Πριν τη λευκή σελίδα
"Κατηγορώ", του Εμίλ Ζολά

Τι υπάρχει στο «πριν» κάθε συγγραφέα, κάθε ποιητή; Σαν αναγνώστες βρισκόμαστε πάντα στο «μετά», στη στιγμή που «περπατάει» το έργο του κάθε λογοτέχνη. Τη στιγμή που κατεβάζουμε το βιβλίο από το ράφι και το ξεσκονίζουμε, ο δημιουργός «ξεσκονίζει» τις σκέψεις του, τις προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα που θα οδηγήσουν το χέρι του στο χαρτί για να γράψει κάτι καινούριο. Η διαδικασία ίσως είναι επίπονη και κοπιαστική πνευματικά για τον ίδιο, όμως θέλουμε να συμμετάσχουμε. Το διάβασμα είναι απόλαυση, αλλά τι ήταν αυτό που άναψε τη σπίθα για να πάρει φωτιά η πένα και να «ζωντανέψει» η λευκή σελίδα; Ποια ήταν η αφορμή για να «γεννηθούν» τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Ψάχνουμε, βρίσκουμε και απαντάμε.
Πώς «γεννήθηκε» το «Κατηγορώ» του Εμίλ Ζολά
Το περίφημο κείμενο-καταγγελία του Ζολά προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Γαλλίας, Φελίξ Φαρ, το 1898, συντάχθηκε από την… αδικία, τη δίωξη, τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό, τον μιλιταρισμό, τη βαρβαρότητα, την εκδικητικότητα, τον ελεγχόμενο Τύπο. Ο Ζολά είχε το σθένος και το θάρρος να αναμετρηθεί μαζί τους και να τιθασεύσει όλα αυτά τα ποταπά στοιχεία. Να τα αναδείξει, αλλά και να συντρίψει την ίδια στιγμή. Αιχμές που πλήγωσαν βάναυσα τη Δημοκρατία, την Ισότητα, την Αδελφότητα, την Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη. Ιοβόλα βέλη που διαπέρασαν το κορμί ενός ανθρώπου και το αίμα της ψυχής του εξακτινώθηκε στα ιερά και τα όσια του δυτικού πολιτισμού. Ο λοχαγός Άλφρεντ Ντρέιφους και η σκευωρία που στήθηκε εις βάρος του «όπλισαν» το χέρι του Ζολά. Το «Κατηγορώ» ήταν η πύρινη ρομφαία που ήχησε και έπεσε σε όλους τους άπιστους. Θεία Τιμωρία, αλλά χωρίς μεσολαβητές. Οργή, θυμός, αγωνία, μέσα από τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και όχι «μεταφρασμένα» από ιερείς, πολιτικούς και στρατιωτικούς. Ο Ζολά έγινε το ηχείο της φωνής που πνιγόταν στην επιβεβλημένη αφωνία. Ήταν το «Ως εδώ» που παρακινεί το σώμα και το πνεύμα να σπάσει τις αλυσίδες του. Είναι η απελευθέρωση και η χειραγώγηση του αυθόρμητου προς το φυτίλι της έκρηξης. Το «Κατηγορώ» είναι η ελπίδα που ποτέ δεν πεθαίνει.
Υπόθεση Ντρέιφους
Το όνομα «Ντρέιφους» είναι ρόγχος θανάτου και κραυγή Δικαιοσύνης. Σε αυτόν τον τραχύ, ανηφορικό δρόμο, έβαλε πλάτη ο Ζολά και φάνηκε στην κορυφή η απεραντοσύνη της ελευθερίας και της αποκατάστασης του κύρους της ανθρωπότητας. Εάν δεν παρουσιάσουμε την υπόθεση -έστω στα βασικά της σημεία- δεν μπορούμε να διακρίνουμε και το πεδίο ανάδυσης του «Κατηγορώ».
Ο λοχαγός Άλφρεντ Ντρέιφους συνελήφθη ένα πρωινό του 1894, δικάστηκε και καταδικάστηκε για κατασκοπία πάρα τις έντονες διαμαρτυρίες του που δεν βρήκαν απήχηση παρά σε έναν ασήμαντο αριθμό συμπατριωτών του. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που τον πίστεψαν από την πρώτη στιγμή.
Ο Ντρέιφους ήταν τότε 35 χρόνων. Η οικογένειά του ήταν εβραϊκής καταγωγής, αλλά ήταν εγκαταστημένη από αιώνες στην Αλσατία και είχε ακραιφνή γαλλικά αισθήματα. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα, ώστε ο πατέρας του, που είχε ιδρύσει υφαντουργείο στη Μιλούζ, προτίμησε να εξοριστεί παρά να μείνει κάτω από τη γερμανική κυριαρχία όταν η Αλσατία έπεσε στα χέρια των Γερμανών μετά τον πόλεμο του 1870.
Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στη Μιλούζ, ο Άλφρεντ, παιδί ακόμα, έκλαιγε από την απελπισία και την ταπείνωση που ένιωσε. Τότε, αποφάσισε να γίνει γάλλος αξιωματικός και να αφιερώσει όλες του τις δυνάμεις στην ανασυγκρότηση της μεγάλης ακρωτηριασμένης πατρίδας του. Μόλις ανδρώθηκε, πραγματοποίησε την παιδική του φιλοδοξία και την πραγματοποίησε στην εντέλεια, παρά τις αντιδράσεις που συναντούσε για την εβραϊκή του καταγωγή. Στη Γαλλία, τότε, υπήρχε έντονη αναβίωση του αντισημιτισμού, δείγμα του ρεύματος που θα επικρατούσε αργότερα και στην Ευρώπη.
Κατά το 1890, το Γαλλικό Επιτελείο είχε ορισμένες αποδείξεις ότι υψίστης σημασίας έγγραφα που αφορούσαν την οργάνωση της Εθνικής Άμυνας, έπεφταν στα χέρια των Γερμανών. Η διαρροή συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια κι έλαβε εντατικότερο ρυθμό από τη στιγμή που τοποθετήθηκε στρατιωτικός ακόλουθος της γερμανικής πρεσβείας στο Παρίσι ο αντισυνταγματάρχης Σβαρτσκόπεν.
Οι Γάλλοι αντέδρασαν. Η Υπηρεσία Πληροφοριών του Υπουργείου Στρατιωτικών, με διευθυντή τον συνταγματάρχη Σαντέρ, είχε οργανώσει ευρύτατο δίκτυο αντικατασκοπίας. Η υπηρεσία είχε και ένα ειδικό τμήμα που ονομαζόταν «Τμήμα Στατιστικής» και ασχολείτο αποκλειστικά με την αντικατασκοπία. Στο τμήμα αυτό ήταν προσκολλημένος ο ταγματάρχης Ανρί, βοηθός του συνταγματάρχη Σαντέρ.
Η γαλλική αντικατασκοπία, εξαρτιόταν αμέσως από το Γενικό Επιτελείο και ενεργούσε ανεξάρτητα και συχνά αντίθετα προς τις διαταγές της κυβέρνησης. Μεταξύ των πρακτόρων της ήταν και η καθαρίστρια της γερμανικής πρεσβείας. Της είχαν αναθέσει να μαζεύει όλα τα σχισμένα χαρτάκια που έριχνε ο γερμανός ακόλουθος στο καλάθι των αχρήστων. Ό,τι έβρισκε το παρέδιδε στον ταγματάρχη Ανρί.
Το «Μπορντερό»
Τον Σεπτέμβριο του 1894, ο ταγματάρχης Ανρί έλαβε από έναν πράκτορα που λεγόταν Μπρούκνερ επιστολή, η οποία απευθυνόταν στον Γερμανό Στρατιωτικό Ακόλουθο Σβαρτσκόπεν και αφαιρέθηκε από τη θυρίδα του στο θυρωρείο της γερμανικής πρεσβείας. Σε αυτήν περιέχονταν ευαίσθητες στρατιωτικές πληροφορίες. Η επιστολή έμεινε γνωστή ως «Μπορντερό» και φανέρωνε την προδοσία του συγγραφέα της. Ο γραφικός χαρακτήρας του «Μπορντερό» ανήκε στον ταγματάρχη Εστερχάζυ, φίλο του Ανρί. Ο Εστερχάζυ ήταν τυχοδιώκτης και άτομο δίχως ηθικούς φραγμούς. Η οικονομική του κατάσταση χειροτέρεψε μετά τον χωρισμό του από τη δεσπονίδα Ντετανκούρ-Βωμπεκούρ.
Ο Ανρί αναγκάστηκε να διαβιβάσει την επιστολή στους ανωτέρους του. Επιθυμία του ήταν να μην ανακαλυφθεί ποτέ ο συγγραφέας και η υπόθεση να σβήσει. Το έγγραφο όμως αναστάτωσε τους προϊσταμένους του. Η υπόθεση έφτασε στον βοηθό του αρχηγού του διοικητικού κλάδου του Υπουργείου Στρατιωτικών. Αυτός έκρινε ότι η επιστολή μπορούσε να είχε γραφεί μονάχα από έναν αξιωματικό του πυροβολικού. Πήρε τον κατάλογο αυτών των αξιωματικών και πρόσεξε το όνομα του Ντρέιφους. Του μόνου Εβραίου στον κατάλογο. Επειδή κατά τύχη ο γραφικός του χαρακτήρας είχε κάποια ομοιότητα με το «Μπορντερό», ο δρόμος της καταδίκης είχε ανοίξει.
Ο Ντρέιφους καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και πλήρη απομόνωση στο Νησί του Διαβόλου. Το όνομα Ντρέιφους έγινε το σύμβολο της προδοσίας των Γάλλων Εβραίων. Ούτε η προδοσία, αλλά ούτε και η υπόνοια της δωροληψίας μπορούσαν να σταθούν, καθώς οι γονείς του πεθαίνοντας είχαν αφήσει σε αυτόν και τα αδέλφια του μια κολοσσιαία περιουσία. Δεν είχε καταδικαστεί παρά για να συγκαλυφτούν οι πραγματικοί ένοχοι της προδοσίας, καθώς και η ταραγμένη πολιτική κατάσταση και τα σκάνδαλα που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο στη Γαλλία της Τρίτης Δημοκρατίας.
Ο Ζολά δεν υποχωρεί
Ο Ζολά ξεκίνησε την επίθεση με τρία μαχητικά άρθρα στον Φιγκαρό. Η κοινή γνώμη όμως ήταν εναντίον του Ντρέιφους. Έτσι, η πίεση που ασκήθηκε οδήγησε τη διεύθυνση του Φιγκαρό να αντικαταστήσει τον αρχισυντάκτη που δέχθηκε τα άρθρα του Ζολά. Ο τελευταίος δεν υποχώρησε. Τύπωσε τα άρθρα σε φυλλάδια και τα διένειμε παντού. Το «Κατηγορώ» δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ωρόρ». Ιδρυτής της ο Ερνέστ Βωγκάν. Ένα από τα μέλη της συντακτικής επιτροπής ήταν και ο Ζωρζ Κλεμανσώ. Στις 13 Ιανουαρίου 1898 η εφημερίδα κυκλοφορεί με πρωτοσέλιδο το «Κατηγορώ».
Ο Ζολά δικαιώνει την πεποίθηση ότι η «πένα είναι δυνατότερη από το ξίφος». Ξεσκέπασε την αθλιότητα και τη συκοφαντία ρατσιστικών μυαλών. Την ατιμία των υποταγμένων δημοσιογράφων. Τον δηλητηριώδη αντισημιτισμό της κοινωνίας. Αποκάλυψε τις αρετές του θάρρους, της γενναιότητας, της αλληλεγγύης. Έδωσε νόημα στις θεμελιώδεις αξίες της Δικαιοσύνης, της Εντιμότητας, της Ελευθερίας.
Για την ιστορία, σας γράφουμε λίγο και το μετά…
Μετά την επιστολή αυτή, ανοίγει πάλι η υπόθεση και ορίζεται καινούργια δίκη. Ωστόσο ο Ζολά κατηγορήθηκε για συκοφαντία και καταδικάστηκε με ένα χρόνο φυλάκιση. Αργότερα αποκαλύφθηκε –μέσα από την Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών- ότι υπεύθυνοι για την επίμαχη επιστολή ήταν ο Ανρί και ο Εστερχάζυ.
Οι ταραχές που ακολούθησαν έγιναν η αιτία να πέσει η κυβέρνηση. Η χώρα είχε χωριστεί στα δύο, ανάμεσα στους υποστηρικτές και στους εχθρούς του Ντρέιφους.
Ο Ζολά βρίσκεται νεκρός στο διαμέρισμά του, χωρίς ποτέ να κατανοηθεί αν ήταν ατύχημα ή αν δολοφονήθηκε. Ο Ντρέιφους αθωώθηκε πλήρως το 1906.
Απόσπασμα από την επιστολή του Ζολά:
Κατηγορώ τον αντισυνταγματάρχη Πατύ ντε Κλαμ, γιατί υπήρξε ο σατανικός δράστης της δικαστικής πλάνης…
Κατηγορώ τον στρατηγό Μερσιέ γιατί, το λιγότερο από πνευματική ανεπάρκεια, έγινε συνένοχος του μεγαλύτερου ανομήματος του αιώνα…
Κατηγορώ τον στρατηγό Μπιγιό, γιατί είχε στα χέρια του αναμφισβήτητες αποδείξεις της αθωότητας του Ντρέιφους και τις έπνιξε…
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Μπουαντέφρ και τον στρατηγό Γκονζ, γιατί υπήρξαν συνένοχοι του ίδιου εγκλήματος…
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Πελλιέ και τον ταγματάρχη Ραβαρί, γιατί έκαμαν μια εγκληματική προανάκριση, με την πιο τερατώδη μεροληψία…
Κατηγορώ τους τρεις γραφολόγους Μπελόμ, Βαρινιάρ και Γουάρ, γιατί συντάξανε ψεύτικες εκθέσεις απατεώνων…
Κατηγορώ το υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, γιατί έκαμαν στις εφημερίδες ιδιαίτερα στην «Αστραπή» και στην «Ηχώ των Παρισίων», μια βδελυρή και απαράδεκτη εκστρατεία για να παραπλανήσουν τη κοινή γνώμη…
Κατηγορώ, τέλος, το πρώτο Στρατοδικείο γιατί παραβίασε το δίκαιο…
Πηγές
-Εμίλ Ζολά, Κατηγορώ, μετάφραση-πρόλογος-σημειώσεις, Γιάννης Κωνσταντίνου, εκδ. Γκοβόστη (στην Κ. Ελευθεροτυπία)
-tvxs.gr