Πολυτεχνείο: Μύρισε Νοέμβρης...
Μύρισε Νοέμβρης και τα δεκαεφτά του γαρύφαλλα δεν λεν να μαραθούν.
Αυτό το περίεργο εντεκάρι, σημάδι πάντα στο ημερολόγιο.
Πιτσιρίκα δίπλα στον παππού -στο συναρπαστικό μπαλκόνι του Ζωγράφου- να μου λέει για το κατέβασμα με τα πόδια στο Πολυτεχνείο, για τα παιδιά με τα μαλλιά, για τα λεμόνια που έπαιρναν τις ασφυξίες, τις φωτιές. Μετά ποδοβολητό, ριπές, σιγή…
Την κράτησα την αφήγηση (και δεν ήταν αριστερός ο αγαπημένος -εξ Αιγύπτου- παππούς μου, μα ένιωθα ότι μισούσε το φασισμό).
Και εκείνο το γόνιμο έδαφος μπολιάστηκε και άνθισε, από λίπασμα που του ριξαν σπουδαίοι δάσκαλοι. Εκείνες τις μέρες στις σχολικές τις αίθουσες: εικόνες από τανκ, μπλεγμένες με ήχους της «δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» και συνθήματα «απόψε πεθαίνει ο φασισμός», ανατριχίλα.
Κι οι πρώτες βόλτες στο Πολυτεχνείο, πάλι κρατημένη από το χέρι του παππού και ένα λουλούδι, κι η απορία γιατί είναι τόσο κενά τα μάτια εκείνου του αγαλμάτινου αγοριού. “Είναι που του κλεψαν το βλέμμα και πέτρωσε” μου λεγε…
Μετά φοιτήτρια στα Γιάννενα, εργαζόμενη στην Αθήνα και μέσ’ την επισφάλεια, πάντα η ασφάλεια του Νοέμβρη, συντροφιά. Η ασφάλεια και η σιγουριά, πως παρά τις ήττες, τους συμβιβασμούς, παρά τις ματαιώσεις, τη θλίψη της συνήθειας και το φόβο του θανάτου, πάντα οι νοέμβρηδες θα μας στοιχειώνουν. Έγιναν πυρηνικό πιστεύω μας, και πλέον άλλοι δεν μπορούμε να γίνουμε, ούτε να δούμε τη ζωή αλλιώς.