Προς απόλυτο έλεγχο του διαδικτύου...

... με πρόσχημα την «ασφάλεια» και την «πάταξη της εγκληματικότητας»

| 24/10/2016

Αν και στην ζωή τα πράγματα μπορεί να είναι χειρότερα από ό,τι φανταζόμαστε αναφορικά με το «απόρρητο» των επικοινωνιών μας γενικά και από το διαδίκτυο ειδικότερα, πλην όμως, η (και) νομική «θωράκιση» του κράτους προς την κατεύθυνση της (και) τυπικής νομιμοποίησης του πλήρους ελέγχου κάθε πτυχής της ανθρώπινης δράσης συνιστά μια διαδικασία που, τουλάχιστον, πρέπει να καταγραφεί.

Η αρχή, φυσικά, γίνεται στις ΗΠΑ, όπου η υπηρεσία τελωνείων και Προστασίας των Συνόρων θέλει να αρχίσει να συλλέγει «πληροφορίες που σχετίζονται με την παρουσία στο διαδίκτυο» από ταξιδιώτες που προέρχονται από χώρες που είναι επιλέξιμες για την απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης, συμπεριλαμβανομένου ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης και μια χούφτα άλλες χώρες. Εάν εγκριθεί από το Γραφείο Διαχείρισης και Προϋπολογισμού, η αλλαγή θα μπορούσε να τεθεί σε ισχύ το Δεκέμβριο.

Ο ειδικός εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για το δικαίωμα στην ελευθερία της γνώμης και της έκφρασης, έγραψε τον περασμένο μήνα ότι η έκταση των πληροφοριών που συλλέγονται ήταν «ασαφής και ανοικτού τύπου».

Ακόμα και κάποιος που σε «ακολουθεί» στο τουιτερ γράψει κατι που είναι κόκκινο πανί για την υπηρεσία μπορεί να αρνηθεί την άδεια για να ταξιδέψει κάποιος στην Αμερική

Την ίδια ώρα, στην Ελλάδα, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γ. Σανιδάς, με γνωμοδότησή του άναψε «το πράσινο φως» στις αστυνομικές και δικαστικές αρχές, χωρίς προηγούμενη άδεια της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), να αίρουν την ανωνυμία των bloggers και να έχουν άμεση πρόσβαση στα blogs του Ιnternet για την εξιχνίαση οποιουδήποτε αδικήματος, ανεξάρτητα αν είναι σε βαθμό κακουργήματος ή πλημμελήματος.

Στην γνωμοδότηση σημειώνεται, ότι τα blogs δεν καταλαμβάνονται από το συνταγματικό απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας, που κατοχυρώνονται από το άρθρο 19 του Συντάγματος. Δεν παραλείπει να σημειώσει ότι το απόρρητο των επικοινωνιών δεν καλύπτει την επικοινωνία μέσω Διαδικτύου και κατά συνέπεια αίρεται το απόρρητο των στοιχείων όσων μέσα από τα blogs αναρτούν υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα, φωτογραφίες παιδικής πορνογραφίας ή διαπράττουν εν γένει εγκλήματα.

Μεταξύ άλλων στην γνωμοδότηση αναφέρεται, ότι, όπως προκύπτει σαφώς από τη διατύπωση του άρθρου 19, παρ. 1, εδ. α΄ Συντ., «το απόρρητο προστατεύεται για κάθε μέσο επικοινωνίας υπαρκτό ή μελλοντικό, εφόσον το μέσον αυτό είναι από τη φύση του κατάλληλο για τη διεξαγωγή της επικοινωνίας μέσα σε οικειότητα, έστω και υπό την προϋπόθεση ότι οι επικοινωνούντες έλαβαν ειδικά μέτρα για τον σκοπό αυτόν. Εκ τούτων παρέπεται ότι υπάρχει απόρρητο π.χ. στην επικοινωνία μέσω fax, όχι όμως και στην επικοινωνία μέσω Ιnternet, αφού η τελευταία είναι εξ ορισμού επικοινωνία σε δημοσιότητα (Κ. Χρυσόγονος, ένθ΄ ανωτέρω, σελ. 239, Απόστολος Παπακωνσταντίνου,«Το Συνταγματικό Δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας», Επιθεώρηση Δημοσίου και Διοικητικού Δικαίου, 2006, σελ. 233 επ. και ιδία 242). Το Διαδίκτυο είναι εξ ορισμού χώρος ελεύθερης έκφρασης και η δημιουργία ή άλλως κατασκευή ιστοσελίδας σε αυτό είναι ελεύθερη σε οποιονδήποτε».

«Είναι, βεβαίως, αυτονόητο ότι υπάρχει απόρρητο και στην επικοινωνία μέσω Ιnternet εάν έχει χρησιμοποιηθεί ειδική διαδικασία διαφύλαξης του απορρήτου. Τούτο π.χ. ισχύει όταν μέσω της ιστοσελίδας έχει δημιουργήσει κάποιος ένα απόρρητο προφίλ στο οποίο θα έχει δικαίωμα πρόσβασης ο ίδιος και κάποιο ή κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα που έχει επιλέξει και έχουν τα απαραίτητα «κλειδιά».

»Εκ των ανωτέρω κατά λογική αναγκαιότητα παρέπεται ότι στην περίπτωση τελέσεως οποιουδήποτε εγκλήματος μέσω του Διαδικτύου (Ιnternet) και εν όψει του ότι τα συνθέτοντα αυτό (το έγκλημα) στοιχεία (δημοσίευμα υβριστικό, φωτογραφίες παιδικής πορνογραφίας, απόφαση ή εκδήλωση βουλήσεως ανηλίκου για αυτοκτονία κτλ.) έχουν καταστεί κοινά και προσιτά σε οποιονδήποτε χρήστη ή διαχειριστή ιστοσελίδας, δεν απαιτείται άδεια οποιασδήποτε Αρχής και προεχόντως της Αρχής Προστασίας του Απορρήτου των Επικοινωνιών προκειμένου να εξακριβωθεί και να εντοπισθεί τόσο το ηλεκτρονικό ίχνος της εγκληματικής πράξεως όσο και το πρόσωποτο οποίο κρύπτεται πίσω από το ηλεκτρονικό ίχνος. Συνεπώς, οι εισαγγελικές, ανακριτικές και προανακριτικές αρχές, πολύ δε περισσότερο τα δικαστικά συμβούλια και τα δικαστήρια, στα πλαίσια των ερευνών για τη διακρίβωση τελέσεως ενός εγκλήματος και του δράστη, δικαιούνται να ζητούν από τους παρόχους των υπηρεσιών επικοινωνίας μέσω Ιnternet τα ηλεκτρονικά ίχνη μιας εγκληματικής πράξεως, την ημεροχρονολογία και τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο αντιστοιχεί το ηλεκτρονικό ίχνος,και ο πάροχος υποχρεούται να τα παραδίδει χωρίς να είναι αναγκαίο να προηγηθεί άδεια κάποιας αρχής και ιδία της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών».

«Ούτε όμως περαιτέρω απαιτείται άδεια της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθόσον η εγκληματική συμπεριφορά του ατόμου ούτε εμπίπτει ούτε είναι δυνατόν να εμπίπτει στην έννοια των προσωπικών δεδομένων, ούτε καλύπτεται από αυτήν. Ούτε περαιτέρω η αποκάλυψη και επιβεβαίωση της εγκληματικής συμπεριφοράς και του δράστου είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι αποτελεί προσβολή της προσωπικότητας και παραβίαση των προσωπικών δεδομένων».

«Τέλος, ο Αρειος Πάγος με την υπ΄ αριθμ. 570/2006 απόφασή του δέχθηκε ότι το συνταγματικό απόρρητο των επικοινωνιών καλύπτει μόνον το περιεχόμενο των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και όχι τα εξωτερικά στοιχεία των επικοινωνιών.

»Είναι προφανές, εν όψει των ανωτέρω, ότι η όποια αντίθετη θέση δεν δύναται να εύρει έρεισμα στη διάταξη του άρθρου 19, παρ. 1 του Συντάγματος.

1) Το απόρρητο των επικοινωνιών δεν καλύπτει α) την επικοινωνία μέσω Διαδικτύου (Ιnternet) και β) τα εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας (ονοματεπώνυμα και λοιπά στοιχεία συνδρομητών, αριθμοί τηλεφώνων, χρόνος και τόπος κλήσεως, διάρκεια συνδιάλεξης κτλ.).

2) Οι εισαγγελικές, ανακριτικές και προανακριτικές αρχές, πολύ δε περισσότερο τα δικαστικά συμβούλια και τα δικαστήρια, δικαιούνται να ζητούν από τους παρόχους των υπηρεσιών Επικοινωνίας, μέσω Διαδικτύου (Ιnternet), τα ηλεκτρονικά ίχνη μιας εγκληματικής πράξεως,την ημεροχρονολογία και τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο αντιστοιχεί το ηλεκτρονικό ίχνος, από τους λοιπούς δε παρόχους των υπηρεσιών επικοινωνίας τα «εξωτερικά στοιχεία» της επικοινωνίας, και ο πάροχος υποχρεούται να τα παραδίδει χωρίς να είναι αναγκαίο να προηγηθεί άδεια κάποιας Αρχής και ιδία της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών.

3) Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών αλλά και οποιαδήποτε άλλη Ανεξάρτητη Αρχή ούτε νομιμοποιείται ούτε δικαιούται να ελέγξει με οποιονδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, το εάν η περί άρσεως ή μη του απορρήτου απόφαση των οργάνων της Δικαιοσύνης είναι σύννομη ή όχι. Αυτό κρίνεται από τα ίδια τα όργανα της Δικαιοσύνης. Ούτε όμως περαιτέρω η ρηθείσα Αρχή μπορεί να ελέγξει τους παρόχους υπηρεσιών επικοινωνίας για τη,σε κάθε περίπτωση,συμμόρφωσή τους προς τις αποφάσεις των οργάνων της Δικαιοσύνης. Εάν πράξει τούτο, ενεργεί καθ΄ υπέρβαση της δικαιοδοσίας της».

Πηγή: .tovima.gr, thepressproject.gr