Οι «άσφαιρες» «μπαταριές»
Τί «προσπέρασε» η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού για το «Ξενία» 'Αρτας
Με χθεσινή του ανακοίνωση, το υπουργείο Πολιτισμού, υπερασπίζεται, ορθώς, την γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου κατά την συνεδρίασή του στις 7 Δεκεμβρίου, με την οποία απέρριψε την πρόταση του δήμου της Αρτας για επαναλειτουργία του «Ξενία» της πόλης, το οποίο βρίσκεται μέσα στο κάστρο, ως ξενοδοχείου, από ιδώτη.
Αλλά «προσπερνάει» κάτι πολύ σημαντικό.
Μεταξύ άλλων το ΥΠΠΟ αναφέρει: «Με αφορμή δημοσιεύματα του ηλεκτρονικού τύπου σχετικά με την εξέταση από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο πρότασης του Δήμου Αρταίων για την επαναλειτουργία του πρώην Ξενία της Άρτας, το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, ενημερώνει για τα ακόλουθα:
»Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου εξετάστηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αίτημα του Δήμου Αρταίων για τη χρήση του πρώην «Ξενία» στο Κάστρο της Άρτας ως σύγχρονου ξενοδοχείου. Στη συνεδρίαση παρευρέθηκαν και εξέθεσαν τις απόψεις τους μεταξύ άλλων, ο Δήμαρχος Αρταίων και λοιποί εκπρόσωποι του Δήμου. Η συζήτηση υπήρξε μακρά και αναλύθηκαν όλες οι παράμετροι του θέματος προκειμένου τα μέλη του συμβουλίου να αποκτήσουν πλήρη εικόνα για την επιστημονική τους κρίση.
»Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, τα μέλη γνωμοδότησαν ότι η λειτουργία ιδιωτικής ξενοδοχειακής εγκατάστασης εντός του κάστρου δεν συνάδει με τον δημόσιο χαρακτήρα του μνημείου καθώς και τον ιστορικό-πολιτιστικό χαρακτήρα του. Ως εκ τούτου τα μέλη γνωμοδότησαν υπέρ της μη επανάχρησης του πρώην ξενοδοχείου «Ξενία» στο Κάστρο της Άρτας. Επίσης, γνωμοδότησαν υπέρ της μη έγκρισης παραχώρησης της πρόσβασης στον εν λόγω χώρο.(…)».
Καταρχήν να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη γνωμοδότηση του ΚΑΣ είναι στην σωστή κατεύθυνση για τους σωστούς λόγους. Από αυτή την άποψη είναι παντελώς αδιάφορη η οργή της δημοτικής αρχής της Αρτας επειδή βλέπει ότι δεν μπορεί να εισπράξει χρήματα ο δήμος μέσω της εμπορευματοποίησης ενός μνημείου, όπως το κάστρο, διότι, επί της ουσίας, περί αυτού πρόκειται.
Θυμίζουμε, ότι στις 12 του περασμένου Απριλίου, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων εξέδωσε ανακοίνωση, με την οποία διαμαρτυρόταν για την απόφαση, τον περασμένο Ιανουάριο, του δήμου Αρτας, για μακροχρόνια εκμίσθωση του «ΞΕΝΙΑ» της πόλης σε ιδιώτη, προκειμένου να το λειτουργήσει ως ξενοδοχειακή μονάδα.
Οι αρχαιολόγοι σημείωναν, ότι «το κτίριο του πρώην ΞΕΝΙΑ Άρτας (ιδιοκτησίας ήδη του Δήμου Αρταίων), το οποίο βρίσκεται μέσα στο μεσαιωνικό Κάστρο της πόλης, μαζί με την μεγάλη έκταση πρασίνου που περικλείει και το ανοικτό θέατρό του (ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου), συνιστούν ένα άρρηκτο σύνολο και αποτελούν δημόσιο χώρο και κοινό αγαθό».
Πρόσθεταν, ότι «το κτίριο του ΞΕΝΙΑ βρίσκεται εντός κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου, και μάλιστα ενός από τους σημαντικότερους της πόλης της Άρτας». «Η σημασία του Κάστρου για την πόλη έχει άλλωστε αποτυπωθεί και στο ισχύον ΓΠΣ της πόλης, σύμφωνα με το οποίο οι εντός αυτού δραστηριότητες πρέπει να αφορούν μόνο στον πολιτισμό και την αναψυχή».
Υπογράμμιζαν, ότι «η από 18-1-2016 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Άρτας για την μακροχρόνια εκμίσθωση του ΞΕΝΙΑ της Άρτας σε ιδιώτη, προκειμένου να το λειτουργήσει ως ξενοδοχειακή μονάδα, μας βρίσκει απολύτως αντίθετους».
«Η λειτουργία ιδιωτικού ξενοδοχείου μέσα στο χώρο του Κάστρου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον δημόσιο χαρακτήρα του αρχαιολογικού χώρου, ενώ μια τέτοια ιδιωτική – επιχειρηματική λειτουργία θα δημιουργήσει προβλήματα στην αξιοποίηση και ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου του Κάστρου, στην ελεύθερη πρόσβαση σε αυτό και στη διενέργεια εκδηλώσεων και παραστάσεων στο χώρο του υπαίθριου θεάτρου του. Η απόφαση του Δήμου Αρταίων αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι η ανεξέλεγκτη εμπλοκή των ΟΤΑ ή/και ιδιωτών στη διαχείριση αρχαιολογικών χώρων και μνημείων, που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργείου Πολιτισμού, μπορεί να αποβεί βλαπτική για τα μνημεία».
Τί «προσπερνά», όμως, το υπουργείο;
Σε εκείνη την ανακοίνωσή τους, οι αρχαιολόγοι πρόσθεταν και το εξής: Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο στις 23 Ιούλη 2009 απέρριψαν το αίτημα χαρακτηρισμού του πρώην ξενοδοχείου ΞΕΝΙΑ Άρτας ως «νεώτερου μνημείου πολιτιστικής κληρονομιάς», «με το σκεπτικό ότι “… αφενός ο χαρακτηρισμός του θα αναιρέσει την προστασία του βυζαντινού μνημείου πάνω στο οποίο είναι χτισμένο και αφ’ ετέρου, λόγω των εκτεταμένων βλαβών και φθορών που παρουσιάζει το κτίριο, θα απαιτηθούν για τη διατήρησή του επεμβάσεις τέτοιες οι οποίες θα αλλοιώσουν την αυθεντικότητά του”».
Σε άρθρο της στην «Καθημερινή» τον Δεκέμβρη του 2009, η Μάρω Καρδαμίτση – Αδάμη, αρχιτέκτων και καθηγήτρια σημείωνε, ότι «το Ξενία της Αρτας χτίστηκε το 1958 από τον αρχιτέκτονα και σήμερα ομ. καθηγητή ΕΜΠ, Διονύση Ζήβα, γνωστό εκτός των άλλων για την επέμβαση προστασίας της Πλάκας (1973 – 2003) και για την ιδιαίτερη ευαισθησία του στην προστασία μνημείων και συνόλων. Την περίοδο που εργαζόταν στον ΕΟΤ ανέλαβε τη μελέτη του Ξενία της Αρτας μέσα στο Κάστρο. Το Φρούριο λειτουργούσε, τότε, ως ποινικές φυλακές. Το κτίριο των φυλακών, ένα βαρύ λιθόδμητο κτίριο, δεν παρουσίαζε κανένα απολύτως ενδιαφέρον. Κατά την κατεδάφισή του, προκειμένου στη θέση του να κτιστεί το Ξενία δεν βρέθηκαν προηγούμενα βυζαντινά ή άλλα κατάλοιπα. Παρόλο που δεν έχουν πραγματοποιηθεί συστηματικές ανασκαφές στο σύνολο του Φρουρίου της Αρτας, το τμήμα των 2.000 τ.μ. (επί συνόλου 36.000 τ.μ..) που καλύπτει το Ξενία έχει διεξοδικά ερευνηθεί. Δεν υπάρχει, δηλαδή, η πιθανότητα να έχουμε εκεί αρχαιολογικά ευρήματα.
»Το Ξενία είναι το μόνο κτίσμα που βρίσκεται μέσα στο Φρούριο μαζί με ένα μικρό παρεκκλήσι, έργο επίσης του Διονύση Ζήβα που χτίστηκε σε αντικατάσταση του παρεκκλησίου των φυλακών.
»Η μελέτη ενός ξενοδοχείου στον εσωτερικό χώρο ενός βυζαντινού φρουρίου έθεσε ιδιαίτερα προβλήματα ένταξης στον αρχιτέκτονα που με τη γνωστή του ευσυνειδησία και ευαισθησία επέλεξε τη λύση μιας ειλικρινούς σύγχρονης κατασκευής απομακρυσμένης όσο το δυνατόν από τα τείχη, σχολαστικά προσαρμοσμένης στο ανάγλυφο του εδάφους. Ταυτόχρονα, ο Δ. Ζήβας πραγματοποίησε εκτεταμένες εργασίες συντήρησης και στερέωσης των τειχών που ανέδειξαν το φρούριο και επανασύνδεσαν τον χώρο με την πόλη (…) Είναι γεγονός ότι είναι δύσκολο να προτείνουμε την κήρυξη όλων των Ξενία ως μνημείων. Το Ξενία της Αρτας όμως είναι ένα ιδιαίτερο κτίριο. Ενα πολύ καλό δείγμα αρχιτεκτονικής που κατάφερε να αναβαθμίσει το μέχρι τότε χαμηλό επίπεδο των ελληνικών ξενοδοχειακών μονάδων (παρόμοια προσπάθεια είχε γίνει τη δεκαετία του ’30 στις λουτροπόλεις, η οποία, δυστυχώς, επίσης εγκαταλείφθηκε στην τύχη της). Τα χρόνια που πέρασαν, η εγκατάλειψη και οι κακές επεμβάσεις συνέβαλαν στην υποβάθμισή του. Είναι όμως στοιχεία που μπορούν, αν όχι εύκολα, πάντως όχι δύσκολα να διορθωθούν.
»Το ότι δεν χαρακτηρίστηκε μνημείο, σημαίνει ίσως ότι οι αρχιτέκτονες δεν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας. Κρίνουμε κατακρίνουμε αλλά ελάχιστοι προσπαθούμε να ενημερώσουμε την κοινή γνώμη. Γιατί στην περίπτωση που είχαμε ευαισθητοποιημένους πολίτες, το ΚΣΝΜ και το ΚΑΣ θα ήταν άχρηστα ή θα εξέταζαν μόνο ιδιαίτερα εξειδικευμένες περιπτώσεις.
»Στην περίπτωση του Ξενία Αρτας, ο μη χαρακτηρισμός του από το ΥΠΠΟ παραδίδει την ευθύνη της διάσωσής του στον Δήμο της πόλης και στους τοπικούς παράγοντες. Δεν έχουν παρά να το διατηρήσουν, να το αποκαταστήσουν και γιατί όχι να το λειτουργήσουν και πάλι. Μη χαρακτηρισμός, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην κατεδάφιση».
Τα παραπάνω σημαίνουν, ότι όσο το ΥΠΠΟ επιμένει να μην χαρακτηρίζει το «Ξενία» της Αρτας ως μνημείο, όπως του αξίζει, όντως, η «ευθύνη της διάσωσής του» παραδίδεται στον δήμο και τους «τοπικούς παράγοντες». Για πόσο νομίζει η κυβέρνηση ότι θα «αντέξει» το ΚΑΣ τις αγοραίες πιέσεις, μέσα στο κυρίαρχο και γενικευμένο «κλίμα» της εμπορευματικής αντιμετώπισης της πολιτιστικής κληρονομιάς; Για πόσο ακόμα το κράτος θα αφήνει τα γνωμοδοτικά συμβούλια να «βγάζουν το φίδι από την τρύπα», υπονομεύοντας, ταυτόχρονα, τις δημόσιες δομές προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και απαξιώνοντας θεσμικά, υλικοτεχνικά, επιστημονικά και εργασιακά την Αρχαιολογική Υπηρεσία και το πλαίσιο αυτής της προστασίας, με αποτέλεσμα, αντικειμενικά, ακόμη και οι καλές προθέσεις να μην είναι αρκετές για να φρενάρουν την αγοραία επέλαση;
Οσο – και αυτή – η κυβέρνηση συνεχίζει να εφαρμόζει την ίδια αντιδραστική και επικίνδυνη πολιτική στον πολιτισμό, τόσο θα ανοίγει η «όρεξη» των κάθε είδους «παραγόντων» και τόσο θα είναι «άσφαιρες» οι «μπαταριές» των πολιτικών ηγεσιών του υπουργείου Πολιτισμού.