Ο Σαντιάγο Ρονκαλιόλο σΤο Περιοδικό:
"Οι αντιήρωες είναι πιο πραγματικοί από τους τέλειους ήρωες ή τους τέλειους κακούς"
Έγινε γνωστός στον ισπανόφωνο κόσμο, αλλά και πέρα από αυτόν, με τον «Κόκκινο Απρίλη», ένα πολιτικό νουάρ για την πιο αιματοβαμμένη εποχή της περουβιανής ιστορίας, όταν το μαοϊκό Φωτεινό Μονοπάτι είχε ανοίξει βεντέτα με το αυταρχικό κράτος της άκρας δεξιάς. Νεότατος, έξυπνος στις ατάκες των ηρώων του, σουρεαλιστής και ολίγον καφκικός αφηγούταν την περιπέτεια του εισαγγελέα Φέλιξ Τσακαλτάνα στην προσπάθεια του για την απονομή δικαιοσύνης. Πώς, από νομοταγής χαρτογιακάς, κατέληξε σε μια κυριολεκτική κόλαση του Δάντη, ανάμεσα στην κρατική καταστολή και την άκρατη βία του Μονοπατιού. Πολύ νερό κύλησε από αυτό το βιβλίο, ο Ρονκαλιόλο ασχολήθηκε στη συνέχεια με διαφορετικά θέματα, έγραψε σενάρια και θεατρικά, παιδικά αναγνώσματα και πολλά δημοσιογραφικά άρθρα σε εφημερίδες και μπλογκς για να επαναφέρει στην υπηρεσία των Τσακαλτάνα σε ένα αφήγημα, την «Εσχάτη των Ποινών», που προηγείται χρονικά του «Κόκκινου Απρίλη». Είμαστε στα 1978 και όλο το Περού, μαζί και οι άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, παρακολουθούν με αγωνία το Μουντιάλ της Αργεντινής του Βιντέλα. Ο ήρωάς μας, διορισμένος αρχειοφύλαξ στο Δικαστικό Μέγαρο της Λίμα, χωρίς να το καταλάβει, εμπλέκεται, εξ’ αιτίας ενός φόνου, σε μια απίστευτη ιστορία αγριότητας. Με αφορμή, λοιπόν, την εδώ επίσκεψή του ένεκα του καινούριου του βιβλίου ρωτήσαμε τον Σαντιάγο Ρονκαλιόλο πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα.
Γιατί θέλησες τώρα να γράψεις το prequel, το προηγούμενο θα λέγαμε, του «Κόκκινου Απρίλη»;
-Στην αρχή προσπάθησα να το αποφύγω. Ο «Κόκκινος Απρίλης» είχε υπερβολικά μεγάλη επιτυχία και εγώ δεν ήθελα να κλειστώ στο ίδιο πρόσωπο, στο ίδιο στιλ μυθιστορήματος. Πέρασα ένα διάστημα που προσπαθούσα να γράψω διαφορετικές ιστορίες, διαφορετικά είδη, βιβλία που δεν είναι μόνο περουβιανά και δεν είναι μόνο πολιτικά. Τώρα, όμως, είχα στα χέρια μου μια ωραία ιστορία που δεν ήξερα πώς να την διηγηθώ. Ήταν η ιστορία του Χοακίν Κάλβο, ενός ανθρώπου που γεννιέται στον Ισπανικό Εμφύλιο και πεθαίνει κατά τη διάρκεια της αργεντίνικης δικτατορίας, μια ιστορία ενός ανθρώπου που προσπαθεί να δραπετεύσει από τον πόλεμο, αλλά ο πόλεμος τον κυνηγάει. Καθώς δεν είμαι Αργεντινός ούτε Ισπανός, δεν ήξερα υπό ποιά οπτική γωνία να την διηγηθώ. Κάποια ημέρα μου εμφανίσθηκε ο Τσακαλτάνα και μου είπε: «γιατί να μην την διηγηθώ εγώ;». Του είπα: «δεν θα την πεις εσύ, είμαι ευτυχισμένος χωρίς εσένα», αλλά εκείνος συνέχισε: «φίλε παραδέξου το, το 1978 ποιός ήταν εδώ, εσύ ή εγώ;». Έτσι, αναγκάστηκα να παραδεχθώ πως είχε δίκιο και ανέλαβε ο ίδιος να διηγηθεί την ιστορία.
Με την «Εσχάτη Των Ποινών» και τον «Κόκκινο Απρίλη» θέλησες να μιλήσεις για τις χώρες της Λατινικής Αμερικής μετά τα δικτατορικά καθεστώτα, κυρίως, σε Περού, Αργεντινή και Χιλή;
-Εγώ ξεκινώ πάντα από τη ζωή μου, για τα πράγματα που συμβαίνουν σε εμένα προσωπικά. Στον «Κόκκινο Απρίλη» μιλώ για τον πόλεμο που έζησα εγώ ο ίδιος, όταν ήμουνα μικρό παιδί. «Η Εσχάτη Των Ποινών» μιλάει για τον πόλεμο των γονιών μου, που είδαν τους φίλους τους να τους κυνηγούν και να τους σκοτώνουν στην Χιλή και την Αργεντινή. Αναπόφευκτα όμως, αυτές οι ιστορίες κουβαλάνε και ό,τι έχει συμβεί μέσα στον 20ο αιώνα. Και τα δυο βιβλία μιλάνε για τον Ψυχρό Πόλεμο και για το πώς αυτός μπορούσε να φθάσει στην τελευταία γωνία του κόσμου, σε ένα χωριό του Περού. Η Κινέζικη Επανάσταση φθάνει στο Περού, έχοντας μετατραπεί σε Φωτεινό Μονοπάτι και ο ευρωπαϊκός φασισμός της δεκαετίας του ’30 περνάει από την Αργεντινή και την Χιλή και έρχεται στο Περού μέσω της επιχείρησης Κόνδωρ.
Ο φασισμός είναι ένα σύμπτωμα του φόβου. Ο φόβος θολώνει τον ορθό λόγο, δεν σε αφήνει να σκεφτείς. Άνθρωποι με φόβο είναι εύκολα χειραγωγίσιμοι, γιατί θέλουνε γρήγορες και όχι ευφυείς λύσεις.
Είναι, για εσένα, ο Φέλιξ Τσακαλτάνα ένας μικρός ήρωας που τείνει να εξελιχθεί σε βασικό χαρακτήρα μέσα σε αυτόνομα λογοτεχνικά επεισόδια, όπως συμβαίνει ενίοτε στα νέο–πολάρ μυθιστορήματα;
-Δεν είναι αυτή η πρόθεσή του, εξαρτάται από αυτόν. Τούτη τη φορά ο Τσακαλτάνα έπιασε τα ινία της ιστορίας, αλλά δεν ξέρω αν θα ξανασυμβεί, μπορεί ναι μπορεί και ποτέ. Δεν βρίσκεται στα μελλοντικά μου σχέδιά. Αλλά έχω πολλούς φίλους που μου λένε πως συνεχώς μιλώ για δικτατορία και θέλουν να δούμε τον Τσακαλτάνα και στην δημοκρατία.
Ο φασισμός στην Λατινική Αμερική δείχνει να είναι σε υποχώρηση. Στην Ευρώπη όμως, όχι. Πώς σχολιάζεις αυτό;
Ο φασισμός είναι ένα σύμπτωμα του φόβου. Ο φόβος θολώνει τον ορθό λόγο, δεν σε αφήνει να σκεφτείς. Άνθρωποι με φόβο είναι εύκολα χειραγωγίσιμοι, γιατί θέλουνε γρήγορες και όχι ευφυείς λύσεις. Όταν ο κόσμος στο Περού και στη Κολομβία ζούσε φοβισμένος από την βία και τα αντάρτικα, έρχονταν οι κυβερνήσεις και έλεγαν θα τους σκοτώσουμε όλους και τότε οι άνθρωποι συμφωνούσαν και ένιωθαν ανακουφισμένοι. Ο κόσμος στην Ευρώπη μπορεί να φοβάται την ισλαμική τρομοκρατία και αυτό είναι ένας από τους παράγοντες που ανεβάζουν τα κινήματα της άκρας δεξιάς. Στην πραγματικότητα το κράτος στην Κολομβία και το Περού σκότωνε ανθρώπους που δεν ήταν ούτε κατά διάνοια ανατρεπτικοί, αλλά και τα βασικά θύματα των τζιχαντιστών είναι μουσουλμάνοι και όχι ευρωπαίοι. O φόβος δεν σε αφήνει να το δεις έτσι, είσαι τρομοκρατημένος για αυτό που μπορεί να συμβεί σε σένα. Την εποχή της μεγάλης καταστολής στο Περού, το φαινόμενο Φωτεινό Μονοπάτι, δεν περιορίστηκε, αλλά μεγάλωσε. Γιατί η καταστολή το νομιμοποίησε. Και η Δύση κατέλαβε το Ιράκ και το Αφγανιστάν στο όνομα της δημοκρατίας και τώρα εκεί βρίσκεται το μοναδικό τρομοκρατικό κράτος στο κόσμο. Είναι η αντίδραση ανθρώπων μπροστά σε έναν κόσμο που δεν μπορούν να καταλάβουν. Οπότε η λύση για αυτούς είναι να απορρίψουν όλους τους υπόλοιπους κόσμους, να κλειστούν στον εαυτό τους και να σκεφθούν πως αυτοί είναι οι καλύτεροι. Αυτή την εποχή η Ευρώπη ζει σε μεγάλο φόβο, φόβο για το Ισλάμ, τους μετανάστες, την οικονομία. Αυτός ο φόβος είναι ένα εργοστάσιο που παράγει φασίστες. Από την άλλη, η Λατινική Αμερική, αν και σε απόλυτες τιμές είναι χειρότερα από την Ευρώπη, έχει μεγαλύτερη πίστη στο μέλλον. Γι’ αυτό και ζει με λιγότερη αγωνία και αυτό την κάνει πιο δημοκρατική.
Ο Φέλιξ Τσακαλτάνα είναι ένας εν δυνάμει επαναστάτης ή απλά ένας δημόσιος λειτουργός που θέλει πάντοτε να εφαρμόζεται το γράμμα του νόμου;
Είναι ένας συντηρητικός κύριος, θέλει να υπάρχει τάξη, γιατί φοβάται πολύ το χάος. Είναι λογικό, γιατί στο κόσμο του αυτοί που φτιάχνουν τους νόμους είναι οι πρώτοι που τους παραβιάζουν. Ένας καλός άνθρωπος ο οποίος γραπώνεται στις νόρμες και στις διαδικασίες, γιατί αυτό είναι το μοναδικό σταθερό πράγμα που μπορεί να οδηγήσει κάπου. Έχω την αίσθηση ότι οι αντί-ήρωες, στην ουσία, που είναι λίγο “loser”, είναι πιο πραγματικοί από τους τέλειους ήρωες ή τους τέλειους κακούς που είναι οι δικτάτορες. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν είναι φασίστες ή κομμουνιστές, είναι, απλώς, άνθρωποι όπως ο Φέλιξ.
Στην «Τέταρτη Ρομφαία» σκιαγραφείς το πορτρέτο του ηγέτη του Φωτεινού Μονοπατιού, Αμπιμαέλ Γκουσμάν, όπου χωρίς μανιχαϊσμούς αναζητάς τα κίνητρα για μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα ή για έναν δολοφόνο.
-Οι δολοφόνοι έχουν τις αντιφάσεις τους. Εγώ δεν συμφωνώ με αυτά που έκανε, νομίζω πως ήταν μεγάλο λάθος και καλώς είναι στην φυλακή. Αλλά για μην συμβεί ξανά, πρέπει να ξέρουμε τί ήταν και πώς ήταν ο άνθρωπος που το έκανε. Μας αρέσει πολλές φορές να σκεφτόμαστε πως οι εγκληματίες είναι ψυχοπαθείς ή εξωγήινοι ή κάποιοι που ξαφνικά εμφανίστηκαν και έγιναν πάρα πολύ κακοί. Άνθρωποι όπως αυτός, είναι άνθρωποι κανονικοί και λογικοί που μεγάλωσαν σε μια κοινωνία άρρωστη. Αν θέλουμε, λοιπόν, να μην εμφανιστεί πάλι κάτι τέτοιο, πρέπει να δούμε τί έχουμε κάνει λάθος εμείς σαν κοινωνία, που βοήθησε να γεννηθεί αυτό το φαινόμενο.
Πιστεύω πως η δημοκρατία συνίσταται στο να μπορεί ο κόσμος να παράγει πλούτο και αυτός ο πλούτος να διανέμεται με έναν δίκαιο τρόπο. Είναι ακριβώς το αντίθετο με ό,τι συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, η λιτότητα δεν συμβάλλει στο να σωθεί η οικονομία, αλλά στο να καταστραφεί.
Στα μυθιστορήματά σου δεν υπάρχουν απαντήσεις μόνο ερωτήματα. Γιατί όχι και κάποιες απαντήσεις, έστω και μερικές;
-Τις απαντήσεις τις δίνω στις συνεντεύξεις, όχι στα μυθιστορήματα. Τα μυθιστορήματα πρέπει να πραγματεύονται την αμφισημία του ανθρώπου. Έχει να κάνει, όμως, και με τις γενιές – η μετά τον Ψυχρό Πόλεμο δική μας γενιά έχει καταλάβει πως δεν μπορεί να έχει όλες τις απαντήσεις. Το σύστημα του Ψυχρού Πόλεμου μπορεί να πρόσφερε πολύ μεγάλη παρηγοριά, γιατί, είτε ήσουν στην μία πλευρά είτε στην άλλη – σοσιαλιστής ή καπιταλιστής- θεωρούσες πως έχεις έτοιμες τις απαντήσεις για οτιδήποτε. Τελικά, αποδείχθηκε πως δεν υπήρχε καμιά απάντηση. Έχω δει παλιούς ηγέτες του αντάρτικου στην Λατινική Αμερική να ηγούνται της ανάπτυξης ενός επιτυχημένου καπιταλισμού, αλλά έχω δει και έναν συντηρητικό πρωθυπουργό στην Ισπανία να εθνικοποιεί μια τράπεζα και να ανεβάζει όλους τους φόρους. Ο κόσμος έχει γίνει πιο περίπλοκος από ό,τι ήτανε πριν. Είναι σημαντικό ο καθένας να καταθέτει τη γνώμη του για να συζητιέται, αλλά να ξέρει ότι κανένας δεν μπορεί να έχει όλες τις απαντήσεις. Πιστεύω πως η δημοκρατία συνίσταται στο να μπορεί ο κόσμος να παράγει πλούτο και αυτός ο πλούτος να διανέμεται με έναν δίκαιο τρόπο. Είναι ακριβώς το αντίθετο με ό,τι συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, η λιτότητα δεν συμβάλλει στο να σωθεί η οικονομία, αλλά στο να καταστραφεί.
Γιατί επέλεξες να ζήσεις στην Βαρκελώνη, μακριά από το Περού και δεν επέστρεψες ακόμη και όταν ο πατέρας σου- παλιός σοσιαλιστής- Ραφαέλ Ρονκαλιόλο ανέλαβε Υπουργός Εξωτερικών στη κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Ολάντα Ουμάλα;
-Επειδή ακριβώς ο πατέρας μου ήταν Υπουργός, ήταν ένας σοβαρός λόγος για να μείνω μακριά από αυτή την χώρα. Ήταν μια εποχή που προσπαθούσα να μιλάω λίγο ή και καθόλου για την πολιτική στο Περού. Γιατί είναι πολύ δύσκολο να μην σκέφτεται ο άλλος ότι μιλάς σαν εκπρόσωπος της κυβέρνησης στην οποία συμμετέχει ο πατέρας σου. Αυτές οι καταστάσεις δημιουργούν μια σύγχυση και τελικά μπορεί να είναι μια κατάσταση εξαιρετικά άβολη και για τους δύο. Ζω πλέον στην Ισπανία και μπορώ να μιλήσω για μερικά πράγματα στο βάθος του Περού, αλλά γενικά δεν μπορείς να μιλάς για την πολιτική καθημερινότητα σε μια χώρα στην οποία δεν ζεις.
Πιστεύω πως από τις ομάδες που αγαπώ όλοι οι πρόεδροί τους πρέπει να ήταν φυλακή. Αλλά δεν φταίνε οι παίκτες και οι φίλαθλοι.
Σου αρέσει το ποδόσφαιρο;
-Τώρα, ναι, μου αρέσει!
Και εμένα. Πώς μπορεί να βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα στην μέθεξη και τη χαρά που προκαλεί το παιγνίδι αυτό καθεαυτό και στα οικονομικά και πολιτικά οφέλη που αντλεί η κάθε εξουσία από αυτό;
-Όταν βλέπεις έναν αγώνα ποδοσφαίρου πρέπει να τα ξεχάσεις αυτά τα πράγματα. Πιστεύω πως από τις ομάδες που αγαπώ όλοι οι πρόεδροί τους πρέπει να ήταν φυλακή. Αλλά δεν φταίνε οι παίκτες και οι φίλαθλοι. Για τους φιλάθλους, η Κυριακή είναι μια ημέρα που μπορούν να κερδίσουν αυτοί που τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας μπορεί να απολύονται, να τους κυνηγάει η μαφία, η οικονομία και όλα αυτά. Θα ήταν πολύ σκληρό εκείνη την ημέρα που βλέπουν ποδόσφαιρο να τους βάλεις να σκέφτονται τί κρύβεται πίσω από αυτό. Αν συνέβαινε αυτό, τα αφεντικά των ομάδων θα παρέμεναν αφεντικά, αλλά οι φίλαθλοι θα ένιωθαν πολύ χειρότερα.
Τελευταία ερώτηση- η άποψη σου για την καινούρια φουρνιά λατινοαμερικάνων λογοτεχνών στην οποία κεντρική φιγούρα είναι ο Ρομπέρτο Μπολάνιο σε σχέση με τον Μαγικό Ρεαλισμό του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και των παλαιοτέρων.
-Η ιδέα πως υπάρχει μια ενιαία λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία εμπεριείχε την άποψη ότι πρόκειται για ένα μικρό τόπο με πολύ λίγους συγγραφείς. Κανείς δεν ρωτάει ποια είναι η ευρωπαϊκή λογοτεχνία, γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί συγγραφείς και χώρες. Σήμερα στην Λατινική Αμερική υπάρχουν εξίσου πάρα πολλοί περισσότεροι συγγραφείς και αναγνώστες. Βλέπεις τα πάντα, μπορεί να υπάρχουν ιστορικά μυθιστορήματα, μετά-λογοτεχνία, ιστορίες με ζόμπι ή βαμπίρ κ.α. Αυτό σημαίνει ότι είναι μια λογοτεχνία πολύ μεγάλη με σαφώς πολύ μεγαλύτερη ποικιλία από ότι ήταν πριν πενήντα χρόνια.