Ο Τραμπ «πάτησε το κόκκινο κουμπί» στην Μέση Ανατολή

Και απέδειξε ότι το διεθνές δίκαιο δεν είναι παρά μια ερμηνεία κατά το δοκούν του πιο ισχυρού

| 07/12/2017

Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε αυτό που όλοι απεύχονταν την Τετάρτη το βράδυ ώρα Ελλάδας. Άνοιξε διάπλατη την κερκόπορτα εντελώς απρόβλεπτων εξελίξεων σε μία από τις «θερμότερες» περιοχές του πλανήτη: αναγνώρισε την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ καταπατώντας όχι απλώς κάθε έννοια δικαίου και του λεγόμενου διεθνούς δικαίου αλλά και μία από τις βασικότερες αρχές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής εδώ και δεκαετίες. Μια αρχή που επέτρεψε στις ΗΠΑ, παρά την σταθερή και αμέριστη στήριξη προς το Ισραήλ, να μπορούν να παρουσιάζονται από σειρά αραβικών ηγεσιών της περιοχής προς την οργισμένη κοινή τους γνώμη ως, λειψός μεν αλλά «εξισορροπητικός» διαμεσολαβητής για την ειρήνευση.

Το πρώτο και κυριότερο είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ με την απόφασή του αυτή δεν περιφρονεί απλώς με εξαιρετικά προκλητικό τρόπο μόνο τα δίκαια του παλαιστινιακού λαού υιοθετώντας τη θέση της ισραηλινής κατοχής. Περιφρονεί, αν δεν τσαλαπατά, όλα τα περί διεθνούς δικαίου φληναφλήματα αποδεικνύοντας ότι το διεθνές δίκαιο, επί του πρακτέου, δεν είναι παρά μια ισορροπία δυνάμεων (και τρόμου) και αυτήν τη στιγμή οι ΗΠΑ ως μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική δύναμη όλων ανατρέπει την ισορροπία αυτή χωρίς κανένα πρόβλημα. Γιατί «δίκιο» είναι αυτό του ισχυρού στον ιμπεριαλισμό (και στον καπιταλισμό).

Δεν είναι μόνο το θέμα ότι οι Παλαιστίνιοι θεωρούν την ανατολική Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα ενός μελλοντικού ανεξάρτητου κράτους. Είναι ότι η ανατολική Ιερουσαλήμ είναι κατεχόμενο έδαφος με βάση αυτό ακριβώς το διεθνές δίκαιο με το οποίο μας ζαλίζουν τα αυτιά την ώρα που ισοπεδώνουν ολόκληρες χώρες.  Είναι ότι η ανατολική Ιερουσαλήμ και το καθεστώς της ως κατεχόμενο έδαφος από το οποίο προκύπτει ότι το Ισραήλ δεν έχει κανένα δικαίωμα με βάση το διεθνές δίκαιο να προχωρήσει σε καμία απολύτως μεταβολή της νομικής κατάστασης, αναφέρεται σε 15 αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και σε άλλες τόσες της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

Αποτέλεσμα εικόνας για Occupied Jerusalem PAlestinians

Οι κατεδαφίσεις σπιτιών Παλαιστινίων στην ανατολική Ιερουσαλήμ είναι συνεχείς

Χαρακτηριστικότερες η πρώτη και η τελευταία του Συμβουλίου Ασφαλείας: η 242 το 1967, όπου ομοφώνως καλείται το Ισραήλ να αποσύρει τις στρατιωτικές του δυνάμεις από τις περιοχές που κατέλαβε στον πόλεμο του 1967 (μεταξύ των οποίων η ανατολική Ιερουσαλήμ) και η 2334, της 23ης Δεκεμβρίου 2016, που καταδικάζει το Ισραήλ για την ανέγερση εποικισμών σε όλα τα κατεχόμενα εδάφη από το 1967, συμπεριλαμβανομένης της ανατολικής Ιερουσαλήμ, δίνοντας έμφαση στο ότι δεν θα αναγνωρίσει ο ΟΗΕ οποιαδήποτε αλλαγή στα όρια του 1967 και ζητώντας «παύση κάθε ισραηλινής εποικιστικής δραστηριότητας που θα υποσκάψει την λύση των δύο κρατών». Πρόκειται για την πρώτη και τελευταία, μέχρι σήμερα, απόφαση του Σ. Ασφαλείας που καταδικάζει απερίφραστα το Ισραήλ (δεν ζητά κάτι, καταδικάζει) και στην οποία οι ΗΠΑ δεν άσκησαν βέτο αλλά απείχαν διευκολύνοντας την υιοθέτηση της. Ήταν η τελευταία διπλωματική ενέργεια της προεδρίας Ομπάμα, η οποία, κατά τα άλλα, δεν έκανε τίποτε ουσιαστικό για την επίλυση του Παλαιστινιακού, αντίθετα άφησε να εξελιχθούν μερικές από τις φονικότερες επιθέσεις του ισραηλινού στρατού στη Γάζα.

Υπενθυμίζεται, όπως έχουμε γράψει στο ToPeriodikoGr, ότι η Ιερουσαλήμ υπόκειται σε ειδικό καθεστώς με συνθήκη που υπογράφηκε μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η πόλη βρισκόταν υπό βρετανική διοίκηση, και η οποία διατηρήθηκε και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με τη συνθήκη, η πόλη υπόκειται σε ειδικό καθεστώς λόγω του ότι φιλοξενεί ιερούς τόπους τριών θρησκειών (μουσουλμανισμός, ιουδαϊσμός, χριστιανισμός με τις διάφορες εκκλησίες του) και την επίβλεψή της έχει ο εκπρόσωπος του ΟΗΕ στην πόλη. Το καθεστώς αυτό, τυπικώς, δεν άλλαξε ούτε κατά τον έλεγχό της από την Ιορδανία και το Ισραήλ μετά την ίδρυση του δεύτερου, ούτε μετά την κατοχή της από το Ισραήλ, το 1967.

Εξαρχής, όμως, για τις ισραηλινές κυβερνήσεις η Ιερουσαλήμ παρουσιαζόταν ως η «αιώνια πρωτεύουσα» του Ισραήλ, στην οποία είχε απόλυτα δικαιώματα.  Από την κατάρρευση της «ειρηνευτικής διαδικασίας» και μετά, η ισραηλινή πολιτική, σταδιακά και μεθοδικά, έχει γίνει ακόμη πιο επιθετική ως προς τον έλεγχο της πόλης.  Από την έναρξη της κατοχής και μετά, η συστηματική προσπάθεια εκδίωξης των Παλαιστινίων κατοίκων της  που ζουν στο ανατολικό κατεχόμενο τμήμα, όπου και βρίσκονται οι ναοί και οι ιεροί τόποι όλων των τριών θρησκειών, είναι διαρκής και κλιμακούμενη  (κατεδαφίσεις σπιτιών, παραμέληση της καθαριότητας, αποκλεισμοί, αφαίρεση άδειας διαμονής μέσα στο σπίτι τους κ.λπ.)  Από την πλευρά τους, οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν το ανατολικό κατεχόμενο τμήμα της πόλης ως πρωτεύουσα για το κράτος τους, δηλαδή την παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ.

Αποτέλεσμα εικόνας για the holy sites of three religions in Jerusalem

Ιερός τόπος για τρεις θρησκείες

Για όλους αυτούς τους λόγους (πολιτικούς, διπλωματικούς και θρησκευτικούς  –καθώς η μετατροπή της Ιερουσαλήμ σε ισραηλινή πρωτεύουσα δεν εξοργίζει μόνο τους Παλαιστινίους αλλά και το σύνολο του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου δεδομένης της παρουσίας εκεί του τεμένους αλ Άκσα του τρίτου ιερότερου τόπου για το Ισλάμ μετά την Μέκκα και την Μεδίνα-) όλες οι ξένες πρεσβείες στο Ισραήλ φιλοξενούνται στο Τελ Αβίβ. Εδώ και λίγους μήνες, από την έναρξη της θητείας Τραμπ το θέμα έχει ανακινηθεί καθώς στελέχη της κυβέρνησής του έχουν ανοιχτά μιλήσει για μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ, κίνηση που εύκολα μπορεί να πυροδοτήσει ακόμη μεγαλύτερη ανάφλεξη σε όλη την περιοχή.

Η απελπισμένη αμηχανία των αραβικών συμμαχικών ηγεσιών

Αναγνωρίζοντας, δια της μεταφοράς της αμερικανικής πρεσβείας, την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ ο Τραμπ πυροδοτεί μια εκπληκτική «καραμπόλα» προβλημάτων, τα οποία το κάθε ένα από μόνο του μπορεί ν’ αποτελέσει έναυσμα γενικευμένης σύρραξης, πόσο μάλλον όλα μαζί. Καταρχήν όσο και να χαίρεται, επισήμως, η ισραηλινή ηγεσία σε πρώτη φάση, σε μια δεύτερη θα πρέπει μάλλον να συνειδητοποιήσει ότι η, έστω και «μυστική», προσέγγισή της με αραβικές ηγεσίες σε μια σειρά από «μέτωπα», όπως πχ με τη σαουδαραβική ηγεσία απέναντι στο σιιτικό κίνδυνο του Ιράν, «τινάζεται στον αέρα».  Δεν έφτανε που από μόνη της αποτελούσε ένα ιδιαίτερα «δύσκολο» θέμα προς «πώληση» στην αραβική κοινή γνώμη, τώρα γίνεται εφιάλτης.

Το Παλαιστινιακό είναι ένα από τα ελάχιστα θέματα που οι, σε μεγάλο βαθμό, διόλου δημοφιλείς στο λαό τους αραβικές ηγεσίες αξιοποιούσαν και «ανέβαζαν» για να συσπειρώνουν και να αποπροσανατολίζουν από την οργή για τις ίδιες, παρότι τα τελευταία χρόνια μεθοδικά και στοχευμένα είχε «περάσει» στο περιθώριο των εξελίξεων. Η κίνηση Τραμπ είναι, εξαιρετικά, πιθανό να λειτουργήσει σαν τη σταγόνα εκείνη που ξεχειλίζει το ποτήρι μιας συνολικής δυσφορίας και απογοήτευσης, εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκονται λόγω εντοπιότητας και θρησκείας στο μάτι ενός παγκόσμιου κυκλώνα τα τελευταία πολλά χρόνια, μετρώντας δυστυχίες, ξεριζωμούς, νεκρούς. Όταν το κύμα αυτής της οργής θα «σκάσει», και αυτό δεν είναι διόλου δύσκολο λόγω της γενικότερης εκρηκτικής κατάστασης, τότε είναι ιδιαίτερα αμφισβητήσιμο το κατά πόσο θα μπορέσουν οι, σύμμαχες στις ΗΠΑ αραβικές ηγεσίες, και ορισμένες και στο Ισραήλ κρυφά, να το συγκρατήσουν.

Αποτέλεσμα εικόνας για Occupied Jerusalem PAlestinians

Σύλληψη 10χρονου Παλαιστινίου σε συγκρούσεις στην ανατολική Ιερουσαλήμ

Όχι μόνο προσπαθώντας να το ελέγξουν αλλά πολύ περισσότερο προσπαθώντας να αποτρέψουν να παρασύρει και τις ίδιες. Και στην κατηγορία αυτή βρίσκονται διόλου αμελητέες, για τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, ηγεσίες όπως η Σ. Αραβία, η Ιορδανία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κ.λπ.

Ο Τραμπ φέρνει τις σύμμαχές του αραβικές ηγεσίες σε δύσκολη θέση και για έναν ακόμη λόγο: γιατί διευκολύνει το εχθρικό τους σιιτικό Ιράν να «μαζέψει όλο το χαρτί» της οργής. Η Τεχεράνη, προφανώς, θα κάνει τα πάντα για να αξιοποιήσει την ευκαιρία να κερδίσει περισσότερους «πόντους» στην κλιμακούμενη αντιπαράθεση κυριαρχίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Και αυτό, επίσης προφανώς, δεν θα χαροποιήσει διόλου τις σουνιτικές αραβικές ηγεσίες που θα δουν την ιρανική επιρροή να διευρύνεται.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, τέλος, σχεδόν πετυχαίνει να βελτιώσει την εικόνα και της ηγεσίας Άσαντ, καθώς είναι από εκείνες που ουδέποτε εξομάλυναν τη σχέση τους με το Ισραήλ. Μάλιστα, επανειλημμένως, κατά τη διάρκεια της πολύχρονης στρατιωτικής κόλασης στη Συρία, κατήγγειλε ότι ο ισραηλινός στρατός «έκανε πλάτες» στο ISIS, στα ισραηλινο-συριακά σύνορα μεταφέροντας ακόμη και μαχητές του για περίθαλψη σε ισραηλινά νοσοκομεία.

Δεκάδες ταυτόχρονα διεθνή μέτωπα

Σε διεθνές επίπεδο, ο Τραμπ κατάφερε επίσης κάτι σημαντικό: σχεδόν κανείς δεν συμφωνεί μαζί του εκτός ίσως από ορισμένες ηγεσίες τύπου Τσεχίας που έσπευσαν να τον ακολουθήσουν. Ρωσία – Κίνα απέκτησαν άλλο ένα ζήτημα να τους ενώνει. Η ΕΕ δεν διαφώνησε ανοιχτά αλλά εξέφρασε ανησυχία και προσήλωση στην λύση των δύο κρατών, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι τις «συνέπειες» μιας νέας έκρηξης στην περιοχή θα της υποστεί σε μεγάλο βαθμό η ίδια. Άλλες χώρες, όπως ο Καναδάς, πήραν αποστάσεις από τις αμερικανικές θέσεις. Η τουρκική ηγεσια βρήκε άλλον ένα λόγο να ασκήσει «σουλτανικά» καθήκοντα.

Σχετική εικόνα

Ισραηλινός στρατός και Τέμενος αλ Άκσα

 

Από την «καραμπόλα» που πέτυχε ο Τραμπ δεν λείπει ούτε το Βατικανό αλλά και Ορθόδοξες εκκλησίες οι οποίες έχουν κάθε λόγο να μην επιθυμούν ισραηλινό – εβραϊκό έλεγχο, επί των ιερών (προσοδοφόρων) τόπων που επίσης διαθέτουν στην Ιερουσαλήμ. Για τους μουσουλμάνους, για τους οποίους η Ιερουσαλήμ φιλοξενεί το δεύτερο ιερότερο τόπο του Ισλάμ, το τέμενος αλ Ακσά, επίσης η απόφαση Τράμπ αποτελεί αιτία πολέμου.

Με δύο λόγια, ο Αμερικανός Πρόεδρος κατάφερε, με ένα ολιγόλεπτο μήνυμα, να δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις ακόμη και για παγκόσμια σύρραξη καθώς στην απόφαση αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ εμπερικλείονται μια σειρά άλλων ζητημάτων που ελάχιστα μπορεί να σχετίζονται με αυτήν καθ’ εαυτή την μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας, ακόμη και με την ίδια την πόλη.

Ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες, την ψυχολογία και τη δημοσιογραφία, την μία την σπούδασε και την άλλη την έκανε επάγγελμα. Καμβάς το διεθνές ρεπορτάζ. Eκεί που δυστυχώς οι ζωές γίνονται ακόμη αριθμοί. Αγαπημένη ερώτηση: γιατί. Αγαπημένο μέσο: οι λέξεις, γραπτές ή ραδιοφωνικές. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να ολοκληρώσει διδακτορική διατριβή, όπου αποπειράθηκε να συνδυάσει πολιτική φιλοσοφία και σύγχρονες εξελίξεις.