«Ραγισμένοι», της Αλαϊδε Βεντούρα Μεδίνα

"Διαβάζοντας" τα ραγισμένα είδωλα

| 18/09/2024

Θα έπρεπε να μας το λένε από την πρώτη μέρα. «Κάποτε θα ραγίσεις και θα παλέψεις με όλη σου τη δύναμη για να μη σπάσεις». Δεν μας το λέει κανείς. Από φόβο; Από νοιάξιμο; Από ελπίδα για την αποφυγή της πληγής; Από ευαισθησία; Από κυνισμό; Ποιος ξέρει. Η αλήθεια της ζωής (μας) στο λέει με τον τρόπο της. Κάποιες φορές είναι ένα καθαρό, εμφανές, σωματικό σημάδι. Ένα τραύμα που μένει και σε συνοδεύει μέχρι τέλους. Ωστόσο, τις περισσότερες φορές είναι τα εσωτερικά χτυπήματα που σε βρίσκουν. Ένα βλέμμα που σε προσπέρασε κι ένα ξέσπασμα που δεν άξιζες. Μια λάθος επιλογή που σε στρίμωξε στη γωνία και σε άφησε φοβισμένο/η, απελπισμένο/η, χαμένο στη μοναξιά σου. Μια αντίδραση που δεν είναι τίποτε άλλο από εκδίκηση. Μια κίνηση επιβολής και ελέγχου. Μια καθοριστική απόφαση που σε αφήνει για πάντα στον χώρο της σιωπής και στο χείλος της αβύσσου. Ναι, υπάρχουν της γης οι κολασμένοι και σήμερα είναι της γης οι ραγισμένοι, αυτοί που δεν έχουν ένα συλλογικό όραμα να ακολουθήσουν και αυτοί που στον κόσμο τους είναι αποκλεισμένοι στο κελί τους. Ευτυχώς υπάρχουν συγγραφείς, καλλιτέχνες, που δεν προσπερνάνε τα ραγισμένα σώματα, είδωλα. Διαβάστε το βιβλίο «Ραγισμένοι» (Εκδόσεις Carnivora) και θα καταλάβετε.

Η Αλαϊδε Βεντούρα Μεδίνα κάνει την πένα κάμερα που διεισδύει στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Και είναι η ευαισθησία και η εύθραυστη ψυχραιμία της που φωτίζουν τα μύχια και τις αθέατες ατραπούς. Στην ουσία, σε ένα στενάχωρο σκηνικό υψώνει μια λευκή κορδέλα και όπως την ξετυλίγει φτάνει στην αφετηρία της βίας και στην ουσιαστική ερμηνεία της σιωπής. Η συγγραφέας δεν αποστρέφει το βλέμμα από καθετί ανθρώπινο και ψάχνει τις αντανακλάσεις της ζωής που τα θέλει όλα και δίνει πίσω ελάχιστα. Η συγγραφική της ματιά ψάχνει στις ώρες, στις μέρες και στους μικρούς χώρους των ανθρώπων που πασχίζουν να επιβιώσουν. Δεν είναι μελοδραματική και σίγουρα δεν είναι μεροληπτική. Δεν μεμψιμοιρεί  και δεν γίνεται βάρβαρη και απάνθρωπη. Μέσα από το βιβλίο της θέλει να μας κάνει πιο δυνατούς, θέλει να μας μάθει να ακούμε και να βλέπουμε καλύτερα τον συνάνθρωπό μας. Ο άνθρωπος είναι ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο και όσο αξίζει να υποφέρει, άλλο τόσο αξίζει και να ζει. Στις σελίδες του μυθιστορήματος υπάρχει μια ιδιαίτερη φιλοσοφική θεώρηση που ακολουθεί το ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό και τη διαχείριση του άηχου λόγου. Η σιωπή άλλοτε είναι όρκος, άλλοτε είναι βίαιο χτύπημα και άλλοτε τρόπος διαφυγής.

Δυο αδέλφια μάχονται να επιβιώσουν απέναντι σε έναν κακοποιητικό, απρόβλεπτο πατέρα. Αναζητούν την αγάπη, καταφύγιο αλλά και τρόπο διαφυγής. Η οικογένεια αυτοκαταστρέφεται και τα δύο παιδιά μένουν μόνα. Η μεγάλη αδελφή και Χουλιάν που υψώνει ένα τείχος σιωπής και πίσω απ’ αυτήν κρύβεται, «μιλά» και χαράσσει τη μοιραία πορεία του. Η τέχνη της φωτογραφίας είναι το μοναδικό μέσο που τον κινητοποιεί. Μέσα από σκόρπιες φωτογραφίες που έχει φυλάξει, η αδελφή του προσπαθεί να καταλάβει πού έγινε το λάθος με τον πατέρα, πού έχασε τον δρόμο η μητέρα και πού ήταν το σημείο καμπής για την οριστική ομίχλη στη ζωή της γιαγιάς. Η αδελφή του Χουλιάν βρίσκει το μεδούλι της μνήμης, της αναζήτησης και της αυτογνωσίας και με λυρικό, λιτό και απέριττο τρόπο συνομιλεί με όλους εμάς, με τους «ραγισμένους». Η Αλαϊδε Βεντούρα Μεδίνα δεν χάνει το μέτρο, δεν παρασύρεται από υπερβολές και μεταδίδει με απόλυτη σαφήνεια τις αναταράξεις των σωμάτων και των ψυχών. Το ύφος της διαθέτει ποιητική συμπεριφορά και την καθαρότητα της θραυσματικής αποτύπωσης. Είναι πιο εύκολο να κατηγορείς τους άλλους/ Εσπασα τον κυκλικό καθρέφτη/ Κατηγορώ: επιρρίπτω ευθύνες, ενοχοποιώ. Ένα νεκρό και ασφυκτικό βάρος. Τύψεις. Αρρώστια. Η εύστοχη μετάφραση ανήκει στη Μαρία Αθανασιάδου.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις