Πειραματικά φιλμ για τη φιλοσοφική σκέψη του Walter Benjamin

Κινηματογραφικά θραύσματα από την καρδιά του μοντερνισμού

| 23/11/2016

Αναδημοσιευουμε από τον ιστότοπο openculture ένα κείμενο του Josh Jones σχετικά με την κινηματογραφική μετουσίωση του θραυσματικού έργου του Walter Benjamin που γέννησε ταινίες αντίστοιχες της αντιφατικής αισθητικής θεωρίας του.

Ο θεωρητικός λογοτεχνίας και ερευνητής Walter Benjamin υπήρξε κομμάτι μιας μικρής, αλλά εξαιρετικά, σημαντικής ομάδας γερμανοεβραίων διανοουμένων που δραπέτευσαν από το ναζιστικό καθεστώς τη δεκαετία του 1930. Η ομάδα περιελάμβανε στοχαστές όπως ο Theodor Adorno, ο Max Horkheimer, η Hannah Arendt, ο Herbert Marcuse και ο Bertolt Brecht. Από όλους αυτούς, μόνο ο Benjamin υπέκυψε, αυτοκτονώντας με υπερβολική δόση μορφίνης το 1940, σε ξενοδοχείο της Καταλονίας, όταν έγινε σαφές ότι οι Ισπανοί, από τους οποίους είχε ζητήσει άσυλο, σκόπευαν να τον επαναπροωθήσουν πίσω στη Γερμανία.

Από τους προαναφερθέντες, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι αρκετά γνωστοί μεταξύ φοιτητών πολιτισμικών σπουδών στις ΗΠΑ, ο Benjamin θεωρείται ο πλέον επιδραστικός, ακόμα και αν σπανίως εμφανίζεται μέσα στην εξεταστέα ύλη των μαθημάτων τους, με εξαίρεση το διάσημο δοκίμιό του «Το έργο τέχνης στην εποχή της μηχανικής αναπαραγωγιμότητάς του», που αποτελεί έναν σύνδεσμο ανάμεσα στις σπουδές θεωρίας του κινηματογράφου και θεωρίας των μέσων. Όλοι οι παραπάνω στοχαστές θαύμαζαν τον Benjamin και του ήταν βαθειά αφοσιωμένοι. Και ενώ ο Benjamin –συχνά σε σχέση με το προαναφερθέν δοκίμιο- κατηγοριοποιείται ως μαρξιστής, ήταν επίσης, και κάτι άλλο, ένας μυστικιστής, ένας σοφός, το ισοδύναμο, ίσως, του Kafka στο πεδίο της κριτικής.

Η πειραματική ταινία του 1993 «Μονόδρομος: Θραύσματα για τον Walter Benjamin» είναι κατά ένα μέρος ντοκιμαντέρ και κατά ένα άλλο μέρος μια χαμηλού προϋπολογισμού άσκηση μοντάζ. Η ταινία μάς εισάγει στη ζωή και τη σκέψη του Benjamin μέσα από συνεντεύξεις με ερευνητές, αναπαραστάσεις των τελευταίων ημερών του και συνδέσεις αξονισμένες γύρω από τους αφορισμούς του. Ο “Μονόδρομος” ξεκνά με ένα επίγραμμα του μαθητή του Benjamin, Brecht, από το ποίημα του τελευταίου “Για την αυτοκτονία του πρόσφυγα W.B.” στο οποίο εξαίρει την προφητική δύναμη του μέντορά του: “Το μέλλον βρίσκεται στο σκοτάδι και οι δυνάμεις του δίκιου / Είναι αδύναμες. Όλο αυτό ήταν ολοφάνερο σε σένα”. Όντως, είναι αυτή η μυστικιστική πλευρά του Benjamin η οποία αψηφά την αυστηρή κατάταξή του ως δογματικού μαρξιστή υλιστή. Μέσα από την αξιοσημείωτη επιρροή του φίλου του Gershom Scholem, ο Benjamin απέκτησε ένα βαθύ ενδιαφέρον για την καμπαλλιστική σκέψη, συμπεριλαμβανομένου του μεσσιανικού στοιχείου που τόσο έχει χρωματίσει τα γραπτά του.

One Way Street: Fragments for Walter Benjamin (1993) from g. c. on Vimeo.

Σχετικά με τον ιουδαϊκό μυστικισμό του, ο Anson Rabinbach, εκδότης του New German Critique, συνοψίζει τη σκέψη του Benjamin παρακάτω:

“Ο κόσμος είναι… σκορπισμένος σε θραύσματα και σε αυτά τα θραύσματα, τα θραύσματα του κόσμου στον οποίο τώρα ο Θεός έχει γυρίσει την πλάτη, ενοικούν συγκεκριμένες παρουσίες που επιβεβαιώνουν την προηγούμενη ύπαρξη του θεϊκού τους χαρακτήρα. Δεν μπορείς σκοπίμως να ανακαλύψεις αυτές τις θεϊκές παρουσίες, αλλά μπορούν να  αποκαλυφθούν”

Σύμφωνα με τον Rabinbach, η μέθοδος του Benjamin ήταν παρόμοια με του Freud, “μια απόπειρα να αποκαλυφθεί η καταγωγή κάποιων πραγμάτων -που δεν φαίνεται να σχετίζονται κατ΄ανάγκη το ένα με το άλλο- μέσω της αντιπαραβολής τους… Αυτή είναι και η καμπαλλιστική ουσία του ότι δεν μπορείς να «βαδίσεις σε ευθεία» για να φτάσεις στην αποκάλυψη της καταγωγής των πραγμάτων, γιατί αυτός ο δρόμος είναι μπλοκαρισμένος”. Η θραυσματική μέθοδος του Benjamin παρήγαγε εντυπωσιακά αποτελέσματα -εκατοντάδες σελίδες δοκιμίων και ένα απογοητευτικά ημιτελές βιβλίο που εκδόθηκε με τον τίτλο “The Arcades Project”.

cropped-arcade2jpeg

Η σκέψη του υπήρξε τόσο πολυποίκιλη, ώστε ο Michael Jennings, συγγραφέας του έργου “Διαλεκτικές εικόνες”, επισημαίνει: “ο τρόπος με τον οποίο ο Benjamin έχει περισσότερο χρησιμοποιηθεί σε αυτήν τη χώρα είναι με το να αποκόπτει οποιοσδήποτε λόγια του από τα συμφραζόμενά τους, προκειμένου να στηρίξει οποιαδήποτε θέση μπορεί κανείς να φανταστεί και ενώ αυτό μου προκαλούσε δυσφορία, κάποια στιγμή κατάλαβα ότι αυτή ακριβώς ήταν η πρακτική που ακολουθολύσε και ο ίδιος ο Benjamin”. Έτσι, ο Benjamin καταλαμβάνει στις ανθρωπιστικές επιστήμες θέση ανάλογη με τον ρώσο θεωρητικό λογοτεχνίας Mikhail Bakhtin. Όπου είναι διάσημος, είναι διάσημος, επειδή διανοίγει ολόκληρα εννοιολογικά πεδία, στα οποία μπορεί κάποιος να εισχωρήσει αρθρώνοντας μια μόνο λέξη ή φράση.

Μια από τις λέξεις του μπενγιαμινικού λεξιλογίου με το μεγαλύτερο δυναμικό είναι ο γαλλικός όρος “flâneur”. Ο flâneur είναι ένας διαβάτης, ένας αργόσχολος περιπατητής, ένας καλοντυμένος άντρας που βολτάρει άσκοπα μέσα στις παριζιάνικες στοές του 19ου αιώνα, ένας καταναλωτής χωρίς πρόθεση να καταναλώσει, ένα σκεπτόμενο παράσιτο της στοάς (όπως ορίζεται στον ιστότοπο The Arcades Project Project). Ο flâneur είναι ένας προνομιούχος άντρας, που προοικονομεί αυτού που θα ονομάζαμε σήμερα “αντρικό βλέμμα”. “Παραδοσιακά, τα χαρακτηριστικά του flâneur υπήρξαν ο πλούτος, η καλλιέργεια και η… τεμπελιά. Βολτάρει για να περάσει τον ελεύθερο χρόνο του, αυτόν που ο πλούτος του τού παρέχει, αντιμετωπίζει τους ανθρώπους που συναντά και τα αντικείμενα που βλέπει ως στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την ευχαρίστησή του”. Δεν είναι ένας παθητικός παρατηρητής, αλλά αντιθέτως ένα τεμπέλικο, αστικό αρπακτικό και επίσης, ένας δανδής, ένας πρωτοχίπστερ. Ίσως, η πιο διαβολική αναπαράσταση ενός τέτοιου χαρακτήρα (σε διαφορετικό αστικό συγκείμενο)είναι ο τρομακτικός Svidrigailov στο “Έγκλημα και Τιμωρία” του Ντοστογέφσκι.

Στο φιλμ “Flâneur III: Benjamin’s Shadow”, του 1998, ο δανός σκηνοθέτης Torben Skjodt Jensen και ο σεναριογράφος Urf Peter Hallberg εργάστηκαν από κοινού επάνω σε έναν ιμπρεσιονιστικό, ασπρόμαυρο διαλογισμό στο Παρίσι, ενδεδυμένο από τον Hallberg με παράθεση στοχασμών του Benjamin. Το ενδιαφέρον του για το Παρίσι του 19ου αιώνα ήταν αυτό που τον οδήγησε στη δημιουργία του ογκώδους και ημιτελούς έργου του Arcades Project, μια ανασκαφή στην καρδιά των έργων της νεωτερικότητας. Και ενώ ο “Μονόδρομος” διακρίνεται για μια αυστηρά χρονικά εντοπισμένη nineties αισθητική (κάτι που μπορεί να δείχνει χαριτωμένο τώρα που η μόδα αυτής της δεκαετίας επανέρχεται), η ταινία “Flâneur III: Benjamin’s Shadow” είναι ταυτόχρονα κλασική και μοντερνιστική, μια μαρτυρία της ομορφιάς και των αντιφάσεων του Παρισιού. Θεωρώ ότι είναι, λοιπόν, υπό αυτό το πρίσμα, ο πιο ταιριαστός φόρος τιμής στην κριτική και αντιφατική αισθητική θεωρία του Benjamin.

Ο Δημήτρης Κεχρής είναι φωτογράφος και επιμελητής. Σπούδασε Φυσική στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε το πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών «Ψηφιακές Μορφές Τέχνης» της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Είναι συνιδρυτής του κόμβου θεωρίας και κριτικής της φωτογραφίας ALDEBARAN και εργάζεται ως επιμελητής στο MedPhoto Festival. Κείμενά του για τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο έχουν δημοσιευτεί σε επιθεωρήσεις, σε συλλογικούς τόμους και στον ημερήσιο Τύπο. Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος.