγγίζει τον ήχο ως “χειροπιαστό” και εύπλαστο υλικό (μέσω της τεχνολογίας) και κατά συνέπεια την μουσική σύνθεση ως μια πλαστική τέχνη.

Η συλλογή του αρχικού υλικού για τα δύο πιο πρόσφατα έργα («Topophilia» και «Karst Grotto») έγινε με τεχνικές πολυκαναλικής ηχογράφησης (surround) με σκοπό την καταγραφή όχι μόνο των ηχοχρωμάτων αλλά και της ηχητικής χωροδιάταξης. Καθιερωμένες τεχνικές surround προσαρμόστηκαν έτσι ώστε να  χρησιμοποιηθούν σε πεδία ηχογράφησης που η διάμετρος τους δεν ξεπερνά τα 20 με 30 εκατοστά. Χρησιμοποιώ τα χαρακτηριστικά που προσλαμβάνουν οι ήχοι όταν βρίσκονται πολύ κοντά και την δομή του ακουστικού μικροχώρου, τον οποίο ορίζω ως ένα ακουστικό χώρο ο οποίος είναι προσβάσιμος στον ακροατή μόνο μέσω της ηχογράφησης (καταγράφεται και μεγεθύνεται στην αναπαραγωγή).

– Τίτλοι παρμένοι από την Αρχαία Ελλάδα ( «Atropos”, “Polychoron”), από την ιστορία («Granicus”)- την Βοτανική και την Γεωλογία («Ballistichory», («Nyctinasty”) – είναι τίτλοι που σε εμπνέουν στο να δημιουργήσεις τα μουσικά κομμάτια;

Ν.Σ.: Θεωρώ τους τίτλους ως μια ευκαιρία να υποψιάσω τον ακροατή για κάποιες από τις ιδέες που πραγματεύονται τα έργα, τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται αλλά και συνδέσεις που προέκυψαν μέσα από την ενασχόληση με το συγκεκριμένο υλικό κάθε φορά, αλλά και να τον προσκαλέσω να μυθολογήσει με αφετηρία την ακουστική εμπειρία. Έτσι, οι τίτλοι δεν εμπνέουν αλλά εμπνέονται από τα μουσικά κομμάτια και εμφανίζονται σχεδόν πάντα μετά την ολοκλήρωση του έργου. Η μυθολογία και η επιστήμες αποκαλύπτουν πτυχές της ανθρώπινης εμπειρίας αλλά και του φυσικού κόσμου, και με ένα τρόπο τις συνοψίζουν. Είναι λοιπόν και οι δύο πρόσφορο έδαφος όταν κανείς ψάχνει τίτλους για μουσικά έργα που είναι φύσει αφηρημένα.

– Μίλησέ μας για το τους ρυθμούς των κρουστών στο “Granicus”.

Ν.Σ.: Το «Granicus», ένα έργο για κρουστά και ηλεκτρονικούς ήχους, βασίζεται σε ρυθμούς που χρησιμοποιούνται στις παραδοσιακές μουσικές των Βαλκανίων και της βορειοδυτικής Τουρκίας. Σε πολλά σημεία του έργου οι ρυθμοί τσάμικος,  λάζικος και άλλα είδη καρσιλαμά χρησιμοποιούνται ανά διαστήματα αυτούσιοι και είναι αναγνωρίσιμοι, και σε άλλα οι ρυθμοί που ακούγονται είναι παράγωγα επεξεργασίας των παραπάνω με διάφορες τεχνικές (αναστροφή, ρυθμική αύξηση ή μείωση, παραλλαγή κλπ.). Το έργο χρησιμοποιεί ως επί το πλείστον συμβατικές ρυθμικές δομές που βασίζονται σε αριθμητικές αναλογίες και στην επανάληψη, αλλά και σε ποιο ελεύθερα ρυθμικά περάσματα. Το ηλεκτρονικό μέρος του έργου αναπτύσσει χρωματικά τις ρυθμικές δομές και αντιδρά σε αυτές χωρίς να τις ανταγωνίζεται.

– Ανάλυσέ μας τον όρο «acoustic space» – «ακουστικός χώρος».

Ν.Σ.: Ο όρος αναφέρεται στο χώρο που γίνεται αντιληπτός μέσω της ακοής και εμφανίζεται αρχικά στο συγγραφικό έργο του γνωστού θεωρητικού  Marshall McLuhan, ο οποίος εξηγεί πως τα χαρακτηριστικά του ακουστικού χώρου διαφέρουν από αυτά του οπτικού, η ευκλείδιου χώρου. Ο ακουστικός χώρος, σε αντίθεση με τον οπτικό, δεν περιέχει τα πράγματα / αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων και των ηχητικών αντικειμένων (sound objects), αλλά δημιουργείται από αυτά. Φανταστείτε πως θα αναγνωρίζατε τον χώρο που σας περιβάλλει σε μια συνθήκη όπου δεν θα μπορούσατε να χρησιμοποιήσετε την όρασή σας. Σε μία τέτοια περίπτωση εάν δεν υπάρχει ήχος δεν υπάρχει και χώρος. O ακουστικός χώρος δεν έχει όρια και ορίζοντα, ενθαρρύνει μια ολιστική προσέγγιση, μιας και έχουμε την δυνατότητα να προσλάβουμε όλους τους ήχους που συμβαίνουν γύρω μας ταυτόχρονα σε (σε αντίθεση με τον οπτικό χώρο οποίος ενθαρρύνει την εστίαση σε ένα σημείο κάθε φορά), και είναι ασυνεχής και δυναμικός. Αυτές οι θεωρητικές ιδέες με βοήθησαν να κατανοήσω την διαφορετικότητα της τρισδιάστατης μουσικής εμπειρίας που απορρέει από τις πρακτικές της ηλεκτροακουστικής μουσικής. Είχα την τύχη να έχω πρόσβαση σε πολυκάναλα συστήματα και στο στούντιο και σε συναυλίες από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και από τότε χρησιμοποιώ το ακουστικό χώρο ως στοιχείο έκφρασης και δομής στα έργα μου.

Τα μελλοντικά σου καλλιτεχνικά πλάνα; 

Ν.Σ.: Μελλοντικά καλλιτεχνικά πλάνα περιλαμβάνουν ένα καινούργιο έργο βασισμένο σε ηχογραφήσεις μικροχώρων, που έχουν γίνει με ένα πολυκάναλο μικρόφωνο δεύτερης γενιάς το οποίο σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε με την βοήθεια φίλων και συνεργατών, και θα κάνει χρήση της τεχνολογίας ambisonics. Παράλληλα, δουλεύω με συναδέλφους στο πανεπιστήμιο Leeds Beckett ερευνώντας τις δυνατότητες και ευκαιρίες που προσφέρουν τα συστήματα εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας στην δημιουργία αλλά και στην παρουσίαση της ηλεκτροακουστικής μουσικής.

https://electrocd.com/en/album/5984/Nikos_Stavropoulos/Micro-lieux

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.