«Ο διάβολος μιλάει όλες τις γλώσσες», της Τζένιφερ Ρισάρ
Αυτός που γέμιζε τα όπλα με χρήμα και αίμα
Λένε: «Τα άδεια όπλα σκοτώνουν». Δεν λένε: «Τα άδεια όπλα γεμίζουν με χρήμα, αίμα, εξουσία, σφαίρες επιρροής, εκμετάλλευση πηγών, ανθρώπων, διαφθορά και πτώματα». Λένε: «Κανείς δεν πήγε μπροστά με τον σταυρό στο χέρι». Δεν λένε: «Οι μεγαλόσταυροι ευλόγησαν τα σχέδια των άπληστων, κυνικών, αμετανόητων καπιταλιστών». Λένε: «Δεν υπάρχει εναλλακτική». Δεν λένε: «Όταν βλέπουμε την υψωμένη γροθιά βλέπουμε και την εναλλακτική και δεν μας αρέσει. Το κόκκινο, το εργατικό, το λαϊκό, το επαναστατικό, πρέπει να τσακίζεται πριν καν ορθοποδήσει». Λένε: «Είμαστε πατριώτες». Δεν λένε: «Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και το κέρδος δεν γνωρίζει από σύνορα, ελευθερία, δημοκρατία». Λένε, ο εξής ένας, ο Ανατόλ Φρανς: «Πιστεύουμε πως πεθαίνουμε για την πατρίδα: πεθαίνουμε για τους βιομήχανους». Εδώ δεν υπάρχει κάτι κρυφό, κάτι ανομολόγητο μα ενεργό. Αυτή είναι η αλήθεια και γράφεται στα πεδία των μαχών που με δόλιο ή αυταρχικό τρόπο όρισαν άλλοι. Ξέρετε, αυτοί που φοράνε κοστούμια και υποκλίνονται σε αυτούς που χαμογελάνε και μετράνε τα κέρδη τους. Και αυτοί φοράνε κοστούμια. Κι αν υποκλίνονται είναι μόνο μπροστά στο είδωλό τους. Γι’ αυτούς δεν υπάρχει πατρίδα, μόνο βιομηχανία κι ένας διάβολος στην ψυχή τους. Η Τζένιφερ Ρισάρ, στο «Ο διάβολος μιλάει όλες τις γλώσσες» (Εκδόσεις Ποταμός), μας αφηγείται τη ζωή ενός… Διαβόλου!
Η συγγραφέας φέρνει στο προσκήνιο έναν άνθρωπο που έδρασε στο παρασκήνιο, τον Βασίλι Ζαχάρωφ, τον θρυλικό έμπορο όπλων του 20ου αιώνα. Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής, αυτός ο σκηνοθέτης, αυτός ο θεατής και αυτός ο αναγνώστης! Η Ρισάρ μας δίνει τη μυθιστορηματική ζωή του μέσα από τα δικά του μάτια. Για να το επιτύχει αξιοποιεί στο έπακρο την «ημερολογιακή γραφή». Τοποθεσία και ημερομηνία είναι η αφετηρία και σε τριτοπρόσωπη αφήγηση ξετυλίγεται το παρόν της ιστορίας. Η αμεσότητα του λόγου μας βάζει δίπλα στα πρόσωπα που κινούνται στη χάρτινη σκηνή. Η συγγραφέας μέσα σε αυτά τα ημερολόγια εντάσσει τα απομνημονεύματα του Ζαχάρωφ και ενισχύει τη δράση, την πλοκή, την εξιστόρηση. Σε αυτά η απεύθυνση προς τον αναγνώστη γίνεται σε πρώτο πρόσωπο. Η Ρισάρ «γεμίζει» τον ήρωα της με το άφθονο ιστορικό υλικό που έχει συγκεντρώσει. Τα σημάδια της Ιστορίας, της πολιτικής, της οικονομίας, γίνονται οι φλέβες και η καρδιά του λογοτεχνικού Ζαχάρωφ. Και είναι η ισορροπία γεγονότων-τεχνική της αφήγησης που κάνουν θελκτικό το πρόσωπο και τον βίο του.
Η Ρισάρ αντλεί από την ορμή και την τεράστια επίδραση των όσων συνέβησαν στο διάστημα «μέσα 19ου αιώνα-μέσα 20ου». Δεν στρογγυλεύει τίποτα, δεν προσπερνά τίποτα και όσα διαδραματίστηκαν ξεπηδούν από το στόμα του Ζαχάρωφ. Σαν να τον έχουμε απέναντι μας να μας διηγείται όσα έγιναν και έκανε ο ίδιος εκείνη την περίοδο. Όπως αναφέρει στο οπισθόφυλλο «μέχρι την τελευταία του ανάσα χειραγωγούσε ανερυθρίαστα και χωρίς τύψεις προκειμένου να υποδαυλίσει τον πόλεμο». Η αφηγηματική ροή, η πρόζα και η αλληλεπίδραση με τους άλλους χαρακτήρες, τις κόρες του κυρίως, αποτυπώνουν αυτήν την ανάσα. Το «Ο διάβολος μιλάει όλες τις γλώσσες» είναι συναρπαστικό βιβλίο. Διαθέτει τη δύναμη και την ταχύτητα του βίαιου παρελθόντος και την ανήσυχη ηρεμία του παρόντος. Εδώ επιβεβαιώνεται ξεκάθαρα η ρήση του Φρανς και το διαρκές καπιταλιστικό έγκλημα. Η ρέουσα μετάφραση ανήκει στη Λίζυ Τσιριμώκου.